Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

21 Μαρτίου, Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης — Οδυσσέας Ελύτης: «Την άνοιξη αν δεν την βρεις την φτιάχνεις»

Την άνοι­ξη αν δεν την βρεις την φτιάχνεις
Ναι την φτιάχνεις.
Κάθε φορά από την αρχή.
Όλο και πιο ζωντανή.
Όλο και πιο ποτισμένη.
Ναι την φτιάχνεις.
Με εκεί­να τα χρώ­μα­τα που σημαί­νουν αρμονία.
Και με εκεί­νες τις λέξεις που δηλώ­νουν αρχή.
Ναι την φτιάχνεις.
Με εκεί­νο το φως, που μπο­ρεί να σου δώσει Παράδεισο.
Και με εκεί­να τα λου­λού­δια που μυρί­ζουν ζωή.
Ναι την φτιάχνεις.
Με εκεί­νο το άρω­μα της αθά­να­της, Ελπίδας.
Και με εκεί­νη την Πίστη που θα σε κάνει να μην φοβηθείς.
Ναι την φτιά­χνεις λοιπόν.
Με υλι­κά αγνά για την ψυχή σου.
Και με στιγ­μές απλές που χαρί­ζουν αιώ­νιες χαρές
Που σε ακούν στην σιωπή.
Και δεν έχουν ανά­γκη τα λόγια για εξηγήσεις.
Ναι την φτιάχνεις.
Με εκεί­να τα όνει­ρα που θα σε γεμί­σουν υποσχέσεις.
Και με εκεί­να τα χαμό­γε­λα που θα σου δεί­ξουν πως πρέ­πει να ζεις.
Διό­τι, αν δεν κου­βα­λάς την Άνοι­ξη μέσα σου, πρέ­πει να μάθεις να την χτίζεις.
Από το χει­ρό­τε­ρο σκο­τά­δι στο πιο λαμπε­ρό φως.
Μην την αφή­σεις ποτέ να φύγει.
Διό­τι, όσο πιο δυνα­τά μπαί­νει αυτή, τόσο πιο εύκο­λα διώ­χνει τους χει­μώ­νες από την καρ­διά σου.
Να την αγα­πάς την Άνοιξη.
Όχι μόνο για τα όμορ­φα και τα ανά­λα­φρα ρού­χα που φοράς.
Μήτε για τους κατα­γά­λα­νους ουρα­νούς που σου δωρίζει.
Αλλά για την Ανα­γέν­νη­ση που σε κάνει να ζεις.
Εκεί­νον τον γλυ­κό αέρα που δρο­σί­ζει την ψυχή σου.
Και εκεί­νον τον ήλιο που σου χαρί­ζει ζεστασιά.
Να της δίνεις γεύ­ση λοιπόν.
Σαν εκεί­νη την βαριά και γλυ­κιά, που μόνο ο Έρω­τας μπο­ρεί να δώσει.
Και μην στε­να­χω­ριέ­σαι αν ξαφ­νι­κά χαθεί ή απλά δεν σου έρθει.
Διό­τι, την Άνοι­ξη αν δεν την βρεις, την φτιάχνεις.

Με το ποί­η­μα του Οδυσ­σέα Ελύ­τη «Την Άνοι­ξη αν δεν τη βρεις την φτιά­χνεις»  προ­έρ­χε­ται από συλ­λο­γή «Εκ του πλη­σί­ον», που δημο­σιεύ­τη­κε δύο χρό­νια μετά τον θάνα­το του Ελύ­τη, συμπυ­κνώ­νο­ντας τη μακρά ποι­η­τι­κή του δια­δρο­μή: από τη νεα­νι­κή επο­χή των υπερ­ρε­α­λι­στι­κών του δοκι­μών μέχρι τα χρό­νια της ακμής και της ωρι­μό­τη­τας, τα οποία έρχο­νται με τη «Μαρία Νεφέ­λη» και τον «Μικρό ναυτίλο».

 

 

Ο δαί­μων του τυπο­γρα­φεί­ου, του Ηρα­κλή Κακαβάνη

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο