Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΚΕ του ΚΚΕ: Την Τετάρτη τα εγκαίνια της μεγάλης εικαστικής έκθεσης με θέμα την αντίσταση στις φυλακές και τις εξορίες

Την Τετάρ­τη 4 Μάρ­τη στις 19.30 εγκαι­νιά­ζε­ται στο Κέντρο Τεχνών Δήμου Αθη­ναί­ων — Πάρ­κο Ελευ­θε­ρί­ας (πρώ­ην ΕΑΤ — ΕΣΑ), η έκθε­ση εικα­στι­κών έργων που διορ­γα­νώ­νει η ΚΕ του ΚΚΕ με θέμα την αντί­στα­ση στις φυλα­κές και τις εξο­ρί­ες και τίτλο «Μπό­λι­κη πέτρα, μπό­λι­κη καρ­διά», δανει­σμέ­νο από στί­χο που έγρα­ψε ο Γ. Ρίτσος όντας εξό­ρι­στος στη Μακρό­νη­σο. Στα εγκαί­νια θα μιλή­σει η Ελέ­νη Μηλια­ρο­νι­κο­λά­κη, μέλος της ΚΕ και υπεύ­θυ­νη του Τμή­μα­τος Πολι­τι­σμού της ΚΕ του ΚΚΕ. Θα παρα­βρε­θεί ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημή­τρης Κουτσούμπας.

Η έκθε­ση εντάσ­σε­ται στη σει­ρά εκδη­λώ­σε­ων που ξεκί­νη­σαν με αφορ­μή τα 100 χρό­νια του ΚΚΕ και που συνε­χί­ζο­νται με την ανέ­γερ­ση μνη­μεί­ων, πρό­σφα­τα στη Γυά­ρο και το επό­με­νο διά­στη­μα στη Μακρόνησο.

Η αντί­στα­ση στις φυλα­κές και τις εξο­ρί­ες έχει γρά­ψει τη δική της λαμπρή σελί­δα στην αγω­νι­στι­κή παρά­δο­ση του κομ­μου­νι­στι­κού και λαϊ­κού μας κινή­μα­τος. Πολ­λοί είναι οι δημιουρ­γοί που βρέ­θη­καν οι ίδιοι φυλα­κι­σμέ­νοι και εξό­ρι­στοι. Μέσα σε δύσκο­λες συν­θή­κες δημιούρ­γη­σαν για να φωτί­σουν το μεγα­λείο του ανθρώ­που που παλεύ­ει για ανώ­τε­ρα ιδα­νι­κά. Πολ­λά από αυτά είναι έργα — μαρ­τυ­ρί­ες: Απο­τυ­πώ­νο­νται μορ­φές εξό­ρι­στων, σκη­νές της ζωής στην εξο­ρία, της οργά­νω­σης των εξό­ρι­στων. Πολ­λά έργα φιλο­τε­χνή­θη­καν για να καταγ­γεί­λουν τις άσχη­μες συν­θή­κες δια­βί­ω­σης, τα βασα­νι­στή­ρια και τις εκτε­λέ­σεις. Η Τέχνη στα χρό­νια της εξο­ρί­ας ήταν ένας τρό­πος έκφρα­σης και δημιουρ­γί­ας, έστελ­ναν το μήνυ­μα ότι συνε­χί­ζουν να αντι­στέ­κο­νται. Πολ­λοί ήταν επί­σης οι καλ­λι­τέ­χνες που μπο­ρεί οι ίδιοι να μην ήταν έγκλει­στοι και εξό­ρι­στοι, αλλά στή­ρι­ξαν με το έργο τους τη μάχη που έδι­ναν οι σύντρο­φοί τους στις φυλα­κές και τις εξορίες.

Στην έκθε­ση, η οποία απλώ­νε­ται χρο­νι­κά σε μια περί­ο­δο 40 ετών, από τη δεκα­ε­τία του ’30 έως και τη χού­ντα, ο επι­σκέ­πτης μπο­ρεί να θαυ­μά­σει πάνω από 200 εικα­στι­κά έργα (πίνα­κες, σχέ­δια και σκί­τσα πάνω σε χαρ­τί, ξυλό­γλυ­πτα, ζωγρα­φι­κή πάνω σε βότσα­λα, έργα σε χει­ρό­γρα­φες εφη­με­ρί­δες και κάρ­τες, ζωγρα­φι­κές μακέ­τες). Εκτί­θε­νται έργα των Α. Τάσ­σου, Γιώρ­γου Αργυ­ρά­κη, Βασί­λη Αρμά­ου, Γιώρ­γου Βακιρ­τζή, Γιώρ­γη Βαρ­λά­μου, Αγγε­λου Βλά­ση, Βασί­λη Βλα­σί­δη, Δημή­τρη Γιολ­δά­ση, Χρί­στου Δαγκλή, Ηλία Δεκου­λά­κου, Βαγ­γέ­λη Δημη­τρέα, Γιώρ­γη Δήμου, Νίκου Ευγε­νί­δη, Βασί­λη Ζήση, Τάσου Ζωγρά­φου, Μεμά Καλο­γη­ρά­του, Στρά­του Καλ­τα­μπα­νέα, Λευ­τέ­ρη Κανα­κά­κι, Βλά­ση Κανιά­ρη, Βάσως Κατρά­κη, Δημή­τρη Κατσι­κο­γιάν­νη, Αννας Κιν­δύ­νη, Αλέ­ξαν­δρου Κορο­γιαν­νά­κη, Ζιζής Μακρή, Μέμου Μακρή, Παντε­λή Μαντα­λό­βα, Φανής Μιχαη­λί­δου, Ασα­ντούρ Μπα­χα­ριάν, Θωμά Μώλου, Μιχά­λη Νικο­λι­νά­κου, Νίκου Παρα­λή, Αρι­στεί­δη Πατσό­γλου, Δημή­τρη Περ­δι­κί­δη, Γιάν­νη Πετά­νη, Πάρι Πρέ­κα, Γιάν­νη Ρίτσου, Κυριά­κου Ρόκου, Βάλια Σεμερ­τζί­δη, Γιάν­νη Στε­φα­νί­δη, Σάβ­βα Τζα­νε­τά­κη, Κώστα Τσά­ρα, Γιώρ­γη Τρι­κα­λι­νού, Γιάν­νη Τσα­γκά­ρη, Γιώρ­γου Φαρ­σα­κί­δη, Μίμη Φωτό­που­λου, Χορ­το­μά­ου, Κατε­ρί­νας Χαριά­τη — Σισμά­νη και πολ­λών ακό­μα αγνώστων.

Τα έργα προ­έρ­χο­νται από τη συλ­λο­γή του Αρχεί­ου του ΚΚΕ, πολ­λά επί­σης είναι έργα που παρα­χω­ρή­θη­καν από μου­σεία και πινα­κο­θή­κες αλλά και συγ­γε­νείς των καλλιτεχνών.

Κατά τη διάρ­κεια της έκθε­σης θα πραγ­μα­το­ποι­η­θούν παράλ­λη­λες εκδη­λώ­σεις, το πρό­γραμ­μα των οποί­ων θα ανα­κοι­νω­θεί σύντομα.

Μέρες και ώρες λει­τουρ­γί­ας: Τρί­τη — Σάβ­βα­το από 10.00 έως 21.00 και Κυρια­κή από 10.00 έως 14.00.

Η είσο­δος είναι ελεύθερη.

Μέσα από τα λόγια και τα έργα τους

Γιώργης Φαρσακίδης, Αϊ - Στράτης 1959, «Προμηθέας Δεσμώτης», χαρακτικό

Γιώρ­γης Φαρ­σα­κί­δης, Αϊ — Στρά­της 1959, «Προ­μη­θέ­ας Δεσμώ­της», χαρακτικό

Ο Γιώρ­γος Φαρ­σα­κί­δης, που μετρά 16,5 χρό­νια εξο­ρί­ας σε Μακρό­νη­σο, Άη Στρά­τη, Γυά­ρο και Λέρο, ανα­φέ­ρει χαρα­κτη­ρι­στι­κά για την εικα­στι­κή δημιουρ­γία στις εξο­ρί­ες. «Η χει­ρο­τε­χνι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα δια­τη­ρή­θη­κε στη Μακρό­νη­σο, έως τη μετα­φο­ρά μας στα Στρα­τιω­τι­κά Τάγ­μα­τα, σαν συνέ­χεια μιας δημιουρ­γη­μέ­νης παρά­δο­σης… Αργό­τε­ρα, οι συν­θή­κες δεν άφη­ναν περι­θώ­ρια». «Στο στρα­τό­πε­δο των πολι­τι­κών εξό­ρι­στων του Άη Στρά­τη, ο δάσκα­λος, που μας μύη­σε στην τεχνι­κή της ξυλο­γρα­φί­ας, στά­θη­κε ο ζωγρά­φος — χαρά­κτης Χρί­στος Δαγκλής… Το πρώ­το χαρα­κτι­κό, στη βια­σύ­νη μου για πρα­κτι­κή επα­λή­θευ­ση, το είχα σκα­λί­σει με σου­για­δά­κι κι ένα κοπί­δι από καρ­φί. Αργό­τε­ρα, τα συνερ­γεία μας, με την καθο­δή­γη­ση του Χρί­στου Δαγκλή, κατα­σκεύ­α­σαν εργα­λεία της αγο­ράς. Οι μαρα­γκοί μας δια­μόρ­φω­σαν πλά­κες ξύλου για σκά­λι­σμα. Κι ο κύλιν­δρος για μελά­νω­μα, κι αυτός δικής μας κατα­σκευ­ής, ντυ­μέ­νος σαμπρέ­λα από ποδή­λα­το. Αρχι­κά, το τύπω­μα γινό­ταν με την πίε­ση μιας τσα­τσά­ρας, όμως τον επό­με­νο χρό­νο εξα­σφα­λί­σα­με πιε­στή­ριο με μοχλό, δικής μας κατα­σκευ­ής, και για το χει­ρι­σμό του επι­στρα­τεύ­τη­καν οι πιο χει­ρο­δύ­να­μοι… Στέλ­νο­ντας κάρ­τες δηλώ­να­με ότι ζού­με, ότι αντι­στε­κό­μα­στε. Οι κάρ­τες θα ήταν μια επα­φή, θα είχα­με μια συμπα­ρά­στα­ση από τις οικο­γέ­νειές μας και τον περίγυρο».

Για την εικα­στι­κή δημιουρ­γία την περί­ο­δο της χού­ντας ανα­φέ­ρει: «Μέσα στα πρώ­τα “απα­γο­ρεύ­ε­ται” της διοί­κη­σης συμπε­ρι­λαμ­βά­νο­νταν και τα “οια­δή­πο­τε αιχ­μη­ρά αντι­κεί­με­να”. Έτσι, τα πρώ­τα μαχαί­ρια και σκα­λι­στι­κά εργα­λεία υπήρ­ξαν κάποια σιδε­ρι­κά και κου­τά­λια ακο­νι­σμέ­να. Και η πρώ­τη μας ύλη από καυ­σό­ξυ­λα, κασό­νια και τελά­ρα λαχα­νι­κών. Αλλά και οι πέτρες και τα βότσα­λα του για­λού, που δου­λεύ­τη­καν με επι­τυ­χία από την Βάσω Κατρά­κη, τον Γιάν­νη Ρίτσο και άλλους αργότερα».

«Ο χορός», Βάλιας Σεμερτζίδης

«Ο χορός», Βάλιας Σεμερτζίδης

Ο μεγά­λος ζωγρά­φος της Αντί­στα­σης Βάλιας Σεμερ­τζί­δης μπο­ρεί να μην ήταν ο ίδιος εξό­ρι­στος ή φυλα­κι­σμέ­νος, αλλά φιλο­τέ­χνη­σε πίνα­κα για τη θυσία των 200 κομ­μου­νι­στών στην Και­σα­ρια­νή, την Πρω­το­μα­γιά του 1944. Στον πίνα­κα, ο Σου­κα­τζί­δης είναι μπρο­στά­ρης στο χορό και ο Σεμερ­τζί­δης εξη­γεί: «Ο μπρο­στά­ρης μπαί­νει όχι τόσο για να παρα­σύ­ρει τους άλλους, αλλά για να σχί­σει το σκο­τά­δι». «Εδώ η θέση είναι καθα­ρά μαρ­ξι­στι­κή. Δεν έχει εδώ ρομα­ντι­σμούς και φιλο­λο­γία. Είναι πια ο ήρω­ας μιας ορι­σμέ­νης τάξης ανθρώ­πων κι αυτόν θέλω να προ­βάλ­λω, τον κομ­μου­νι­στή. Δεν είναι μόνο ο μεγά­λος άνθρω­πος, ο μεγά­λος ήρω­ας, αλλά είναι κι ο κομ­μου­νι­στής κι αυτό εμέ­να με συνε­πή­ρε. Αμφι­βάλ­λω αν θα μπο­ρού­σε — αν και είχα­με τόσους ήρω­ες τότε — να στα­θεί έτσι μπρο­στά στους Γερ­μα­νούς ένας άνθρω­πος που δεν είχε σαφή συνεί­δη­ση της θέσης του και του αντι­πά­λου με το ντου­φέ­κι που είχε μπρο­στά του, συνεί­δη­ση τόσο σαφή όσο μπο­ρού­σε να έχει ένας μαρξιστής…».

«Αυτοπροσωπογραφία», Ασαντούρ Μπαχαριάν. Το έργο φιλοτεχνήθηκε κατά την περίοδο του πολυετούς εγκλεισμού του

«Αυτο­προ­σω­πο­γρα­φία», Ασα­ντούρ Μπα­χα­ριάν. Το έργο φιλο­τε­χνή­θη­κε κατά την περί­ο­δο του πολυ­ε­τούς εγκλει­σμού του

Ο Ασα­ντούρ Μπα­χα­ριάν από το 1945 έως το 1960 υπήρ­ξε πολι­τι­κός κρα­τού­με­νος σε διά­φο­ρες φυλα­κές της χώρας. Στα έργα εκεί­νης της περιό­δου απο­τυ­πώ­νει πλευ­ρές της φυλα­κί­στι­κης ζωής, πρό­σω­πα φυλα­κι­σμέ­νων και κυρί­ως μελ­λο­θά­να­των. Πολύ αργό­τε­ρα έχει πει: «Το πιστεύ­εις πως δεν θυμά­μαι πια; Προ­σπα­θώ να θυμη­θώ ονό­μα­τα και το μόνο που ξεπρο­βάλ­λει μπρο­στά μου είναι τα πρό­σω­πά τους. Γλυ­κά, απο­φα­σι­σμέ­να, όμορ­φα, για­τί τότε η ζωή μετριό­ταν αλλιώς». «Ηταν από­γευ­μα, θυμά­μαι. Μόλις πρό­λα­βα να τον ζωγρα­φί­σω… Ακούω ακό­μα το γέλιο του… “Φτιά­ξε με ωραίο ρε μπα­γά­σα Μπα­χα­ριάν. Κι άμα βγεις, το πρώ­το φιλί που θα δώσεις να ‘ναι στο κορί­τσι μου”… Χτύ­πη­σε το καμπα­νά­κι της κατα­μέ­τρη­σης… Το βρά­δυ τον πήρα­νε στην απο­μό­νω­ση… Δεκα­πέ­ντε μέρες έκα­να να πιά­σω χαρ­τί και μολύ­βι. Μόλις σχε­δί­α­ζα κάποιον, όλοι με ρωτού­σαν: “Εμα­θες τίπο­τα βρε Αρμενάκι;”».

«Ομοτράπεζοι»,Γιάννης Στεφανίδης.Έγινε περίπου το 1960.Προέρχεται από σπουδές με νερομπογιά εκ του φυσικού που έγινε το 1948

«Ομοτράπεζοι»,Γιάννης Στεφανίδης.Έγινε περί­που το 1960.Προέρχεται από σπου­δές με νερο­μπο­γιά εκ του φυσι­κού που έγι­νε το 1948

Ο Γιάν­νης Στε­φα­νί­δης ανα­φέ­ρει χαρα­κτη­ρι­στι­κά για την πολι­τι­στι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα που είχαν ανα­πτύ­ξει οι εξό­ρι­στοι στη Λήμνο, στα τέλη της δεκα­ε­τί­ας του ’40: «Είχα­με την τύχη να είναι μαζί μας ο Γιάν­νης Ρίτσος. Δεν είναι υπερ­βο­λή ότι, με επί­κε­ντρο αυτόν, ζήσα­με τη χαρά μιας πολι­τι­στι­κής ζωής. Εργά­τες και χωρι­κοί άκου­σαν τότε ποί­η­ση για πρώ­τη φορά. Το βρά­δυ κάποιο μπου­ζού­κι έπαι­ζε λαϊ­κούς σκο­πούς, αλλά και ένα μαντο­λί­νο στα χέρια του Ρίτσου έδι­νε μελω­δί­ες του Μότσαρτ, του Σοπέν, του Σού­μαν. Η ζωγρα­φι­κή μπή­κε στα ενδια­φέ­ρο­ντα όλων, που περί­με­ναν κάθε μέρα να δουν τι και­νού­ριο ζωγρα­φί­σα­με. Χώρια οι συζη­τή­σεις που γίνο­νταν για την Τέχνη, την Ποί­η­ση, τη Ζωγρα­φι­κή…». Φεύ­γο­ντας από το Κοντο­πού­λι σε μια ξύλι­νη βαλί­τσα έκρυ­ψε όλα τα σχέ­διά του.

Για τη σημα­σία της έκθε­σης, τις συγκλο­νι­στι­κές ιστο­ρί­ες που απο­τυ­πώ­νο­νται στα έργα και απο­κα­λύ­πτουν πλευ­ρές της ηρω­ι­κής δρά­σης του Κόμ­μα­τός μας, των αγω­νι­στών του, των αγω­νι­στών του εργα­τι­κού — λαϊ­κού κινή­μα­τός μας, το ρόλο της τέχνης και στις πιο δύσκο­λες συν­θή­κες, τις παράλ­λη­λες εκδη­λώ­σεις, τις νέες εκδό­σεις και για πολ­λά ακό­μα, ο «Ριζο­σπά­στης του Σαβ­βα­το­κύ­ρια­κου» μίλη­σε με μέλη της ομά­δας που επι­με­λού­νται την έκθε­ση, τον Φάνη Παρ­ρή, μέλος του Τμή­μα­τος Ιστο­ρί­ας και του Ιστο­ρι­κού Αρχεί­ου του ΚΚΕ, και τον Γρη­γό­ρη Ανα­γνώ­στου, ιστο­ρι­κό Τέχνης. Ανα­δη­μο­σιεύ­ου­με τη συζήτηση:

Μια ξεχωριστή έκθεση με έργα μεγάλης αισθητικής και ιστορικής αξίας

«Ελ Ντάμπα», Μίμης Φωτόπουλος

«Ελ Ντά­μπα», Μίμης Φωτόπουλος

«Μέσα από την έκθε­ση το ΚΚΕ επι­χει­ρεί να τιμή­σει τους καλ­λι­τέ­χνες, που έθε­σαν στην υπη­ρε­σία της πάλης του λαού μας για καλύ­τε­ρες μέρες όχι μόνο την ίδια τους τη δρά­ση, αλλά και το έργο τους», σημειώ­νει χαρα­κτη­ρι­στι­κά ο Γ. Ανα­γνώ­στου και συνεχίζει:

«Στην έκθε­ση περι­λαμ­βά­νο­νται έργα από καλ­λι­τέ­χνες που βρέ­θη­καν σε εξο­ρί­ες και φυλα­κές, ανα­δει­κνύ­ο­ντας την καθη­με­ρι­νό­τη­τα, την αλύ­γι­στη και περή­φα­νη στά­ση των φυλα­κι­σμέ­νων και εξό­ρι­στων στις δυσκο­λί­ες, την αντο­χή τους. Περι­λαμ­βά­νο­νται ακό­μα έργα καλ­λι­τε­χνών μη εξό­ρι­στων, που μέσα από την Τέχνη τους εξέ­φρα­σαν την αλλη­λεγ­γύη τους και την κατα­δί­κη τους σε αυτήν την κατάσταση.

Η έκθε­ση φιλο­δο­ξεί να ανα­δεί­ξει πλευ­ρές της καλ­λι­τε­χνι­κής δημιουρ­γί­ας μιας περιό­δου 40 χρό­νων (από αρχές του ’30 έως και τη χού­ντα). Τα έργα έχουν αισθη­τι­κή και ιστο­ρι­κή αξία. Απο­τε­λούν τεκ­μή­ρια των συν­θη­κών στις οποί­ες γίνο­νταν. Πολ­λά δια­σώ­θη­καν κάτω από δύσκο­λες συν­θή­κες. “Φυγα­δεύ­τη­καν” σε διπλούς πάτους από βαλί­τσες, ράφτη­καν σε ρού­χα κρα­του­μέ­νων. Δεν μπο­ρεί και δεν πρέ­πει να αξιο­λο­γη­θούν με τη λογι­κή του “σαλο­νά­του” έργου. Οι δημιουρ­γοί αξιο­ποιού­σαν ό,τι υλι­κό μπο­ρού­σαν να βρουν, τσι­γα­ρό­χαρ­τα, θαλασ­σό­ξυ­λα, χαλα­σμέ­νες σκη­νές. Πολ­λές φορές έφτια­χναν μόνοι τους τα χρώ­μα­τα και τα εργα­λεία. Δεν είναι λίγοι και οι αυτο­δί­δα­κτοι ζωγρά­φοι, που έμα­θαν μέσα από τα σχο­λεία τέχνης που υπήρ­χαν στις φυλα­κές και τις εξορίες.

Τα έργα προ­έρ­χο­νται από το Αρχείο του Κόμ­μα­τος, από μου­σεία και Πινα­κο­θή­κες, καθώς και από συγ­γε­νείς των καλ­λι­τε­χνών, οι οποί­οι με χαρά μάς παρα­χώ­ρη­σαν τα έργα για την έκθε­ση. Μοι­ρά­στη­καν μαζί μας μαρ­τυ­ρί­ες των δικών τους ανθρώ­πων γύρω από τις συν­θή­κες δημιουρ­γί­ας. “Ήταν από­γευ­μα, θυμά­μαι. Μόλις πρό­λα­βα να τον ζωγρα­φί­σω… Ακούω ακό­μα το γέλιο του… «Φτιά­ξε με ωραίο, ρε μπα­γά­σα Μπα­χα­ριάν. Κι άμα βγεις, το πρώ­το φιλί που θα δώσεις να ‘ναι στο κορί­τσι μου»… Χτύ­πη­σε το καμπα­νά­κι της κατα­μέ­τρη­σης… Το βρά­δυ τον πήρα­νε στην απο­μό­νω­ση… Δεκα­πέ­ντε μέρες έκα­να να πιά­σω χαρ­τί και μολύ­βι”. Μαρ­τυ­ρία του Α. Μπα­χα­ριάν που μοι­ρά­στη­κε μαζί μας η σύζυ­γός του, Χρι­στί­να, όταν την επισκεφθήκαμε.

Είμα­στε χαρού­με­νοι που στην έκθε­σή μας έχου­με συγκε­ντρώ­σει τόσα έργα, τόσων δημιουρ­γών. Και αυτό είναι ένα στοι­χείο που από την αρχή είχα­με ξεχω­ρί­σει, την εικα­στι­κή συνο­μι­λία των δημιουρ­γών, την αλλη­λε­πί­δρα­ση που ανα­πτύ­χθη­κε μετα­ξύ τους και πώς εκφρά­στη­κε. Θα δει κανείς τα βότσα­λα της Κατρά­κη και πλάι αυτά του Ρίτσου. Θα δει κάρ­τες που χαρί­στη­καν στον Φαρ­σα­κί­δη και κάρ­τες που δόθη­καν από τον ίδιο.

Μέσα από την έκθε­ση ο επι­σκέ­πτης θα ανα­γνω­ρί­σει τη μεγά­λη προ­σφο­ρά του ΚΚΕ στην ανά­πτυ­ξη της πρω­το­πό­ρας Τέχνης, μια προ­σπά­θεια που δεν στα­μά­τη­σε ούτε στις πιο δύσκο­λες συν­θή­κες. Να δει τον “γίγα­ντα λαό” που ενέ­πνευ­σε τους εικα­στι­κούς μας».

Τα έργα φανερώνουν την αντοχή του ανθρώπου που παλεύει για ένα σκοπό

Έργο του Παντελή Μανταλόβα

Έργο του Παντε­λή Μανταλόβα

Συμπλη­ρώ­νο­ντας, ο Φ. Παρ­ρής μας λέει: «Από την έκθε­ση μπο­ρούν να αντλη­θούν πλη­ρο­φο­ρί­ες γύρω από το ιστο­ρι­κό των αντι­κομ­μου­νι­στι­κών διώ­ξε­ων στην Ελλά­δα τον προη­γού­με­νο αιώ­να. Βεβαί­ως, το κρά­τος δεν παραι­τεί­ται ποτέ από το στό­χο του να θωρα­κί­ζει τα συμ­φέ­ρο­ντα του κεφα­λαί­ου, υπάρ­χουν όμως περί­ο­δοι πολύ μεγά­λης έντα­σης, ιδί­ως σε στιγ­μές όξυν­σης της ταξι­κής πάλης.

Έτσι, η έκθε­ση έχει πολ­λα­πλά μηνύ­μα­τα και στο σήμε­ρα: Είναι ένα αλλιώ­τι­κο μάθη­μα Ιστο­ρί­ας, ιδί­ως σε μια περί­ο­δο που γίνε­ται μια συστη­μα­τι­κή προ­σπά­θεια να εξι­σω­θούν οι θύτες με τα θύμα­τα. Ανα­δει­κνύ­ει επί­σης ζητή­μα­τα γύρω από τον καλ­λι­τέ­χνη και τη στρά­τευ­σή του.

Τους αγω­νι­στές δεν τους βάραι­νε μόνο ο εγκλει­σμός. Ήταν μια πολύ δύσκο­λη περί­ο­δος. Ο καθέ­νας κου­βα­λού­σε και το δικό του φορ­τίο από το οικο­γε­νεια­κό, το κοι­νω­νι­κό του περι­βάλ­λον, μαζί βέβαια με τη γενι­κό­τε­ρη εξέ­λι­ξη της ταξι­κής πάλης. Όλοι αυτοί βρί­σκο­νται στις φυλα­κές και τις εξο­ρί­ες ακρι­βώς επει­δή είχαν πάρει μέρος σε ένα πολύ μεγά­λο κίνη­μα, στην Αντί­στα­ση, στον Δεκέμ­βρη. Συνέ­χεια αυτής της πάλης τους είναι η στά­ση τους στις φυλα­κές. Δεν είναι εύκο­λα τα πράγ­μα­τα από την αρχή. Και με αυτήν την έννοια, ό,τι υπάρ­χει μέσα στις φυλα­κές ως δημιουρ­γία είναι κι αυτό απο­τέ­λε­σμα κατά­κτη­σης και αγώ­να. Πολ­λά έργα έχουν στοι­χεία προ­ο­πτι­κής και αισιο­δο­ξί­ας. Φανε­ρώ­νουν την αντο­χή του ανθρώ­που που παλεύ­ει για ένα σκοπό».

Νέες εκδόσεις και παράλληλες δραστηριότητες

Παντελή Μανταλόβα, Φυλακές Αίγινας 1948

Παντε­λή Μαντα­λό­βα, Φυλα­κές Αίγι­νας 1948

Σχε­τι­κά με τις παράλ­λη­λες εκδη­λώ­σεις και τις νέες εκδό­σεις της «Σύγ­χρο­νης Επο­χής» που σχε­τί­ζο­νται με το θέμα και θα μπο­ρεί να προ­μη­θευ­τεί ο επι­σκέ­πτης, μας λέει ο Φ. Παρ­ρής: «Τις επό­με­νες μέρες θα ανα­κοι­νω­θεί το πρό­γραμ­μα παράλ­λη­λων εκδη­λώ­σε­ων. Θα υπάρ­ξουν, εκδή­λω­ση για την εικα­στι­κή δημιουρ­γία σε φυλα­κές και εξο­ρί­ες, εκδη­λώ­σεις τιμής σε συντρό­φους μας από τη δρα­κο­γε­νιά της Αντί­στα­σης, με αφορ­μή τη συμπλή­ρω­ση των 100 χρό­νων της ζωής τους, και πιο συγκε­κρι­μέ­να στον Λάζα­ρο Κυρί­τση και στην Γιάν­να Τρι­κα­λι­νού. Θα γίνει η πρώ­τη προ­βο­λή του ντο­κι­μα­ντέρ για τη Γυά­ρο, με αφορ­μή και την πρό­σφα­τη φιλο­τέ­χνη­ση του Μνημείου.

Ακό­μα, θα κυκλο­φο­ρή­σει η επα­νέκ­δο­ση του βιβλί­ου “Γιού­ρα, η ματω­μέ­νη βίβλος”. Απο­τυ­πώ­νο­νται η εικό­να του νησιού, οι τοπο­θε­σί­ες των όρμων, οι φρι­χτοί βασα­νι­σμοί. Την εικό­να τη δίνουν οι κρα­τού­με­νοι, κατα­γρά­φο­ντας μυστι­κά όσα ζουν στο θανα­το­νή­σι από το 1947 έως το 1950. Το υλι­κό φυγα­δεύ­τη­κε και τυπώ­θη­κε από τη “Νέα Ελλά­δα”. Περι­λαμ­βά­νο­νται και τα συγκλο­νι­στι­κά σκί­τσα που έγι­ναν στη Γυά­ρο από τον Μπα­χα­ριάν και τον Κρύσαλη.

Η έκδο­ση “Μπό­λι­κη πέτρα, μπό­λι­κη καρ­διά” θα παρου­σιά­σει συνο­πτι­κά το καλ­λι­τε­χνι­κό έργο που δημιουρ­γή­θη­κε στις φυλα­κές και τις εξο­ρί­ες, σε συν­δυα­σμό με τις συν­θή­κες και τις περιό­δους. Μια έκδο­ση που προ­σεγ­γί­ζει πλευ­ρές μιας μεγα­λειώ­δους Ιστο­ρί­ας. Οι χει­ρό­γρα­φες εφη­με­ρί­δες κατά τη μετα­ξι­κή δικτα­το­ρία και ο ρόλος τους στο ατσά­λω­μα των κρα­του­μέ­νων. Σε φύλ­λο της εφη­με­ρί­δας που βγαί­νει στην Ανά­φη απο­τυ­πώ­νε­ται σε σκί­τσο ένας αγω­νι­στής πάνω σε βρά­χο με υψω­μέ­νη τη γρο­θιά του δηλώ­νο­ντας: Δεν θα λυγί­σου­με. Από τη “Νέα Ελλά­δα” κυκλο­φο­ρεί το ποί­η­μα του Κώστα Γιαν­νό­που­λου με εικο­νο­γρά­φη­ση του Γιώρ­γη Δήμου. Δεν είναι όμως ένα ακό­μα βιβλίο. Είναι το ποί­η­μα που γρά­φει ο Γιαν­νό­που­λος τα ξημε­ρώ­μα­τα πριν εκτε­λε­στεί και κατα­λή­γει: “Και με τον ίδιο μας τον θάνα­το, τον θάνα­το πατά­με”. Η Αλί­κη Τσου­κα­λά, μια εικο­σά­χρο­νη κομ­μου­νί­στρια, τα τελευ­ταία βρά­δια πριν από την εκτέ­λε­σή της, απο­τυ­πώ­νει στο χαρ­τί την αλύ­γι­στη στά­ση της και προ­φα­νώς τη θέλη­σή της για ζωή. Αυτό απο­δί­δει και στο τετρά­πτυ­χο “Αλί­κη Τ.” ο Τάσσος».

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο