Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ποιον εξυπηρετεί; Ποιος ωφελείται; Ποιος χάνει από την ατομική τρομοκρατία;

Ένας τυφώ­νας έχει σαρώ­σει τη ζωή μας τα τελευ­ταία χρό­νια. Τυφώ­νας αντι­λαϊ­κής πολι­τι­κής που έχει εξα­θλιώ­σει το λαό. Περί­που τρία εκα­τομ­μύ­ρια ζουν στα όρια της φτώ­χειας. Ενά­μι­σι εκα­τομ­μύ­ριο οι άνερ­γοι. Πει­νά ο άνερ­γος, πει­νά και ο εργα­ζό­με­νος που δου­λεύ­ει για 12–15 ώρες για ένα μερο­κά­μα­το πεί­νας. Δυστυ­χεί ο μικρο­μα­γα­ζά­το­ρας που άντε­ξε μέχρι τώρα και δεν έβα­λε «λου­κέ­το». Απελ­πι­σμέ­νος ο αγρό­της που δεν τον αφή­νουν να καλ­λιερ­γή­σει και βλέ­πει να του παίρ­νουν τη γη οι επι­χει­ρη­μα­τι­κοί όμι­λοι. Στα όρια της βιο­λο­γι­κής εξό­ντω­σης οι συντα­ξιού­χοι από τις συνε­χείς περι­κο­πές. Χωρίς δικαιώ­μα­τα οι νέοι, έτοι­μοι οι σύγ­χρο­νοι δούλοι.
Τα τελευ­ταία χρό­νια είδα­με εικό­νες και ακού­σα­με ειδή­σεις που φού­ντω­σαν την οργή και την αγα­νά­χτη­ση. Την εκφρά­σα­με με πολ­λούς τρό­πους. Οπως είδα­με και τη διο­χέ­τευ­ση της σε ανώ­δυ­νες εκδη­λώ­σεις. Είδα­με όμως και ένα οργα­νω­μέ­νο και ελπι­δο­φό­ρο κίνη­μα αντί­στα­σης που χτυ­πά στη ρίζα, στην αιτία όσων βιώ­νου­με σήμε­ρα: στο εκμε­ταλ­λευ­τι­κό σύστη­μα και την τάξη που κυβερνά.
Πού θα στρέ­ψου­με την οργή; Στα πρό­σω­πα ή στη ρίζα του προ­βλή­μα­τος; Η αστι­κή τάξη έχει το επι­στη­μο­νι­κό και πολι­τι­κό προ­σω­πι­κό που την εκπρο­σω­πεί και παίρ­νει τις οδυ­νη­ρές απο­φά­σεις για το λαό. Η αστι­κή τάξη επι­λέ­γει, δια­τάσ­σει και ανα­δια­τάσ­σει το πολι­τι­κό της προ­σω­πι­κό ανα­λό­γως των ανα­γκών και συμ­φε­ρό­ντων της που σε κάθε περί­πτω­ση υπο­νο­μεύ­ουν τα λαϊ­κά συμ­φέ­ρο­ντα, όπως άλλω­στε απο­δει­κνύ­ει και το πρό­σφα­το παρά­δειγ­μα του ΣΥΡΙΖΑ.  Δε θα της λεί­ψει ποτέ το πολι­τι­κό προ­σω­πι­κό και αν χρεια­στεί να το προ­στα­τέ­ψει, έχει τον τρόπο.
Είναι αυτα­πά­τη να νομί­ζει κανείς ότι με πρά­ξεις ατο­μι­κής τρο­μο­κρα­τί­ας μπο­ρεί να ανα­τρα­πεί το σύστη­μα ή θα φοβη­θεί το πολι­τι­κό προ­σω­πι­κό της άρχου­σας τάξης. Κανέ­να κοι­νω­νι­κό ζήτη­μα, καμιά κοι­νω­νι­κή αλλα­γή δε λύνε­ται με τη δολο­φο­νία πολι­τι­κών προσώπων.
Είναι ανό­η­το έστω και λεκτι­κά να υπε­ρα­σπί­ζε­ται ή να επι­βρα­βεύ­ει κανείς μορ­φές ατο­μι­κής τρο­μο­κρα­τί­ας. Σε κάθε τέτοια ενέρ­γεια τα ερω­τή­μα­τα που τίθε­νται είναι: Ποιον εξυ­πη­ρε­τεί; ποιος ωφε­λεί­ται; Ποιος χάνει;
Άσχε­τα με το αν ή κατά πόσο η ατο­μι­κή τρο­μο­κρα­τία συν­δέ­ε­ται με μηχα­νι­σμούς του κρά­τους, από τη φύση της ενέ­χει το στοι­χείο της προ­βο­κά­τσιας. Αυτό επι­βε­βαιώ­θη­κε ακό­μη μία φορά με την επί­θε­ση κατά του Λου­κά Παπα­δή­μου, λίγες μέρες μετά τις δια­δη­λώ­σεις με αφορ­μή την ψήφι­ση του πολυ­νο­μο­σχε­δί­ου με τα προ­α­παι­τού­με­να. Δια­δη­λώ­σεις όπου όσοι συμ­με­τεί­χαν έδω­σαν την υπό­σχε­ση, έστει­λαν την προει­δο­ποί­η­ση ότι δε θα στα­μα­τή­σουν να αντι­μά­χο­νται τους μνη­μο­νια­κούς νόμους, δε θα πάψουν να στο­χεύ­ουν στην αιτία του προβλήματος.
Σαν έτοι­μοι από και­ρό βρή­καν σήμε­ρα κάποιοι την ευκαι­ρία να ενο­χο­ποι­ή­σουν την οργή και αγα­νά­χτη­ση του λαού, την αντί­στα­ση, να την χαρα­κτη­ρί­σουν ως «ηθι­κό αυτουρ­γό» της κατα­δι­κα­στέ­ας τρο­μο­κρα­τι­κής επί­θε­σης κατά του Λου­κά Παπα­δή­μου και να δια­μορ­φώ­σουν κλί­μα τρομοϋστερίας.
Ήταν η ευκαι­ρία που περί­με­ναν για να ξεπλύ­νουν το σύστη­μα και το πολι­τι­κό προ­σω­πι­κό του. Να εξω­ρα­ΐ­σουν και να θωρα­κί­σουν την αστι­κή δημο­κρα­τία, και να ξανα­ε­πα­να­φέ­ρουν τα περί κοι­νω­νι­κής (ταξι­κής) ειρή­νης (κοι­νω­νι­κή συνο­χή το λένε)  σε μια περί­ο­δο που ‑όπως λένε- θα πρέ­πει να είμα­στε όλοι ενωμένοι.
Η απά­ντη­ση και στους «ανυ­πό­μο­νους» της επα­νά­στα­σης και στους κάθε είδους προ­πα­γαν­δι­στές της άρχου­σας τάξης και ντε­λά­λη­δες της «ταξι­κής ειρή­νης» είναι η πίστη στη δύνα­μη της μάζας, στη δύνα­μη του λαού που μπο­ρεί να φέρει την κοι­νω­νι­κή αλλαγή.
«Χρειά­ζο­νται πολ­λά, τον κόσμο για ν’ αλλάξεις:
οργή κι επι­μο­νή. Γνώ­ση κ’ αγανάκτηση.
Γρή­γο­ρη από­φα­ση, στό­χα­ση βαθιά 
ψυχρή υπο­μο­νή, κι ατέ­λειω­τη καρτερία.
Κατα­νό­η­ση της λεπτο­μέ­ρειας και κατα­νό­η­ση του συνόλου.
Μονά­χα η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα μπο­ρεί να μας μάθει πώς
την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ν’ αλλάξουμε».
Μπ. Μπρεχτ
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο