Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ελένη Βακαλό

Η Ελέ­νη Βακα­λό γεν­νή­θη­κε στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη το 1921 και πέθα­νε στις 9 Οκτω­βρί­ου 2001.Σε ηλι­κία δύο χρό­νων εγκα­τα­στά­θη­κε με την οικο­γέ­νειά της στην Αθή­να. Σπού­δα­σε Αρχαιο­λο­γία στο Πανε­πι­στή­μιο Αθη­νών (1940–1945). Το 1944 παντρεύ­τη­κε τον ζωγρά­φο-σκη­νο­γρά­φο Γιώρ­γο Βακαλό(πουλο). Σπού­δα­σε στο Πανε­πι­στή­μιο Αθη­νών και πήρε το δίπλω­μά της στην αρχαιο­λο­γί­ας από τη Φιλο­σο­φι­κή Σχο­λή και το 1948 έφυ­γε για το Παρί­σι, όπου ειδι­κεύ­τη­κε στην ιστο­ρία τέχνης στο Πανε­πι­στή­μιο της Σορ­βόν­νης — με ειδί­κευ­ση στην ιστο­ρία της τέχνης — ενώ παρα­κο­λού­θη­σε επί­σης σεμι­νά­ρια ανθρω­πι­στι­κών επι­στη­μών στο Πανε­πι­στή­μιο του Χάρβαρντ.

Εργά­στη­κε για σύντο­μο χρο­νι­κό διά­στη­μα στη μέση εκπαί­δευ­ση ως καθη­γή­τρια Νέων Ελλη­νι­κών και στη συνέ­χεια στρά­φη­κε επαγ­γελ­μα­τι­κά στη Σχο­λή Δια­κο­σμη­τι­κών και Εφαρ­μο­σμέ­νων Τεχνών Βακα­λό, την οποία ίδρυ­σε από κοι­νού με το ζωγρά­φο και σκη­νο­γρά­φο σύζυ­γό της Γιώρ­γο Βακα­λό. Παράλ­λη­λα ασχο­λή­θη­κε με τη διδα­σκα­λία Ιστο­ρί­ας Τέχνης και την κριτική.

Εργά­στη­κε ως κρι­τι­κός τέχνης στην εφη­με­ρί­δα “Τα Νέα”, το διά­στη­μα 1952–1974 (με δια­κο­πή δύο χρό­νων στην περί­ο­δο της δικτα­το­ρί­ας) καθώς και στο περιο­δι­κό “Ζυγός” (1955–1967). Από την περί­ο­δο 1957–58 που με το σύζυ­γό της ίδρυ­σαν τη “Σχο­λή Βακα­λό” έως το 1990 δίδα­σκε ιστο­ρία της τέχνης και στοι­χεία οπτι­κής αντί­λη­ψης στην ίδια Σχο­λή, παρα­μέ­νο­ντας μέλος της διεύ­θυν­σης έως το τέλος της ζωής της. Διε­τέ­λε­σε, επί­σης, μέλος του Δ.Σ. της Εθνι­κής Πινα­κο­θή­κης μετά το 1994. Συνερ­γά­στη­κε με άρθρα και δοκί­μιά της με πολ­λά περιο­δι­κά. Στον χώρο της λογο­τε­χνί­ας εμφα­νί­στη­κε το 1944, με ποι­ή­μα­τά της στο περιο­δι­κό “Νέα Γράμ­μα­τα”. Μέχρι το 1997 εξέ­δω­σε συνο­λι­κά δεκα­τέσ­σε­ρα βιβλία ποί­η­σης και δύο συγκε­ντρω­τι­κές εκδό­σεις (1981, 1995).

***

Eκα­νε αισθη­τή την παρου­σία της από τη νεα­νι­κή της ηλι­κία, με την έκδο­ση της πρώ­της ποι­η­τι­κής συλ­λο­γής της («Θέμα και Παραλ­λα­γές»). Η ποί­η­ση ήταν ένας από τους τομείς στους οποί­ους πρό­σφε­ρε σημα­ντι­κά. Το προ­σω­πι­κό ύφος της με ίχνη σου­ρε­α­λι­στι­κών επιρ­ρο­ών, η πυκνή μα από­λυ­τα τιθα­σευ­μέ­νη γλώσ­σα που αγγί­ζει την ψυχή, η ευαι­σθη­σία και η σφο­δρό­τη­τα χαρα­κτη­ρί­ζουν την ποι­η­τι­κή της γρα­φή: «Το Δάσος», «Τοι­χο­γρα­φία», «Ημε­ρο­λό­για της ηλι­κί­ας», «Η έννοια των τυφλών», «Του κόσμου», «Γεγο­νό­τα και ιστο­ρί­ες της κυρά Ροδα­λί­νας» κ.ά.

Η ποι­η­τι­κή της διά­θε­ση, οι σπου­δές της στην αρχαιο­λο­γία και την ιστο­ρία της τέχνης, αλλά και η στε­νή της σχέ­ση με τη ζωγρα­φι­κή μέσω του συζύ­γου της Γιώρ­γου Βακα­λό , οδή­γη­σαν τα ενδια­φέ­ρο­ντά της στη θεω­ρία και την κρι­τι­κή της τέχνης. Και εδώ η προ­σφο­ρά της υπήρ­ξε σημα­ντι­κή, φέρ­νο­ντας μια νέα επο­χή στην ελλη­νι­κή καλ­λι­τε­χνι­κή κρι­τι­κή. Η συνει­σφο­ρά της στη θεω­ρία και την κρι­τι­κή της τέχνης, ιδιαί­τε­ρα μέσω των ανα­λύ­σε­ών της στην πρω­το­πο­ρια­κή επι­θε­ώ­ρη­ση «Ζυγός» και αργό­τε­ρα στην γκα­λε­ρί «Ωρα», ανα­γνω­ρί­στη­κε επί­ση­μα το 1997 με το Βρα­βείο Δοκι­μί­ου της Ακα­δη­μί­ας Αθη­νών, το οποίο ακο­λού­θη­σε τη δίτο­μη ανα­δρο­μι­κή έκδο­ση δοκι­μί­ων της, γραμ­μέ­νων από το 1952 μέχρι το 1974.

Ακό­μη, πολύ­τι­μη ήταν η συνει­σφο­ρά της και στον τομέα της εκπαί­δευ­σης, γεγο­νός που ανα­γνω­ρί­στη­κε και τυπι­κά με την αγό­ρευ­σή της σε επί­τι­μο διδά­κτο­ρα από τα Πανε­πι­στή­μια της Θεσ­σα­λο­νί­κης (1998) και Ντέρ­μπι Μ. Βρε­τα­νί­ας (2000).

Από τις δημο­σιεύ­σεις περί τέχνης, σημειώ­νου­με: «Εισα­γω­γή σε θέμα­τα ζωγρα­φι­κής» (1960), «12 Μαθή­μα­τα για τη Σύγ­χρο­νη Τέχνη» (1970), «Η έννοια των μορ­φών» (1975), «Ρυθ­μοί και όροι της Ευρω­παϊ­κής τέχνης» (1980), «Η φυσιο­γνω­μία της μετα­πο­λε­μι­κής τέχνης στην Ελλά­δα» (4 τόμοι), «Κρι­τι­κή Εικα­στι­κών τεχνών» (2 τόμοι, 1996) κ.ά.

Πώς έγι­νε ένας κακός άνθρωπος

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο