Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

“Σ’ έχουνε πρήξει να αγαπήσεις τον βάλτο…”

Τις τελευ­ταί­ες ώρες στα δημο­φι­λή θέμα­τα των social media είναι οι χτε­σι­νοί καβγά­δες στα “καλ­λι­τε­χνι­κά” βρα­βεία μου­σι­κού τηλε­ο­πτι­κού κανα­λιού. «Πέσα­με όλοι από τα σύν­νε­φα» με αυτές τις εικό­νες, όπως επί­σης και όταν ένα άλλο …φαι­νό­με­νο της showbiz δήλω­σε ότι είδε μέχρι και όπλα. Μικρή σημα­σία έχουν οι λεπτο­μέ­ρειες. Μεγά­λη σημα­σία, όμως, έχει η υπο­κρι­σία αυτών που τώρα με τρό­μο “καταγ­γέλ­λουν” όσα είδαν τα μάτια τους.

Η υπο­κρι­σία της μου­σι­κής βιο­μη­χα­νί­ας, των δισκο­γρα­φι­κών και των χορη­γών, που, με κάθε τρό­πο, εδώ και χρό­νια, σπρώ­χνουν τη συγκε­κρι­μέ­νη θεμα­το­λο­γία, ιδιαί­τε­ρα σε μαθη­τές, νομι­μο­ποιώ­ντας ό,τι πιο σάπιο ανα­δύ­ε­ται από το κοι­νω­νι­κό πτώ­μα του σημε­ρι­νού συστή­μα­τος: τα ναρ­κω­τι­κά και το ναρ­κε­μπό­ριο, την εμπο­ρευ­μα­το­ποί­η­ση του γυναι­κεί­ου σώμα­τος, την οπλο­κα­το­χή, τον σεξι­σμό, τον αντα­γω­νι­σμό του “ο θάνα­τός σου, η ζωή μου”, την από­κτη­ση χρη­μά­των πάση θυσία με κάθε μέσο, τα κυκλώ­μα­τα της νύχτας, την υπο­τί­μη­ση της γνώ­σης. Με μία λέξη: βάλ­τος ή καλύ­τε­ρα βάλ­τος εκα­τομ­μυ­ρί­ων ευρώ.

Ποσώς μας ενδια­φέ­ρει αν όσοι τα “τρα­γου­δά­νε”, τα ζού­νε κιό­λας. Ποσώς μας ενδια­φέ­ρει αν ό,τι έγι­νε, έγι­νε σε εμπο­ρι­κά πλαί­σια κατά το δόγ­μα “η αρνη­τι­κή δια­φή­μι­ση είναι δια­φή­μι­ση”. Ποσώς μας ενδια­φέ­ρει αν νιώ­θουν ή δε νιώ­θουν ευθύ­νη απέ­να­ντι στο κοι­νό τους οι εται­ρεί­ες, οι managers, οι χορη­γοί, τα κανά­λια και οι παρα­τρε­χά­με­νοι. Μία από τις ευθύ­νες τους, άλλω­στε, απέ­να­ντι στο κοι­νό είναι να το πεί­σουν “να ντρέ­πε­σαι να φωνά­ξεις τι σου λείπει”…

Μας αφο­ρά, όμως, να μη μεί­νουν ως “εικό­να” του πολι­τι­σμού τα χρυ­σο­κά­δε­να, τα glock και οι σαμπά­νιες. Αυτός είναι ο πολι­τι­σμός του βούρ­κου, που εκπρο­σω­πεί μία κοι­νω­νία που σαπί­ζει και παίρ­νει μαζί της και τους υπό­λοι­πους. Μας αφο­ρούν …συμ­βου­λές από ορι­σμέ­νους δήθεν προ­ο­δευ­τι­κούς που «για να κάτσουν με τη νεο­λαία» θα απε­νο­χο­ποι­ή­σουν μέχρι και τον βάλ­το, με αστεί­ους ισχυ­ρι­σμούς όπως το «αν σε ενο­χλούν οι στί­χοι της trap και τα πρό­τυ­πά της για­τί δεν σε ενο­χλούν οι ται­νί­ες του Σκορ­σέ­ζε;». Τι άλλο θα ακού­σου­με δηλα­δή… Μας αφο­ρά, επί­σης, ότι διά­φο­ροι “δικαιω­μα­τι­στές” ‑στα λόγια- έχουν πάρει τμή­μα αυτής της σκη­νής αγκα­λιά για να που­λή­σουν νεα­νι­κό προ­φίλ (έρχο­νται και εκλο­γές…), αφή­νο­ντας δια­κρι­τι­κά στην άκρη τις πολύ­χρω­μες σημαίες.

Μας αφο­ρά, επί­σης, η απά­ντη­ση στη σαπί­λα, που δεν μπο­ρεί να εξα­κο­λου­θεί να μένει σε εύκο­λες περι­γρα­φές μιας πραγ­μα­τι­κά ζόρι­κης κατά­στα­σης, ιδιαί­τε­ρα για τις νεό­τε­ρες ηλι­κί­ες των φτω­χο­γει­το­νιών. Στην επο­χή της φτώ­χειας και των πολέ­μων, αλλά και της δυνα­τό­τη­τας να ζήσου­με “το μεγά­λο, το ωραίο και το συγκλο­νι­στι­κό” χρειά­ζο­νται πολ­λά περισ­σό­τε­ρα από τα συνηθισμένα…

Δεν μας πιά­νει κανέ­να άγχος να βρού­με τρό­πο να κάτσου­με με τη νεο­λαία. Είμα­στε μέσα στις αγω­νί­ες και τους αγώ­νες της και αυτές τις μέρες χιλιά­δες νέοι και νέες συμ­με­τέ­χουν στις προ­φε­στι­βα­λι­κές εκδη­λώ­σεις της ΚΝΕ και ακού­με μαζί hip hop, rock, έντε­χνα, metal, ρεμπέ­τι­κα, pop, παρα­δο­σια­κά, χορεύ­ο­ντας και δια­σκε­δά­ζο­ντας, όπως αγω­νι­ζό­μα­στε. Για­τί ξέρου­με ότι η νεο­λαία μπο­ρεί να σηκω­θεί, να δει πολύ ψηλά, πέρα από τα βου­νά που έχουν σηκω­θεί μπρο­στά της, και να κατα­κτή­σει τη ζωή που της αξί­ζει με συνο­δοι­πό­ρο τον δικό μας, τον λαϊ­κό πολι­τι­σμό σε όλα τα είδη και μορ­φές τέχνης, προ­σπα­θώ­ντας να αντα­πο­κρι­θού­με σε ό,τι σημαί­νει η φρά­ση: «Στα ιδα­νι­κά των κόσμων που γκρε­μί­ζο­νται, φέρ­νω τα ιδα­νι­κά των κόσμων που γεν­νιού­νται… ΕΙΜΑΙ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ!».

Υ.Γ.: ο dj που παρί­στα­νε ότι χει­ρί­ζε­ται κον­σό­λα που δεν υπήρ­χε μπρο­στά του (αυτό ακρι­βώς συνέ­βη, δεν υπάρ­χει κάποιο τυπο­γρα­φι­κό λάθος στην πρό­τα­ση) ήταν η επι­το­μή της βρα­διάς… keep it real!

Πηγή: Οδη­γη­τής.

«Τσε Γκε­βά­ρα, πρε­σβευ­τής της Επα­νά­στα­σης», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο