Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΕΚΕ) — [100+1] ΚΚΕ: Η ποιοτική αλλαγή στην πορεία του εργατικού κινήματος

Το κτίριο ίδρυσης του Κόμματος στην οδό Μπουμπουλίνας στον Πειραιά
Το κτί­ριο ίδρυ­σης του Κόμ­μα­τος στην οδό Μπου­μπου­λί­νας στον Πειραιά

Η ίδρυ­ση του ΣΕΚΕ απο­τέ­λε­σε γεγο­νός μεγά­λης ιστο­ρι­κής σημα­σί­ας. Η ίδρυ­ση του ΣΕΚΕ ως «τέκνου της ανά­γκης κι ώρι­μου τέκνου της οργής» ήταν καρ­πός της μέχρι τότε πορεί­ας των πιο πρω­το­πό­ρων τμη­μά­των του εργα­τι­κού και σοσια­λι­στι­κού κινή­μα­τος στην Ελλά­δα. Την ίδρυ­σή του επι­τά­χυ­νε η Οκτω­βρια­νή Σοσια­λι­στι­κή Επα­νά­στα­ση, που εγκαι­νί­α­σε έμπρα­κτα τη νέα επο­χή της ανθρω­πό­τη­τας, την επο­χή περά­σμα­τος από τον καπι­τα­λι­σμό στον σοσια­λι­σμό. Σημα­το­δό­τη­σε τη συγκρό­τη­ση της ιδε­ο­λο­γι­κής, πολι­τι­κής και οργα­νω­τι­κής πρω­το­πο­ρί­ας της εργα­τι­κής τάξης, τον φορέα ρήξης του εργα­τι­κού κινή­μα­τος με τη ρεφορ­μι­στι­κή παρά­δο­ση της ευρω­παϊ­κής σοσιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας, του­λά­χι­στον για μια περί­ο­δο. Απο­τέ­λε­σε καθο­ρι­στι­κό παρά­γο­ντα για την παρα­πέ­ρα πορεία του εργα­τι­κού και γενι­κό­τε­ρα του λαϊ­κού κινήματος.

💯 Ο «Ριζοσπάστης» 17–18 Νοε 2018 με την ευκαιρία των 100χρονων του Κόμματος παρουσίασε το χρονικό του Α’ Συνεδρίου, όπως καταγράφεται στα υλικά τού υπό έκδοση Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ περιόδου 1918–1949.

Επει­τα από τις πρω­το­βου­λί­ες της Φεντε­ρα­σιόν, αλλά και ριζο­σπα­στι­κο­ποι­η­μέ­νων νέων σοσια­λι­στών, συνήλ­θε στον Πει­ραιά, στις 4–10 Νοέμ­βρη του 1918 (17–23 με το και­νούρ­γιο ημε­ρο­λό­γιο), το Α’ Πανελ­λα­δι­κό Σοσια­λι­στι­κό Συνέ­δριο που ίδρυ­σε το Σοσια­λι­στι­κό Εργα­τι­κό Κόμ­μα της Ελλά­δος (ΣΕΚΕ).

Το ιδρυ­τι­κό Συνέ­δριο του ΣΕΚΕ πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε στα γρα­φεία του Συν­δέ­σμου Μηχα­νι­κών Εμπο­ρι­κών Ατμο­πλοί­ων, που στε­γα­ζό­ταν στο ξενο­δο­χείο «Πει­ραιεύς». Πήραν μέρος 31 αντι­πρό­σω­ποι με θετι­κή ψήφο, 4 με συμ­βου­λευ­τι­κή και 2 ως παρα­τη­ρη­τές. Ως αντι­πρό­σω­ποι στο Συνέ­δριο συμ­με­τεί­χαν τα μέλη της Οργα­νω­τι­κής Επι­τρο­πής που είχαν εκλε­γεί από τη Β’ Σοσια­λι­στι­κή Συν­διά­σκε­ψη (Ιού­λης 1918), δηλα­δή οι Αρί­στος Αρβα­νί­της, Δημο­σθέ­νης Λιγδό­που­λος (παράλ­λη­λα διευ­θυ­ντής της εφη­με­ρί­δας «Εργα­τι­κός Αγών»), Νικό­λα­ος Δημη­τρά­τος, Αβρα­άμ Μπε­να­ρό­για και Στα­μά­της Κόκκινος.

17 - 23 Νοέμβρη 1918, συνήλθε το 1ο Πανελλαδικό Σοσιαλιστικό Συνέδριο στον Πειραιά, που αποφάσισε την ίδρυση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΕΚΕ)
17 — 23 Νοέμ­βρη 1918, συνήλ­θε το 1ο Πανελ­λα­δι­κό Σοσια­λι­στι­κό Συνέ­δριο στον Πει­ραιά, που απο­φά­σι­σε την ίδρυ­ση του Σοσια­λι­στι­κού Εργα­τι­κού Κόμ­μα­τος Ελλά­δας (ΣΕΚΕ)

Ως αντι­πρό­σω­ποι των Σοσια­λι­στι­κών Οργα­νώ­σε­ων της Αθή­νας συμ­με­τεί­χαν οι Σπύ­ρος Κομιώ­της, Φρανς Πετρού­σκα και Νικό­λα­ος Δαμί­γος, του Πει­ραιά οι Μιχά­λης Σιδέ­ρης και Γιώρ­γης Πισπί­νης ή Πισπι­νής και του Βόλου οι Πανα­γιώ­της Μπα­λα­μπα­νί­δης και Λεω­νί­δας Χατζής (ή Χατζη­σταύ­ρου). Από τη Φεντε­ρα­σιόν της Θεσ­σα­λο­νί­κης πήραν μέρος οι Κ. Αντω­νί­ου, Αλμπέρτ Αρδίτ­τι (διευ­θυ­ντής του «Αβά­ντι»), Χ. Μπεν­ρου­μπή και Π. Πέτρου.Ως αντι­πρό­σω­ποι των Σοσια­λι­στι­κών Ομί­λων της Καβά­λας και της Κέρ­κυ­ρας συμ­με­τεί­χαν οι Αντζελ Πεχνά και Φρα­γκί­σκος Τζου­λά­της αντί­στοι­χα. Τον Σοσια­λι­στι­κό Ομι­λο της Χαλ­κί­δας από την 3η μέρα του Συνε­δρί­ου και έπει­τα αντι­προ­σώ­πευ­σε ο Κόσονας.

Τη Σοσια­λι­στι­κή Νεο­λαία της Αθή­νας αντι­προ­σώ­πευ­σαν οι Μιχα­ήλ Οικο­νό­μου και Π. Χλω­μός, της Θεσ­σα­λο­νί­κης οι Ιωσήφ Καράσ­σο και Α. Λεβή, του Πει­ραιά ο Δ. Χαρα­λα­μπί­δης και του Βόλου ο Κ. Ανα­γνω­στό­που­λος. Αντι­πρό­σω­πος από τον Μορ­φω­τι­κό Ομι­λο Βόλου εκλέ­χτη­κε ο Ν. Ιωάννου.

Ως αντι­πρό­σω­πος του Σοσια­λι­στι­κού Κέντρου της Αθή­νας συμ­με­τεί­χε ο Α. Χατζη­μι­χά­λης, της Λάρι­σας ο Ι. Στυ­λια­νού και ο Α. Κου­ρου­κλής και του Βόλου ο Κ. Γκρέσ­σος. Επί­σης, ως αντι­πρό­σω­πος της εφη­με­ρί­δας «Σοσια­λι­σμός» συμ­με­τεί­χε ο Ηλί­ας Δελα­ζά­νος. Ο Νίκος Γιαν­νιός συμ­με­τεί­χε στο Συνέ­δριο εκ μέρους του Σοσια­λι­στι­κού Κέντρου της Αθή­νας, αλλά με συμ­βου­λευ­τι­κή ψήφο, μετά από την καταγ­γε­λία των σοσια­λι­στών του Βόλου για αντι­σο­σια­λι­στι­κή αρθρο­γρα­φία. Το ίδιο συνέ­βη και με τους βου­λευ­τές Αλμπερτ Κου­ριέλ και Αρι­στο­τέ­λη Σίδε­ρι, όπως και με τον Πανα­γή Δημη­τρά­το, αφού, παρά την αντί­θε­ση των σοσια­λι­στών, είχαν πάρει μέρος στη Σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κή Συν­διά­σκε­ψη του Λον­δί­νου (Φλε­βά­ρης 1918). Ακό­μα, στο Συνέ­δριο παρα­βρέ­θη­καν ως παρα­τη­ρη­τές οι Εμμα­νου­ήλ Μαχαί­ρας (βενι­ζε­λι­κός βου­λευ­τής Πει­ραιά) και Ευάγ­γε­λος Ευαγ­γέ­λου εκ μέρους της Εκτε­λε­στι­κής Επι­τρο­πής της ΓΣΕΕ.

«Η Κοινωνία των Εθνών», σοβιετική αφίσα του Βίκτορ Ντένι, 1920. Στο σύνθημα: «Καπιταλιστές όλων των χωρών, ενωθείτε!»
«Η Κοι­νω­νία των Εθνών», σοβιε­τι­κή αφί­σα του Βίκτορ Ντέ­νι, 1920. Στο σύν­θη­μα: «Καπι­τα­λι­στές όλων των χωρών, ενωθείτε!»

Για το Συνέ­δριο είχαν εκλε­γεί και αντι­πρό­σω­ποι από τους Σοσια­λι­στι­κούς Ομί­λους της Μυτι­λή­νης, της Πάτρας και του Καζα­κλάρ (Αμπε­λώ­νας Λάρι­σας), οι οποί­οι, για άγνω­στους λόγους, δεν κατόρ­θω­σαν να παρα­στούν στο Συνέ­δριο. Μέχρι την εκλο­γή του προ­ε­δρεί­ου, στο Συνέ­δριο προ­έ­δρευ­σε ο Στα­μά­της Κόκ­κι­νος, ενώ τους αντι­προ­σώ­πους προ­σφώ­νη­σε ο Αρί­στος Αρβα­νί­της, γραμ­μα­τέ­ας της Οργα­νω­τι­κής Επιτροπής.

Ώριμος καρπός

Η ίδρυ­ση του ΣΕΚΕ ήρθε ως «ώρι­μος καρ­πός της ανά­πτυ­ξης του εργα­τι­κού κινή­μα­τος στη χώρα μας, κάτω και από την επί­δρα­ση της Μεγά­λης Οκτω­βρια­νής Σοσια­λι­στι­κής Επα­νά­στα­σης του 1917 στη Ρωσία».

Η επα­να­στα­τι­κή θύελ­λα που ξεσή­κω­σε η Μεγά­λη Οκτω­βρια­νή Σοσια­λι­στι­κή Επα­νά­στα­ση επέ­σπευ­σε την ίδρυ­ση του ΣΕΚΕ. Με την ίδρυ­σή του δια­κη­ρυσ­σό­ταν (για πρώ­τη φορά στην ελλη­νι­κή κοι­νω­νία) ότι σκο­πός του Κόμ­μα­τος είναι η:

«1) Πολι­τι­κή και οικο­νο­μι­κή οργά­νω­σις του προ­λε­τα­ριά­του σε ξεχω­ρι­στό κόμ­μα τάξε­ως διά την κατά­κτη­σιν της πολι­τι­κής εξου­σί­ας και την δημο­σιο­ποί­η­σιν των μέσων της παρα­γω­γής και της ανταλ­λα­γής δηλ. τη μετα­βο­λήν της κεφα­λαιο­κρα­τι­κής κοι­νω­νί­ας εις κοι­νω­νί­αν κολ­λε­χτι­βί­στι­κην ή κομ­μου­νι­στι­κήν και
2) 
Διε­θνής συνεν­νό­η­σις και δρά­σις των εργα­τών».

 Ακό­μα, υπο­γραμ­μι­ζό­ταν η παρα­κά­τω θεμε­λιώ­δης θέση:

«Το Σ.Ε. Κόμ­μα δεν δύνα­ται ποτέ να συμ­με­τά­σχει ή και να ενι­σχύ­σει οποια­δή­πο­τε κυβέρ­νη­σιν της αστι­κής τάξε­ως και απο­κρού­ει κάθε από­πει­ραν απο­μα­κρύν­σε­ώς του από την πάλιν των τάξε­ων, με σκο­πόν να διευ­κο­λυν­θή η προ­σέγ­γι­σις των εργα­τών με τα αστι­κά κόμ­μα­τα».

ΣΕΚΕ Εργατικός Αγών

Ο «Εργα­τι­κός Αγών» στις 18 Νοέμ­βρη 1918 ανα­κοι­νώ­νει στο πρω­το­σέ­λι­δό του την ίδρυ­ση του Κόμ­μα­τος. Λίγο αργό­τε­ρα έγι­νε επί­ση­μο όργα­νο του Σοσια­λι­στι­κού Εργα­τι­κού Κόμ­μα­τος Ελλά­δας (ΣΕΚΕ)


Αυτή η τοπο­θέ­τη­ση είχε ξεχω­ρι­στή σημα­σία, όχι μόνο επει­δή το ΣΕΚΕ δια­χω­ρι­ζό­ταν κατη­γο­ρη­μα­τι­κά από την αστι­κή τάξη, αλλά και επει­δή η τέτοια δια­κή­ρυ­ξη περι­λαμ­βα­νό­ταν στο ιδρυ­τι­κό του Ψήφισμα.

✔️    Η ίδρυ­ση του ΣΕΚΕ απο­τέ­λε­σε τομή στην ελλη­νι­κή κοι­νω­νία.Σημα­το­δό­τη­σε την εμφά­νι­ση της ιδε­ο­λο­γι­κής, πολι­τι­κής και οργα­νω­τι­κής πρω­το­πο­ρί­ας της εργα­τι­κής τάξης.

Εξέ­φρα­ζε αντι­κει­με­νι­κά τη δια­δι­κα­σία συνέ­νω­σης του μαρ­ξι­σμού — λενι­νι­σμού με το εργα­τι­κό κίνη­μα. Με τις βασι­κές αρχές του προ­σέ­δω­σε επα­να­στα­τι­κή θεω­ρη­τι­κή βάση και πολι­τι­κή γραμ­μή στα πιο δυνα­μι­κά τμή­μα­τα του εργα­τι­κού κινή­μα­τος, παρά τις αδυ­να­μί­ες ή και τις θεω­ρη­τι­κές ανε­πάρ­κειες στις προ­γραμ­μα­τι­κές του προσεγγίσεις.

Οι στόχοι πάλης

Το Α’ Συνέ­δριο ψήφι­σε μια σει­ρά από στό­χους πάλης, όπως: Το δικαί­ω­μα ψήφου και εκλο­γής των γυναι­κών για κάθε είδους εκλο­γές, καθώς και την πλή­ρη πολι­τι­κή, οικο­νο­μι­κή και κοι­νω­νι­κή εξί­σω­ση της γυναί­κας με τον άντρα. Κατάρ­γη­ση όλων των νόμων που περιο­ρί­ζουν τα δικαιώ­μα­τα της γυναί­κας και του εξώ­γα­μου παι­διού. Την υπο­χρέ­ω­ση με νόμο των δήμων και κοι­νο­τή­των να συντη­ρούν μαιευ­τή­ρια για τις γυναί­κες των εργα­τών με πλή­ρεις απο­δο­χές 8 βδο­μά­δες πριν τον τοκε­τό και 8 μετά από αυτόν. Δωρε­άν παρο­χή ιατρο­φαρ­μα­κευ­τι­κής περί­θαλ­ψης. Κατάρ­γη­ση των έμμε­σων φόρων και κάθε φόρου στα είδη πρώ­της ανά­γκης. Την καθιέ­ρω­ση με νόμο του 8ώρου ως ανώ­τα­του χρό­νου εργα­σί­ας. Την καθιέ­ρω­ση της υπο­χρε­ω­τι­κής Κυρια­κής αργί­ας. Την ίδρυ­ση ταμεί­ων εργα­τι­κών συντά­ξε­ων. Τη λήψη μέτρων ασφά­λειας και υγιει­νής για τους εργά­τες κάθε επαγ­γέλ­μα­τος. Απα­γό­ρευ­ση της εργα­σί­ας ανη­λί­κων κάτω των 16 ετών. Απα­γό­ρευ­ση της νυκτε­ρι­νής εργα­σί­ας για τα παι­διά και τις γυναί­κες και διπλή πλη­ρω­μή για τα νυχτέ­ρια των εργα­τών. Την κατάρ­γη­ση κάθε νόμου που εμπο­δί­ζει την απερ­γία και την επι­στρά­τευ­ση των εργα­τών. Επρό­κει­το για στό­χους πάλης πρω­το­πο­ρια­κούς, που αντι­στοι­χού­σαν εκεί­νη την επο­χή σε βασι­κές ανά­γκες της εργα­τι­κής τάξης. Δεν πρέ­πει να δια­φεύ­γει της προ­σο­χής ότι μια σει­ρά από αυτούς δεν έχουν υλο­ποι­η­θεί ούτε στις μέρες μας, ενώ πολ­λές κατα­κτή­σεις ανα­τρά­πη­καν. Επί­σης, άλλοι υλο­ποι­ή­θη­καν από την αστι­κή τάξη πολ­λά χρό­νια μετά από το ιδρυ­τι­κό Συνέ­δριο του ΣΕΚΕ, όπως για παρά­δειγ­μα το δικαί­ω­μα των γυναι­κών να συμ­με­τέ­χουν ισό­τι­μα στις εκλο­γές. Στην υλο­ποί­η­σή τους συνέ­βα­λαν η λαϊ­κή πάλη, οι κατα­κτή­σεις στις χώρες της σοσια­λι­στι­κής οικο­δό­μη­σης, καθώς και οι ανα­γκαί­οι αστι­κοί εκσυγ­χρο­νι­σμοί λόγω της καπι­τα­λι­στι­κής εξέλιξης.

Μαζί με τους παρα­πά­νω στό­χους πάλης περι­λαμ­βά­νο­νταν και στό­χοι αστι­κού κρα­τι­κού παρεμ­βα­τι­σμού (π.χ. «χρη­σι­μο­ποί­η­σις των πόρων του κρά­τους πρω­τί­στως διά παρα­γω­γι­κούς σκο­πούς»), ενώ συνο­λι­κά οι στό­χοι πάλης εντάσ­σο­νταν σε ένα «μίνι­μουμ πρό­γραμ­μα» («πρό­γραμ­μα σημε­ρι­νών απαι­τή­σε­ων»), γεγο­νός που βάρυ­νε αρνη­τι­κά στην επε­ξερ­γα­σία του Προ­γράμ­μα­τός του, όπως θα φανεί στη συνέχεια.

Οι τάσεις

Στη διάρ­κεια των εργα­σιών του Α’ Συνε­δρί­ου, έγι­νε εμφα­νής η ύπαρ­ξη τριών ιδε­ο­λο­γι­κών — πολι­τι­κών τάσε­ων, ακό­μα και όταν οι αντι­πα­ρα­θέ­σεις των εκπρο­σώ­πων τους έπαιρ­ναν χαρα­κτή­ρα προ­σω­πι­κής πολε­μι­κής. Η πρώ­τη τάση εκφρα­ζό­ταν από την ομά­δα του Γιαν­νιού (Σοσια­λι­στι­κό Κέντρο Αθή­νας), τον Πανα­γή Δημη­τρά­το και τους βου­λευ­τές της Φεντε­ρα­σιόν και ουσια­στι­κά επι­δί­ω­κε τη δημιουρ­γία σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού κόμ­μα­τος στα δυτι­κο­ευ­ρω­παϊ­κά πρό­τυ­πα. Η δεύ­τε­ρη τάση συγκρο­τή­θη­κε γύρω από τους αντι­προ­σώ­πους της Φεντε­ρα­σιόν, οι οποί­οι αν και αντι­μά­χο­νταν τις ακραί­ες ρεφορ­μι­στι­κές εκδη­λώ­σεις της πρώ­της τάσης και υπο­στή­ρι­ζαν την Οκτω­βρια­νή Επα­νά­στα­ση, δεν υιο­θε­τού­σαν συνο­λι­κά επα­να­στα­τι­κές θέσεις. Τέλος, η τρί­τη τάση απαρ­τί­στη­κε από νέους σοσια­λι­στές, οι οποί­οι, επη­ρε­α­σμέ­νοι από τις θέσεις και τη δρά­ση των Μπολ­σε­βί­κων, εξέ­φρα­σαν ριζο­σπα­στι­κές θέσεις που, όμως, ήταν ιδε­ο­λο­γι­κά ανε­παρ­κείς και επο­μέ­νως αδυ­να­τού­σαν να δια­μορ­φώ­σουν ακό­μα μια συνε­κτι­κή επα­να­στα­τι­κή στρα­τη­γι­κή. Για το ρόλο του Δημο­σθέ­νη Λιγδό­που­λου και των άλλων ιδρυ­τών της Σοσια­λι­στι­κής Νεο­λαί­ας της Αθή­νας στο Συνέ­δριο, ο Αβρα­άμ Μπε­να­ρό­για το 1931 έγραφε:

«Ησαν επα­να­στα­τι­κό­τε­ροι, πιο αδιάλ­λα­κτοι και ασφα­λώς έπαι­ξαν τον πιο συγ­χρο­νι­σμέ­νο ρόλο».

Η διαπάλη

Οπως ήταν ανα­με­νό­με­νο, η δια­πά­λη εκφρά­στη­κε στο σύνο­λο των θεμά­των που απα­σχό­λη­σαν το Συνέ­δριο. Καταρ­χήν, ο Νίκος Γιαν­νιός (που συμ­με­τεί­χε με συμ­βου­λευ­τι­κή ψήφο) θέλη­σε να περιο­ρί­σει το κατα­στα­τι­κό του Κόμ­μα­τος στην εξαγ­γε­λία ενός μεταρ­ρυθ­μι­στι­κού προγράμματος:

«Εις την Γαλ­λί­αν, την Γερ­μα­νί­αν και αλλού ο πρό­λο­γος [σημ. Δοκι­μί­ου: Στο Κατα­στα­τι­κό] δεν ευρί­σκε­ται μπρο­στά στο μεταρ­ρυθ­μι­στι­κό, αλλά στα ιδιαί­τε­ρα βιβλια­ρά­κια. Εκεί εξη­γούν τις αρχές του κόμ­μα­τος (…). Αυτός ο πρό­λο­γος είναι κάτι βαρύ, πρωσ­σι­κού ρυθ­μού, πράγ­μα που κάνει τον εργά­τη να βαριέ­ται να δια­βά­ση παρα­κά­τω».

Η άπο­ψη του Γιαν­νιού μειο­ψή­φη­σε, αλλά επέ­στρε­ψε με δια­φο­ρε­τι­κή μορ­φή στη συζή­τη­ση για το πολι­τεια­κό. Στον λόγο του, ο βου­λευ­τής Αρι­στο­τέ­λης Σίδε­ρις θεώ­ρη­σε ορι­σμέ­νες αστι­κο­δη­μο­κρα­τι­κές μεταρ­ρυθ­μί­σεις και ελευ­θε­ρί­ες ως όρο για την επι­τυ­χή διε­ξα­γω­γή του αγώ­να του Κόμματος:

«…μας απα­σχο­λεί όλο το μεταρ­ρυθ­μι­στι­κό πρό­γραμ­μα. Εφ’ όσον πολε­μού­με μέσα στην αστι­κή κοι­νω­νί­αν πρέ­πει να θέλω­μεν να απο­κτή­σω­μεν όσο το δυνα­τόν περισ­σο­τέ­ρας ελευ­θε­ρί­ας για να διε­ξα­γά­γω­μεν καλύ­τε­ρα τον αγώ­να μας. Πιστεύ­σα­με ότι ο αγών μας είναι συγ­χρό­νως οικο­νο­μι­κός και πολι­τι­κός, επο­μέ­νως έχο­μεν ανά­γκη οικο­νο­μι­κών και πολι­τι­κών ελευ­θε­ριών. Οπως κυτ­τά­ζω­μεν διά την εργα­τι­κήν νομο­θε­σί­αν, έτσι πρέ­πει να παρα­δε­χθώ­μεν ότι μας ενδια­φέ­ρη και η μορ­φή του πολι­τεύ­μα­τος».

Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, ο Σίδε­ρις θεω­ρού­σε τον εκσυγ­χρο­νι­σμό της αστι­κής δημο­κρα­τί­ας ως ενδιά­με­ση φάση του αγώ­να για τον σοσια­λι­σμό. Στο ίδιο μήκος κύμα­τος βρι­σκό­ταν και η τοπο­θέ­τη­ση του Αρδίτ­τι, στε­λέ­χους της Φεντερασιόν:

«Λέγουν ορι­σμέ­νοι σύντρο­φοι ότι δεν υπάρ­χει δια­φο­ρά μετα­ξύ βασι­λεί­ας και δημο­κρα­τί­ας. Αυτό δεν είναι αλή­θεια. Στην Γαλ­λία δεν μπο­ρού­σε να επι­βλη­θεί ένας Χίν­δεν­μπουργκ. Το έργο των στρα­τιω­τι­κών είναι υπό τον έλεγ­χο της Βου­λής και είδα­με ότι πολ­λοί στρα­τη­γοί έπε­σαν διά της Βου­λής. Στην Ρωσ­σί­αν όλα τα κόμ­μα­τα ενώ­θη­καν για να πολε­μή­σουν τον τσα­ρι­σμό, για να φέρουν τον σοσια­λι­σμό μπο­ρέ­σα­νε να επι­τύ­χουν. Το κατόρ­θω­σαν δε τού­το για­τί αι δημο­κρα­τι­κές κυβερ­νή­σεις του Κερέν­σκυ και του Λβοφ ήσαν πολύ επιει­κείς. Αυτό γρά­φουν και οι Γαλ­λι­καί εφη­με­ρί­δες».

Ο Δ. Λιγδό­που­λος, αν και δια­χω­ρί­στη­κε από την άπο­ψη εκθεια­σμού της αστι­κής δημο­κρα­τί­ας, θεώ­ρη­σε ότι η επί­τευ­ξή της έπρε­πε να εντάσ­σε­ται στις στο­χεύ­σεις του Κόμματος:

«Διά τού­το πρέ­πει εξε­λι­κτι­κώς και βαθ­μη­δόν να προ­πα­ρα­σκευα­σθού­με, και για να φτά­σου­με στον τελι­κό σκο­πό πρέ­πει να περά­σω­μεν από αυτές τις μεταρ­ρυθ­μί­σεις και αν ακό­μη υπάρ­χουν αστοί για να πραγ­μα­το­ποι­ή­σουν μια αστι­κή δημο­κρα­τία πρέ­πει να τους υπο­στη­ρί­ξω­μεν. Η επι­φύ­λα­ξις ως προς την δημο­κρα­τία πρέ­πει να την κάμω­μεν διά να μη συγ­χί­ζε­ται ο λαός προς τον σκο­πόν μας».

Περί δημοκρατίας

Από την άλλη πλευ­ρά, αντι­πρό­σω­ποι των Σοσια­λι­στι­κών Νεο­λαιών, όπως οι Φρ. Τζου­λά­της, Μ. Σιδέ­ρης και Σπ. Κομιώ­της, προ­σπά­θη­σαν σωστά να απο­κα­λύ­ψουν το ταξι­κό περιε­χό­με­νο της αστι­κής δημο­κρα­τί­ας, απο­τι­μώ­ντας ως κίβδη­λο, απο­προ­σα­να­το­λι­στι­κό και εν τέλει επι­ζή­μιο για την εργα­τι­κή τάξη το δίλημ­μα «βασι­λευό­με­νη ή αστι­κή δημο­κρα­τία». Υπο­στή­ρι­ξε χαρα­κτη­ρι­στι­κά ο Τζουλάτης:

«Η δημο­κρα­τία είναι μια λέξις που παρέ­συ­ρε πολ­λούς για­τί νόμι­σαν ότι μέσα σ’ αυτήν ο λαός θα ζού­σε κάπως ελευ­θε­ρώ­τε­ρα. Ο πόλε­μος έδει­ξε ότι η πλου­το­κρα­τία υπό την οιαν­δή­πο­τε μορ­φή παρου­σιά­ζει την ίδια όψη. Σε αυτό τον πόλε­μο δεν ήταν μόνον οι βασι­λείς που κατε­πά­τη­σαν το σύνταγ­μα, αλλά και οι υπουρ­γοί. (…) όχι μόνο ο Κων­στα­ντί­νος, αλλά και ο Βενι­ζέ­λος (…). Χίλιες δημο­κρα­τί­ες και αν είχα­με, επει­δή την Αντάντ την ενδιέ­φε­ρε να μπού­με στον πόλε­μο θα επέ­βα­λε την δικτα­το­ρία. Το μεταρ­ρυθ­μι­στι­κό μπο­ρεί να το ζητού­σαν και στη Ρωσ­σία, αλλά θα ζητού­σαν περισ­σό­τε­ρα, ενώ εμείς εδώ με τις ελευ­θε­ρί­ες ζητά­με λιγό­τε­ρα! Εμάς δεν μας ενδια­φέ­ρει η μορ­φή του πολι­τεύ­μα­τος. (…) Εάν σ’ ένα κρά­τος οι εργά­τες ακούν τις λέξεις δημο­κρα­τία κλπ. παρα­πλα­νιώ­νται. Με τις λέξεις δημο­κρα­τία και ελευ­θε­ρί­ες οι πλου­το­κρά­τες εκο­ρόι­δε­ψαν πολ­λούς και στα στό­μα­τά των οι λέξεις αυτές είναι επι­κίν­δυ­νες. Η δημο­κρα­τία δεν είναι τίπο­τε άλλο από μια τέλεια έκφρα­σις της αστι­κής. Επί­σης η λέξις ελευ­θε­ρία που μας υπό­σχε­ται δεν έχει σχέ­ση με τη δικιά μας ελευ­θε­ρία, σαν τη δική μας. Είναι ψεύ­τι­κη. Εάν εμείς ζητά­με δημο­κρα­τί­ες, μεθαύ­ριον, οι εργά­τες θα μας ειπούν ότι και τα αστι­κά κόμ­μα­τα ζητού­νε τέτοια, καθώς σήμε­ρα ο “Ριζο­σπά­στης”.Δι’ αυτά η γνώ­μη μου είναι ότι δεν πρέ­πει να γρα­φή στο πρό­γραμ­μα ότι ζητά­με δημοκρατία».

Τελι­κά, στις αρχές του νεοϊ­δρυ­μέ­νου Κόμ­μα­τος τέθη­κε ο στό­χος της «λαϊ­κής δημο­κρα­τί­ας» ως ενδιά­με­σο στά­διο για την κατά­κτη­ση της εργα­τι­κής εξου­σί­ας. Στο «Πρό­γραμ­μα σημε­ρι­νών απαι­τή­σε­ων» έθε­τε ως στόχο:

«Την κατάρ­γη­σιν του βασι­λι­κού θεσμού και την εκδη­μο­κρά­τη­σιν της νομο­θε­τι­κής, εκτε­λε­στι­κής και δικα­στι­κής εξου­σί­ας, δηλα­δή την εγκα­θί­δρυ­σιν της λαϊ­κής δημο­κρα­τί­ας ως μετα­βα­τι­κής περιό­δου διά την πραγ­μα­το­ποί­η­σιν της σοσια­λι­στι­κής πολιτείας».

Η υιο­θέ­τη­ση του μετα­βα­τι­κού στό­χου εξαρ­τού­σε τις προ­ϋ­πο­θέ­σεις της εργα­τι­κής σοσια­λι­στι­κής επα­νά­στα­σης όχι από τις αντι­κει­με­νι­κές συν­θή­κες (ωρί­μαν­ση υλι­κών συν­θη­κών, επα­να­στα­τι­κή κατά­στα­ση) και τις υπο­κει­με­νι­κές συν­θή­κες (ωρι­μό­τη­τα της εργα­τι­κής τάξης), αλλά από το εύρος των αστι­κών δικαιω­μά­των, την επέ­κτα­σή τους στην εργα­τι­κή τάξη:

«Η εργα­τι­κή τάξις δεν ημπο­ρεί να διεκ­δι­κή­σει τα οικο­νο­μι­κά της συμ­φέ­ρο­ντα ούτε ν’ ανα­πτύ­ξει την οικο­νο­μι­κή της οργά­νω­ση χωρίς πολι­τι­κά δικαιώ­μα­τα· δεν δύνα­ται να πραγ­μα­το­ποι­ή­ση την ιστο­ρι­κήν της απο­στο­λήν χωρίς να γίνει κάτο­χος της πολι­τι­κής εξου­σί­ας, όπερ δύνα­ται να κατορ­θώ­ση μόνο δι’ ενιαί­ας επα­να­στα­τι­κής δρά­σε­ως της παγκο­σμί­ου εργα­τιάς ωργα­νω­μέ­νης σε ξεχω­ρι­στό εργα­τι­κό κόμ­μα. Να δια­μορ­φώ­ση τον αγώ­να της εργα­τι­κής τάξε­ως εις αγώ­να συνει­δη­τόν και ενιαί­ον και να οδη­γή­ση αυτήν εις την φυσι­κήν και ανα­γκαί­αν απο­στο­λήν της…».

Ετσι, αντι­κει­με­νι­κά περιο­ρι­ζό­ταν και η πολι­τι­κή αξία της δια­κή­ρυ­ξης της επα­να­στα­τι­κής δρά­σης για την κατά­κτη­ση της σοσια­λι­στι­κής εξουσίας.

Επι­ση­μαί­νε­ται η αδυ­να­μία του ΣΕΚΕ να δια­μορ­φώ­σει επα­να­στα­τι­κή στρα­τη­γι­κή, παρά το γεγο­νός ότι θα απο­τε­λού­σε υπερ­βο­λή η αξί­ω­ση να είχε φτά­σει το ΣΕΚΕ σε τέτοιο επί­πε­δο ωρί­μαν­σης τη στιγ­μή που πήγαι­νε να κάνει το πρώ­το βήμα του. Από τη μια, υπήρ­χαν οι αντι­κει­με­νι­κοί εσω­τε­ρι­κοί και διε­θνείς παρά­γο­ντες ωρί­μαν­σής του ως εργα­τι­κής επα­να­στα­τι­κής πρω­το­πο­ρί­ας. Από την άλλη, στο εσω­τε­ρι­κό του, μαζί με την επα­να­στα­τι­κή πτέ­ρυ­γα συνυ­πήρ­χαν πολι­τι­κά ανώ­ρι­μες και σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κές δυνά­μεις. Τις τελευ­ταί­ες επι­χει­ρού­σε να αξιο­ποιεί η αστι­κή τάξη, ειδι­κό­τε­ρα η ηγε­σία των Φιλε­λευ­θέ­ρων (Ελ. Βενι­ζέ­λος), με στό­χο να χει­ρα­γω­γή­σει το νέο κόμ­μα από τη γέν­να του και να εγκλω­βί­σει τα πρω­το­πό­ρα στοι­χεία του εργα­τι­κού κινή­μα­τος σε μια πολι­τι­κή διεκ­δί­κη­σης φιλο­λαϊ­κών μεταρ­ρυθ­μί­σε­ων στο πλαί­σιο της αστι­κής δημο­κρα­τί­ας. Ενδει­κτι­κά, την επο­μέ­νη της λήξης του Συνε­δρί­ου δημο­σιεύ­τη­κε στον «Ριζο­σπά­στη» η έκκλη­ση της νεο­συ­στα­θεί­σας «Ελλη­νι­κής Ενώ­σε­ως των Δικαιω­μά­των του Ανθρώ­που και του Πολί­του», υπο­γε­γραμ­μέ­νη από βενι­ζε­λι­κούς και σοσιαλδημοκράτες:

«Η Ελλη­νι­κή Ενω­σις προς υπε­ρά­σπι­σιν των δικαιω­μά­των του ανθρώ­που και του πολί­του εδη­μιουρ­γή­θη με την πρό­θε­σιν να δια­δώ­σει το αίσθη­μα του φανα­τι­σμού προς διεκ­δί­κη­σιν των δικαιω­μά­των του ατό­μου και του πολί­του. Διά διδα­σκα­λιών δε και δια­λέ­ξε­ων να γνω­ρί­ση την έκτα­σιν των δικαιω­μά­των του λαού προς συμ­με­το­χήν του εις τα της διοι­κή­σε­ως αλλά και τον έλεγ­χον των κυβερ­νώ­ντων, αλλά και να αγω­νι­σθή προς από­κτη­σιν του κατάλ­λη­λου πολι­τεια­κού οργα­νι­σμού εξα­σφα­λί­ζο­ντος τας ελευ­θε­ρί­ας αλλά και τον αλλη­λο­έ­λεγ­χον των εξουσιών…».

Η επιδίωξη του Βενιζέλου

Και βέβαια, δεν επρό­κει­το για ένα μεμο­νω­μέ­νο γεγο­νός. Γενι­κό­τε­ρα, ο Ελ. Βενι­ζέ­λος θεω­ρού­σε ότι ο προ­σε­ται­ρι­σμός των σοσια­λι­στών θα ήταν πιο εφι­κτός στην περί­πτω­ση συνέ­νω­σής τους σε ένα ενιαίο κόμ­μα. Εξάλ­λου, θεω­ρού­σε κρί­σι­μη την ύπαρ­ξη σοσια­λι­στι­κού κόμ­μα­τος για την ενσω­μά­τω­ση της εργα­τι­κής τάξης στις αστι­κές επι­διώ­ξεις, αλλά και για την προ­ώ­θη­ση των εγχώ­ριων αστι­κών διεκ­δι­κή­σε­ων στα διε­θνή συνέ­δρια των Ευρω­παί­ων σοσιαλ­δη­μο­κρα­τών. Ο Αβρα­άμ Μπε­να­ρό­για ανα­φέ­ρε­ται σε συνά­ντη­ση που είχε με τον Βενι­ζέ­λο αντι­προ­σω­πεία της Φεντε­ρα­σιόν πριν από την ίδρυ­ση του ΣΕΚΕ: «Η συνά­ντη­σις με τον κ. Βενι­ζέ­λο έγι­νε στο πίσω δωμά­τιο του Γρα­φεί­ου του Πρω­θυ­πουρ­γού, παρου­σία του κ. Κυρια­κί­δη (ιδιαί­τε­ρος Γραμ­μα­τεύς του Πρω­θυ­πουρ­γού) και Περι­κλή Αργυ­ρό­που­λο, Γεν. Διοι­κη­τή Θεσ/νίκης. Ηταν 1918. Ακό­μα επι­στεύ­ε­το ότι θα γίνη Παγκό­σμιο Σοσια­λι­στι­κό Συνέ­δριο. Και ο Πρω­θυ­πουρ­γός, αφού εχαι­ρέ­τη­σε όλους με χει­ρα­ψί­αν, μας είπε ότι υπάρ­χει πιθα­νό­της να συνέλ­θη αυτό το Παγκό­σμιον Συνέ­δριον, και η μεν Βουλ­γα­ρία έχει 2 κόμ­μα­τα σοσια­λι­στι­κά και θα αντι­προ­σω­πευ­θούν ασφα­λώς και τα δύο, η Ελλάς ποιος θα την αντι­προ­σω­πεύ­ση; Τότε είπα ότι ανα­λαμ­βά­νω­με να δημιουρ­γή­σω­με ένα ηνω­μέ­νο σοσια­λι­στι­κό κόμ­μα και στην Ελλά­δα (…) Τότε ο κ. Βενι­ζέ­λος μας ρώτη­σε τι θέλω­με. Και του απα­ντή­σα­με: άρσις της λογο­κρι­σί­ας και τέρ­μα στον στρα­τιω­τι­κόν νόμο. (…) Πραγ­μα­τι­κά ήρθη ο στρα­τιω­τι­κός και έπαυ­σε η λογο­κρι­σία να λει­τουρ­γή­ση (…) Ο Βενι­ζέ­λος είχε ολό­κλη­ρη παρά­τα­ξη, μεγα­λύ­τε­ρη και των σοσια­λι­στών και πάντα εφά­νη πολύ μαλα­κό­τε­ρος ένα­ντι των εργα­τι­κών ζυμώ­σε­ων». (Αβρα­άμ Μπε­να­ρό­για, «Ελπί­δες και Πλά­νες», εκδ. «Στο­χα­στής», Αθή­να, 1989, σελ. 62 — 63).

Ετσι, στο βαθ­μό που η ίδρυ­ση κόμ­μα­τος ήταν ανα­πό­τρε­πτη, ο Βενι­ζέ­λος επι­δί­ω­κε να βρί­σκε­ται αυτό υπό την επιρ­ροή του.

Το «μίνιμουμ πρόγραμμα»

Η αστι­κή τάξη έκα­νε εξαρ­χής προ­σπά­θεια να χει­ρα­γω­γή­σει το Κόμ­μα και να το ενσω­μα­τώ­σει. Η προ­σπά­θειά της απέ­τυ­χε. Ετσι, είχε πάντα το ΚΚΕ έξω από το πλαί­σιο της νομι­μό­τη­τάς της, ακό­μα και τότε που το Κόμ­μα ήταν τυπι­κά νόμι­μο, για­τί το ΚΚΕ, παρά τα προ­βλή­μα­τά του, ποτέ δεν εγκα­τέ­λει­ψε ως επι­δί­ω­ξη το στό­χο του σοσιαλισμού.

Η υιο­θέ­τη­ση από το Α’ Συνέ­δριο ενός «μετα­βα­τι­κού» προς το σοσια­λι­σμό πολι­τι­κού καθε­στώ­τος είχε ως απο­τέ­λε­σμα τη συνο­λι­κή προ­σαρ­μο­γή των στο­χεύ­σε­ων του Κόμ­μα­τος, που απο­κρυ­σταλ­λώ­θη­κε και στην υιο­θέ­τη­ση του «μίνι­μουμ προ­γράμ­μα­τος». Η υιο­θέ­τη­ση του «μίνι­μουμ προ­γράμ­μα­τος» ανα­τρο­φο­δό­τη­σε τη δια­πά­λη, με επί­κε­ντρο το αν τα αιτή­μα­τά του απο­τε­λού­σαν απα­ραί­τη­τες προ­ϋ­πο­θέ­σεις του σοσια­λι­σμού. Ως προς αυτό, είναι ενδει­κτι­κή η αντι­πα­ρά­θε­ση για τη σημα­σία της προ­τει­νό­με­νης κρα­τι­κής συμ­με­το­χής στα κέρ­δη των μεγά­λων κεφα­λαιο­κρα­τι­κών επιχειρήσεων:

«Π. Δημη­τρά­τος: “Γνω­ρί­ζου­με ότι όλοι οι θεω­ρη­τι­κοί σοσια­λι­σταί παρα­δέ­χο­νται πως από την σημε­ρι­νήν κοι­νω­νία θα μετα­βού­με στην κολ­λε­κτι­βί­στι­κη. Το άρθρο (σημ. Δοκι­μί­ου: Περί κρα­τι­κής συμ­με­το­χής στα κέρ­δη των μεγά­λων επι­χει­ρή­σε­ων) είναι η προ­λεί­αν­σις του εδάφους” (…)

Ν. Δημη­τρά­τος. “Εφι­στά την προ­σο­χήν επί του γεγο­νό­τος ότι και η κυβέρ­νη­σις από τινος, εξ ανά­γκης ήρχι­σε να κάμει πρώ­τον τινά κρα­τι­κο­ποί­η­σιν μέσων παρα­γω­γής, προ­ϊ­ό­ντων κλπ. Δι’ αυτό ζητεί μεγά­λην προ­σο­χήν επί του ζητή­μα­τος αυτού διά να μη έλθη (…) μετα­ξύ της εφαρ­μο­ζό­με­νης κρα­τι­κο­ποί­η­σης υπό του κρά­τους και των ζητού­με­νων υπό του σοσια­λι­στι­κού προγράμματος”».

Σε αυτό το θέμα είχε τοπο­θε­τη­θεί πολ­λά χρό­νια νωρί­τε­ρα ο Ενγκελς:

«Τελευ­ταία όμως, από τότε που ο Bismarck άρχι­σε τις κρα­τι­κο­ποι­ή­σεις, εμφα­νί­στη­κε ένας ψευ­το­σο­σια­λι­σμός που εδώ κι εκεί μάλι­στα εκφυ­λί­στη­κε σε θελη­μα­τι­κό λακε­δι­σμό και που ανα­κη­ρύσ­σει — ούτε λίγο, ούτε πολύ — σαν σοσια­λι­στι­κή κάθε κρα­τι­κο­ποί­η­ση, ακό­μα και την κρα­τι­κο­ποί­η­ση που κάνει ο Bismarck. Αν η κρα­τι­κο­ποί­η­ση του καπνού ήταν σοσια­λι­στι­κή, τότε και ο Ναπο­λέ­ο­ντας και ο Metternich θα κατα­λο­γί­ζο­νταν αναμ­φί­βο­λα στους ιδρυ­τές του σοσιαλισμού».

Η θέση για την «Κοινωνία των Εθνών»

Ωστό­σο, το σημα­ντι­κό­τε­ρο απο­τύ­πω­μα των ταλα­ντεύ­σε­ων και αντι­πα­ρα­θέ­σε­ων ανα­φο­ρι­κά με τη στρα­τη­γι­κή του νεοϊ­δρυ­μέ­νου Κόμ­μα­τος και τη στά­ση του απέ­να­ντι στην αστι­κή εξου­σία αφο­ρού­σε τον προ­σα­να­το­λι­σμό του στην εξω­τε­ρι­κή πολι­τι­κή και ειδι­κό­τε­ρα την αντι­με­τώ­πι­ση της νεοϊ­δρυ­θεί­σας «Κοι­νω­νί­ας των Εθνών». Πολύ σημα­ντι­κή ήταν η παρέμ­βα­ση του Δ. Λιγδό­που­λου από την επα­να­στα­τι­κή πτέ­ρυ­γα, ο οποί­ος απο­τί­μη­σε την «Κοι­νω­νία των Εθνών» ως σύγ­χρο­νη «Ιερά Συμ­μα­χία», αφού η πρώ­τη προ­σπα­θού­σε να απο­τρέ­ψει τις σοσια­λι­στι­κές επα­να­στά­σεις, όπως η τελευ­ταία τις αστικές:

«Η αστι­κή τάξη τρο­μαγ­μέ­νη από τ’ απο­τε­λέ­σμα­τα [του πολέ­μου] ζητά­ει να συγκρα­τη­θεί στην αρχή με κοι­νω­νιο­λο­γι­κά ευαγ­γέ­λια. Δεν θάχου­με πια νέους πολέ­μους, θάχου­με κοι­νω­νία των εθνών. Αυτή θα απο­φα­σί­ζει για όλες τις δια­φο­ρές. Α! Τώρα έπα­ψαν πια να μας λεν ότι οι πόλε­μοι είναι κακά ανα­γκαία, ότι πάντο­τε θα γίνο­νται πόλε­μοι, ότι είναι ένα καλό ο πόλε­μος. Μα τώρα θα τους πού­με μεις. Ναι, οι πόλε­μοι είναι ένα κακό ανα­γκαίο, ένα κακό επα­κο­λού­θη­μα της καπι­τα­λι­στι­κής μορ­φής της παρα­γω­γής. Δεν θα λεί­ψουν παρά μόνο όταν λεί­ψουν οι αιτί­ες που είναι η κατα­σκευή και ο τρό­πος παρα­γω­γής της σημε­ρι­νής κοινωνίας».

«Νομί­ζω ότι η κοι­νω­νία των εθνών που θα έχει αστούς που κήρυ­ξαν τον πόλε­μο, είναι ένας κίν­δυ­νος για την παρε­μπό­δι­ση της κοι­νω­νι­κής επα­να­στά­σε­ως. Νομί­ζω γι’ αυτό έχου­με καθή­κον να πολε­μή­σου­με την κοι­νω­νία των εθνών και να τονί­σου­με ότι μόνο η εργα­τι­κή τάξις, που είναι η μόνη που έχει τα ίδια συμ­φέ­ρο­ντα μπο­ρεί να είναι η ασφα­λής για τον κόσμο κοι­νω­νία των εθνών».

Από τη ρεφορ­μι­στι­κή πτέ­ρυ­γα, ο Αρ. Σίδε­ρις θεώ­ρη­σε την «Κοι­νω­νία των Εθνών» εγγύ­η­ση για την ειρη­νι­κή εφαρ­μο­γή του μεταρ­ρυθ­μι­στι­κού προγράμματος:

«Το μεταρ­ρυθ­μι­στι­κό πρό­γραμ­μα είναι εγγύ­η­σις για τον αγώ­να μας μέσα στην αστι­κή κοι­νω­νία για αυτό εψη­φί­σα­με την κατάρ­γη­ση της μυστι­κής διπλω­μα­τί­ας. Είναι μέσα του αγώ­νος διά να φέρω­μεν την Σοσια­λι­στι­κήν πολι­τεί­αν. Λοι­πόν αν το μεταρ­ρυθ­μι­στι­κόν πρό­γραμ­μα σημαί­νει τού­το ως εξω­τε­ρι­κή εγγύ­η­σις θα είναι η κοι­νω­νία των εθνών».24

Στην ίδια κατεύ­θυν­ση ο Γιαν­νιός υποστήριξε:

«Πρέ­πει να είμα­στε υπέρ της κοι­νω­νί­ας των εθνών αφού η σοσια­λι­στι­κή κοι­νω­νία δεν έγι­νεν ακό­μη. Η κοι­νω­νία των εθνών δεν είναι ως λέγει ο σύντρο­φος, έργον των αστών. (…) άλλω­στε την παρα­δέ­χθη­σαν οι σοσια­λι­σταί αλλού και εμπή­κε στα σοσια­λι­στι­κά προγράμματα».

Η ομά­δα του Γιαν­νιού έθε­σε ζήτη­μα απο­χώ­ρη­σης από το Συνέ­δριο αν δεν ανα­γνώ­ρι­ζε την «Κοι­νω­νία των Εθνών». Οι αντι­πρό­σω­ποι της Φεντε­ρα­σιόν απά­ντη­σαν ότι δεν δέχο­νται εκβια­σμούς σε σοσια­λι­στι­κό συνέδριο,ενώ ο Λιγδό­που­λος, περισ­σό­τε­ρο ρηξι­κέ­λευ­θος, υπο­στή­ρι­ξε πως η σύν­δε­ση των σκο­πών του Κόμ­μα­τος με την «Κοι­νω­νία των Εθνών» απο­τε­λού­σε αιτία διά­σπα­σης και υπο­στή­ρι­ξε ότι απέ­να­ντί της το Κόμ­μα όφει­λε να ακο­λου­θή­σει το παρά­δειγ­μα των Μπολ­σε­βί­κων και όχι των σοσιαλδημοκρατών:

«Νομί­ζω ότι αν θέλου­με να θεω­ρή­σω­μεν ως βάσιν του κόμ­μα­τος την κοι­νω­νία των εθνών, πρέ­πει να χωρι­στού­με. Αλλοί­μο­νον δε αν σήμε­ρα θέσου­με τέτοιες βάσεις. Εκεί­νοι δε που φοβού­νται μήπως βρί­ζο­νται άλλοι σύντρο­φοι μ’ αυτή μας την στά­ση πρέ­πει να γνω­ρί­ζουν ότι δεν είναι σωστό ούτε καλό να βρί­ζω­νται τόσοι και άλλοι σύντρο­φοι μαξι­μα­λι­σταί που αγωνίζονται».

Η πρώ­τη ψηφο­φο­ρία έλη­ξε με ισο­ψη­φία (13–13) και η «Κοι­νω­νία των Εθνών» έγι­νε δεκτή κατά πλειο­ψη­φία, μόνο στην περί­πτω­ση που στους κόλ­πους της συμπε­ρι­λάμ­βα­νε τα επα­να­στα­τη­μέ­να έθνη (Σοβιε­τι­κή Ρωσία, Γερ­μα­νία κ.λπ.).

Η θέση για τον πόλεμο

Εξί­σου σημα­ντι­κή αιτία αντι­πα­ρά­θε­σης απο­τέ­λε­σε η τοπο­θέ­τη­ση του ΣΕΚΕ ένα­ντι του στρα­τού, αλλά και ενός ενδε­χό­με­νου πολέ­μου. Οι αντι­πρό­σω­ποι της Φεντε­ρα­σιόν, προ­ε­ξάρ­χο­ντος του Μπε­να­ρό­για και του βου­λευ­τή Κου­ριέλ, τάχθη­καν υπέρ του αφο­πλι­σμού. Αντί­θε­τα, η ομά­δα του Γιαν­νιού υπο­στή­ρι­ξε τους αμυ­ντι­κούς πολέ­μους, ανα­νε­ώ­νο­ντας ουσια­στι­κά τη συν­θη­μα­το­λο­γία της ευρω­παϊ­κής σοσιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας, που συνέ­βα­λε στην αλλη­λο­σφα­γή της εργα­τι­κής τάξης και στην από­κρου­ση των σοσια­λι­στι­κών επαναστάσεων:

«Και με αφο­πλι­σμό δεν λύε­ται το ζήτη­μα της αμύ­νης. Πάντο­τε θα υπάρ­χει η ιδέα της αμύ­νης, εφό­σον υπάρ­χουν άγρια κράτη».

Οι εκπρό­σω­ποι των Σοσια­λι­στι­κών Νεο­λαιών απά­ντη­σαν από τη σκο­πιά του προ­λε­τα­ρια­κού διε­θνι­σμού. Ο Σπ. Κομιώ­της τάχθη­κε υπέρ της μετα­τρο­πής του ιμπε­ρια­λι­στι­κού πολέ­μου σε κοι­νω­νι­κή επα­νά­στα­ση, ενώ ο Ν. Δημη­τρά­τος απέρ­ρι­ψε τον αμυ­ντι­κό αγώ­να λέγοντας:

«Η εργα­τι­κή τάξις ευρί­σκε­ται νυχθη­με­ρόν εις την ιδι­κήν της άμυ­ναν πολε­μώ­ντας το κεφά­λαιον και δεν ευκαι­ρεί να πολε­μά, δεν είναι δυνα­τόν ν’ αφή­ση την άμυ­νάν της για να υπε­ρα­σπι­σθεί την άμυ­ναν των αστών. Οταν η εργα­τι­κή τάξις κατα­στεί κυρί­αρ­χος τότε μόνον είναι δυνα­τόν να κοι­τά­ξη τον αγώ­να της εθνι­κής αμύ­νης, διό­τι τότε δι’ αυτήν θα υπάρ­χει πράγ­μα­τι πόλε­μος αμύνης».

Στην ίδια κατεύ­θυν­ση, ο Τζου­λά­της υπο­στή­ρι­ξε τη λενι­νι­στι­κή διά­κρι­ση των πολέ­μων σε δίκαιους επα­να­στα­τι­κούς και άδι­κους ιμπεριαλιστικούς:

«Ημείς οι σοσια­λι­σταί δεν είμα­στε φιλει­ρη­νι­κοί καθώς κοι­νώς πιστεύ­ε­ται. Οι πόλε­μοι κατά του φεου­δα­λι­κού συστή­μα­τος ήσαν προ­ο­δευ­τι­κοί. Προ 30 και δεν ξέρω­μεν πόσων ετών, που οι πόλε­μοι γίνο­νται για τη μοι­ρα­σιά, την αρπα­γή αποι­κιών είναι πόλε­μοι ιμπε­ρια­λι­στι­κοί. Και ο πόλε­μος κατά του αστι­κού καθε­στώ­τος είναι πόλε­μος προ­ο­δευ­τι­κός. Μόνο για έναν τέτοιον αγώ­να είμα­στε υπέρ. Για κάθε άλλο, ό,τι όνο­μα και αν φέρει, αλλά απο­βλέ­πει στην εξυ­πη­ρέ­τη­ση αστι­κών συμ­φε­ρό­ντων, πρέ­πει να είμε­θα κατά».

Ωστό­σο, οι παρα­πά­νω τοπο­θε­τή­σεις δεν βρή­καν απή­χη­ση στην πλειο­ψη­φία των συνέ­δρων και υπε­ρί­σχυ­σαν οι θέσεις της Φεντε­ρα­σιόν. Ως απο­τέ­λε­σμα, παρά την απο­χώ­ρη­ση της ομά­δας Γιαν­νιού, που κατη­γό­ρη­σε το ΣΕΚΕ ως όργα­νο αντε­θνι­κών στοι­χεί­ων, ως θέσεις του Κόμ­μα­τος προ­κρί­θη­καν η μετα­τρο­πή του στρα­τού σε εθνο­φρου­ρά, ο αφο­πλι­σμός, η απο­χώ­ρη­ση από κάθε πολε­μι­κή συμ­μα­χία και η συμ­με­το­χή σε αμυ­ντι­κούς πολέ­μους μετά από από­φα­ση της «Κοι­νω­νί­ας των Εθνών». Επρό­κει­το για μια αντι­γρα­φή σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κών επε­ξερ­γα­σιών. Οπως τόνι­σε ο Μπε­να­ρό­για, το Πρό­γραμ­μα που υιο­θε­τή­θη­κε στο ιδρυ­τι­κό Συνέ­δριο του ΣΕΚΕ ήταν: «…σχε­δόν αντί­γρα­φον του προ­γράμ­μα­τος της Γερ­μα­νι­κής Σοσιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας, του ψηφι­σθέ­ντος εις Ερφούρτην».

Ιδεολογική — πολιτική ανομοιογένεια

Ολα τα παρα­πά­νω φανε­ρώ­νουν πως η υπο­στή­ρι­ξη της Οκτω­βρια­νής Επα­νά­στα­σης, υπό την επί­δρα­ση και της επα­να­στα­τι­κής πτέ­ρυ­γας του ΣΕΚΕ, δεν συνο­δεύ­τη­κε ούτε ήταν αντι­κει­με­νι­κά δυνα­τό να συνο­δευ­τεί από ιδε­ο­λο­γι­κή — πολι­τι­κή ωρί­μαν­ση σε βάθος, δηλα­δή με τον πλή­ρη δια­χω­ρι­σμό από τη σοσιαλ­δη­μο­κρα­τία. Αυτό εξάλ­λου δεν έγι­νε κατορ­θω­τό και σε πολ­λά Κομ­μου­νι­στι­κά Κόμ­μα­τα, την ίδια περί­ο­δο, που μάλι­στα διέ­θε­ταν πολύ μεγα­λύ­τε­ρη εμπει­ρία από τις οργα­νώ­σεις που ίδρυ­σαν το ΣΕΚΕ:

«…ο Γραμ­μα­τέ­ας του ΚΚ Γαλ­λί­ας, ενός εκ των μεγα­λύ­τε­ρων και πλέ­ον “έμπει­ρων” Κομ­μου­νι­στι­κών Κομ­μά­των της Ευρώ­πης, “γρά­φο­ντας” στα 40χρονα της Οκτω­βρια­νής Επα­νά­στα­σης, σημεί­ω­νε πως η από­φα­ση της πλειο­ψη­φί­ας του Σοσια­λι­στι­κού Κόμ­μα­τος, στο Συνέ­δριο της Τουρ το 1920, να ταχθεί με τις αρχές της Επα­νά­στα­σης του Οκτώ­βρη και της νεοϊ­δρυ­μέ­νης Κομ­μου­νι­στι­κής Διε­θνούς ήταν κυρί­ως απο­τέ­λε­σμα συναι­σθη­μα­τι­σμού, του ενθου­σια­σμού της μεγά­λης μάζας του Κόμ­μα­τος και πως τα επό­με­να χρό­νια μετά από το Συνέ­δριο της Τουρ ήταν για το Γαλ­λι­κό ΚΚ χρό­νια μαθητείας».

Πόσο μάλ­λον αφού στην Ελλά­δα, σε αντί­θε­ση με άλλες ευρω­παϊ­κές και βαλ­κα­νι­κές χώρες, είχαν καθυ­στε­ρή­σει η διά­δο­ση της κομ­μου­νι­στι­κής ιδε­ο­λο­γί­ας και η δια­μόρ­φω­ση σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κού κόμ­μα­τος. Ως συνέ­πεια, ενώ το 60% των αντι­προ­σώ­πων ανή­κε στο «κέντρο» ή τη «δεξιά» των Σοσιαλ­δη­μο­κρα­τών, το σύνο­λο των αντι­προ­σώ­πων ενέ­κρι­νε το Ψήφι­σμα υπέρ της Οκτω­βρια­νής Επανάστασης.Με αυτήν την έννοια, σωστά σημεί­ω­νε αργό­τε­ρα (1927) ο μετέ­πει­τα Γραμ­μα­τέ­ας του ΣΕΚΕ (1923–1924) Θωμάς Απο­στο­λί­δης για τη δρα­στη­ριό­τη­τα του ΣΕΚΕ τα πρώ­τα χρό­νια μετά την ίδρυ­σή του:

«Ο τύπος των οργα­νώ­σε­ων γενι­κά και η δρά­ση ήταν όμοια μ’ εκεί­να των σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κών κομμάτων…».

Η ιδε­ο­λο­γι­κή — πολι­τι­κή ανο­μοιο­γέ­νεια του Κόμ­μα­τος εκφρά­στη­κε και στη σύν­θε­ση των καθο­δη­γη­τι­κών του οργά­νων. Στην 5μελή Κεντρι­κή Επι­τρο­πή εκλέ­χτη­καν οι Αρί­στος Αρβα­νί­της, Δημο­σθέ­νης Λιγδό­που­λος, Στα­μά­της Κόκ­κι­νος, Μιχα­ήλ Σιδέ­ρης και Νίκος Δημη­τρά­τος, ενώ η Κεντρι­κή Εξε­λεγ­κτι­κή Επι­τρο­πή απαρ­τί­στη­κε από τους Γ. Πισπί­νη, Αβρα­άμ Μπε­να­ρό­για και Σπύ­ρο Κομιώ­τη. Γραμ­μα­τέ­ας εκλέ­χτη­κε ο Νίκος Δημη­τρά­τος, ενώ διευ­θυ­ντής της εφη­με­ρί­δας «Εργα­τι­κός Αγών» ορί­στη­κε ο Δημο­σθέ­νης Λιγδόπουλος.

Εκτός από την Κεντρι­κή Επι­τρο­πή, ο Οργα­νι­σμός του ΣΕΚΕ (Κατα­στα­τι­κό) προ­έ­βλε­πε και τη συγκρό­τη­ση του Εθνι­κού Συμ­βου­λί­ου, που ήταν «το αμέ­σως μετά το συνέ­δριο κυρί­αρ­χον σώμα» του Κόμματος.

Στις 14 Νοέμ­βρη 1918 (με το παλιό ημε­ρο­λό­γιο) πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε η πρώ­τη συνε­δρί­α­ση της ΚΕ του ΣΕΚΕ και της Κεντρι­κής Εξε­λεγ­κτι­κής Επι­τρο­πής του. Η ΚΕ απο­φά­σι­σε να δεχτεί την εγγρα­φή στο Κόμ­μα ως μελών «των συντρό­φων οι οποί­οι δια­μέ­νουν εις μέρη που δεν υπάρ­χουν οργα­νώ­σεις και όμι­λοι».Προ­σω­ρι­νά η ΚΕ στε­γα­ζό­ταν στο κτί­ριο της οδού Ευρι­πί­δου 14, στην Αθήνα.

Η ολο­κλη­ρω­μέ­νη κατά­κτη­ση των επα­να­στα­τι­κών χαρα­κτη­ρι­στι­κών του ΚΚΕ, ως Κόμ­μα­τος Νέου Τύπου, δεν ήταν ούτε εξ ορι­σμού δεδο­μέ­νη, ούτε και εύκο­λη υπό­θε­ση. Οι δυσκο­λί­ες για την από­κτη­ση αυτών των χαρα­κτη­ρι­στι­κών είχαν ως αφε­τη­ρία τη σύν­θε­ση των ομά­δων και οργα­νώ­σε­ων που πήραν μέρος στην ίδρυ­σή του. Από το ξεκί­νη­μα ήταν αισθη­τές οι δια­φο­ρές τους, στο βαθ­μό που συμ­με­τεί­χαν σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κές δυνά­μεις δια­φό­ρων τάσε­ων. Ετσι, η δια­πά­λη στις γραμ­μές του για τον χαρα­κτή­ρα του Κόμ­μα­τος και τις αρχές του, για τη στρα­τη­γι­κή του, συνε­χί­στη­κε για αρκε­τά χρό­νια. Βάρυ­νε σε αυτήν και η υπο­χώ­ρη­ση της επα­να­στα­τι­κής ανό­δου στην Ευρώ­πη στις αρχές της δεκα­ε­τί­ας του 1920, παρά­γο­ντας που επέ­δρα­σε και στην ιδε­ο­λο­γι­κή και στρα­τη­γι­κή πορεία της Κομ­μου­νι­στι­κής Διεθνούς.


ΣΣ |>
Το 1ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΣΕΚΕ — ΠΡΑΚΤΙΚΑ 
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΑ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΚΕ

Προς τιμήν των 100 χρό­νων του ΚΚΕ ο “Ριζο­σπά­στης” και η “Σύγ­χρο­νη Επο­χή” επα­νέκ­δω­σαν τα Πρα­κτι­κά του Α’ Πανελ­λα­δι­κού Σοσια­λι­στι­κού Συνεδρίου.
▪️ Με βάση την έκδο­ση της Κεντρι­κής Επι­τρο­πής του ΚΚΕ του 1982, που ήταν αφιε­ρω­μέ­νη στο 11ο Συνέ­δριο του Κόμ­μα­τος (στη νέα έκδο­ση τηρή­θη­κε το μονο­το­νι­κό σύστημα).
▪️ Όπως ανα­φέ­ρε­ται και στο σημεί­ω­μα της έκδο­σης του 1982, το κεί­με­νο των Πρα­κτι­κών που δημο­σιεύ­ε­ται αφο­ρά τις πέντε από τις εφτά συνο­λι­κά μέρες που διήρ­κε­σε το Πρώ­το (Ιδρυ­τι­κό) Συνέ­δριο του Σοσια­λι­στι­κού Εργα­τι­κού Κόμ­μα­τος Ελλάδας.
▪️ Τηρή­θη­καν η επι­μέ­λεια και οι συντα­κτι­κές και γραμ­μα­τι­κές διορ­θώ­σεις που έγι­ναν στην έκδο­ση του 1982 και επεμ­βά­σεις που έγι­ναν τότε, με δεδο­μέ­νο ότι το δακτυ­λο­γρα­φη­μέ­νο αρχεια­κό κεί­με­νο ήταν σε ορι­σμέ­να σημεία κατε­στραμ­μέ­νο, χωρίς βεβαί­ως να αλλοιώ­νε­ται το περιε­χό­με­νο του κειμένου.
▪️ Αυτά που δεν διορ­θώ­θη­καν είναι τα εξής:
1) το γεγο­νός ότι ο πρα­κτι­κο­γρά­φος άλλο­τε δίνει τις ομι­λί­ες των συνέ­δρων σε πρώ­το και άλλο­τε σε τρί­το πρόσωπο.
2) μπή­καν σε αγκύ­λες λέξεις ή φρά­σεις από τις οποί­ες δεν έβγαι­νε νόημα.
3) συχνά στο κεί­με­νο λεί­πουν λέξεις ή φρά­σεις από παρά­λει­ψη του πρα­κτι­κο­γρά­φου. Εκεί έχουν μπει απο­σιω­πη­τι­κά μέσα σε παρενθέσεις.
▪️Συμπε­ρι­λαμ­βά­νο­νται ορι­σμέ­νες υπο­ση­μειώ­σεις που αφο­ρούν πρό­σω­πα και γεγο­νό­τα που μπο­ρεί να μην είναι γνω­στά σε όλους τους αναγνώστες

ISBN13 9789604512997
Εκδό­της ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ
Χρο­νο­λο­γία Έκδο­σης Νοε- 2018
Αριθ­μός σελί­δων 96
Δια­στά­σεις 20x14

 

Επι­μέ­λεια  Ομά­δα ¡H.lV.S!

Επι­κοι­νω­νία — [ FaceBook |>1<|-|>2<| ] — Blog

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο