Στις 19/3/23 πραγματοποιήθηκε στην κατάμεστη Δημοτική Βιβλιοθήκη Λουτρακίου η μία από τις δύο βιβλιοπαρουσιάσεις με ομιλητές την εκπαιδευτικό – συγγραφέα κ. Αγγελική Μπούλιαρη και τον ομότιμο καθηγητή εγκληματολογίας Πανεπιστημίου Θράκης-ποιητή-συγγραφέα κ. Γιάννη Πανούση που αναφέρθηκαν αντίστοιχα, η μεν πρώτη στο δοκίμιο «Χρεώστες στα Νιάτα», ο δε δεύτερος στην ποιητική συλλογή «Θεοί άφαντοι». Είχε προηγηθεί ο προλογισμός του προέδρου της Εταιρείας Κορινθίων συγγραφέων, δρ.φιλ-συγγραφέα κ. Γιάννη Μπάρτζη.
Και οι δυο παρουσιάσεις, απόλυτα επιτυχημένες και οι δυο, διοργανώθηκαν από το Σωματείο Λόγου & Τέχνης «Αλκυονίδες» σε συνδιοργάνωση με το Κέντρο Ευρωπαϊκών εκδόσεων Χάρη Πάτση και στο μεν Λουτράκι με το Δήμο Λουτρακίου-Περαχώρας-Αγ.θεοδώρων, στη δε Αθήνα, με την Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών και την Αδελφότητα Πέτα Άρτας.
Και οι τρεις ομιλητές έσκυψαν με πολύ ενδιαφέρον και ιδιαίτερη προσοχή στα έργα της Μαργαρίτας εξάγοντας όλα τα θετικά τους στοιχεία και καταλήγοντας σε ευνοϊκά και εγκωμιαστικά συμπεράσματα. Αποσπάσματα από τα έργα ανέγνωσαν ή απήγγειλαν η ίδια η συγγραφέας, ο Αγαμέμνων Χαρίτων, ερασιτέχνης ηθοποιός και η Μαρίνα Καλλίρη Γ. Γραμματέας των Αλκυονίδων.Τις απαγγελίες κάλυψε μουσικά με την κιθάρα της η Τζένη Κακριδή ενώ τον συντονισμό είχε η πρόεδρος των «Αλκυονίδων» Όλγα Κονομόδη-Θωμά. Στην εκδήλωση παρευρέθησαν εκτός από τα μέλη των διοργανωτών φορέων, τους συγγενείς και τους φίλους της ποιήτριας ο Βουλευτής Κορινθίας κ. Γιώργος Ψυχογιός, η βουλεύτρια κ. Μαρία Θελερίτη και οι υποψήφιοι Βουλευτές Τζένη Σουκαρά, δημοσιογράφος, Ελένη Κονομόδη, δικηγόρος, Λίλα Καφαντάρη, ηθοποιός και ο κ. Δημήτρης Αγγελόπουλος.
Την Τετάρτη, 22/3/23 στην παρουσίαση που έγινε στην αίθουσα «Μιχαήλας Αβέρωφ» της ΕΕΛ. την ποιήτρια τίμησαν με την παρουσία τους συγγενείς της , συμμαθήτριες από το Γυμνάσιο Ν. Ηρακλείου, συγχωριανοί, συμπατριώτες δικοί της αλλά και του συζύγου της, μέλη του ΔΣ και απλά μέλη της Αδελφότητας Πέτα, η αντιπρόσωπός της στην Π.Σ.Ε. κ. Βάνα Λάλου, φίλοι της λογοτέχνες και διακεκριμένοι καλλιτέχνες. Μεταξύ αυτών ο σπουδαίος Ηπειρώτης Γλύπτης Θεόδωρος Παπαγιάννης και η εξαιρετική ζωγράφος, σύζυγός του Σίνη Παπαγιάννη, η ποιήτρια-συγγραφέας-σκηνοθέτης Μόνικα Σαβουλέσκου ‑Βουδούρη, ο καταξιωμένος, βορειοηπειρώτης ποιητής Νίκος Κατσαλίδας, ο Κύπριος συγγραφέας Ανδρέας Ονουφρίου με την Δερβενιώτισα σύζυγό του Ντίνα Ψαρρού, ο πρόεδρος Λογοτεχνών Τυνησίας ‑καθηγητής Παν/μίου Τυνησίας Αμπνταλάχ Γκασμίρ, η πρόεδρος των λογοτεχνών Σερβίας Σλαβίτσα Περιοβίτς, η καθηγήτρια Παν/μίου Τυνησίας Πάτμα Σέρι, η κ. Αναστασία και η κόρη της Λίλη Ιακωβίδη (νύφη κι εγγονή της αείμνηστης ποιήτριας), ο εκλεκτός ποιητής — εικαστικός Κώστας Ευαγγελάτος, η ποιήτρια-ψυχολόγος Κατερίνα Μήλιου, ο ποιητής Χάρης Παπασάββας, ο κριτικός-δοκιμιογράφος Σαμιωτάκης Αντώνης, ο βορειοηπειρώτης ποιητής-μουσικός Κώστας Νούσιας, ο συγχωριανός της εικαστικός Γεώργιος Σωτ. Θελερίτης, ο ποιητής-συγγραφέας Γιώργος Σταυράκης, η συγγραφέας Κατερίνα Ντούγκα- Κοτοπούλου , ο συγγραφέας ‑ποιητής Πάνος Κουρβάς ( μέλη του Δ.Σ. της ΕΕΛ οι τρεις τελευταίοι) και φυσικά οι πρόεδροι των διοργανωτών φορέων Κώστας Καρούσος της ΕΕΛ, Γιώργος Κακαριάρης της Αδελφότητας Πέτα, η Ράνια Θεοδώρου ως εκπρόσωπος των “Αλκυονίδων και η Ελένη Πάτση ως εκπρόσωπος του Κέντρου Ευρωπαϊκών Εκδόσεων Χάρη Πάτση.
Την εκδήλωση που συντόνιζε η ποιήτρια Ευαγγελία Ρουμελιώτη-Δαρσινού και που κράτησε αμείωτη την προσοχή και το ενδιαφέρον των παρευρισκομένων από την αρχή έως το τέλος, χαιρέτησαν ο Πρόεδρος της ΕΕΛ Κώστας Καρούσος, η εκπρόσωπος των “Αλκυονίδων” Ράνια Θεοδώρου, η οποία διάβασε τον χαιρετισμό της προέδρου κ. Όλγας Κονομόδη-Θωμά που για λόγους ανωτέρας βίας δεν μπόρεσε να είναι παρούσα , ο πρόεδρος της Αδελφότητας Πέτα Γιώργος Κακαριάρης και η εκπρόσωπος του Κέντρου Ευρωπαϊκών εκδόσεων Ελένη Πάτση.
Οι δύο εκλεκτοί εισηγητές ο Δημήτρης Καραμβάλης ποιητής-κριτικός λογοτεχνίας και δοκιμιογράφος από τον Γέρα Μυτιλήνης (ανεψιός του μεγάλου μας ποιητή Οδυσσέα Ελύτη) και ο Μιχαήλ Ιακωβίδης (εγγονός της ποιήτριας Λιλής Ιακωβίδη και καθηγητής στο Busines shool of London αναφέρθηκαν ο πρώτος στην ποιητική συλλογή και ο δεύτερος στο δοκίμιο για τη γιαγιά του, με πολύ επαινετικά και θετικά σχόλια, ενώ οι απαγγελίες που μεσολάβησαν από την Μαριάννα Βλάχου-Καραμβάλη και τα τρία μέλη της θεατρικής Ομάδας της ΕΕΛ Αλέκο Πούλο, Ελένη Τσαγανού και Άντα Μανιαδάκη έκλεψαν την παράσταση. Η λήξη ήταν μουσική με την όμορφη παρέμβαση με Μικρασιάτικα τραγούδια της προσφυγιάς της Ομάδας του Στέφανου Γεωργιάδη- καθηγητή μουσικής και συνθέτη, αποτελούμενη από τους μουσικούς Γιώργο Γεωργιάδη και Ανέστη Χρηστίδη.
Ευχάριστη έκπληξη αποτέλεσε η μελοποίηση και η μουσική απόδοση στίχων από τη συλλογή της Μαργαρίτας που με εμφανή χαρά και συγκίνηση ευχαρίστησε άπαντες τους παρευρισκομένους , συντελεστές και κοινό αφήνοντας για το τέλος το γιο της Νίκο αρχιτέκτονα-φωτογράφο, το σύζυγό της Βαγγέλη Ματάτση αρχιτέκτονα-βιντεολήπτη και γενικά όλη την οικογένειά της που την στηρίζει ολόπλευρα στην λογοτεχνική της δημιουργία. Κλείνουμε το ρεπορτάζ με μια γεύση της τόσο επίκαιρης και αφοπλιστικής ποίησης της Μαργαρίτας:
Απόσπασμα από τη σύνθεση «Θεοί άφαντοι»
(XV)
Έμεινε ο κόσμος/παιδί ορφανό,/μάταια ψάχνει/στον ουρανό ./Τι περιμένει πια/κι από κει;/Αστραπόβροντα πέφτουν/και πίκρα χολή./Την άσπρη μέρα/γυρεύουν να δουν/ψυχές και μάτια,/Λαοί στα σκοτάδια/και/πώς να σωθούν;
(XVI)
Μια χούφτα κτήνη/τα πλούτη άρπαξε/και δεν τα δίνει./Παιδιά πεινάνε,/ πεθαίνουν, βογγάνε,/μέσα στη φτώχια/έλεος ζητάνε/μ’ απαντοχή…/ Μα κείνοι εκεί./Δεν δακρύζει το μάτι τους./Δεν ιδρώνει τ’ αυτί./Εκείνοι εκεί./Στον θώκο ψηλά/ξερνάνε όξος/ποτίζουν χολή./Δεσμά ατσαλώνουν/κι αλυσοδένουν γερά/παππούδες , εγγόνια,/μανάδες, παιδιά,/της γης την ελπίδα/που/ κάτω απ’ το πέλμα τους/αγκομαχά…
Απόσπασμα από τη σύνθεση «παιδιά ενός κατώτερου θεού»
(VIII)
Ξένιος Ζευς,/ Μετάλλαξη../ Όχι ένα χέρι/ Που απλώνεται/ Να περισώσει / Την ανάσα σου/ από βέβαιο Πνιγμό…/ Όχι μια καρδιά/ Που ανοίγεται/ Να περικλείσει/ Μέσα της/ Θαλασσοδαρμένα Κορμιά…/ Όχι μια συνείδηση/ Ποτισμένη/ Με μνήμες προσφυγιάς…/ Μόνο ένα άκρο/ γεροδύναμο και/ ποδεμένο/ με φιρμάτα παπούτσια/ και γκλάμουρ κάλτσες/ και τατουάζ/ να σε κλωτσάει/ και να σε καρφώνει / σ’ αγκαθωτό συρματόπλεγμα.…/
Εισήγηση Δημήτρη Καραμβάλη για την ποιητική συλλογή «Θεοί Άφαντοι» της Μαργαρίτας Φρονιμάδη-Ματάτση
«Αρκεί τ’ ανάστημα ν’ αρθεί / στο ύψος των καιρών/ και ν’ ατενίσεις άφοβα τα όπλα των εχθρών…»
Η επίμονη αναμέτρηση με τη ζωή και το θάνατο/ο πόνος που ματώνει/Η αγρυπνία των άστρων/Η άνευ όρων αντίσταση και το χρέος .
Η Πέμπτη στη σειρά ποιητική κατάθεση της ποιήτριας, μεταφράστριας και δοκιμιογράφου «Θεοί Άφαντοι» που κυκλοφόρησε το 2021 σε καλαίσθητη έκδοση, από το γνωστό άλλωστε για τις ποιοτικές του εκδόσεις Κέντρο Ευρωπαϊκών εκδόσεων Χάρη Τζο Πάτση, έρχεται σε μια τραγική συγκυρία τόσων και τόσων δεινών για τον Ελληνικό και τον Παγκόσμιο περίγυρο. Εποχή στην οποία δοκιμάζεται σκληρά ο άνθρωπος σ’ όλες του τις συντεταγμένες, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου.
Χρόνια τώρα στις επάλξεις η Μαργαρίτα Φρονιμάδη-Ματάτση μεταγγίζει τους γνήσιους παλμούς και τη δύναμη της ψυχής της στην υπεράσπιση των αξιών, του δικαιώματος να είσαι ΑΝΘΡΩΠΟΣ και να παλεύεις σε αντίξοες συνθήκες για τα αναφαίρετα δίκαια και την αξιοπρέπεια σε τόσα και τόσα μετερίζια αγώνων και αγωνίας πνευματικής για τον συνάνθρωπο. Η συγκλονιστική αφιέρωση του βιβλίου αποδεικνύει του λόγου το αληθές: «αφιερώνεται στους απανταχού πρόσφυγες της γης,/αιώνια θύματα των αδηφάγων τρωκτικών της…»
Ποίηση πανανθρώπινη, δίχως ωραιοποιήσεις και συμβιβασμούς που μεταλαμπαδεύει το έμφορτο πάθος της ποιήτριας, που πλαταίνει τα όρια και τα οριακά, που με ενάργεια , πόθους και οράματα καταγράφει και σηματοδοτεί τα πρόσωπα, τα πράγματα και τις καταστάσεις, δημιουργώντας κατ’ ευθείαν γνήσιο λυτρωτικό βίωμα και συμπάσχουσα αναφορά και επίκληση, όλα αυτά που συμβαίνουν καταγγέλλοντάς τα και συμμετέχοντας όχι απλά στον κοινό πόνο αλλά σηκώνοντας μπαντιέρα, βγαίνει στους δρόμους με τα συνθήματα και τα πλακάτ, στήνοντας οδοφράγματα και θέτοντας τον εαυτό της στην υπηρεσία τούτων, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Η ποίηση δεν πρέπει να σιωπά, αντίθετα να εξακτινώνει το βεληνεκές της και να θέτει εαυτόν στην υπηρεσία του ανθρώπου κι αυτό κάνει η μαχόμενη στις επάλξεις αγωνίστρια, κάνοντας πράξη τα λόγια του Γιάννη Μπενέκου πως αυτό που λείπει στην εποχή μας είναι η ανθρωπιά.
Η Μ.Φ.-Μ. είναι ένας παγκόσμιος πολίτης που βροντοφωνάζει μ’ όλη της τη δύναμη γεμίζοντάς μας τύψεις συνειδήσεως: «κι η σιωπηρή μας ανοχή (υπαινισσόμενη συνενοχή μας)/αδιαμαρτύρητα απορεί/ ΠΩΣ ΔΕΝ ΣΗΚΩΣΑΜΕ ΚΕΦΑΛΙ….»
Πρόκειται αναμφισβήτητα για μια κοινωνική, ανοιχτή, πλην ζωντανή ποίηση διαμαρτυρίας που προσλαμβάνει τη μορφή ενός μανιφέστου και βέβαια μας οδηγεί σε συνθήκες και μορφές και σχήματα ενός ερέβους και μιας Αποκάλυψης, όπου τα τραγικά ερωτηματικά γίνονται πουκάμισο και ράβονται πάνω της για την αδικία, την εκμετάλλευση, την πείνα, την πανδημία, για το πώς θα μπορέσουν να μας βγάλουν από το αδιέξοδο. Λέξεις και στίχοι αφτιασίδωτοι, εκεί όπου η ποίηση δεν κατατρίβεται σε ωραιοποιήσεις, γίνεται σκληρή και σφιγμένη γροθιά και σφυρί κι αμόνι και κοινή συνείδηση και χάραξη αταλάντευτης πορείας πλεύσης και συνακόλουθα μαρτυρίας, αλλά και απίστευτη τρυφερότητα για εκείνα τα «μικρά σπουργίτια/εις άτακτον φυγήν/με καρδιά συντρίμμια», τα προσφυγάκια απανταχού της γης σε μια ζοφερή ‑δεν γίνεται αλλιώς να αποδοθεί η σκληρή πραγματικότητα-συγκυρία που ξαναφέρνει στο νου την ίδια την τραγική πορεία του ανθρώπου αιώνες τώρα: «βουή κι αντάρα / πολέμου κατάρα/θεριεύει αγρίμια…».
Η Μ.Φ.-Μ. δεν χαϊδεύει τ’ αυτιά, δεν πελαγοδρομεί, δεν χαρίζει κάστανα. Φλέγεται από μια κοινή συνείδηση κι αποφασιστικότητα και αλληλεγγύη και ενσυναίσθηση, εν-συν-αίσθηση δύο απαραίτητων προθέσεων και προϋποθέσεων, όμως, σεβασμού, ενάντια στ’ ανήθικο κατάφωρο, την αναλγησία και την περιφρόνηση και εξευτελισμό του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Η πυρωμένη γραφίδα της εγκαυστικής της περιέχει εκτός των άλλων ξεχωριστή υποβλητικότητα και παλμό, κίνηση και δυναμισμό, ψυχικές δονήσεις και πρόσκληση-πρόκληση στον αναγνώστη, με ικανότητα επικέντρωσης στο ζητούμενο, με ακράδαντη πεποίθηση πως στο τέλος θα έρθει η νίκη και θα ανασάνουν οι λαοί από τα βάρη που τους φόρτωσαν άνομες και άπονες εξουσίες, όπως λέει και το τραγούδι, κάθε λογής: «Λαέ μου να ’σαι σίγουρος,/πως κάποτε θα βγεις/από το τούνελ τ’ άδικου/της ανθρωποσφαγής…». Ποίηση λιτή, ζωντανή∙ τούτοι οι στίχοι, από μια ποιήτρια που χειρίζεται το ίδιο άνετα και τον ελεύθερο και τον παραδοσιακό στίχο, έχει μάλιστα και το μεγάλο προσόν, προνόμιο-αρετή να συγχωνεύει μέσα στο ίδιο το ποίημα, κάτι το πολύ σπάνιο και τις δυο μορφές, δίχως να πραγματοποιείται (παρατηρείται) η παραμικρή χασμωδία. Αντίθετα φορτίζει το κείμενο με την μουσικότητα αφ’ ενός της παραδοσιακής ρίμας και τον ελεύθερο-εκκωφαντικό στίχο που μπαίνει στο μεδούλι, τον πυρήνα του ποιήματος. Κλασσικό παράδειγμα το ποίημα με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Ευχή Λαού», σελ. 108, όπου αναφερόμενη στο Λαό γράφει: «όλο φωτιά , μπαρούτι, γιατί η φωτιά του δίκιου σου τα ξεπερνάει αυτά».
Η Μ.Φ.-Μ. στηλιτεύει τη βία σε κάθε της μορφή κι ανάμεσά της , αυτήν ακόμα του εμπρησμού, έτσι δεν διστάζει να καταγγείλει με έμφορτες σαν πόνο ψυχής, τις οικολογικές ανησυχίες της, το φαινόμενο της «καμένης γης που σφαδάζει», καθώς γράφει χαρακτηριστικά, συνενώνοντας και συγκοινωνώντας και συνλειτουργώντας το μαρτύριο φύσης και ανθρώπου που ταυτίζεται και συμπάσχει σ’ αυτήν την εξολόθρευση του τοπίου και της ψυχής, μη διστάζοντας να μας δώσει την ελπίδα που την προσεγγίζει όπως «η πράσινη χλόη» που προοιωνίζει την αναγέννηση της φύσης και στο τέλος το θρίαμβο της ίδιας της ζωής στην αναμέτρηση με τον θάνατο∙ πάντως και σ’ αυτό το πεδίο του εμπρησμού δεν παύει σαν ποιήτρια να μας δίνει μιαν «αλλιώς ωραία» (Οδυσσέας Ελύτης) εποχή, προτού συντελεστεί το ψέμα. Πόσο αλαφρώνει το ζοφερό κλίμα δίχως βεβαίως να αφίσταται της καταδίκης του εμπρησμού. Θα μας πει τόσο λυρικά πως «ο ουρανός πανευτυχής/ ακροπατούσε/ στις κορφάδες των πεύκων».
Οι ορίζοντες της ποιήτριας πλαταίνουν και συνακόλουθα οι ανησυχίες της για την καταστροφή του πλανήτη, με το τεράστιο πρόβλημα της απώλειας του νερού, μας μεταφέρει με τους στίχους της έντονα και παραστατικά στην Αφρική και συγκεκριμένα στις ακτές της Τυνησίας, σε αυτό το τοπίο ερήμου και των επαναλαμβανόμενων ριπών των λέξεων με τις οποίες κλείνει το ποίημα, όχι για να αποκοιμίσει αλλά, τουναντίον για να ξυπνήσει τις ναρκωμένες συνειδήσεις πολλών εξ ημών. Ακούστε τους κροταλισμούς –συμβολικά- πυροβόλων,«ποτάμια στεγνά/ μνήματα ανοιχτά/ κουφάρια στεγνά, θυμάτων λειψυδρίας/κι ανθρώπινης αδιαφορίας». Μετά την καταγραφή η γενική πτώση, κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Στην ποίηση της Μαργαρίτας Φρονιμάδη-Ματάτση, ένα ευλογημένο καταφύγιο, για να θυμηθούμε τον Φώτη Κόντογλου, υπάρχει ένα συναπάντημα λαών σε μια συνύπαρξη ευθύνης και χρέους, όπως τονίσαμε στην αρχή της εισήγησής μας σ’ αυτό το παγκόσμιο μανουάλι και στα περιστύλια των αρχαίων ναών, όπου όλοι καλούμαστε να δώσουμε το παρόν-δεν περισσεύει κανένας- ανάβοντας το μικρό , ταπεινό μας κεράκι-ακτίνα φωτός και περιφρούρησης των απαράγραπτων δικαιωμάτων του ανθρώπου αλλά και ενώνοντας την προσευχή μας στο ταξίδι του ανθρώπου πάνω στη γη αιώνες τώρα. Από την άλλη μεριά αντιλαμβανόμαστε καλύτερα τους τριγμούς από την παγκόσμια τρικυμία στην ίδια γλώσσα , στον ίδιο αέρα, στις ίδιες ατραπούς και παραμέτρους τόσων και τόσων αγωνιστών που θυσιάστηκαν , με το αίμα τους και τη ζωή τους, παλεύοντας να διασώσουν τα αναφαίρετα και απαραβίαστα , κάνοντας πράξη τη ρήση του εθνικού μας ποιητή: «θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία».
Θα πρέπει ακόμα να τονίσουμε πως η γλώσσα την οποία χρησιμοποιεί η ποιήτρια (και που βεβαίως δεν είναι τίποτε άλλο, παρά πρωτίστως και κυρίως εργαλείο συνείδησης, αυτό είναι η γλώσσα) είναι στρωτή, δίχως νοηματικές ακρότητες, καθαρή και πηγαία και νερομάνα και το γνωστό προσωπικό ύφος και ήθος της, παρουσιάζει μια θαυμαστή αλληλουχία και πληρότητα με τις προηγούμενες καταθέσεις της, είναι λιτό και πυκνό, δίχως να χάνει το χρόνο του, σφιχτοδεμένο, ρεαλιστική γραφή ολοζώντανη απεικόνιση των δρώντων και των δρώμενων.«Οι πομπές της νύχτας/δεν κρύβονται,/ούτε σε σκοτάδι βαθύ,/ οι βόγγοι, οι αντιθέσεις, η ιαχή…..»Λέξεις καρφιά, καίριες διαπιστώσεις και συγκλονιστική περιγραφή, καταγραφή-υπογραφή με το χέρι στην καρδιά.
Αρκετές φορές βέβαια, παρατηρούμε και αυτό είναι μια γενική παρατήρηση στο ποιητικό της σώμα και αίμα πως δεν μειώνει, αντίθετα, φορτίζει και κάνει πιο απτή την αναφορά και την προσέγγιση στο ζητούμενο, πως μέσα στο ίδιο ποίημα μπορεί να συνταχθεί εν είδει συμπεράσματος-κατευθυντήριας δράσης-ένα επιμύθιο, σύνολο δύο-τριών στίχων ή μια επισήμανση που μπορεί να λειτουργήσει και ως ο επί τον τύπον των ήλων καταγραφέας, όπως: «βρες μια χαραμάδα φως» ή «πώς τόσες χούφτες άδειες να γεμίσουν;». Mια ποίηση που αποτυπώνει τους παλμούς και τον σφυγμό των ημερών μας, επίσης το ποίημα, πολλά ποιήματά της μπορούν να διαβαστούν από πίσω προς τα εμπρός, από το τέλος ως την αρχή. Μια ποίηση όχι απλώς καταγγελτική αλλά συμπάσχουσα και θρηνούσα, όχι όμως με την αβάσταχτη και τη βαριά μορφή μιας ελεγείας και τη θρηνητική μορφή. Το ζητούμενο είναι πάντα μια εξεύρεση λύσης, μια λυτρωτική έξοδος και τέτοια έξοδο έχει το ποιητικό σώμα και αίμα της, με πολύχρωμα παραπετάσματα και αγκυλώσεις για να υπερβούμε επιτέλους τη θολή γραμμή των οριζόντων (Νίκος Καββαδίας).
Αυτή η ποίηση μας χρειάζεται. Σαν πυρωμένη λάβα με ενέργεια, ενάργεια μετάγγιση αίματος και δράσης, γιατί όπως γράφει χαρακτηριστικά και πιστεύει με ακράδαντη την πεποίθησή της πως θα μπολιάσουν το χώμα για να καρπίσει το δέντρο της πολυπόθητης ελευθερίας: «τόσο αίμα χυμένο/ όχι οι λαοί δεν το λογάριασαν ποτέ/ ούτε έκπτωση έκαναν ποτέ στην αξία του/το έχυσαν άφθονο στα ριζά της δικαίωσης». Έχει το θάρρος ακόμα η ποιήτρια να καταγγείλει όλους αυτούς τους θανάτους και τις μυστήριες εξαφανίσεις ανθρώπων, όπως οι δημοσιογράφοι που κάνουν το καθήκον τους στα μετερίζια και χάνονται, όπως το συμβάν της 19ης Ιουλίου του 2011, όπου εξαφανίστηκε δημοσιογράφος χωρίς να μαθευτεί τίποτα. Έχει αυτές τις τέσσερεις λέξεις τις απλές, αυτές καταδείχνουν το μέγεθος της οδύνης αλλά και της παγκόσμιας αδιαφορίας που επέβαλε για μια ακόμα φορά τη σιωπή, ακούστε τις: «ΚΑΙ ΚΑΝΕΙΣ ΔΕΝ ΜΙΛΑΕΙ».
Μα η ζωή γράφεται όπως υποστηρίζει η ίδια με δρόμους διάσπαρτους με πτώματα και με αίμα. Ποίηση γραμμένη με οργή και θυμό, δίκαια , γιατί πλημυρίζει η ψυχή της από αυτό που εμείς οι νομικοί λέμε «δικαιολογημένη αγανάκτηση» για τα όσα τερατώδη συμβαίνουν και δεν προλαβαίνουν να γίνουν κτήμα μας προτού ξεσπάσει κι άλλο βίαιο γεγονός (βλέπουμε τηλεόραση τρώγοντας και ακούμε τις ειδήσεις με τα πτώματα και τους θανάτους σαν να μην τρέχει τίποτα, έχουμε τόσο συνηθίσει): «Λησμονήσαμε ολότελα παιδεία και αγώνες κι ιστορία»… Στο τέλος αυτό που απομένει είναι ότι το πεδίο δράσης και η ευθύνη μεταφέρεται στις δυνάμεις του καθενός από εμάς που είχαμε και συμπαραστάτες στο παγκόσμιο προσκλητήριο ακόμα και «τούτα τα ζωντανά της ζούγκλας επαναστατούν στην εκμετάλλευση και την αδικία» . Μια ποίηση σπονδυλωτών αρθρώσεων , που κάλλιστα μπορούν να αποσπαστούν κάποια μέρη της , πανανθρώπινη και οικουμενική, αυθόρμητη αλλά και στηλιτευτική, αγωνιούσα και προτείνουσα λύσεις, και όχι απλώς διαπιστευτική και κατεναυστική, όπως έλεγε παλιά ότι πρέπει να είναι η ποίηση ο γνωστός συγγραφέας και συμπατριώτης μου Ασημάκης Πανσέληνος. Βροντή και αστραπή και καταιγίδα και χείμαρρος που κατευθύνεται από αγάπη , έγνοια και φροντίδα για τον συνάνθρωπο, που ξαγρυπνά στο προσκεφάλι του πόνου και του χρέους, μια ποίηση τραγικής μορφής και τοπίο θανάτου αλλά και μια ποίηση που σαλπίζει γι’ αγώνες και διεκδικήσεις σ’ έναν κόσμο που δεν νογά ( Οδυσέας Ελύτης).«Εμείς οι άνθρωποι/ να μπούμε μπροστά/ ταγοί και κριάρια/στου λαού μας το πρόσταγμα/στης ζωής τα νταμάρια/».
Ποίηση με τρόπο και στάση ζωής, με αξιοζήλευτη αρμοδεσιά, διαλεχτή, που δεν γνωρίζει σύνορα και διακρίσεις , υψηλόπνοη που εισχωρεί παντού, των θυρών κεκλεισμένων, αρκεί να μπορεί και να θέλει κανείς να την ακούσει, όπως γράφει χαρακτηριστικά η Χρυσάνθη Ζιτσαία για μιαν άλλη Κορινθία ποιήτρια, την Ευαγγελία Πάνου-Παπαχρήστου, που χάσαμε πριν μερικά χρόνια και που ισχύουν οπωσδήποτε για την παρούσα άξια ποιήτρια που γνωρίζουμε σήμερα, την Μαργαρίτα Φρονιμάδη-Ματάτση. Την ποιήτρια με το αγωνιστικό φρόνημα, την αταλάντευτη, ακλόνητη πίστη για τη δικαίωση των οραμάτων της, έξω από φραγμούς, όρια, που χρόνια τώρα μάχεται στο δικό της μετερίζι με ωριμότητα αποφασιστική και αγωνιστικό παλμό, ακόμα κι αν οι θεοί είναι άφαντοι, σε ανοιχτά πελάγη πάντα και τα παιδιά της Συρίας γίνονται παιδιά όλων των λαών της γης, οι ναυαγοί του κόσμου με σαπιοκάραβα, με πληρωμένους εγκληματίες και καταδότες.. Για αυτούς γράφει χαρακτηριστικά η Μαργαρίτα Φρονιμάδη-Ματάτση πως παρ’ όλα αυτά , πλέουν μ’ ένα βλέμμα χαμόγελο και τη μάνα μ’ ένα λουλούδι ολάνθιστο και κυρίως μια ματιά καρφωμένη στο όνειρο! Γι αυτούς όλους τους ήρωες- τους μικρούς Χριστούς, τους σταυρωτήδες συνανθρώπους τους, για την κατάρα και το μίσος του πολέμου, την παγκόσμια ανθρωποσφαγή. Η ποιήτρια εφαρμόζει τη ρήση του Γιάννη Ρίτσου: «τα σύκα-σύκα και η σκάφη-σκάφη».
Όμως η ποιητική της δραστηριότητα δεν σταματά εδώ. Γράφει για το φεγγάρι και για την πανσέληνο, δυο ωραιότατα ποιήματα, μάλλον δυο ποιητικές συνθέσεις, αφιερωμένες στον φίλο της, τον αείμνηστο Γιάννη Στεφανόπουλο. Μέσα τους αντικατοπτρίζονται συμβολικά οι κινήσεις των φεγγαριών, των άστρων και μέσα τους αναπτύσσονται και συναντώνται τόσα και τόσα σε μια συνομιλία φύσης και ψυχής, εσωτερικοί κραδασμοί και μύχιοι πόθοι, σε μιαν εσωτερικού διαλόγου μεγάλου βεληνεκούς, δεητική ποίηση με τρυφερότητα κι ευαισθησία μοναδική, με τα ίχνη της και τη συνδρομή των μυστικών πηγών της ψυχής, μια απολογία και μια προσευχή και αναζήτηση, μια ασκητική και μια αντιπαράθεση λόγου και πράξης, βιωμάτων, φιλοσοφικών ενατενίσεων, αναζητήσεων, προβληματισμών, χορού και χάραξης πορείας και αναμφισβήτητα, όπου ο χώρος και ο χρόνος ακινητούν, άλλωστε κινούνται με ξεχωριστή αργή κίνηση, σε αυτά τα ποιήματα σε σχέση με τα προηγούμενα γεγονός που επιτρέπει να αναλογιστούμε αυτά τα στάδια ως ιντερμέντια και εναλλαγές φορτίσεων πιο αργών, ικανών να προσφέρουν εσωτερική γαλήνη καθώς και με συνομιλία όπου κυριαρχεί η γαλήνη, η εγκαρτέρηση και η απαντοχή, τα ίδια τοπία ζωής και θανάτου εναλλασσόμενα και διαπλεκόμενα λειτουργούν και ως φάροι εσωτερικού φωτισμού και ενδεχομένων ενδυναμώσεων, που καταλήγουν σε αισιόδοξα συμπεράσματα και εκφάνσεις όπως : «κάποια αυγή /ο ήλιος θα βγεί/ και θα φωτίσει τα πλάσματά του/ πάνω στη γη» ή «και μιαν υπόσχεση σκορπά / την άνοιξη ώ! Φως μου /πως διώχνει το χειμώνα!»
Όμως η ποιήτρια έχει και το δικό της ευλογημένο καταφύγιο περίθαλψης «αδέσποτων» ποιημάτων όπως τα αποκαλεί και όχι καταφύγιο θηραμάτων, που σημαίνει πρόβατα επί σφαγή, όπως συνηθίζεται.Στα ποιήματα αυτά που είναι ΙΝ CORPO (ξεχωριστά) υπάρχει μια μεγαλύτερη ελευθερία έκφρασης και απόδοσης μορφών και περιεχόμενου, όπου της νύχτας τα κρυφά μυστικά εμπεριέχουν σκηνές μιας ενδότερης επικοινωνίας της ποιήτριας με τον εαυτό της , όπου αναζητώντας την αλήθεια της ταυτότητας, επανέρχονται οι παιδικές μνήμες, κλειδί σύνδεσης της ίδιας της ποιήτριας με την άφατη μνήμη.
Μια εφ’ όλης της ύλης περιήγηση και ιχνηλασία , εκεί όπου σφυρηλατείται η ξεχωριστή αυτάρκεια και συγκρότηση, ταυτόχρονα τα φλέγοντα θέματα του ανθρώπου, όπως ο λευκός θάνατος των ναρκωτικών, οι παράλληλοι δρόμοι του ανθρώπου, οι σκέψεις οι συναφείς της εξόντωσης, η αξία της εργασίας, συγκριτικά και συγκρουσιακά στο μεταίχμιο γεγονότα όπως το πρώτο κλάμα, το λευκό της αποστείρωσης και το μαύρο της πανανθρώπινης κατάθλιψης, τα τρωκτικά της γης και της καθ’ εκάστης εξουσίας και ο παράλληλος ευνουχισμός πνεύματος και ζωής ή αλλιώς Η ΖΩΗ ΕΝ ΤΑΦΩ για να θυμηθούμε τον Στρατή Μυριβήλη, τον συμπατριώτη μου, η παρουσία και η απουσία των αγαπημένων και η βασανιστική και πολύχρονη πορεία «σ’ ένα θανατηφόρο σκοτάδι», ο εξανδραποδισμός, η αλόγιστη εγκληματικότητα, η κερδοσκοπία. Όλα αυτά όμως τα ποιήματα συνιστούν μιαν ευρεία ενότητα που σε τίποτα δεν αντιπαρατίθεται με τον γενικό κορμό και ύφος της συγκεκριμένης συλλογής.
Αχαρτογράφητα ποιήματα δεν υπάρχουν στους «Άφαντους Θεούς». Υπάρχει αλληλουχία και εναλλασσόμενα πεδία φόρτισης. Μια αγωνιστική ανάθεση, ένας πόθος για το κοινό όραμα! Ακόμα η ποιήτρια μας δίνει ταυτόχρονα το ακριβό δώρο της αναδρομής στα θύματα του Πολυτεχνείου, της εποχής μας. Μιας εποχής που ζήσαμε, και που αναδύεται το γενικότερο κλίμα της βίας, της αντίστασης, το νόημα και το περιεχόμενο της θυσίας χωρίς αντάλλαγμα: «Ορθό τ’ ανάστημα, στητό/ξεπέρασε τον ήλιο/και της ψυχής το ψήλωμα/στητό κι αυτό περίσσιο/ δεν έχει κρατημό!»
Αυτό το στερητικό ΑΛΦΑ των «ΘΕΩΝ ΑΦΑΝΤΩΝ» επιβάλλει το εκ των ων ουκ άνευ, της κοινωνικής συμμετοχής όλων μας και της συμμετοχής στο μερίδιο της ευθύνης που αναλογεί στον καθένα. Η Μ.Φ.-Μ. προσγειωμένη και δυνατή προτάσσει τον δικό της τρόπο και στάση ζωής που βρίσκει κάθε μέρα πολλούς αποδέκτες. «Μένει για μας τους ταπεινούς/ ένα ποτήρι μοναχά: εκείνο/ των πικρών των μαρτυρίων…». Από την άλλη μεριά επειδή η Τέχνη είναι μαρτυρία γι αυτό και θέλει εθελοντές, μάρτυρες και δοκιμαστές. Είναι η βίωση του χρόνου σε λίγες στιγμές , είναι οι «μικρές βουτιές» (ποιητική συλλογή του Στρατή Μυριβήλη), αυτές που αγγίζουν μια ολόκληρη ζωή , οι στίχοι και οι στόχοι της Μ.Φ‑Μ σε ένα ξεχωριστό διαμέτρημα του χρόνου. Η ποιήτρια με μικρές φράσεις, στίχους των δύο τριών λέξεων ιστορεί, ζωγραφεί και περιγράφει συγκλονιστικά την κλεψύδρα των ημερών και ταυτόχρονα είναι και μια αξονική καταγραφή μιας ολόκληρης εποχής. Πρόκειται για μια ποιητική σύνθεση που αποτελείται από τέσσερεις επιμέρους εικόνες. Κλείνοντας να πούμε ότι είναι επιλεκτική η παράθεση και μόνο των τίτλων που ζωγραφούν και συναποτελούν το κύριο περιεχόμενο δράσης και εστίασης του ποιητικού χώρου και χρόνου της Μ.Φ.-Μ, τις αναφέρουμε για του λόγου το αληθές. Από τα περιεχόμενα και μόνο θα το δείτε: Πόνος που ματώνει, αγώνας και πίκρα, πνιγμένη φωνή, έκρηξη, φιμωμένη κραυγή.
Αγαπητοί φίλοι με τους «ΘΕΟΥΣ ΑΦΑΝΤΟΥΣ» η Μ.Φ.Μ γονιμοποιεί το σπόρο του «άξιου τέκνου της ανάγκης κι ώριμου τέκνου της οργής» του Κώστα Βάρναλη. Λόγος, ανάσα και ανάθεμα, μνήμη, ανοιχτά μέτωπα καιρών, διαρκής ένταση, αγώνας ζωής και θανάτου και αδιέξοδα προσμετρώνται και καταδικάζονται μικροψυχείς και ευτελείς συναλλαγές. Η ποιήτρια βροντοφωνάζει «είμαστε ορθοί» κι αυτό είναι που έχει σημασία. «Θρέψε ελπίδα μ’ αγώνα, /όνειρα και προσευχή/ κι αναρριχήσου στην κορφή/ χωρίς ρυτίδα κι οιμωγή». Ευχαριστούμε τη Μαργαρίτα Φρονιμάδη-Ματάτση.