Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ακρίβεια — φτώχεια: Επιπτώσεις στην υγεία από τις αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες

Σημα­ντι­κές επι­πτώ­σεις στην υγεία των λαϊ­κών οικο­γε­νειών και των παι­διών τους έχει η ακρί­βεια στα βασι­κά δια­τρο­φι­κά κατα­να­λω­τι­κά προ­ϊ­ό­ντα, αφού οι ανα­τι­μή­σεις έχουν αλλά­ξει άρδην τις συνή­θειές τους και έτσι εξα­να­γκά­ζο­νται να επι­λέ­γουν προ­ϊ­ό­ντα με χαμη­λό­τε­ρη θρε­πτι­κή αξία. Αυτό προ­κύ­πτει από στοι­χεία του Ινστι­τού­του Ερευ­νας Λια­νε­μπο­ρί­ου Κατα­να­λω­τι­κών Αγα­θών (ΙΕΛΚΑ), που σοκά­ρουν και είναι ενδει­κτι­κά της κατά­στα­σης των νοι­κο­κυ­ριών εν έτει 2023…

Συγκε­κρι­μέ­να, όπως προ­κύ­πτει από τα στοι­χεία, η ακρί­βεια στα λαχα­νι­κά, στα φρού­τα, στο ελαιό­λα­δο, στα γαλα­κτο­κο­μι­κά προ­ϊ­ό­ντα, αλλά και στο κρέ­ας, έχει στρέ­ψει τους κατα­να­λω­τές κατά κύριο λόγο στους υδα­τάν­θρα­κες (μακα­ρό­νια, ρύζι), ενώ εύρη­μα της έρευ­νας δεί­χνει ότι στην κατα­νά­λω­ση αλκο­όλ, παρά τις ανα­τι­μή­σεις, παρα­τη­ρεί­ται αύξηση.

Αυτές οι αλλα­γές αφο­ρούν στις δια­τρο­φι­κές συνή­θειες την τελευ­ταία δεκα­ε­τία. Απο­τυ­πώ­νουν μια κατά­στα­ση που διαρ­κώς εντεί­νε­ται και δεί­χνουν ότι η κατά κεφα­λήν δαπά­νη σε είδη παντο­πω­λεί­ου δια­μορ­φώ­θη­κε το 2022 στα 1.825 ευρώ, μειω­μέ­νη κατά 5,8% σε σχέ­ση με το 2009, τη χρο­νιά πριν την έναρ­ξη της καπι­τα­λι­στι­κής οικο­νο­μι­κής κρί­σης. Σε σχέ­ση με το 2021, η συνο­λι­κή δαπά­νη σε είδη παντο­πω­λεί­ου αυξή­θη­κε κατά 3,10%, κάτι που απο­δί­δε­ται, σύμ­φω­να με το ΙΕΛΚΑ, στον συν­δυα­σμό των ανα­τι­μή­σε­ων και της μεί­ω­σης στον όγκο αγο­ρών των νοικοκυριών.

Με βάση τα στοι­χεία αυτά, εκτι­μά­ται ότι η συνο­λι­κή δαπά­νη των Ελλή­νων για είδη παντο­πω­λεί­ου το 2022 ανέρ­χε­ται σε 20,28 δισ. ευρώ και αφο­ρά μόνο στα είδη παντο­πω­λεί­ου (π.χ. δεν περι­λαμ­βά­νο­νται λοι­πά είδη που βρί­σκο­νται σε κατα­στή­μα­τα σού­περ μάρ­κετ, όπως γρα­φι­κή ύλη, είδη για κατοι­κί­δια, βρε­φι­κό γάλα, είδη bazaar, καλ­λυ­ντι­κά, καπνός κ.λπ.).

Τα στοι­χεία της μηνιαί­ας χρη­μα­τι­κής δαπά­νης δεί­χνουν αύξη­ση στη δαπά­νη των αγο­ρών σε βασι­κές πηγές υδα­ταν­θρά­κων, ενδει­κτι­κά αύξη­ση της δαπά­νης για ψωμί και είδη αρτο­ποι­ί­ας 12%. Επί­σης, δεί­χνουν μεί­ω­ση της δαπά­νης για πηγές πρω­τε­ΐ­νης (ενδει­κτι­κά, στο μοσχα­ρί­σιο κρέ­ας μεί­ω­ση 18% και στο κρέ­ας από αιγο­πρό­βα­τα μεί­ω­ση 40%), μεί­ω­ση της δαπά­νης σε γαλα­κτο­κο­μι­κά (στο νωπό φρέ­σκο γάλα μεί­ω­ση 30%), μεί­ω­ση της δαπά­νης για ελαιό­λα­δο 17%, μεί­ω­ση της δαπά­νης για φρού­τα 7%, για λαχα­νι­κά 43%, αλλά αύξη­ση στα όσπρια κατά 44% και στους ξηρούς καρ­πούς κατά 48%. Μεί­ω­ση κατα­γρά­φε­ται στη δαπά­νη για μη αλκο­ο­λού­χα ποτά κατά 9%, αλλά αύξη­ση της δαπά­νης για αλκο­ο­λού­χα ποτά κατά 68%.

Επι­πλέ­ον, τα στοι­χεία της μηνιαί­ας κατα­νά­λω­σης σε ποσό­τη­τες κατα­γρά­φουν μεγά­λες μετα­βο­λές πλέ­ον σε επί­πε­δο δια­τρο­φής. Συγκε­κρι­μέ­να, κατα­γρά­φε­ται στα­θε­ρή τάση στις κύριες πηγές υδα­ταν­θρά­κων, με τη μηνιαία κατα­νά­λω­ση κατά κεφα­λήν σε ψωμί και είδη αρτο­ποι­ί­ας να παρου­σιά­ζει μεί­ω­ση κατά 6% σε περί­που 4 κιλά μηνιαί­ως. Επί­σης, μεί­ω­ση στην κατα­νά­λω­ση των βασι­κών ζωι­κών πρω­τεϊ­νών κατά περί­που 16%, με περί­που 1 κιλό λιγό­τε­ρο κρέ­ας μηνιαί­ως, με εξαί­ρε­ση τα που­λε­ρι­κά τα οποία παρου­σιά­ζουν αύξη­ση (είναι άλλω­στε πιο οικο­νο­μι­κή λύση).

Αύξη­ση παρου­σιά­ζουν οι φυτι­κές πρω­τε­ΐ­νες και ειδι­κά τα όσπρια. Την ίδια ώρα, μεί­ω­ση κατα­γρά­φε­ται στα γαλα­κτο­κο­μι­κά και ιδιαί­τε­ρα στο φρέ­σκο γάλα κατά 41%, με εξαί­ρε­ση το γάλα με χαμη­λά λιπα­ρά και τα αυγά, μεί­ω­ση στην κατα­νά­λω­ση ελαιό­λα­δου κατά περί­που 30%, μεί­ω­ση στα φρέ­σκα φρού­τα και τα λαχα­νι­κά κατά 15% περί­που, με μεί­ω­ση κατά 1 κιλό λιγό­τε­ρο ανά μήνα τόσο σε φρού­τα όσο και σε λαχα­νι­κά, κάτι που όμως εν μέρει απο­δί­δε­ται στη σπα­τά­λη τρο­φί­μων της δεκα­ε­τί­ας του 2000.

Επί­σης, κατα­γρά­φε­ται αύξη­ση για τα αλκο­ο­λού­χα ποτά, κάτι που σχε­τί­ζε­ται όμως με μεγα­λύ­τε­ρη κατα­νά­λω­ση κατ’ οίκον ένα­ντι της κατα­νά­λω­σης σε χώρους εστίασης.

Σε ό,τι αφο­ρά τη μέση τιμή που πλη­ρώ­νει ο κατα­να­λω­τής το 2022 σε σχέ­ση με το 2009, όπως προ­κύ­πτει από την έρευ­να, οι μεγα­λύ­τε­ρες αυξή­σεις κατα­γρά­φο­νται στους ξηρούς καρ­πούς κατά 61%, στα μαρού­λια κατά 64% και στον καφέ κατά 54%, ενώ οι μεγα­λύ­τε­ρες μειώ­σεις κατα­γρά­φο­νται στο συντη­ρη­μέ­νο γάλα (-18%), στα μεταλ­λι­κά νερά (-30%) και στα που­λε­ρι­κά (-4%).

Να σημειω­θεί, παράλ­λη­λα, ότι τα τελευ­ταία χρό­νια, η κάλυ­ψη των ανα­γκών των νοι­κο­κυ­ριών από ίδια παρα­γω­γή, η οποία αφο­ρά κατά κανό­να στις αγρο­τι­κές περιο­χές, έχει μειω­θεί σημα­ντι­κά, με εξαί­ρε­ση μεμο­νω­μέ­να προ­ϊ­ό­ντα και κυρί­ως το ελαιόλαδο.

Στο μετα­ξύ, σήμε­ρα ξεκι­νά­ει η διά­θε­ση του πετρε­λαί­ου θέρ­μαν­σης, με τιμή εκκί­νη­σης 1,4 ευρώ το λίτρο και με τις «ορι­ζό­ντιες» επι­δο­τή­σεις να έχουν απο­συρ­θεί απ’ την κυβέρ­νη­ση. Συγκρι­τι­κά με τον Οκτώ­βριο του 2022, η φετι­νή τιμή έναρ­ξης του πετρε­λαί­ου θέρ­μαν­σης κινεί­ται στα ίδια επί­πε­δα, αν και σε σχέ­ση με τον Απρί­λιο του 2022 κατα­γρά­φε­ται υψη­λό­τε­ρη κατά 23 λεπτά/λίτρο, αφού πέρυ­σι η τιμή του πετρε­λαί­ου θέρ­μαν­σης έκλει­σε στα 1,20 ευρώ/λίτρο.

Πηγή: Ριζο­σπά­στης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο