Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

29 καπιταλιστές συνιστούν Παύλο Τσίμα… Πρύτανης στην αλητεία

Σχο­λιά­ζει ο Ηρα­κλής Κακα­βά­νης //

Από το κλα­σι­κό για­ούρ­τω­μα μέχρι τη δολο­φο­νία (Παύ­λου Φύσ­σα, μετα­να­στών κλπ) όλα είναι βία, είπε ο Παύ­λος Τσί­μας, βάζο­ντας στην ίδια μοί­ρα το (έτσι κι αλλιώς έξω από τις πρα­κτι­κές του εργα­τι­κού — λαϊ­κού κινή­μα­τος) για­ούρ­τω­μα με τη σχε­δια­σμέ­νη δολο­φο­νία του Παύ­λου Φύσσα.

Με τη «βία» της εξί­σω­σης ουσια­στι­κά ξεπλέ­νε­ται ο εγκλη­μα­τι­κός χαρα­κτή­ρας του ναζι­στι­κού μορ­φώ­μα­τος που κάθε δολο­φο­νι­κή ή δολο­φο­νι­κών προ­θέ­σε­ων επί­θε­σή του έχει συγκε­κρι­μέ­νη στό­χευ­ση και ενο­χο­ποιεί­ται κάθε μορ­φή αντί­δρα­σης στην πραγ­μα­τι­κή βία που υφί­στα­ται στη ζωή του ο λαός. Για­τί εκεί είναι η στό­χευ­ση. Το λέει το πολι­τι­κό προ­σω­πι­κό ταυ­τί­ζο­ντας τους λαϊ­κούς αγώ­νες με το χάος. Το εκλαϊ­κεύ­ουν οι «Τσί­μες» με το δικό τους τρό­πο. Άλλω­στε από και­ρό έχουν ταυ­τι­στεί με την (πολι­τι­κή) αλητεία.

Βία δέχε­ται καθη­με­ρι­νά η εργα­τι­κή λαϊ­κή οικο­γέ­νεια με τη μορ­φή της ανερ­γί­ας, της φτώ­χειας και της ανέχειας.

Βία αιμα­τη­ρή είναι τα εργα­τι­κά δυστυ­χή­μα­τα, οι εργά­τες που πλη­ρώ­νουν με τη ζωή τους τη δίψα του κεφα­λαί­ου για περισ­σό­τε­ρα κέρ­δη, άρα λιγό­τε­ρα έως ανύ­παρ­κτα μέτρα υγιει­νής και ασφάλειας

Βία δέχο­νται καθη­με­ρι­νά, και μάλι­στα σκλη­ρή, οι εργά­τες στους τόπους δου­λειάς, αυθαι­ρε­σία και εργο­δο­τι­κή τρο­μο­κρα­τία, για να σκύ­βουν το κεφά­λι και να σιω­πούν στην κατά­φω­ρη παρα­βί­α­ση των δικαιω­μά­των τους

Βία υφί­στα­νται οι συντα­ξιού­χοι που είναι κατα­δι­κα­σμέ­νοι να πεθά­νουν από τις (κυριο­λε­κτι­κά) συντά­ξεις πείνας

Βία υφί­στα­νται οι νέοι που δεν έχουν δικαιώ­μα­τα και παλεύ­ουν για μια ευκαι­ρία υπο­κα­τώ­τα­του μισθού.

Αυτή τη βία όμως, που έχει γίνει καθη­με­ρι­νό­τη­τα, την απο­σιω­πούν οι «Τσί­μες».

Ξέρουν τι θέλουν με την εξί­σω­ση. Το ξέπλυ­μα της Χρυ­σης Αυγής, από τη μια, τον εκφο­βι­σμό και την καθή­λω­ση των αγα­να­κτι­σμέ­νων στον κανα­πέ και στο πλη­κτρο­λό­γιο, από την άλλη.

Για­τί ο αγα­να­κτι­σμέ­νος μπο­ρεί να συνει­δη­το­ποι­ή­σει την αιτία και να βρει το δρό­μο, να βγει στο δρό­μο και να θελή­σει να την ξερι­ζώ­σει. Να κάνει πρά­ξει τους στί­χους του ποιητή:

Την πόρ­τα αν δεν ανοί­γει, τη σπαν, σας είπα.
Τι στέ­κε­στε, τι γέρ­νε­τε σκυφτοί;
Λαέ σκλά­βε, δει­λέ, ανα­νιώ­σου, χτύπα!
Και κέρ­δι­σε μονά­χος το ψωμί

(Κ. Χατζό­που­λου)

ΥΓ: Μετα­ξύ μας Παύ­λο Τσί­μα, όσο κι αν σε «κόβει» κρύ­ος ιδρώ­τας, υπάρ­χει και η ταξι­κή πάλη «Άκου το σκλά­βο πώς βογκά / άκου τον κόσμο πώς στε­νά­ζει / κάτι πεθαί­νει μέσα του, /κάτι γεν­νιέ­ται, κάτι αλλά­ζει» (Φώτης Αγγουλές)

_________________________________________________________________________________________________________

Ηρακλής Κακαβάνης —  Δημοσιογράφος — Συγγραφέας. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Από το 1991 έως το 2013 εργάστηκε στον Ριζοσπάστη. Από το 2013 αρθρογραφεί σε διαδικτυακά Μέσα. Από το 2010 συνεργάτης του περιοδικού «Θέματα Παιδείας».
Facebook
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο