Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Δ. Κουτσούμπας στη Γερμανία: Από το κολαστήριο του Νταχάου απέδωσε φόρο τιμής σε αυτούς που συνέτριψαν το φασιστικό τέρας (VIDEO)

Στο Πρώ­ην Ναζι­στι­κό Στρα­τό­πε­δο Συγκέ­ντρω­σης στο Ντα­χά­ου βρέ­θη­κε σήμε­ρα 9 Μάη, ανή­με­ρα της Ημέ­ρας της Αντι­φα­σι­στι­κής Νίκης των Λαών, ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημή­τρης Κου­τσού­μπας, επι­κε­φα­λής αντι­προ­σω­πεί­ας του Κόμ­μα­τος στην οποία συμ­με­τέ­χουν ακό­μη ο Ζήσης Λυμπε­ρί­δης, μέλος της Γραμ­μα­τεί­ας της ΚΕ του ΚΚΕ, ο Κώστας Παπα­δά­κης, ευρω­βου­λευ­τής του ΚΚΕ και εκ νέου υπο­ψή­φιος, και ο Γιάν­νης Μανου­σο­γιαν­νά­κης, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ. «Παρών» ήταν και ο γιος του Νίκου Ζαχα­ριά­δη, Σήφης.

Έγι­ναν δεκτοί με χει­ρο­κρο­τή­μα­τα και τις σημαί­ες του ΚΚΕ με το σφυ­ρο­δρέ­πα­νο ανοι­χτές, από δεκά­δες φίλους του Κόμ­μα­τος που τον περί­με­ναν στον χώρο.

Εκεί, σε έναν από τους πλέ­ον εμβλη­μα­τι­κούς τόπους μαρ­τυ­ρί­ου πάνω από 200 χιλιά­δων κρα­του­μέ­νων, από τους οποί­ους 40 και πλέ­ον χιλιά­δες βρή­καν το θάνα­το από τις κακου­χί­ες, τα βασα­νι­στή­ρια και το αιμα­το­βαμ­μέ­νο χέρι του φασι­σμού — ναζι­σμού, η αντι­προ­σω­πεία του Κόμ­μα­τος απέ­δω­σε φόρο τιμής στην ηρω­ι­κή πάλη του Κόκ­κι­νου Στρα­τού, του σοβιε­τι­κού λαού, των αντι­στα­σια­κών κινη­μά­των με μπρο­στά­ρη­δες τους κομ­μου­νι­στές που τσά­κι­σαν το ναζι­στι­κό κτή­νος που μια τέτοια μέρα πριν 79 χρό­νια παρα­δι­νό­ταν άνευ όρων.

Μια συγκλονιστική ξενάγηση

Κάθε βήμα στον ιερό αυτό χώρο είναι εξάλ­λου κι ένα χαστού­κι σε εκεί­νους που προ­σπα­θούν να φέρουν την Ιστο­ρία στα μέτρα των σημε­ρι­νών τους σχε­δια­σμών για να ξανα­ρί­ξουν τους λαούς στους πολέ­μους «για τα αφέ­ντη το φαΐ», για να απα­γο­ρεύ­σουν κομ­μου­νι­στι­κά και εργα­τι­κά κόμ­μα­τα, να παρου­σιά­σουν τα σημε­ρι­νά αδιέ­ξο­δα και τη βαρ­βα­ρό­τη­τα του σάπιου εκμε­ταλ­λευ­τι­κού συστή­μα­τος, της ιμπε­ρια­λι­στι­κής ένω­σης της ΕΕ ως μονόδρομο.

Το στρα­τό­πε­δο του Ντα­χά­ου ιδρύ­θη­κε τον Μάρ­τιο του 1933. Ήταν το πρώ­το από τα στρα­τό­πε­δα συγκέ­ντρω­σης που δημιούρ­γη­σαν οι ναζί, με τον Χ. Χίμ­λερ ως αρχη­γό της Αστυ­νο­μί­ας του Μονά­χου, να το περι­γρά­φει επί­ση­μα ως «το πρώ­το στρα­τό­πε­δο συγκέ­ντρω­σης για πολι­τι­κούς κρατουμένους».

Την περί­ο­δο 1933 — 1945 κατα­γρά­φη­καν πάνω από 206.000 κρα­τού­με­νοι, από περισ­σό­τε­ρες από 40 χώρες, υπήρ­ξαν όμως και άλλοι που δεν κατα­γρά­φη­καν, όπως πολ­λοί Σοβιε­τι­κοί αιχ­μά­λω­τοι πολέ­μου. 42.000 πέθα­ναν εδώ από πεί­να, ασθέ­νειες, βασα­νι­στή­ρια, δολοφονίες.

Πάνω από 33.000 κρα­τού­με­νοι δια­μοι­ρά­στη­καν σε 140 «θυγα­τρι­κά» στρα­τό­πε­δα, που είχαν στη­θεί δίπλα σε επι­χει­ρή­σεις και βιο­μη­χα­νί­ες και στις οποί­ες δού­λευαν μέχρις εξό­ντω­σης, με βασι­κό­τε­ρες τα γνω­στά μονο­πώ­λια BMW, Agfa, Messerschmitt, Hoch-Tief. «Σήμα κατε­τε­θέν» άλλω­στε του στρα­το­πέ­δου, η σφυ­ρή­λα­τη σιδε­ρέ­νια πύλη στην είσο­δο με την επι­γρα­φή «Arbeit macht frei» («Η εργα­σία απε­λευ­θε­ρώ­νει») από όπου περ­νού­σαν οι κρα­τού­με­νοι, αντι­κα­το­πτρί­ζο­ντας τη ναζι­στι­κή προ­πα­γάν­δα, η οποία στό­χευε να παρου­σιά­σει τα στρα­τό­πε­δα συγκέ­ντρω­σης ως «στρα­τό­πε­δα εργα­σί­ας και εκπαί­δευ­σης», όσο και την απάν­θρω­πη στά­ση απέ­να­ντι στους κρα­τού­με­νους, με την κατα­να­γκα­στι­κή εργα­σία να απο­τε­λεί μέσο εξό­ντω­σης και τρό­μου που χρη­σι­μο­ποιού­σαν τα SS.

Λίγο παρα­κά­τω, στην «Πλα­τεία προ­σκλη­τη­ρί­ου», μετα­ξύ της πύλης και των στρα­τώ­νων, οι ταπει­νώ­σεις, οι σωμα­τι­κές τιμω­ρί­ες και ασκή­σεις μέχρι εξά­ντλη­σης, οι ξυλο­δαρ­μοί, ήταν στην ημε­ρή­σια διά­τα­ξη. Οι άρρω­στοι και αδύ­να­μοι κρα­τού­με­νοι συχνά κατέρ­ρε­αν από την εξά­ντλη­ση κατά τη διάρ­κεια της ονο­μα­στι­κής κλή­σης. Κανέ­νας από τους κρα­τού­με­νους δεν επι­τρε­πό­ταν να τους βοηθήσει.

Κι εδώ ακό­μη όμως, μέσα στο στρα­τό­πε­δο εξό­ντω­σης, η αλλη­λεγ­γύη και η οργά­νω­ση των κρα­του­μέ­νων απο­τε­λού­σε το μόνο απο­κού­μπι, χάρη στο οποίο χιλιά­δες άντεξαν.

Την αλλη­λεγ­γύη μετα­ξύ των κρα­του­μέ­νων συμ­βο­λί­ζει και το ανά­γλυ­φο με τη μορ­φή αλυ­σί­δας που περιέ­χει γωνί­ες σε διά­φο­ρα χρώ­μα­τα με τις οποί­ες τα SS σημά­δευαν τους κρα­τού­με­νους, ανά­γλυ­φο που βρί­σκε­ται απέ­να­ντι από το κεντρι­κό χάλ­κι­νο γλυ­πτό με τους ανθρώ­πους μέσα στο συρ­μα­τό­πλεγ­μα. Βρί­σκο­νται στο πιο χαμη­λό σημείο του Διε­θνούς Μνη­μεί­ου, που σχε­διά­στη­κε από τον Nandor Glid, Γιου­γκο­σλά­βο Εβραίο και αντι­στα­σια­κό, σε μια δια­δρο­μή που συμ­βο­λί­ζει τον πόνο και την απελ­πι­σία των κρα­του­μέ­νων, πριν να βρε­θεί μέσα από μια ανη­φο­ρι­κή δια­δρο­μή στον τάφο ενός ανώ­νυ­μου κρα­τού­με­νου, με την επι­γρα­φή στην πλά­τη να δίνει υπό­σχε­ση σε 5 γλώσ­σες: «Ποτέ ξανά»!

Εκεί στο Διε­θνές μνη­μείο ο Δ. Κου­τσού­μπας κατέ­θε­σε ένα μπου­κέ­το κόκ­κι­να γαρύ­φαλ­λα εκ μέρους της ΚΕ του ΚΚΕ με την κορ­δέ­λα να γρά­φει «9η Μάη 1945–9η Μάη 2025. Τιμά­με τα χιλιά­δες θύμα­τα του ναζι­σμού στο Νταχάου».

«Είμαι ο Νίκος Ζαχαριάδης»

«Γεια σας. Μήπως κανείς από σας με γνωρίζει;».

- «Οχι».

-«Ακού­στε προ­σε­κτι­κά. Δεν έχου­με πολύ χρό­νο. Εδώ μέσα είναι κόλα­ση, ατσα­λω­θεί­τε για να αντέ­ξε­τε, μην τα χάσε­τε, τα μάτια σας ανοι­χτά και τα λόγια σας μετρη­μέ­να. Πρώ­τον, θα δώσε­τε τα στοι­χεία σας. Θα σας ρωτή­σουν το επάγ­γελ­μά σας. Για τους εργα­το­τε­χνί­τες δεν υπάρ­χει πρό­βλη­μα. Στους δια­νο­ού­με­νους απευ­θύ­νο­μαι. Εσείς δε θα πεί­τε την πραγ­μα­τι­κή σας ενα­σχό­λη­ση (υπάλ­λη­λος, δάσκα­λος, φοι­τη­τής κλπ.), αλλά θα βρεί­τε ένα εργα­το­τε­χνι­κό επάγ­γελ­μα — τσα­γκά­ρης, ράφτης, κου­ρέ­ας, υδραυ­λι­κός. (…) Το μεση­μέ­ρι θα σας εξη­γή­σω, γυρί­ζο­ντας από τη δου­λειά. Είμαι ο Νίκος Ζαχαριάδης ».

Μ’ αυτές τις κου­βέ­ντες έγι­νε η γνω­ρι­μία των 32 Ελλή­νων πολι­τι­κών κρα­του­μέ­νων στο ναζι­στι­κό στρα­τό­πε­δο Ντα­χά­ου, το πρώ­το βρά­δυ που έφτα­σαν σ’ αυτό, με τον συγκρα­τού­με­νό τους, ΓΓ του ΚΚΕ, Νίκο Ζαχα­ριά­δη.

Η πλειο­ψη­φία των 32 Ελλή­νων ήταν Γιαν­νιώ­τες. Οι περισ­σό­τε­ροι από αυτούς ήταν ΕΠΟ­Νί­τες μαθη­τές της Ζωσι­μαί­ας Σχο­λής, τους οποί­ους συνέ­λα­βαν οι Ιτα­λοί το Μάη του 1942 εν ώρα μαθή­μα­τος. Μαζί με άλλους συλ­λη­φθέ­ντες — εργα­ζό­με­νους, υπάλ­λη­λους, φοι­τη­τές — κλεί­στη­καν στην Ιτα­λι­κή Ασφά­λεια και μετά σε στρα­τό­πε­δο στην Πρέ­βε­ζα. Το Δεκέμ­βρη του 1942 μετα­φέρ­θη­καν ως εξό­ρι­στοι σε χωριό της Τοσκά­νης. Το Σεπτέμ­βρη του 1943 παρα­δό­θη­καν στους Γερ­μα­νούς και μετα­φέρ­θη­καν στο Νταχάου.

Κάποιοι από αυτούς πέθα­ναν στο Ντα­χά­ου. Ελά­χι­στοι επέ­ζη­σαν. Μετα­ξύ τους και ο Γιαν­νιώ­της Τάκης Σωτη­ριά­δης, ο κρα­τού­με­νος 57739 που χαρα­κτη­ρι­στι­κά είχε πει: «Ο Ζαχα­ριά­δης μας επι­σκε­πτό­ταν σχε­δόν καθη­με­ρι­νά. Προ­σπα­θού­σε κι αυτός να μην κυριαρ­χή­σει η απο­γο­ή­τευ­ση και χάσου­με τον έλεγ­χο. Τα πάντα ήταν αρνη­τι­κά. Που­θε­νά δεν έβλε­πες φως».

Ο Νίκος Ζαχα­ριά­δης βρι­σκό­ταν στα χέρια των αρχών της ασφά­λειας του Μετα­ξά από τον Σεπτέμ­βρη του 1936. Με την εισβο­λή των Γερ­μα­νι­κών στρα­τευ­μά­των το 1941 ο Ζαχα­ριά­δης και εκα­το­ντά­δες πολι­τι­κοί κρα­τού­με­νοι παρα­δό­θη­καν στη Γκε­στά­πο στις 27 Απρι­λί­ου. Μετα­φέρ­θη­κε αρχι­κά στο Τατόι και από εκεί στη Θεσ­σα­λο­νί­κη, στο Βελι­γρά­δι και τέλος στη Βιέννη.

Έξι μήνες αργό­τε­ρα, στις 30 Νοεμ­βρί­ου του 1941 μετα­φέρ­θη­κε στο στρα­τό­πε­δο συγκέ­ντρω­σης του Ντα­χά­ου, όπου έμει­νε κρα­τού­με­νος μέχρι την απε­λευ­θέ­ρω­ση και σύμ­φω­να με μαρ­τυ­ρί­ες έμε­νε στο μπλοκ 2, δίνο­ντας με την απο­φα­σι­στι­κή, συνει­δη­τή, στα­θε­ρή στά­ση του από την πρώ­τη στιγ­μή κου­ρά­γιο στους συγκρα­τού­με­νούς και βοη­θώ­ντας τους να επιζήσουν.

Εκεί βρέ­θη­κε και η αντι­προ­σω­πεία του ΚΚΕ με επι­κε­φα­λής τον Δ. Κου­τσού­μπα απο­δί­δο­ντας φόρο τιμής στον Ν. Ζαχα­ριά­δη που όπως σε όλη του την πορεία του, έτσι και ως δεσμώ­της του Ντα­χά­ου από το 1941 ως το 1945, επι­βε­βαί­ω­σε τον τίτλο του κομ­μου­νι­στή ηγέ­τη, του αλύ­γι­στου επα­να­στά­τη, του γεν­νή­μα­τος της ταξι­κής πάλης και του Κόμ­μα­τός μας.

Το μπου­κέ­το με τα κόκ­κι­να γαρύ­φαλ­λα εκ μέρους της ΚΕ του ΚΚΕ έγρα­φε: «Στον κομ­μου­νι­στή ηγέ­τη, αλύ­γι­στο ήρωα του Ντα­χά­ου, Νίκο Ζαχα­ριά­δη». Ενώ ένα μπου­κέ­το γαρί­φα­λα κατέ­θε­σε και ο γιος του Νίκου Ζαχα­ριά­δη, Σήφης, εκ μέρους όλης της οικογένειας.

Ένα ολοκληρωμενο σύστημα εξόντωσης

Εκεί, κατά τη διάρ­κεια της ξενά­γη­σης το λόγο πήρε ο Peter Wilmitzer, από­γο­νος δεσμω­τών του Ντα­χά­ου, ο οποί­ος και ανα­φέρ­θη­κε στην προ­έ­λευ­ση των κρα­του­μέ­νων και τις συν­θή­κες κρά­τη­σης, την καθη­με­ρι­νή ζωή στο στρα­τό­πε­δο αλλά και στην οργά­νω­ση της αντί­στα­σης ως και την απε­λευ­θέ­ρω­ση, την άνοι­ξη του 1945.

Στους στρα­τώ­νες, στα «μπλοκ» του στρα­το­πέ­δου που τα απο­μει­νά­ρια τους και δυο ανα­κα­τα­σκευα­σμέ­να κτί­ρια βρί­σκο­νται λίγο πιο δίπλα, οι συν­θή­κες ζωής ήταν απε­ρί­γρα­πτες: Στο τέλος του πολέ­μου πάνω από 1800 επι­ζώ­ντες ζού­σαν σε κάθε μπλοκ, σχε­δια­σμέ­νο αρχι­κά για 200 άτο­μα. Πολ­λοί δεν άντε­ξαν τις ανεί­πω­τες κακου­χί­ες, τα μαρ­τύ­ρια, τις αρρώ­στιες, το συνε­χές καθε­στώς τρό­μου επι­λέ­γο­ντας μέσα στην απελ­πι­σία τους στην «ουδέ­τε­ρη ζώνη» όπου πυρο­βο­λού­νταν απ’ τους φρου­ρούς ή πέφτο­ντας πάνω στα ηλε­κτρο­φό­ρα σύρματα.

Ο μόνος που κατά­φε­ρε να δρα­πε­τεύ­σει από την κόλα­ση ήταν το στέ­λε­χος του KPD, του ΚΚ Γερ­μα­νί­ας, Χάνς Μπάιμ­λερ, μια μέρα σαν τη σημε­ρι­νή, στις 9 του Μάη του 1933: Αργό­τε­ρα ανέ­λα­βε τη συγκρό­τη­ση της ηρω­ι­κής ταξιαρ­χί­ας Τέλ­μαν κατά τον ισπα­νι­κό εμφύ­λιο πόλεμο.

Λίγο πιο κάτω, στα κρε­μα­τό­ρια, στους θαλά­μους θανά­τω­σης και απο­τέ­φρω­σης που λει­τουρ­γού­σαν κι ως τόποι εκτέ­λε­σης, το στο­μά­χι δένε­ται κόμπος. Χιλιά­δες βρή­καν τον θάνα­το εδώ. Με την έναρ­ξη του πολέ­μου η συστη­μα­τι­κή εξό­ντω­ση των κρα­τού­με­νων εκτι­νά­χτη­κε: Μέσα σε δυο χρό­νια από το 1940 στο 1942 οι ναζί χρειά­στη­καν νέες εγκα­τα­στά­σεις αφού οι παλιές δεν επαρκούσαν…

Κάθε γωνία και μια ιστο­ρία τρό­μου, εγκλη­μά­των αλλά και αντί­στα­σης: Το ιατρείο, που αρχι­κά τα SS χρη­σι­μο­ποιού­σαν ως βιτρί­να για τις αντι­προ­σω­πεί­ες που επι­σκέ­πτο­νταν το στρα­τό­πε­δο, αλλά που γρή­γο­ρα μετα­τρά­πη­κε σε τόπο θανά­του, με την ραγδαία εξά­πλω­ση των μολυ­σμα­τι­κών ασθε­νειών, αλλά και με κρα­τού­με­νους για­τρούς να φρο­ντί­ζουν τους άρρω­στους συντρό­φους τους.

Εδώ γίνο­νταν και τα απάν­θρω­πα πει­ρά­μα­τα των ναζί. Η επι­στή­μη στην υπη­ρε­σία της καπι­τα­λι­στι­κής βαρ­βα­ρό­τη­τας: πλάι στο στρα­τό­πε­δο υπήρ­χαν και άλλες εγκα­τα­στά­σεις των SS, όπως η «Σχο­λή ιατρι­κής εκπαί­δευ­σης» και η «Σχο­λή οικο­νο­μι­κής δια­χεί­ρι­σης», καθώς και ένα κέντρο εκπαί­δευ­σης για την οργά­νω­ση και διοί­κη­ση στρα­το­πέ­δων συγκέ­ντρω­σης, με «από­φοι­τους» τους Ρού­ντολφ Ες, Άντολφ Άιχ­μαν και λοιπούς.

Πίσω απ’ τα μπλοκ οι εγκα­τα­στά­σεις παρα­γω­γής, όπου απο­σπά­σμα­τα κρα­του­μέ­νων χρη­σι­μο­ποιού­νταν για κατα­να­γκα­στι­κή εργα­σία. Το 1941 προ­στέ­θη­κε ένας στρα­τώ­νας απο­λύ­μαν­σης στον οποίο απο­λυ­μαί­νο­νταν τα ρού­χα και οι κου­βέρ­τες των κρα­του­μέ­νων. Καθώς τα SS απέ­φευ­γαν το κτί­ριο λόγω του κιν­δύ­νου μόλυν­σης, οι κρα­τού­με­νοι το χρη­σι­μο­ποιού­σαν για παρά­νο­μες συνα­ντή­σεις, ενώ κατά­φε­ραν να προ­μη­θευ­τούν και να κρύ­ψουν και έναν ραδιο­φω­νι­κό δέκτη, τον οποίο χρη­σι­μο­ποιού­σαν για να ακού­νε ξένους σταθμούς.

Στο κτί­ριο «κοι­νής ωφέ­λειας», τα SS πραγ­μα­το­ποιού­σαν την ταπει­νω­τι­κή δια­δι­κα­σία εισ­δο­χής των νεο­α­φι­χθέ­ντων κρα­του­μέ­νων: Γδύ­νο­νταν και παρέ­δι­δαν τα προ­σω­πι­κά τους αντι­κεί­με­να, ενώ στο λου­τρό ξυρί­ζο­νταν στο κεφά­λι και στο σώμα για εξευ­τε­λι­σμό, που ολο­κλη­ρω­νό­ταν με την την στο­λή κρα­τού­με­νου, συνή­θως σε λάθος μέγε­θος πάνω στο οποίο οι κρα­τού­με­νοι υπο­χρε­ώ­νο­νταν να ράψουν τον αριθ­μό του κρα­τού­με­νου κι ένα χρω­μα­τι­στό τρί­γω­νο, που χώρι­ζε τους κρα­τού­με­νους, με τα SS να χρη­σι­μο­ποιούν σκό­πι­μα τις κατη­γο­ρί­ες για να σπεί­ρουν τη διχό­νοια μετα­ξύ των ομά­δων κρατουμένων.

Από το 1939, όλα αυτά γίνο­νταν με φόντο ένα από­σπα­σμα του Χάιν­ριχ Χίμ­λερ, γραμ­μέ­νο με μεγά­λα λευ­κά γράμ­μα­τα στην ορο­φή του κτι­ρί­ου υπη­ρε­σιών που έβλε­πε προς τους στρα­τώ­νες: «Υπάρ­χει ένας δρό­μος για την ελευ­θε­ρία. Τα ορό­ση­μά του είναι: υπα­κοή, ειλι­κρί­νεια, καθα­ριό­τη­τα, νηφα­λιό­τη­τα, επι­μέ­λεια, τάξη, αίσθη­μα θυσί­ας, ειλι­κρί­νεια, αγά­πη για την πατρί­δα», έγρα­φε χλευά­ζο­ντας τους κρα­τού­με­νους και την απελ­πι­στι­κή τους κατάσταση.

Λίγο πιο δίπλα εκα­το­ντά­δες μαρ­τύ­ρη­σαν στο κέντρο κρά­τη­σης, στην αίθου­σα ανα­κρί­σε­ων και βασα­νι­στη­ρί­ων, στις φυλα­κές και στην απο­μό­νω­ση, στο κτί­ριο που οι κρα­τού­με­νοι απο­κα­λού­σαν «Bunker» — καταφύγιο.

Στην αυλή μετα­ξύ του κτι­ρί­ου των υπη­ρε­σιών και της φυλα­κής του στρα­το­πέ­δου, δια­χω­ρι­σμέ­να από έναν τοί­χο, τα SS έστη­σαν ένα πεδίο βολής. Στα τέλη Αυγού­στου 1941, τα SS άρχι­σαν να εκτε­λούν εκεί Σοβιε­τι­κούς αιχ­μα­λώ­τους πολέ­μου. Για λόγους μυστι­κό­τη­τας, οι μαζι­κές εκτε­λέ­σεις πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν στη συνέ­χεια στο κοντι­νό «σκο­πευ­τή­ριο Hebertshausen SS».

Προς τα τέλη Απρι­λί­ου 1945, τα SS άρχι­σαν να εκκε­νώ­νουν τους κρα­τού­με­νους από το στρα­τό­πε­δο συγκέ­ντρω­σης Ντα­χά­ου, προ­κει­μέ­νου να απο­τρέ­ψουν την απε­λευ­θέ­ρω­σή τους από τα συμ­μα­χι­κά στρατεύματα.

Του­λά­χι­στον 25.000 κρα­τού­με­νοι από το σύστη­μα των στρα­το­πέ­δων του Ντα­χά­ου στάλ­θη­καν σε ανα­γκα­στι­κές πορεί­ες με τα πόδια προς το Τιρό­λο ή μετα­φέρ­θη­καν μακριά με φορ­τη­γά τρένα.

Στις 29 Απρι­λί­ου 1945, μονά­δες του αμε­ρι­κα­νι­κού στρα­τού απε­λευ­θέ­ρω­σαν το στρα­τό­πε­δο συγκέ­ντρω­σης Ντα­χά­ου. Την ίδια μέρα, οι επι­ζώ­ντες συστή­νουν μια διε­θνή επι­τρο­πή στρα­το­πέ­δων. Για χιλιά­δες κρα­τού­με­νους, η διά­σω­ση έρχε­ται πολύ αργά — πεθαί­νουν από εξά­ντλη­ση, ασθέ­νειες και τις συνέ­πειες της φυλάκισης.

Καθό­λου τυχαία, οι κυβερ­νή­σεις της Ομο­σπον­δια­κής Δημο­κρα­τί­ας της Γερ­μα­νί­ας και οι σύμ­μα­χοι της προ­σπά­θη­σαν να σβή­σουν τα «ίχνη» των ανεί­πω­των εγκλη­μά­των που έγι­ναν εδώ, στην υπη­ρε­σία του γερ­μα­νι­κού κεφαλαίου.

Μόνο χάρη στην πρω­το­βου­λία των επι­ζώ­ντων, οι οποί­οι δημιούρ­γη­σαν τη Διε­θνή Επι­τρο­πή του Ντα­χά­ου (CID), το 1955, το πρώ­ην στρα­τό­πε­δο κρα­του­μέ­νων μετα­τρά­πη­κε μέσα σε 10 χρό­νια σε τόπο μνήμης.

Πολ­λά από τα κτί­σμα­τα ισο­πε­δώ­θη­καν, ιδιαί­τε­ρα τη δεκα­ε­τία του 1960. Το συγκρό­τη­μα της κατα­να­γκα­στι­κής εργα­σί­ας κατε­δα­φί­στη­κε στα­δια­κά τις δεκα­ε­τί­ες του 1950 και 1960. Το Κρε­μα­τό­ριο σώθη­κε τελευ­ταία στιγ­μή από κατε­δά­φι­ση. Το 1962 η κυβέρ­νη­ση κατε­δά­φι­σε τους στρα­τώ­νες και στα πλαί­σια συμ­φω­νί­ας με την επι­τρο­πή ανα­κα­τα­σκεύ­α­σε 2 στρα­τώ­νες για να τον επι­σκέ­πτο­νται οι επι­σκέ­πτες του μνη­μεια­κού χώρου.

 

Ν. Μπε­λο­γιάν­νης Ν. Πλου­μπί­δης – Στο σπί­τι των ηρώων

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο