Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ζωή Δικταίου: Χάνω απ’ το λίγο, το πολύ

Εκεί­νο που δε λέγεται,
είναι αυτό που λέει,
κι εκεί­νο που δε φαίνεται,
δεί­χνει αυτό που κλαίει.
Τον ήλιο ντύ­θη­κε η βροχή
κι εμείς κάπου στη μέση
πέτρα στο χώμα η ενοχή
στο νου πώς να χωρέσει.

Είσαι θεός κι είσαι παντού,
κι είμαι η λαχτά­ρα, η πρώτη,
χάνω απ’ το λίγο, το πολύ,
τη φλό­γα απ’ την ανατολή
και το φιλί απ’ τη νιότη.

Η μνή­μη φέρ­νει το νερό
μιλούν ποτά­μια κι άστρα,
μες στης σιω­πής σου το ιερό,
στα άπαρ­τα σου κάστρα,
τα χέρ­σα φύλ­λα τής ψυχής
μ’ αλά­τι τα ξορκίζω
σε μια στα­γό­να της βροχής
και πίσω δεν γυρίζω.

Κύκλους χαρά­ζει η μοναξιά
σε πέτρι­νο γεφύρι
τόσος καη­μός πώς χώρεσε,
μέσα σ’ ένα ποτήρι.
Σε πόσες ξένες αγκαλιές
με ταξι­δεύ­ει η σκέψη
άνερ­γη αγά­πη και χαρά
από­ψε να χορέψει.

Απλώ­νεις φλέ­βες στ’ ουρανού
τη δια­μα­ντέ­νια δύση
από τ’ αμί­λη­τα του νου,
το κρί­μα θα νικήσει.
Έχω, μαύ­ρα μεσάνυχτα
στ’ άγγιγ­μα και στα χάδια
κρα­τώ τα μάτια ορθάνοιχτα
στο φως χωρίς σημάδια.

Στην πόρ­τα το παλιό κλειδί
γυρ­νά στο ίδιο πάθος,
στο βλέμ­μα σου το σμαραγδί
όλος ο κόσμος λάθος,
αρχαίο φεγ­γά­ρι στο νερό
περά­σμα­τα πιασμένα
στο χέρι σου, το τυχερό,
δυο κάρ­βου­να αναμμένα.
Αύριο, εν ονό­μα­τι της αγάπης
Ζωή Δικταίου
Κέρ­κυ­ρα 16 Γενά­ρη 2019

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο