Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΕΜΠΝΕΥΣΗ ΣΤΟ ΦΑΣΜΑ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΒΥΡΩΝΙΣΜΟΥ 

Γρά­φει ο Κώστας Ευαγγελάτος //
Ζωγρά­φος, Λογο­τέ­χνης, Θεω­ρη­τι­κός της Τέχνης

Σημα­ντι­κή συμπα­ρά­στα­ση στην κοσμοι­στο­ρι­κή συγκυ­ρία της εξε­γερ­μέ­νης Ελλά­δας υπήρ­ξε από μια σεβα­στή μερί­δα του Ευρω­παι­κού τύπου, τις καλ­λι­τε­χνι­κές και λογο­τε­χνι­κές δημιουρ­γί­ες κορυ­φαί­ων καλ­λι­τε­χνών, αλλά και πολ­λών άλλων πνευ­μα­τι­κών ανθρώ­πων της επο­χής καθώς και από την προ­σω­πι­κή εθε­λο­ντι­κή σύμπρα­ξη αρκε­τών που πρό­σφε­ραν σημα­ντι­κές έμπρα­κτες υπη­ρε­σί­ες και ενι­σχύ­σεις στα χρό­νια της Ελλη­νι­κής εθνε­γερ­σί­ας. Η υλι­κή, προ­σω­πι­κή ή συναι­σθη­μα­τι­κή συμπα­ρά­στα­ση προς τους αγω­νι­ζό­με­νους Έλλη­νες, εκδη­λώ­θη­κε με διά­φο­ρες μορ­φές όπως με οικο­νο­μι­κές προ­σφο­ρές, με την απο­στο­λή στρα­τιω­τι­κής βοή­θειας, με την κάθο­δο εθε­λο­ντών, με τη συνει­σφο­ρά θρη­σκευ­τι­κών ή φιλαν­θρω­πι­κών οργα­νώ­σε­ων, με προ­πα­γαν­δι­στι­κά άρθρα, καθώς και με μια πλη­θώ­ρα έργων τέχνης και κάθε είδους ενδει­κτι­κών καλ­λι­τε­χνη­μά­των τόσο λόγιας όσο και λαϊ­κής έκφρα­σης. Καθο­ρι­στι­κά πολύ­τι­μη ήταν η συμ­βο­λή σημα­ντι­κών προ­σω­πι­κο­τή­των του πνευ­μα­τι­κού κόσμου, όπως οι Goethe, Holderlin, Chateaubriand, Hugo, Shelley και κύρια ο Byron. Δια­βό­η­τος στην Ευρώ­πη και την Αμε­ρι­κή ο νεα­ρός αντι­συμ­βα­τι­κός ποι­η­τής Λόρ­δος Μπάι­ρον (1788–1824), με τα μακρο­σκε­λή ποι­ή­μα­τα του Don Juan («Δον Ζουάν») και Childe Harold’s Pilgrimage («Το προ­σκύ­νη­μα του Τσάιλντ Χάρολντ») και πολ­λά άλλα φιλελ­λη­νι­κού θέμα­τος, όπως ο «Γκια­ούρ» και «Η κατά­ρα της Αθη­νάς», στην οποία κατα­κρί­νει τον συμπα­τριώ­τη του Λόρ­δο Έλγιν για την αρπα­γή των γλυ­πτών του Παρ­θε­νώ­να, δια­μόρ­φω­σε συνει­δή­σεις προ­σα­να­το­λι­σμέ­νες ιδε­ο­λο­γι­κά στο πνεύ­μα του μαχη­τι­κού Βυρωνισμού.

Ο Μπάι­ρον υπήρ­ξε παράλ­λη­λα ιδιαί­τε­ρα αμφι­λε­γό­με­νη προ­σω­πι­κό­τη­τα στην Αγγλία, ζώντας άστα­τη οικο­νο­μι­κή και ερω­τι­κή ζωή. Ταξί­δε­ψε σε πολ­λά μέρη στην Ευρώ­πη. Στην Ιτα­λία, όπου έζη­σε για επτά χρό­νια, στη Βενε­τία, Ραβέ­να και Πίζα. Κατά την παρα­μο­νή του στην Ιτα­λία, δέχτη­κε πολ­λές φορές επι­σκέ­ψεις από τον φίλο του ποι­η­τή Πέρ­σι Σέλ­λεϋ, μεγά­λο και αγνό φιλέλληνα.

Ο “Βυρω­νι­σμός”, κίνη­μα που είχε ήδη εμφα­νι­στεί στο προ­σκή­νιο με επί­κε­ντρο την ποί­η­ση, την ζωή, τα πάθη και τα ταξί­δια του Βύρω­να σαν ένα παρα­κλά­δι του ρομα­ντι­σμού, υπήρ­ξε ένα πνευ­μα­τι­κό φαι­νό­με­νο το οποίο επη­ρέ­α­σε τα διε­θνή και τα Ελλη­νι­κά γράμ­μα­τα έως το τέλος του 19ου αιώ­να. Ο Byron, ο οποί­ος είχε προ­σφέ­ρει μεγά­λο μέρος της περιου­σί­ας του, είχε εργα­στεί συστη­μα­τι­κά υπέρ του Αγώ­να και πέθα­νε στο Μεσο­λόγ­γι, το 1824. Η Ευρω­παϊ­κή λογο­τε­χνία και δια­νό­η­ση με εκπρο­σώ­πους της μεγά­λους συγ­γρα­φείς όπως τον Μπαλ­ζάκ, τον Ντο­στο­γιέφ­σκι, τον Πού­σκιν, τον Μέλ­βιλ κ.α που έχουν σαφείς βυρω­νι­κές τάσεις και αντι­στοι­χί­ες ανα­ζη­τή­σε­ων είναι μπο­λια­σμέ­νη εποι­κο­δο­μη­τι­κά με τις τολ­μη­ρές ιδέ­ες του. Κύρια χαρα­κτη­ρί­ζει τον Βυρω­νι­σμό το στοι­χείο της «δια­μαρ­τυ­ρί­ας», η φυγή σε ένδο­ξους τόπους του παρελ­θό­ντος, η ερω­τι­κή ορμή, η μελαγ­χο­λία, η σάτι­ρα, ο σαρ­κα­σμός και ο ριζο­σπα­στι­κός φιλε­λευ­θε­ρι­σμός. Στην ελε­γεια­κή ποί­η­ση των εθνι­κών ποι­η­τών Διο­νύ­σιου Σολω­μού, Ανδρέα Κάλ­βου, των επι­φα­νών ποι­η­τών Αρι­στο­τέ­λη Βαλα­ω­ρί­τη, Κωστή Παλα­μά καθώς και άλλων σημα­ντι­κών λογο­τε­χνών υπάρ­χουν αφιε­ρώ­σεις, ωδές και ποι­ή­μα­τα για τον Βύρω­να, που θεώ­ρη­σε την Ελλά­δα ως δεύ­τε­ρη πατρί­δα του. Αργό­τε­ρα η απε­λευ­θε­ρω­μέ­νη πλέ­ον Ελλά­δα τον ονό­μα­σε τιμη­τι­κά πατέ­ρα, ευερ­γέ­τη και ήρωα της ενώ στή­θη­καν προ­το­μές του στα μέρη που έδρα­σε. Η φυσιο­κρα­τι­κή και ταυ­τό­χρο­να ιδε­α­λι­στι­κή προ­σω­πι­κό­τη­τα του Λόρ­δου Βύρω­να εξα­κο­λου­θεί να εμπνέ­ει σχε­δόν μετα­φυ­σι­κά πολ­λούς σύγ­χρο­νους καλ­λι­τέ­χνες και στο­χα­στές! Στη συγκε­κρι­μέ­νη έκθε­ση-αφιέ­ρω­μα στα 200 Χρό­νια (1821–2021) που επι­με­λή­θη­κα στη σύγ­χρο­νη πινα­κο­θή­κη Villa Ροδό­πη παρου­σιά­στη­καν εικα­στι­κά έργα εμπνευ­σμέ­να από την ποί­η­ση του, αντί­γρα­φα προ­το­μών του, γλυ­πτι­κές συν­θέ­σεις και ζωγρα­φι­κά σχέ­δια με την εξι­δα­νι­κευ­μέ­νη εκφρα­στι­κά μορ­φή του, λιθο­γρα­φί­ες, εκδό­σεις τέχνης και φιλελ­λη­νι­κά αντι­κεί­με­να. Η προ­σω­πι­κή μου εντρύ­φη­ση στην γοη­τευ­τι­κή προ­σω­πι­κό­τη­τα και το έργο του ξεκί­νη­σε από την παι­δι­κή μου ηλι­κία στην Λακή­θρα της Κεφα­λο­νιάς που επι­σκε­πτό­μουν συχνά την τοπο­θε­σία “Ο Βρά­χος του Βύρω­να”, σημείο όπου ο ποι­η­τής κατά την παρα­μο­νή του στην Κεφα­λο­νιά, κτή­ση με όλα τα άλλα Ιόνια νησιά της Μεγά­λης Βρε­τα­νί­ας τότε, (Αύγου­στος 1823- Ιανουά­ριος 1824) όταν διέ­με­νε σε οικία των Μετα­ξά­των πήγαι­νε συχνά και στο­χα­ζό­ταν. Σε μια μαρ­μά­ρι­νη ανα­μνη­στι­κή πλά­κα πάνω στον υπάρ­χο­ντα βρά­χο έχει ανα­γρα­φεί η απο­δι­δό­με­νη ρήση του “Αν είμαι ποι­η­τής το οφεί­λω εις τον αέρα της Ελλάδος”.

Το 1988 την επο­χή της ακμής των εικα­στι­κών performance ‑Ζωντα­νά εικα­στι­κά έργα στον χώρο- μου ανα­τέ­θη­κε από την Ελλη­νι­κή Εται­ρεία Βύρω­νος, που πρό­ε­δρος της ήταν ο Μάριος- Βύρων Ραί­ζης, καθη­γη­τής αγγλι­κής λογο­τε­χνί­ας στη Φιλο­σο­φι­κή Σχο­λή του Πανε­πι­στη­μί­ου Αθη­νών, να δημιουρ­γή­σω ένα εικα­στι­κό έργο για την πρώ­τη εκδή­λω­ση της νεο­σύ­στα­της Εται­ρεί­ας, με αφορ­μή τα 200 χρό­νια από την γέν­νη­ση του Byron, στο British Council στην Αθή­να. Έδρα­σα κυριο­λε­κτι­κά με “Βυρω­νι­κή” έμπνευ­ση και τόλ­μη για τα δεδο­μέ­να διά­θε­ση, ενώ απαι­τή­θη­καν πολ­λές δια­βου­λεύ­σεις με τους διπλω­μα­τι­κούς υπεύ­θυ­νους για να κατα­νοη­θεί και να υλο­ποι­η­θεί η εικα­στι­κή μου πρό­τα­ση. Δια­μόρ­φω­σα μια σύν­θε­ση με συμ­βο­λι­κή και εννοια­κή ανα­φο­ρά στη σκη­νή ενός ποι­η­τι­κού θανά­του, με κύριο άξο­να το γυμνό σώμα του νέου ποι­η­τή που παρέ­στη­σε ο χορευ­τής και ηθο­ποιός του Εθνι­κού Θεά­τρου Τάκης Λου­κά­τος, από το οποίο ξετυ­λι­γό­ταν ένα μακρύ ρολό τηλε­τύ­που με χει­ρό­γρα­φο το περί­φη­μο τελευ­ταίο ποί­η­μα του Βύρω­να “Σήμε­ρα που έκλει­σα 36 μου χρόνια…”/ “On this Day i complete my Thirty Sixth Year”. Στο πλάι του γυμνού σώμα­τος η Μαρία Καλα­μά­κη, μια όμορ­φη Αθη­ναία, κόρη-δόξα θλιμ­μέ­νη, ενώ έστε­κα υπε­ρυ­ψω­μέ­νος στο κέντρο της σύν­θε­σης κρα­τώ­ντας ένα λάβα­ρο-σημαία με ζωγρα­φι­κά βέλη και την ανα­γρα­φή των λέξε­ων IDEA-FREEDOM-LOVE-DEATH. Η ωριαία θέα­ση του έργου μου με την παράλ­λη­λη μου­σι­κή ερμη­νεία ποι­η­μά­των του Byron, μελο­ποι­η­μέ­νων για φωνές και ορχή­στρα από τον συν­θέ­τη Ίωνα Ζώτο, ομ. καθη­γη­τή της έδρας Μου­σι­κο­λο­γί­ας του Πανε­πι­στη­μί­ου Αθη­νών, στο υπε­ρώο του αμφι­θε­ά­τρου του Βρε­τα­νι­κού Συμ­βου­λί­ου προ­κά­λε­σε πολ­λα­πλά έντο­νες εντυ­πώ­σεις. Αυτή λοι­πόν την ιδιό­τυ­πη βυρω­νι­κή σημαία την ενέ­τα­ξα σε ανά­λο­γες performance και έργα πολυ­μέ­σων για τον μεγά­λο ποι­η­τή που παρου­σί­α­σα σε επε­τεί­ους για την ζωή και την προ­σφο­ρά του. Τελι­κά μετά 33 χρό­νια παρου­σιά­στη­κε στην έκθε­ση με ένθε­τη στο κέντρο της την μορ­φή του Λόρ­δου Βύρω­να στο εικα­στι­κό περι­βάλ­λον. Συναι­σθη­μα­τι­κή, αισθη­τι­κή και τιμη­τι­κή κατά­θε­ση στην αλή­στου μνή­μης ιδε­α­τή και εμψυ­χω­τι­κή αφο­σί­ω­ση και αυτο­διά­θε­ση του ποι­η­τή στο όρα­μα της νέας Ελλά­δας και στην απαρ­χή μιας φιλε­λεύ­θε­ρης εποχής.

«Ο Μεγά­λος Ζωο­λο­γι­κός Κήπος» του Νικο­λάς Γκι­γιέν, από­δο­ση Γιάν­νη Ρίτσου

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο