Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Η ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΩΝ ΕΚΒΑΤΑΝΩΝ» ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΥ

Γρά­φει η Μαρι­λέ­να Φωκά (ΜΑ) //
Κρι­τι­κός Βιβλίου 

 Με όχη­μα τον ελεύ­θε­ρο στί­χο και με εξο­μο­λο­γη­τι­κή  διά­θε­ση, τέτοια που αρμό­ζει στην λυρι­κή ποί­η­ση, ο Κώστας Ευαγ­γε­λά­τος στη ποι­η­τι­κή του συλ­λο­γή Η ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΩΝ ΕΚΒΑΤΑΝΩΝ (εκδό­σεις Από­πει­ρα), μας εισά­γει στην προ­βλη­μα­τι­κή της αλλο­τρί­ω­σης των ανθρώ­πι­νων σχέ­σε­ων. Θλι­βε­ρή δια­πί­στω­ση  η ύπαρ­ξη του επι­κοι­νω­νια­κού κενού  που τον περι­βάλ­λει. Αρχι­κά ανα­δύ­ε­ται σαν μια δήλω­ση πρό­θε­σης επι­κοι­νω­νί­ας αλλά κορυ­φώ­νε­ται σε μια ελε­γεια­κή κραυγή.“L’ ENFERES C’EST LES AUTRES” δια­τύ­πω­σε ο Jean-Paul Sartre. 

Όταν ο ήρω­ας της ιδε­α­τής  πολι­τεί­ας των Εκβα­τά­νων φτά­νει στην ίδια τρα­γι­κή δια­πί­στω­ση, εκεί που ο έρω­τας εκπορ­θεί­ται βίαια και ανα­πά­ντε­χα, με αρι­στο­τε­χνι­κή χρή­ση του λόγου, ο ποι­η­τής περι­γρά­φει εύστο­χα την ορια­κή του εμπει­ρία εξι­σορ­ρο­πώ­ντας το πλη­θω­ρι­κό του συναί­σθη­μα με αφαι­ρε­τι­κό στί­χο και αισθα­ντι­κή γλώσ­σα. Με απο­φθέγ­μα­τα  ‑κραυ­γές αγω­νί­ας  κατα­γρά­φει την πορεία της εσω­τε­ρι­κής του ανα­ζή­τη­σης  σε μια  προ­σπά­θεια συλ­λο­γι­κής αφύπνισης. 

Ο ΚΩΣΤΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΦΩΚΑ

Ο ΚΩΣΤΑΣ ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΦΩΚΑ

Κάτω από το πρί­σμα του υπαρ­ξι­σμού πρω­ταρ­χι­κής σημα­σί­ας είναι η υπο­χρέ­ω­ση «του προ­σώ­που» που υπάρ­χει σε ένα δεδο­μέ­νο  σύμπαν για την δημιουρ­γία του οποί­ου δεν ευθύ­νε­ται μεν αλλά καλεί­ται να νοη­μα­το­δο­τή­σει, να λάβει δρά­ση.. «Ο άνθρω­πος είναι το μέσον δια του οποί­ου οι σχέ­σεις εκδη­λώ­νο­νται και πολ­λα­πλα­σιά­ζο­νται. Με τις πρά­ξεις του ανθρώ­που  ανα­δει­κνύ­ο­νται οι σχέ­σεις στο σύμπαν. Η ταχύ­τη­τα του αυτο­κι­νή­του είναι που «οργα­νώ­νει τις μάζες της γης». (Sartre, “What is literature?”)  Αυτόν τον κόσμο ο ήρω­ας οφεί­λει να νοη­μα­το­δο­τή­σει και μετά, σαν το καλύ­τε­ρο κόσμη­μά του, να εντα­χθεί και ο ίδιος σε αυτόν μέσω της ταύ­τι­σης του με «το έτε­ρο πρό­σω­πο». Η κατά­στα­ση της ταύ­τι­σης απο­τε­λεί την ιδα­νι­κή σύμ­βα­ση όπου στην επι­τυ­χή της έκφαν­ση  αντι­κα­το­πτρί­ζε­ται «στο πρό­σω­πο του άλλου». Ο ήρω­ας ΤΗΣ ΕΛΕΓΕΙΑΣ ΤΩΝ ΕΚΒΑΤΑΝΩΝ δίνει απλό­χε­ρα τους θησαυ­ρούς του αλλά χωρίς νόη­μα.  Ο άλλος είναι αμύ­η­τος σε τέτοιες υψη­λές διδα­χές, δεν ανα­λαμ­βά­νει  ευθύ­νες  και απο­δει­κνύ­ε­ται ανώ­ρι­μος για σημα­ντι­κές απο­στο­λές. Ακό­μα και όταν οχλεί­ται απα­ντά με αδια­φο­ρία. Η αδια­φο­ρία  του έχει πολ­λά πρό­σω­πα, πότε έρχε­ται σαν θύτης, πότε σαν τιμω­ρός, πότε απο­δει­κνύ­ε­ται αχά­ρι­στος, αμε­τρο­ε­πής ή προ­δό­της έχο­ντας μετα­τρέ­ψει τα πάντα σε ένα ατέ­λειω­το παγο­πέ­διο χωρίς σημεία ζωής. Μάταια ο ποι­η­τής προ­σπα­θεί κραυ­γά­ζο­ντας να περι­σώ­σει ο,τι έχει απο­μεί­νει. Για τη δημιουρ­γία μιας γέφυ­ρας επι­κοι­νω­νί­ας χρειά­ζε­ται ένας πομπός και ένας δέκτης. Και ένα περι­βάλ­λον χωρίς παρεμ­βο­λές. Το σύμπαν εχθρι­κό πεδίο, άγο­νος τόπος αφού αυτός ο ίδιος δεν μπό­ρε­σε να του δώσει την αξία του μέσω της κοι­νω­νί­ας με τον άλλον. Έτσι ο ήρω­ας έρχε­ται σε σύγκρου­ση με  την εχθρι­κή ατμό­σφαι­ρα πρώ­τα από το ίδιο το σύμπαν και μετά με «τον άλλο» που έχει διά­θε­ση μόνο στιγ­μιαί­ας κατανάλωσης. 

Μετά από μια σει­ρά οδυ­νη­ρών ματαιώ­σε­ων ο ήρω­ας αισθά­νε­ται άδειος, και ακυ­ρώ­σι­μος. Το δίπτυ­χο έρω­τας– θάνα­τος που κατά τη φροδική προ­σέγ­γι­ση καθο­ρί­ζει κάθε σχέ­ση φτά­νει σε επι­κίν­δυ­νη κλι­μά­κω­ση και τελι­κά ηττά­ται από το θάνα­το αδυ­να­τώ­ντας να συνε­χί­σει την αέναη του πορεία. Τα μηνύ­μα­τα που εκπέ­μπο­νται σαν σπα­ρα­κτι­κές εκφόρ­τι­σης πόνου σπά­νε σαν κύμα­τα πάνω σε βρά­χους αδια­φο­ρί­ας, απά­θειας και παρα­νό­η­σης εκφρά­ζο­νται μέσα από την συμ­βο­λι­κή εικο­νο­ποι­ία, «Όλα παγώ­νουν, νεκρώ­νουν»…  «Αρχή του πέν­θους- εισα­γω­γή στο πόνο» απο­κα­λύ­πτει με διδα­κτι­κό ύφος, αξιο­πρέ­πεια και θεα­τρι­κό­τη­τα  ο ποι­η­τής σαν την πρώ­τη  παρου­σί­α­ση μιας τρα­γι­κής όπε­ρας. Στο λιμπρέ­το της κυρί­αρ­χο μοτί­βο το πέν­θος. Η ελπί­δα και  το πάθος για  τη ζωή έχει παρα­χω­ρή­σει τα σκή­πτρα σε ένα διά­χυ­το μηδε­νι­σμό που έχει αμαυ­ρώ­σει και μολύ­νει τα πάντα. 

Κορυ­φαία  στιγ­μή παραί­τη­σης όταν ο ποι­η­τής φτά­νει στη λυπη­ρή δια­πί­στω­ση ότι «παί­ζει ζάρια με τους ποντι­κούς της γης». Όλα είναι παρά­λο­γα, όλα είναι ασύμ­βα­τα μετα­ξύ τους. Μόνο «στον κύκλο της οδύ­νης φαί­νε­ται να υπάρ­χει ευτα­ξία. Και αυτό το μία­σμα  δεν αφο­ρά μόνο στον ήρωα αλλά έχει προ­χω­ρή­σει πέρα από το μικρό­κο­σμο μιας δια­προ­σω­πι­κής σχέ­σης. Έχει κατα­στρέ­ψει συνει­δή­σεις και πολι­τεια­κά συστή­μα­τα. Μονα­δι­κό αντί­δο­το σε αυτή την έκπτω­ση αξιών η ελευ­θε­ρία της σκέ­ψης. Μόνη αυτή σαν αδέ­κα­στος κρι­τής μπο­ρεί να αντι­λαμ­βά­νε­ται, να εκφρά­ζει το ύψι­στο αγα­θό της αλή­θειας, να ασκεί εξου­σία με το κατο­νο­μά­ζει τα πράγ­μα­τα, να απορ­ρί­πτει, να καταγ­γέλ­λει και να προει­δο­ποιεί. Ο Κώστας Ευαγ­γε­λά­τος κομι­στής της αυτής οδυ­νη­ρής αλή­θειας ΣΤΗΝ ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΩΝ ΕΚΒΑΤΑΝΩΝ ανα­λαμ­βά­νει με όποιο κόστος το χρέ­ος της κοι­νω­νι­κής του ευθύνης.

 Αθή­να 2018.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο