Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

22 Δεκεμβρίου 1894: Η υπόθεση Ντρέιφους συγκλονίζει τη Γαλλία

Η οξύ­τη­τα των ταξι­κών αντι­θέ­σε­ων στη Γαλ­λία εκδη­λώ­θη­κε καθα­ρά στα χρό­νια της πολι­τι­κής κρί­σης που ξέσπα­σε στα τέλη του 19ου αιώ­να με τη λεγό­με­νη υπό­θε­ση Ντρέι­φους. Στις 22 Δεκέμ­βρη του 1894 κατα­δι­κά­στη­κε σε ισό­βια εξο­ρία στη Νήσο του Δια­βό­λου (κοντά στη Νέα Καλη­δο­νία) ο αξιω­μα­τι­κός του γενι­κού επι­τε­λεί­ου, Εβραί­ος στην κατα­γω­γή, Αλφρεντ Ντρέι­φους με την κατη­γο­ρία πως έκα­νε κατα­σκο­πία για λογα­ρια­σμό της Γερ­μα­νί­ας. Αν και υπήρ­χαν πολ­λά τεκ­μή­ρια για την αθω­ό­τη­τα του Ντρέι­φους, ωστό­σο τα αντι­δρα­στι­κά στοι­χεία που ανή­καν στις ιθύ­νου­σες τάξεις — οι σοβι­νι­στές, οι μιλι­τα­ρι­στές και οι κλη­ρι­κό­φρο­νες, αντι­δρά­σα­νε στην ανα­θε­ώ­ρη­ση της κατα­δι­κα­στι­κής από­φα­σης. Η υπό­θε­ση Ντρέι­φους χώρι­σε τη χώρα σε δυο στρα­τό­πε­δα. Οπα­δοί της αθω­ό­τη­τας του Ντρέι­φους, που απο­κρού­σα­νε την καμπά­νια της αντί­δρα­σης ήταν οι προ­ο­δευ­τι­κοί άνθρω­ποι της Γαλ­λί­ας — ο Εμίλ Ζολά, ο Ανα­τόλ Φρανς και άλλοι.

Αλλά και οι αντι­δρα­στι­κοί κύκλοι της Γερ­μα­νί­ας αντι­τάσ­σο­νταν στην απο­κα­τά­στα­ση της αλή­θειας. «Το καλύ­τε­ρο από όλα θα ήταν», έγρα­φε ο υπουρ­γός Εξω­τε­ρι­κών Μπί­λοφ στα 1898, «αν η υπό­θε­ση τρα­βού­σε σε μάκρος, απο­συ­νέ­θε­τε το στρα­τό και σκαν­δά­λι­ζε την Ευρώπη».

Η κίνη­ση που άρχι­ζε ύστε­ρα από την αξί­ω­ση για την ανα­θε­ώ­ρη­ση της δίκης, κατέ­λη­ξε σιγά — σιγά σε αγώ­να ενα­ντί­ον ολό­κλη­ρου του αστι­κού καθε­στώ­τος, σε πολι­τι­κή κρί­ση… «Στην αστι­κή γαλ­λι­κή δημο­κρα­τία» έγρα­φε αργό­τε­ρα ο Λένιν, «ήταν αρκε­τή μια τέτοια “ξαφ­νι­κή” και τόσο μικρή αφορ­μή όπως αυτή, μια από τις χιλιά­δες άτι­μες μηχα­νορ­ρα­φί­ες της αντι­δρα­στι­κής στρα­το­κρα­τί­ας (η υπό­θε­ση Ντρέι­φους) για να φέρει το λαό στα πρό­θυ­ρα του εμφυ­λί­ου πολέμου!».

Μια μερί­δα των Γάλ­λων σοσια­λι­στών, οι γκε­ντι­στές, έδει­ξαν πλή­ρη αδια­φο­ρία για την υπό­θε­ση, για­τί εκτί­μη­σαν ότι ήταν άσχε­τη με την εργα­τι­κή τάξη. Μια άλλη μερί­δα σοσια­λι­στών, με επι­κε­φα­λής τον Ζαν Ζορές, πρω­το­στά­τη­σε στον αγώ­να για την αθώ­ω­ση του Ντρέι­φους. Αλλά ο Ζορές ξεχνού­σε συχνά την ανε­ξάρ­τη­τη ταξι­κή θέση του προ­λε­τα­ριά­του στον αγώ­να που είχε αρχίσει.

Οι πιο ονο­μα­στοί εκπρό­σω­ποι της αστι­κής τάξης της Γαλ­λί­ας αντε­λή­φθη­σαν ότι η εξέ­λι­ξη της πολι­τι­κής κρί­σης ήταν δυνα­τόν να κατα­λή­ξει σε πολύ δυσά­ρε­στες για τους ίδιους συνέ­πειες. Γι’ αυτό προ­χώ­ρη­σαν σε υπο­χω­ρή­σεις στο ζήτη­μα της προ­σω­πι­κής τύχης του Ντρέι­φους, για να σπά­σουν το δημο­κρα­τι­κό κίνη­μα. Σ’ αυτή την επι­χεί­ρη­ση χρη­σι­μο­ποί­η­σαν και έναν σοσια­λι­στή, το Μιλε­ράν, που μπή­κε στην κυβέρνηση.

Το 1906 ο Αλφρεντ Ντρέι­φους απο­κα­τα­στά­θη­κε πλή­ρως, ενώ η γαλ­λι­κή αστι­κή τάξη κατά­φε­ρε με τη βοή­θεια των «μιλε­ρα­νι­στών» να ξεπε­ρά­σει την κρί­ση που μάστι­ζε την Τρί­τη Δημοκρατία.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο