Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ταινίες Πρώτης Προβολής: Φρέσκος Γούντι Άλεν και τεχνητή νοημοσύνη

Η φθι­νο­πω­ρι­νή αστά­θεια ται­ριά­ζει με το κινη­μα­το­γρα­φι­κό σύμπαν του Γού­ντι Άλεν. Η πρε­μιέ­ρα της πεντη­κο­στής ται­νί­ας του διά­ση­μου σκη­νο­θέ­τη «Γυρί­σμα­τα της Τύχης» είναι γεγο­νός και απο­τε­λεί την πιο ενδια­φέ­ρου­σα επι­λο­γή ανά­με­σα στις τρεις και­νούρ­γιες ται­νί­ες, που βγαί­νουν από­ψε στους κινη­μα­το­γρά­φους όλης της χώρας. Το ευρύ­τε­ρο κοι­νό ανα­μέ­νε­ται να τρα­βή­ξει και η περι­πέ­τεια επι­στη­μο­νι­κής φαντα­σί­ας «Ο Δημιουρ­γός», που πραγ­μα­τεύ­ε­ται το ζήτη­μα της τεχνη­τής νοη­μο­σύ­νης και έχει για πρω­τα­γω­νι­στή τον Τζον Ουά­σινγ­κτον, ενώ απο­κλει­στι­κά στους φανα­τι­κούς των ται­νιών τρό­μου απευ­θύ­νε­ται το «Saw X», η δέκα­τη ται­νία του γνω­στού φραν­τσάιζ. Σε επα­νέκ­δο­ση, το αρι­στουρ­γη­μα­τι­κό «Άμλετ» του Γκρι­γκό­ρι Κόζιν­τσεφ, που συμπλη­ρώ­νει 60 χρό­νια από την πρώ­τη της προ­βο­λή και το βρα­βευ­μέ­νο με το Μέγα Βρα­βείο στις Κάν­νες «Μία αιω­νιό­τη­τα και μία μέρα» του Θόδω­ρου Αγγελόπουλου.

Γυρί­σμα­τα της Τύχης

(“Coup de Chance”) Ρομα­ντι­κή κομε­ντί, γαλ­λο­βρε­τα­νι­κή παρα­γω­γή του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Γού­ντι Άλεν, με τους Μελ­βίλ Που­πό, Λου ντε Λαάζ, Νίλις Σνάι­ντερ, Βαλε­ρί Λεμερ­σιέ, Σάρα Μαρ­τέν, Νιλς Σνάι­ντερ, Γκρε­γκο­ρί Γκα­ντε­μπουά κα.

Αν ο Κλιντ Ίστ­γουντ είναι ο «γερό­λυ­κος» του παγκό­σμιου κινη­μα­το­γρά­φου, πώς χαρα­κτη­ρί­ζε­ται ο Γού­ντι Άλεν, που συνε­χί­ζει στα 87 του χρό­νια να γυρί­ζει ται­νί­ες και μάλι­στα χωρίς να δεί­χνει την ηλι­κία του;

Στην πεντη­κο­στή ται­νία του, που έκα­νε πρε­μιέ­ρα στο φεστι­βάλ Βενε­τί­ας, έχει την αντο­χή να μετα­φέ­ρει την αγα­πη­μέ­νη του Νέα Υόρ­κη στο Παρί­σι, σε μια παρα­γω­γή που μιλά γαλ­λι­κά, έχει γαλ­λι­κή φινέ­τσα και μάλ­λον το απα­ραί­τη­το οξυ­γό­νο για τον ίδιο τον σκηνοθέτη.

Ο ιδιο­φυ­ής σκη­νο­θέ­της, θα κρα­τή­σει το γνώ­ρι­μο ύφος του, παρα­δί­δο­ντας μία δηλη­τη­ριώ­δη ρομα­ντι­κή κομε­ντί, που εξε­λίσ­σε­ται σε θρί­λερ, αλλά χωρίς να ξεφεύ­γει από το γου­ντια­λε­νι­κό πνεύ­μα, τον αιώ­νιο προ­βλη­μα­τι­σμό για τις ανθρώ­πι­νες σχέ­σεις και όλα τα συμπαρομαρτούντα.

Το σενά­ριο του Άλεν, θέλει μία καλο­πα­ντρε­μέ­νη ευκα­τά­στα­τη νεα­ρή δια­νο­ού­με­νη γυναί­κα, την Φανί, να συνα­ντά τυχαία έναν συμ­μα­θη­τή της από το λύκειο, έναν επί­δο­ξο συγ­γρα­φέα. Αυτός της εξο­μο­λο­γεί­ται ότι παρα­μέ­νει ερω­τευ­μέ­νος μαζί της από τα σχο­λι­κά τους χρό­νια και η Φανί, παρό­τι δεν θα ‘πρε­πε να απα­τή­σει τον επηρ­μέ­νο, κτη­τι­κό, ευπα­ρου­σί­α­στο και με ύπο­πτες πηγές εσό­δων, σύζυ­γό της, θα προ­χω­ρή­σει σε μια παρά­νο­μη σχέ­ση, ανοί­γο­ντας το κατα­στρο­φι­κό κου­τά­κι μιας θανα­τη­φό­ρας ζήλιας.

Ο Άλεν, χωρίς να κρύ­βε­ται, ακο­λου­θεί την πετυ­χη­μέ­νη συντα­γή του «Match Point», παραλ­λάσ­σο­ντάς το, για να μιλή­σει για τις σχέ­σεις και ως εκ τού­του, για την απι­στία, τα ηθι­κά διλήμ­μα­τα, τον τυφλό έρω­τα και την εξου­σία του χρήματος.

Έχο­ντας το αίσθη­μα της αδι­κί­ας για όσα τον κατη­γο­ρούν, ο Άλεν θα συνε­χί­σει να υπε­ρα­σπί­ζε­ται τους ανθρώ­πους που ακο­λου­θούν το πάθος τους, να συμπα­ρα­στέ­κε­ται δίπλα σε αυτούς που βλέ­πουν το τρέ­νο να έρχε­ται κατά πάνω τους και συνε­χί­ζουν να πηγαί­νουν κατά πάνω του, να ακο­λου­θούν τα βαθιά αισθή­μα­τά τους. Και βεβαί­ως να στέ­κε­ται απέ­να­ντι σε όλους αυτούς τους καυ­χη­σιά­ρη­δες, τους λεφτά­δες, που νομί­ζουν ότι μπο­ρούν να εξου­σιά­ζουν τους ανθρώ­πους και να επι­βά­λουν τις πεποι­θή­σεις τους.

Από την ται­νία δεν λεί­πουν ούτε οι έξυ­πνοι διά­λο­γοι, ούτε η ενδια­φέ­ρου­σα πλο­κή, οι ολο­κλη­ρω­μέ­νοι χαρα­κτή­ρες και η υπο­δειγ­μα­τι­κή αφή­γη­ση, αν και όπως σχε­δόν συμ­βαί­νει σε όλες τις τελευ­ταί­ες ται­νί­ες τού Άλεν, δημιουρ­γεί­ται το αίσθη­μα της εμμο­νής, της επα­νά­λη­ψης, μια θεμα­το­λο­γία που φαί­νε­ται ότι έχει εξα­ντλη­θεί. Ο διο­πτρο­φό­ρος σκη­νο­θέ­της, όμως, βρί­σκει τρό­πο να ανα­νε­ώ­νει τα θέμα­τα που τον απα­σχο­λούν, του­λά­χι­στον αυτή τη φορά, καθοριστικά.

Όμως, το φιλμ θα ήταν απλώς καλο­δε­χού­με­νο, αν δεν υπήρ­χε η τερά­στια μορ­φή ενός άλλου «γερό­λυ­κου», του Βιτό­ριο Στο­ρά­ρο («Κον­φορ­μί­στας», «Απο­κά­λυ­ψη Τώρα» κλπ), του διευ­θυ­ντή φωτο­γρα­φί­ας που μπο­ρεί να πάρει το ασή­μα­ντο και να το κάνει, αν μη τι άλλο, αξιο­πρό­σε­κτο, πόσο δε μάλ­λον όταν μιλά­με για μια ακό­μη δημιουρ­γία του Γού­ντι Άλεν.

Αν και οι ερμη­νεί­ες κινού­νται απλώς σε ένα επαρ­κές επί­πε­δο, σίγου­ρα δεν απο­τε­λούν εμπό­διο για την εξέ­λι­ξη της ται­νί­ας, δεν ξεστρα­τί­ζουν το ενδια­φέ­ρον του θεα­τή. Εξαί­ρε­ση απο­τε­λεί η έμπει­ρη Βαλε­ρί Λεμερ­σιέ που εντάσ­σε­ται με ευκο­λία στο σύμπαν του Γού­ντι Άλεν και των υπέ­ρο­χων δεύ­τε­ρων χαρα­κτή­ρων, με τους οποί­ους εμπλου­τί­ζει τις ται­νί­ες του.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Φανί και ο Ζαν μοιά­ζουν το τέλειο παντρε­μέ­νο ζευ­γά­ρι. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα ο Ζαν είναι ελεγ­κτι­κός και κτη­τι­κός. Όταν η Φανί πέφτει τυχαία πάνω σε έναν παλιό συμ­μα­θη­τή της, τον Αλέν, θα αρχί­σει να τον συνα­ντά κρυ­φά, κινώ­ντας τις υπο­ψί­ες του Ζαν.

Ο Δημιουρ­γός

(“The Creator”) Περι­πέ­τεια επι­στη­μο­νι­κής φαντα­σί­ας, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Γκά­ρεθ Έντουαρντς, με τους Τζον Ντέι­βιντ Ουά­σινγ­κτον, Τζέ­μα Τσαν, Κεν Γουα­τα­νά­μπι, Άλι­σον Τζά­νεϊ, Μπε­νε­ντίκτ Γουόνγκ, Στέιρ­γκιλ Σίμπ­σον κα.

Εντυ­πω­σια­κά εικο­νο­γρα­φη­μέ­νο, χορ­τα­στι­κό, με ένα στό­ρι για το επί­και­ρο και σοβα­ρό ζήτη­μα της τεχνη­τής νοη­μο­σύ­νης και έναν χαρι­σμα­τι­κό πρω­τα­γω­νι­στή, το φιλμ του Γκά­ρεθ Έντουαρντς είναι μία τυπι­κά καλή περι­πέ­τεια επι­στη­μο­νι­κής φαντα­σί­ας, για ένα μέλ­λον που απ’ ότι φαί­νε­ται δεν είναι και πολύ μακριά.

Ο Έντουαρντς, που γνω­ρί­ζει καλά το είδος («Monsters», «Rogue One: A Star Wars Story»), αλλά δεν μας είχε δεί­ξει τίπο­τα το ιδιαί­τε­ρο, μέχρι στιγ­μής, πέρα από τις τεχνι­κές του γνώ­σεις, θα προ­χω­ρή­σει ένα βήμα παρα­πέ­ρα, για να ανα­δεί­ξει τους κιν­δύ­νους που κρύ­βο­νται πίσω από την τεχνο­λο­γία της τεχνη­τής νοημοσύνης.

Ένας πρώ­ην πρά­κτο­ρας των ειδι­κών δυνά­με­ων, που θρη­νεί την εξα­φά­νι­ση της συζύ­γου του, επι­στρα­τεύ­ε­ται για να βρει και να εξο­ντώ­σει τον ασύλ­λη­πτο αρχι­τέ­κτο­να ενός προ­γράμ­μα­τος Τεχνη­τής Νοη­μο­σύ­νης, τον Δημιουρ­γό. Έναν κατα­σκευα­στή που μπο­ρεί να κατα­στρέ­ψει την ανθρω­πό­τη­τα κι έχει ως βασι­κό και θανά­σι­μο όπλο ένα δημιούρ­γη­μα της τεχνη­τής νοη­μο­σύ­νης, με τη μορ­φή ενός μικρού παιδιού.

Ο Έντουαρντς, πατώ­ντας σε στέ­ρε­ες βάσεις αλλά και σε συντα­γές, θυμί­ζο­ντας σε πολ­λές σκη­νές του σημα­ντι­κές ται­νί­ες του είδους, θα στή­σει μία ενδια­φέ­ρου­σα χορ­τα­στι­κή περι­πέ­τεια, που έχει απ’ όλα, από κυνη­γη­τά, μάχες και ίντρι­γκα, μέχρι την αντι­πα­ρά­θε­ση της φυσι­κής ομορ­φιάς, ταξι­δεύ­ο­ντάς μας σε πολ­λά μέρη της γης, με φου­του­ρι­στι­κές εικό­νες. Και ταυ­τό­χρο­να, μια ται­νία επι­στη­μο­νι­κής φαντα­σί­ας, για ένα ζήτη­μα που ήδη απα­σχο­λεί την παγκό­σμια κοι­νή γνώ­μη και τη ζοφε­ρή εξέ­λι­ξή του.

Δεν είναι άλλω­στε τυχαίο ότι παρου­σιά­ζε­ται ως θανά­σι­μη απει­λή ένα ρομπότ με μορ­φή αθώ­ου, φαι­νο­με­νι­κά, παι­διού, θέλο­ντας να κατα­δεί­ξει τους κιν­δύ­νους που κρύ­βουν οι τεχνο­λο­γι­κές ανα­κα­λύ­ψεις — εν προ­κει­μέ­νω η τεχνη­τή νοη­μο­σύ­νη — και ειδι­κά όταν εμφα­νί­ζο­νται ως κάτι καλό και χρή­σι­μο. Όλα αυτά, όμως, παρου­σιά­ζο­νται απλοϊ­κά, δίχως να εμβα­θύ­νει, να μπαί­νει στον πυρή­να του ζητή­μα­τος, την εφαρ­μο­γή της τεχνη­τής νοη­μο­σύ­νης από ανε­ξέ­λεγ­κτα κέντρα, που δεν έχουν σχέ­ση με παρα­νοϊ­κούς εγκλη­μα­τί­ες, αλλά από ισχυ­ρά συμ­φέ­ρο­ντα — μία εξέ­λι­ξη που μπο­ρεί να επη­ρε­ά­σει καθο­ρι­στι­κά το μέλ­λον της ανθρω­πό­τη­τας, ακό­μη και στην καθη­με­ρι­νό­τη­τά της.

Ο Τζον Ουά­σινγ­κτον, μπο­ρεί να μην είναι πλέ­ον ο ταλα­ντού­χος ανερ­χό­με­νος, γεμά­τος ορμή, ηθο­ποιός που ανα­κα­λύ­ψα­με στην εξαι­ρε­τι­κή «Παρεί­σφρη­ση» του Σπάικ Λι, αλλά παρα­μέ­νει χαρι­σμα­τι­κός και ικα­νός να δώσει υπό­στα­ση σε έναν ανο­λο­κλή­ρω­το χαρακτήρα.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Τζό­σουα, ένας σκλη­ρο­τρά­χη­λος πρώ­ην πρά­κτο­ρας των ειδι­κών δυνά­με­ων που θρη­νεί την εξα­φά­νι­ση της συζύ­γου του, επι­στρα­τεύ­ε­ται για να βρει και να σκο­τώ­σει τον Δημιουρ­γό, τον μόνι­μα ασύλ­λη­πτο αρχι­τέ­κτο­να ενός προ­γράμ­μα­τος Τεχνη­τής Νοη­μο­σύ­νης που έχει κατα­σκευά­σει ένα μυστη­ριώ­δες όπλο με τη δύνα­μη όχι μόνο να τερ­μα­τί­σει τον πόλε­μο αλλά και να κατα­στρέ­ψει την ανθρω­πό­τη­τα. Ο Τζό­σουα μαζί με μία ομά­δα από ελίτ μυστι­κούς πρά­κτο­ρες θα δια­νύ­σουν εχθρι­κά εδά­φη και θα βρε­θούν στη σκο­τει­νή καρ­διά μιας περιο­χής που κατοι­κεί­ται από «πλά­σμα­τα» Τεχνη­τής Νοημοσύνης.

Saw X

(“Saw X”) Ται­νία τρό­μου, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Κέβιν Γκρού­τερτ, με τους Τόμπιν Μπελ, Σόνι Σμιθ, Στί­βεν Μπραντ κα.

Πέρα­σαν κιό­λας περί­που 20 χρό­νια από την πρώ­τη ται­νία του τρο­μό-φραν­τσάιζ «Saw» και σε αυτή τη διάρ­κεια είδα­με αρκε­τές συνέ­χειες, που πάντα απευ­θύ­νο­νταν στο πολυ­πλη­θές νεα­νι­κό και φανα­τι­κό κοι­νό του είδους. Έτσι, φτά­σα­με στη δέκα­τη ται­νία που δεν ξεχνά­ει το παρελ­θόν της, τα βασι­κά της γνω­ρί­σμα­τα, καθώς κυριαρ­χεί και πάλι ο σαδισμός.

Το φιλμ του Γκρού­τερτ απο­τε­λεί συνέ­χεια της πρώ­της ται­νί­ας του 2004 και πρί­κου­ελ της επο­μέ­νης, δίνο­ντας του­λά­χι­στον μία γερή δόση περιέρ­γειας στους φαν του φραντσάιζ.

Ο Τζον Κρέι­μερ, που είναι άρρω­στος και απελ­πι­σμέ­νος, θα ταξι­δέ­ψει στο Μεξι­κό για μια παρα­κιν­δυ­νευ­μέ­νη πει­ρα­μα­τι­κή θερα­πεία, με την ελπί­δα ότι θα θερα­πευ­θεί από τον καρ­κί­νο, μόνο που θα ανα­κα­λύ­ψει ότι πρό­κει­ται για μια απά­τη, από ανθρώ­πους που εκμε­ταλ­λεύ­ο­νται τους πιο ευά­λω­τους. Εντά­ξει, η ταξι­κή ανα­φο­ρά είναι μάλ­λον μία απλώς πρό­φα­ση μέχρι να έρθει ο σαδι­στής παρα­νοϊ­κός δολο­φό­νος και όλα να μπουν σε μια σει­ρά, με τα κλι­σέ του είδους να κυριαρ­χούν. Τα ποτά­μια αίμα­τος, οι αρρω­στη­μέ­νες εικό­νες και ο σαδι­σμός του παρα­νοϊ­κού εγκλη­μα­τία θα προ­κα­λέ­σουν τον τρό­μο, αλλά και την αποστροφή.

Ο καλός καρα­τε­ρί­στας Τόνι Μπιλ είναι και πάλι εκεί και αντα­πο­κρί­νε­ται στον κεντρι­κό ρόλο, ενώ δίπλα του η Σόνι Σμιθ δεί­χνει να βρί­σκε­ται έξω από τα νερά της.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένας άρρω­στος και απελ­πι­σμέ­νος Τζον Κρέι­μερ ταξι­δεύ­ει στο Μεξι­κό για μια επι­κίν­δυ­νη και πει­ρα­μα­τι­κή ιατρι­κή δια­δι­κα­σία με την ελπί­δα μιας θαυ­μα­τουρ­γής θερα­πεί­ας για τον καρ­κί­νο του, μόνο για να ανα­κα­λύ­ψει ότι ολό­κλη­ρη η επέμ­βα­ση είναι μια απά­τη με σκο­πό την εξα­πά­τη­ση των πιο ευάλωτων.

Προ­βάλ­λο­νται ακό­μη οι ταινίες:

Άμλετ

(“Hamlet”) Η καλύ­τε­ρη μετα­φο­ρά του φημι­σμέ­νου έργου του Σαίξ­πηρ, ακό­μη και απ’ αυτή του Λόρενς Ολι­βιέ, σε σκη­νο­θε­σία του Γκρι­γκό­ρι Κόζιν­τσεφ, που επα­να­προ­βάλ­λε­ται σε ψηφια­κές κόπιες, με αφορ­μή τα 60 χρό­νια από την πρε­μιέ­ρα της, που είχε ενθου­σιά­σει την κρι­τι­κή και το κοι­νό. Ο σοβιε­τι­κός σκη­νο­θέ­της, θα μεί­νει από­λυ­τα πιστός στο θεα­τρι­κό κεί­με­νο, επι­χει­ρώ­ντας να διε­ρευ­νή­σει τις πρά­ξεις του σαιξ­πη­ρι­κού ήρωα μέσα από μία ιστο­ρι­κή και υπαρ­ξια­κή οπτι­κή. Μια σπου­δαία στιγ­μή για το σοβιε­τι­κό σινε­μά, μια υπερ­πα­ρα­γω­γή (τα γυρί­σμα­τα κρά­τη­σαν δύο χρό­νια), χάρ­μα οφθαλ­μών, στην οποία συμ­με­τεί­χαν ο Μπό­ρις Πάστερ­νακ, για τη μετά­φρα­ση του έργου και τη φρο­ντί­δα των δια­λό­γων, ο Ντμί­τρι Σοστα­κό­βιτς στη μου­σι­κή, ενώ πρω­τα­γω­νι­στεί και χτυ­πά στα ίσια ακό­μη και τον Λόρενς Ολι­βιέ, ο Ινο­κέ­ντι Σμοκτουνόφσκι.

Μία αιω­νιό­τη­τα και μία μέρα

Η τιμη­μέ­νη, με το Μέγα Βρα­βείο του Φεστι­βάλ των Καν­νών το 1998, ανθρω­πι­στι­κή αλλη­γο­ρία του Θόδω­ρου Αγγε­λό­που­λου, επα­να­προ­βάλ­λε­ται σε ψηφια­κές κόπιες. Ο Αγγε­λό­που­λος, μπο­ρεί να μην βρί­σκε­ται στην ακμή του, αλλά έχει σαφώς ωρι­μά­σει και κάνει έναν απο­λο­γι­σμό, μέσα από τον ήρωά του, έναν διά­ση­μο συγ­γρα­φέα, τον Αλέ­ξαν­δρο, που είναι βαριά άρρω­στος, αλλά η συνά­ντη­σή του με ένα μικρό αγό­ρι, μετα­νά­στη από την Αλβα­νία, θα τον ωθή­σει σε ένα ταξί­δι του μυα­λού, συν­δέ­ο­ντας το παρελ­θόν, με το παρόν και τα ξεχα­σμέ­να όνει­ρά του. Οι γνώ­ρι­μες εμμο­νές του Αγγε­λό­που­λου, με σπά­νιας ομορ­φιάς σεκάνς, πλά­να που μαγεύ­ουν, αλλά και απο­σπα­σμα­τι­κή αφή­γη­ση, πολ­λές φορές υπο­ταγ­μέ­νη στη βιρ­τουο­ζι­τέ του σκη­νο­θέ­τη. Στο σενά­ριο έχουν συνερ­γα­στεί και οι Τονί­νο Γκου­έ­ρα, Πέτρος Μάρ­κα­ρης, η φωτο­γρα­φία είναι των Γιώρ­γου Αρβα­νί­τη και Ανδρέα Σινά­νου, οι αξέ­χα­στες μελω­δί­ες της Ελέ­νης Καρα­ΐν­δρου και πρω­τα­γω­νι­στούν οι Μπρού­νο Γκανς, Ιζα­μπέλ Ρενό, Δέσποι­να Μπε­μπε­δέ­λη, Ελέ­νη Γερα­σι­μί­δου, Φαμπρί­τσιο Μπε­ντι­βό­λιο, Αχιλ­λέ­ας Σκέ­βης, ενώ τη φωνή του στον Γκανς δανεί­ζει ο Πέτρος Φυσσούν.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο