Γράφει και παρουσιάζει o Ειρηναίος Μαράκης //
Ο Φραντς Κάφκα έγραψε την “Αμερική” (αρχικός τίτλος: “Ο Αγνοούμενος”, ο τίτλος που έχει τώρα δόθηκε από τον Μαξ Μπροντ) πριν από τη “Δίκη” (1925) και τον “Πύργο” (1926) ‑αν και δημοσιεύτηκε τελευταία- αλλά και τα τρία αποτελούν τα μοναδικά του μυθιστορήματα και μια άτυπη τριλογία — με κοινά σημεία και διαφορές. Στο βιβλίο αυτό, ο ήρωάς του ο νεαρός Καρλ Ρόσμαν ‑ο οποίος φέρει κι αυτός το αρχικό Κ., όπως ο Γιόζεφ Κ. της “Δίκης” και ο Κ. του “Πύργου” και που σαφώς παραπέμπει στο αρχικό γράμμα του επώνυμου του συγγραφέα- στέλνεται στην Αμερική από τους γονείς του, λόγω της ερωτικής του σχέσης με μια υπηρέτρια. Κι εκεί ξεκινά μια ολόκληρη περιπέτεια κοινωνικής ανόδου, επιβίωσης και συγκρούσεων.
Φτάνοντας έπειτα από ταξίδι ημερών στη Νέα Υόρκη αποκτά φιλία με έναν θερμαστή που είναι αποφασισμένος να παραπονεθεί στον πλοίαρχο για τις συνθήκες της εργασίας του — χωρίς αποτέλεσμα. Όμως στην καμπίνα του πλοιάρχου ο Καρλ συναντάει απρόσμενα τον θείο του, τον γερουσιαστή Ιάκωβο, που δεν είχε γνωρίσει ποτέ ως τότε και ο οποίος τον παίρνει μαζί του! Ο πλούσιος και επιτυχημένος επιχειρηματίας παίρνει τον ανιψιό του υπό την προστασία του και αναλαμβάνει την εκπαίδευση του έως τη μέρα που ο τελευταίος θα πραγματοποιήσει μια επίσκεψη στο σπίτι ενός φίλου του θείου του χωρίς την έγκρισή του. Αίφνης, ο θείος διακόπτει κάθε σχέση του με τον Καρλ, τιμωρώντας τον στην ουσία, καθώς δεν ταιριάζει σ’ ένα γόνο της κυρίαρχης τάξης να αμφισβητεί τα καθιερωμένα κι ας είναι και οι κανόνες συμπεριφοράς ππου ορίζει η θέση του…
Αναζητώντας πλέον μόνος του την τύχη του στην ξένη χώρα γνωρίζει δύο περιφερόμενους νεαρούς μετανάστες, τον Γάλλο Ντελαμάρς και τον Ιρλανδό Ρόμπινσον. Οι νέοι σύντροφοι τού υπόσχονται ότι θα του βρουν δουλειά, όμως στην πορεία τουτου φέρονται αλαζονικά, προσπαθώντας να τον εκμεταλλευτούν… Κι αυτό είναι μόνο το ξεκίνημα της περιπέτειας του νεαρού πρωταγωνιστή κι η οποία μοιάζει θα έλεγα και με ένα πρώιμο… road movie στο χαρτί.
Όπως σχολιάζει ο Μαξ Μπροντ στην πρώτη έκδοση του βιβλίου ‑που ποτέ δεν ολοκλήρωσε ο Φραντς Κάφκα: στο μυθιστόρημα “Αμερική” η παιδική αθωότητα κι η συγκινητική κι αφελής απλότητα του ήρωα φαίνεται πως προσπαθούν να νικήσουν τη μοίρα. Νιώθουμε, πως ο νεαρός Καρλ Ρόσμαν, που κερδίζει με το πρώτο τη συμπάθειά μας, τελικά θα κατορθώσει να πετύχει το σκοπό του παρόλες τις εχθρότητες και τις ύπουλες φιλίες, πως θα γίνει ένας εξαίρετος άνθρωπος και θα συμφιλιωθεί με τους γονείς του. […] Ο δρόμος όμως που οδηγεί σ αυτό το σκοπό είναι σπαρμένος με αναρίθμητες δυσκολίες κι απέραντο πόνο. “Είναι δύσκολο να υπερασπίσεις τον εαυτό σου όταν δεν υπάρχει στους άλλους καλή θέληση” αφήνει ο Κάφκα τον ήρωά του να μονολογήσει με πίκρα και διαμαρτυρία σε τόνο κατηγορίας στην ανάκριση εκείνη στο γραφείο του προϊσταμένου […]”
Εδώ λοιπόν ο Κάφκα μας δίνει έναν ήρωα πιο φωτεινό αλλά και λιγότερο υποψιασμένο, που διαφέρει από τα πρότυπα της “Δίκης” και του “Πύργου” και κατ’ επέκταση μας δίνει ένα μυθιστόρημα με ψήγματα χιούμορ και το οποίο είναι διδακτικό κι όχι κατώτερης σημασίας από την “Δίκη” ή τον “Πύργο” που αν και περιγράφει μια φανταστική Αμερική καταλήγει να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον περιγράφοντας την στην εντέλεια…
Παρουσίαση – Στοιχεία αλλοτρίωσης στην “Αμερική” (1927)
Στο μυθιστόρημα αυτό η Αμερική, δηλαδή οι ΗΠΑ, που στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν όντως η χώρα των απεριόριστων ευκαιριών αλλά και των μεγάλων αυταπατών, έμοιαζε στα μάτια των μεταναστών ως η ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα, μια νέα ζωή, μακριά από την δύσκολη και δυσβάστακτη ζωή των πατρίδων τους. Όπως όμως ο Γιόζεφ Κ. στη “Δίκη” ή ο Κ. στον “Πύργο”, έτσι και ο νεαρός Καρλ Ρόσμαν πολεμάει για ένα στόχο που παραμένει απρόσιτος: αυτός που επιθυμεί να γίνει, μέσα στο “σύστημα των εξαρτήσεων” ‑δηλαδή τον καπιταλισμό κι όπως τον ονόμαζε ο Κάφκα σε ιδιωτικές του συζητήσεις- ένας χρήσιμος εργάτης, αποτυγχάνει ή πετυχαίνει μόνο πρόσκαιρα να διεισδύσει σ’ αυτό τον κόσμο της απρόσωπης τελειότητας… για τους άλλους, τους πλούσιους. Αυτό μας δείχνει, φαίνεται ξεκάθαρα από την ανάγνωση του έργου, ότι η… χρησιμότητα που μπορεί να είχε στο μυαλό του ο νεαρός Καρλ, δηλαδή μια χρησιμότητα που θα αναδείκνυε το μυαλό και τις ικανότητες του, δεν σημαίνει ότι θα μπορούσε να γίνει και πραγματικότητα σε μια χώρα και σε μια κοινωνία όπου το φιλάνθρωπο εγώ (και το εμείς) φαίνεται εξ αρχής καταδικασμένο να ηττηθεί από το στείρο, λογιστικό εγώ των διάφορων αφεντικών.
Αποτέλεσμα; Η ήττα, όπως σημείωσα, που οδηγεί τον φιλόδοξο άνθρωπο στην απομόνωση και στην αλλοτρίωση. Και η αλλοτρίωση εδώ δεν είναι άλλη από αυτή που περιέγραψε και ανέλυσε ο Καρλ Μαρξ όπου η αλλοτρίωση του ανθρώπου δεν είναι άλλη από το αποτέλεσμα της αποξένωσης του από το προϊον που του αποσπάται και του καταμερισμού της εργασία που εχει σαν αποτέλεσμα να μην κατασκευάζει το προϊον στο σύνολο του αλλά ένα μόνο μέρος του καθώς ο άνθρωπος είναι δημιουργός από την φύση του και στον καπιταλισμό στερείται την δημιουργική του ικανότητα. Έτσι αναγκάζεται να κάνει συγκεκριμένες εργασίες που ειναι επαναλαμβανόμενες και δεν του επιτρέπουν, όπως προανέφερα, να δημιουργήσει ένα προϊόν αλλά μόνο ένα μέρος αυτού. Προφανώς, κι όπως γνωρίζουμε, το φαινόμενο της αλλοτρίωσης συνδέεται κυρίως με το γεγονός της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο. Όμως η αλλοτρίωση έχει να κάνει κυρίως με τον καταμερισμό της εργασίας και την αποξενωση του δημιουργού από το δημιούργημα του. Και υπάρχουν και αλλα πράγματα που ενισχύουν το φαινόμενο της αλλοτρίωσης, αλλά η καρδιά αυτού του φαινομένου βρίσκεται στον καταμερισμό της εργασίας και την απόσπαση ή την αποξένωση του προϊόντος από τον εργάτη.
Η “Αμερική” του Κάφκα, το πιο ρεαλιστικό σε σχέση με τα επόμενα μυθιστορήματα του και το λιγότερο… ζοφερό ‑στο τέλος κλείνοντας το βιβλίο σε διακατέχει μια γλυκιά αισιοδοξία κι όχι το αίσθημα του αδιέξοδου της “Δίκης” ή του “Πύργου”- καταφέρνει να το αναδείξει αυτό.
Όλο αυτό με οδηγεί σε μια σκέψη, ίσως ιερόσυλη, υπερβολική είναι σίγουρα, και σε μια εντύπωση ότι καλύτερα από τους Τζακ Λόντον, Τζον Ντος Πάσος και Τζωρτζ Στάινμπεκ και σίγουρα καλύτερα από κάθε άλλο Ευρωπαίο συγγραφέα είναι ο Φραντς Κάφκα, ένας Ευρωπαίος, που έκφρασε, περιέγραψε και αποτύπωσε την Αμερική των χιλιάδων κοινωνικών αντιφάσεων, της μοναξιάς, της αλλοτρίωσης που ισοπεδώνει ανθρώπους και τη ζωή στις μητροπόλεις, που ανέδειξε, έστω και ασυναίσθητα — ποιός ξέρει, εκείνους τους δεσμούς κι εκείνες τις καταστάσεις όπου η καθημερινή ζωή συντρίβει τον άνθρωπο και την ηθική του. Βέβαια, όταν λέω για Αμερική εννοώ τις ΗΠΑ των αρχών του 20ου αιώνα τουλάχιστον, πριν το Κραχ του 1929… αργότερα αυτές οι αντιθέσεις και αντιφάσεις οξύνθηκαν και μαζί τους η πολιτική και καλλιτεχνική αμφισβήτηση.
Αν αυτό ισχύει, το αφήνω στην κρίση σας. Παρόλαυτα όλο αυτό αποτελεί ένα μεγάλο κατόρθωμα από την πλευρά του συγγραφέα εάν συνυπολογίσουμε, και όπως μας παραθέτει ο φίλος και… κληρονόμος του Μαξ Μποντ, πως ο Κάφκα δεν ταξίδεψε ποτέ πέρα από τη Γαλλία ή τη βόρειο Ιταλία έχοντας όμως τη βιογραφία του Βενιαμίν Φραγκλίνου ως ένα από τα αγαπημένα του βιβλία όπου χαιρόταν να διαβάζει αποσπάσματα στους φίλους του ενώ παράλληλα αγαπούσε τα απομνημονεύματα και τις ταξιδιωτικές εντυπώσεις. “Είναι, λοιπόν”, σημειώνει, χαρακτηριστικά ο Μπροντ, “η φαντασία του που δίνει ιδιαίτερο χρώμα στην εξιστόρηση των περιπετειών του ήρωα του”.
Ο ριζοσπάστης Κάφκα
Αλλά ήταν μόνο η φαντασία του Κάφκα που οδήγησε σε αυτό το εκπληκτικό κατόρθωμα; Μπορεί ναι, μπορεί και όχι. Για περισσότερο ασφαλή συμπεράσματα χρειάζεται να δούμε λίγα στοιχεία για την πολιτική και κοινωνική του σκέψη του συγγραφέα η οποία ξεκάθαρα επηρέασε το έργο του.
Ήδη από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Κάφκα παρέστη σε αρκετές συνεδριάσεις του Κλουμπ Μλαντίτς, μιας τσεχικής αναρχικής, αντιμιλιταριστικής και αντι-κληρικής οργάνωσης. Ο Χούγκο Μπέργκμαν, ο οποίος πήγε στα ίδια δημοτικά και τα γυμνάσια με τον Κάφκα, αποβλήθηκε με τον Κάφκα κατά το τελευταίο ακαδημαϊκό έτος (1900–1901), διότι “ο Σοσιαλισμός (του Κάφκα) και ο Σιωνισμός μου ήταν πάρα πολύ έντονοι”. Δήλωσε ακόμα ο ίδιος ότι “Ο Φραντς έγινε σοσιαλιστής, εγώ έγινα σιωνιστής το 1898. Η σύνθεση σιωνισμού και σοσιαλισμού δεν υπήρχε ακόμη”. Ο Μπέργκαμ ισχυρίζεται ότι ο Κάφκα φορούσε ένα κόκκινο γαρύφαλλο στο σχολείο για να δείξει την υποστήριξή του στο σοσιαλισμό! Σε μια καταχώριση ημερολογίου, ο Κάφκα ανέφερε μάλιστα τον αναρχικό φιλόσοφο πρίγκιπα Πιοτρ Κροπότκιν: “μην ξεχνάτε τον Κροπότκιν!”
Κατά τη διάρκεια της ΕΣΣΔ, η κληρονομιά του έργου του Κάφκα για το σοσιαλισμό του ήταν κεντρικό θέμα συζήτησης. Οι γνώμες κυμαινόταν από την αντίληψη ότι σατίρισε τη γραφειοκρατική κακοτεχνία μιας καταρρέουσας Αυστρο-Ουγγρικής Αυτοκρατορίας (που όντως το έκανε), με την πεποίθηση ότι ενσάρκωνε την άνοδο του σοσιαλισμού (πολύ πιθανό). Ένα άλλο βασικό σημείο στην συζήτηση ήταν η θεωρία του Μαρξ για την αλλοτρίωση. Ενώ η επίσημη θέση ήταν ότι η απεικόνιση της αποξένωσης από τον Κάφκα δεν ήταν πλέον σχετικές για μια κοινωνία όπου δήθεν είχε εξαλειφθεί η αποξένωση, ένα συνέδριο το 1963 που πραγματοποιήθηκε στο Λίμπλιτς, στην Τσεχοσλοβακία, την 80η επέτειο από τη γέννησή του, επανεκτίμησε τη σημασία της απεικόνισης της γραφειοκρατίας από τον Κάφκα.
Όλα τα παραπάνω τελικά επιβεβαιώνουν όπως φαίνεται, την εκτίμηση που έκανα προηγουμένως και μας δείχνουν ακόμα ότι ο Κάφκα ήταν ένας οξυδερκής, ευφάνταστος και ριζοσπάστης συγγραφέας που κατάφερε να συνδυάσει όλα αυτά τα στοιχεία σε ένα αρμονικό κι αξιοθαύμαστο σύνολο.
Όσο για τις ριζοσπαστικές ιδέες του συγγραφέα σας παραπέμπω για περισσότερα στον Kώστα Δεσποινιάδη που έχει γράψει το βιβλίο “Φραντς Κάφκα — Ο ανατόμος της εξουσίας” (εκδόσεις Πανοπτικόν) που αναδεικνύειαναδεικνύει την πολιτική-αναρχική διάσταση των γραπτών του Κάφκα και εξετάζει το γιατί αποσιωπήθηκε αυτή η παράμετρος από την επίσημη κριτική, καθώς και γιατί υποβαθμίστηκε η αντίστοιχη σύνδεσή του με αναρχικούς κύκλους της Πράγας από πολλούς βιογράφους του. Στο βιβλίο αναλύονται λοιπόν, τα μυθιστορήματα και οι νουβέλες του Κάφκα (η Δίκη, ο Πύργος, η Μεταμόρφωση, η Σωφρονιστική αποικία, η Αμερική, η Φωλιά) που αποδεικνύουν πως υπήρξε ένας διεισδυτικός κριτικός της εξουσίας, της γραφειοκρατίας, του καπιταλισμού, του νόμου, της πατριαρχίας και των φυλακών. Επιπλέον, με ενδελεχή έρευνα στα Ημερολόγιά του, τις βιογραφίες καθώς και τις αναμνήσεις φίλων και ανθρώπων που τον γνώρισαν, τεκμηριώνεται η συμμετοχή του στους αναρχικούς κύκλους της Πράγας κατά τα έτη 1909–1912.
Ο Φραντς Κάφκα κι ο Τζακ Λόντον
Είναι βέβαια κι άλλες σκέψεις που δημιουργούνται από την ανάγνωση του βιβλίου αλλά το μόνο που θέλω να παραθέσω ακόμα είναι ότι αποτελεί πολύ σοβαρή πιθανότητα ο Τζακ Λόντον να είχε επηρεαστεί από την Αμερική του Κάφκα όταν έγραψε το δικό του βιβλίο, το υπέροχο μυθιστόρημα του Μάρτιν Ίντεν (ή Ήντεν). Όμως αυτό προϋποθέτει να έχει διαβάσει ο εμβληματικός κι αντιφατικός συγγραφέας την Αμερική του Φραντς Κάφκα. Παρόλαυτα, και τα δύο έργα έχουν κοινά σημεία που προκαλούν το ενδιαφέρον.
Στο μυθιστόρημα αυτό ο Μάρτιν Ήντεν, ένας αγράμματος και άξεστος νεαρός από το Σαν Φραντσίσκο, θέτει ως στόχο του την πνευματική και κοινωνική του άνοδο. Μαθαίνει πως να γκρεμίζει τα εμπόδια που υψώνονται μπροστά του κι αναδεικνύεται ως υπόδειγμα αγωνιστικότητας και θέλησης για την επιτυχία και πρότυπο επιμονής, αντέχοντας ακόμα και την έλλειψη πίστης όταν η αγαπημένη του, κόρη αριστοκρατικής οικογενείας, εκφράζει αμφιβολίες για το ταλέντο και τις δυνατότητές του. Όμως, έρχεται κάποτε η στιγμή και κερδίζει το στοίχημα και κατακτά το στόχο του. Όμως, στο αποκορύφωμα της συγγραφικής του δόξας και πλήρως απογοητευμένος από μια κοινωνία που καταρρέι στα πήλινα πόδια της, γκρεμίζεται.
Κι αν φαινομενικά οι δύο υποθέσεις μοιάζουν εντελώς διαφορετικές, ο τόπος, ο χρόνος και οι συνθήκες είναι ανάλογες, με συνέπεια οι δύο πρωταγωνιστές να έχουν να αντιμετωπίσουν το ίδιο δύσκολο, ανταγωνιστικό περιβάλλον που έχει τη δύναμη να αλλοτριώνει μέχρι ισοπέδωσης κάθε άνθρωπο. Απλώς στην “Αμερική” όλα αυτά παρουσιάζονται με ένα λιγότερο νατουραλιστικό πλαίσιο και με μια σχετική αποστασιοποίηση. Φυσικά, υπάρχουν κι οι αντίστοιχες συγγραφικές και ιδεολογικές διαφορές μεταξύ του εσωστρεφούς Κάφκα και του κοσμοπολίτη Λόντον που καθιστούν τα υπό συζήτηση έργα τους ξεχωριστά.
Όπως και να έχει πάντως η “Αμερική”, αν και υποτιμημένο και σχετικά άγνωστο έργο ‑και πέρα από τις δικές μου σωστές ή λανθασμένες εκτιμήσεις και εντυπώσεις- αξίζει να διαβαστεί και ως μία πρώτη εισαγωγή στο έργο του Φραντς Κάφκα.
(Για το σχόλιο που προηγήθηκε διαβάσαμε την έκδοση από το “Θεμέλιο” (1987) σε μετάφραση της Τέας Ανεμογιάννη, η οποία συμπεριλαμβάνει επίλογο του Μαξ Μπροντ αλλά και την αντίστοιχη από τα “Γράμματα” (1983) σε μετάφραση του Νίκου Ματσούκα).