Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γ. ΣΟΥΡΗΣ «Χριστούγεννα»

Το σπή­λαιο, Χρι­στέ, κοιτώ
και γονα­τί­ζω και ρωτώ:
Για­τί και πριν στη φάτ­νη σου
να γεν­νη­θείς ακόμα,
κι ανθρώ­που λάβεις σώμα,
όσοι φανή­καν άνθρωποι
γεν­νή­θη­καν σ’ αχούρια -
και σε παλά­τια λαμπερά
τα ξέστρω­τα γαϊδούρια;

Για­τί να κρύ­βε­ται, Χριστέ,
στου κόσμου τα φιλιά
φαρ­μα­κω­μέ­νος πόλεμος
και κιτρι­νιά­ρης φθόνος;
Για­τί και του προ­δρό­μου σου
Σωκρά­τη τη σπηλιά
οι σήμε­ρον σωκρατικοί
εκό­πρι­σαν αφθόνως;

Για­τί, Χρι­στέ, στον κόσμο σου,
και πάντο­τε και τώρα,
ίσα να μη μοιράζονται
των αγα­θών τα δώρα,
κι άλλοι να τρώ­νε κάπονες
πεντέ­μι­σι λιτρών,
κι άλλοι να βλέ­πουν χάσκοντες
εκεί­νους που τους τρων;

Κι άλλα πολ­λά ρωτήματα
ποθώ, Χρι­στέ, να κάνω,
μα κι εκ της γης καμιά φωνή,
αλλ’ ούτε κι από πάνω.
Και τρα­γου­δώ μ’ ελιάς κλαδί,
στο βογ­γη­τό του πόνου:
Χρι­στού­γεν­να, πρωτούγεννα,
πρώ­τη γιορ­τή του χρόνου!

Εις των αλό­γων άλλο­τε την φάτ­νην εγεννήθη
Μεσ­σί­ας λογικότατος,
τυφλά φωτί­σας πλήθη,
στη φάτ­νη δε των λογικών,
που λέγε­ται Βουλή,
Μεσ­σί­αι δίχως λογικά
γεν­νή­θη­καν πολλοί…

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο