Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Πέθανε ο ζωγράφος και σκηνοθέτης Κυριάκος Κατζουράκης

Πέθα­νε σε ηλι­κία 77 ετών ο ζωγρά­φος και σκη­νο­θέ­της Κυριά­κος Κατζου­ρά­κης. Η κηδεία του θα πραγ­μα­το­ποι­η­θεί την Δευ­τέ­ρα, 25 Οκτω­βρί­ου, στις 15:00 στο Α’ νεκρο­τα­φείο Αθηνών.

Ο Κυριά­κος Κατζου­ρά­κης γεν­νή­θη­κε στην Αθή­να το 1944. Σπού­δα­σε ζωγρα­φι­κή στην Ανω­τά­τη Σχο­λή Καλών Τεχνών της Αθή­νας με τον Γιάν­νη Μόρα­λη και σκη­νο­γρα­φία με τον Βασί­λη Βασι­λειά­δη (1963–1968). Το 1966 παρου­σί­α­σε την πρώ­τη του ατο­μι­κή έκθε­ση στην γκα­λε­ρί Κεραία (Αθή­να) και το 1969 κέρ­δι­σε το Βρα­βείο Παρ­θέ­νη για τη ζωγρα­φι­κή του. Από το 1972 μέχρι το 1986 έζη­σε στο Λον­δί­νο και έκα­νε μετα­πτυ­χια­κές σπου­δές στην χαρα­κτι­κή (1973–1975: St. Martins School of Art και Croydon College of Art).

Η ζωγρα­φι­κή του είναι ανθρω­πο­κε­ντρι­κή, με στοι­χεία κρι­τι­κού ρεα­λι­σμού που στο­χεύ­ουν στην αφύ­πνι­ση της συνεί­δη­σης του θεα­τή. Σε μερι­κές περιό­δους του έργου του εντο­πί­ζο­νται συνει­δη­τές ανα­φο­ρές σε εικα­στι­κά στοι­χεία της «ελλη­νι­κό­τη­τας», με επιρ­ρο­ές από τον Τσα­ρού­χη, τον Κόντο­γλου ή τον Θεό­φι­λο. Στα πιο πρό­σφα­τα έργα του υιο­θε­τεί ένα προ­σω­πι­κό ύφος με έντο­να εξπρε­σιο­νι­στι­κά στοι­χεία και δημιουρ­γεί μεγά­λης κλί­μα­κας έργα με σύν­θε­τες εικό­νες, ενώ αρχί­ζει να συν­δυά­ζει τη ζωγρα­φι­κή με το θέα­τρο, τη μου­σι­κή και τη λογο­τε­χνία, ανα­πτύσ­σο­ντας παράλ­λη­λα σημα­ντι­κή συγ­γρα­φι­κή δραστηριότητα.

Το 1979 ο Κυριά­κος Κατζου­ρά­κης αντι­προ­σώ­πευ­σε την Ελλά­δα στη Biennale Sao Paulo και το 1980 στην 11η Biennale του Παρι­σιού, το 1982 στα Europalia (Αμβέρ­σα), στην έκθε­ση «Peinture Grecque 1968–1988» (Βρυ­ξέλ­λες 1988) κά. Το 2013 το Μου­σείο Μπε­νά­κη οργά­νω­σε ανα­δρο­μι­κή του έκθε­ση. Έργα του βρί­σκο­νται σε δημό­σιες και ιδιω­τι­κές συλ­λο­γές στην Ελλά­δα και το εξωτερικό.

Στον κινη­μα­το­γρά­φο συμ­με­τεί­χε το 1968 ως ηθο­ποιός στην βρα­βευ­μέ­νη ται­νία του Δήμου Θέου Κιέ­ριον που ανα­φε­ρό­ταν στην «υπό­θε­ση Πολκ». Έχει φιλο­τε­χνή­σει τα κοστού­μια για την ται­νία Μέρες του ’36 του Θ. Αγγε­λό­που­λου (1971) και τα σκη­νι­κά για Το Προ­ξε­νιό της ‘Αννας του Π. Βούλ­γα­ρη (1972). Σκη­νο­γρά­φη­σε επί­σης πολ­λές θεα­τρι­κές παραστάσεις.

Από το 2000 ασχο­λή­θη­κε ενερ­γά με τον κινη­μα­το­γρά­φο, δημιουρ­γώ­ντας ται­νί­ες μικρού και μεγά­λου μήκους. Η ται­νία του Ο Δρό­μος προς τη Δύση (2003) τιμή­θη­κε με το 1ο Κρα­τι­κό Βρα­βείο Καλύ­τε­ρου Ντο­κι­μα­ντέρ και με το Βρα­βείο FIPRESCI. Βρα­βεία απέ­σπα­σε επί­σης η ται­νία του Γλυ­κιά Μνή­μη (2005).

Ο Κυριά­κος Κατζου­ρά­κης υπήρ­ξε ιδρυ­τι­κό μέλος της ομά­δας «Νέοι Έλλη­νες Ρεα­λι­στές» (1969–1973), μαζί με τους Βαλα­βα­νί­δη, Δίγκα, Μπό­τσο­γλου και Ψυχο­παί­δη, ομά­δα η οποία έδρα­σε επί δικτα­το­ρί­ας στο­χεύ­ο­ντας στην κρι­τι­κή των πολι­τι­κών και κοι­νω­νι­κών γεγο­νό­των της περιόδου.

Το 1990 ίδρυ­σε την «Ομά­δα Τέχνης», με στό­χο την έρευ­να στις σχέ­σεις μετα­ξύ των τεχνών (ζωγρα­φι­κή, θέα­τρο, μου­σι­κή, φωτο­γρα­φία, κινη­μα­το­γρά­φος…), με παράλ­λη­λη δημιουρ­γία έργων στο χώρο. Ακό­μη ήταν ιδρυ­τι­κό μέλος της Ένω­σης Καλ­λι­τε­χνών «Europa 24» (1991–1998). Υπήρ­ξε επί­σης καλ­λι­τε­χνι­κός διευ­θυ­ντής του Εικα­στι­κού Εργα­στη­ρί­ου του Αιγά­λεω (1997–2003). Το 2005 εξε­λέ­γη τακτι­κός καθη­γη­τής στη Σχο­λή Καλών Τεχνών του Αρι­στο­τε­λεί­ου Πανε­πι­στη­μί­ου Θεσ­σα­λο­νί­κης, όπου δίδα­ξε μέχρι το 2011.

vivlio mpelogiannis

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο