Ολα τα σενάρια ανοικτά για τη στάση του ΚΙΝΑΛ μετεκλογικά άφησε η Φώφη Γεννηματά, μιλώντας στην Κεντρική Πολιτική Επιτροπή του ΚΙΝΑΛ, κάνοντας ωστόσο καθαρό ότι θα στηρίξει τους βασικούς στόχους των επιχειρηματικών ομίλων ακόμα και από τη θέση της αντιπολίτευσης.
Τόνισε, άλλωστε, ότι το ΚΙΝΑΛ είναι «δύναμη δημοκρατικής ομαλότητας και πολιτικής σταθερότητας στη χώρα», που επιδιώκει «να μπει τέλος στην πόλωση και τον διχασμό», έχοντας «πίστη στην ανάγκη εθνικής συνεννόησης για τα εθνικά θέματα και τα μεγάλα ζητήματα της χώρας».
Διαβεβαίωσε ότι: «Θα ασκήσουμε υπεύθυνη, σοβαρή αποφασιστική αντιπολίτευση στις πολιτικές που έρχονται σε διαμετρική αντίθεση με τις προγραμματικές μας θέσεις. Ως υπεύθυνη αντιπολίτευση και όσο περνάει από το χέρι μας, θα αποτρέψουμε κάθε κίνδυνο αποσταθεροποίησης, κάθε απόπειρα που θα βλάψει την πολιτική ομαλότητα και θα θέσει σε κίνδυνο εθνικά και δημοκρατικά κεκτημένα. Σε κρίσιμα εθνικά θέματα, στην αλλαγή του εκλογικού νόμου, στη συνταγματική αναθεώρηση, σε προοδευτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, στην επαναδιαπραγμάτευση των αρνητικών όψεων της απαράδεκτης συμφωνίας που υπέγραψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με τους εταίρους μας, θα συμβάλουμε θετικά και ουσιαστικά».
Μια μέρα νωρίτερα, μιλώντας σε συνέδριο για τις «Άμεσες Ξένες Επενδύσεις στην Ελλάδα», παρουσίαζε το δικό της μείγμα για το κεφάλαιο ως εγγύηση για την κερδοφορία του, αλλά και ως «κοινή βάση» με τα άλλα αστικά κόμματα για την αναζήτηση αντιλαϊκών «συνθέσεων».
Συγκεκριμένα, σημείωσε ότι για το κόμμα της «λυδία λίθος» για τη «νέα πορεία της χώρας» είναι οι «επενδύσεις», για τη διασφάλιση δε της κερδοφορίας των «επενδυτών» κάλεσε «να εξαλείψουμε τις αβεβαιότητες» και οπωσδήποτε να υπάρχει «πολιτική σταθερότητα», «που εκφράζεται με την αναγκαία εθνική συνεννόηση για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας το 2020, τη συνταγματική αναθεώρηση, την αλλαγή του εκλογικού νόμου με ένα δίκαιο σύστημα που δίνει βιώσιμες κυβερνήσεις».
Αντιγράφοντας και αυτή από το ίδιο πρόγραμμα με τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ αναφέρθηκε σε απαλλαγές, διευκολύνσεις για τους επιχειρηματικούς ομίλους, σε ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, σε αναδιαρθρώσεις στην Παιδεία κ.ά.
Την ίδια ώρα, αποζητώντας εκλογική ενίσχυση, για να παζαρέψει καλύτερα το ρόλο τους στο μετεκλογικό σκηνικό, ζήτησε «καθαρή και ισχυρή εντολή από τους πολίτες στο Κίνημα Αλλαγής, στις ερχόμενες εκλογές. Εντολή που θα αποτρέπει την κυριαρχία της ΝΔ και παράλληλα θα αποδυναμώσει τώρα, καθοριστικά τον ΣΥΡΙΖΑ», παράλληλα «που θα εγγυάται μια υπεύθυνη αντιπολίτευση, συνέργειες υπό όρους και προϋποθέσεις και αυξημένη πλειοψηφία όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο», αφού «το ισχυρό ΚΙΝΑΛ διασφαλίζει την ομαλότητα».
Τη χρησιμότητα για ψήφο στο ΚΙΝΑΛ την αναδεικνύει ακριβώς σε αυτήν τη βάση, δηλαδή ως κόμμα που μπορεί να παίξει ρυθμιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του μετεκλογικού σκηνικού, εννοώντας προφανώς ως εταίρου του ενός από τους δύο «πόλους».
Από εδώ όμως ξεκινάνε και οι αντιφάσεις του και τα εσωτερικά του προβλήματα. Σε ποιον πόλο θα πρέπει να πάει να κάτσει;
Σε μια ενδεχόμενη κυβέρνηση της ΝΔ θα βάλει πλάτη ή θα διαλέξει το δρόμο της «αντιπολίτευσης» μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ, με τον οποίο όμως μοιράζονται ακόμα και σε επίπεδο διακήρυξης σχεδόν τις ίδιες θέσεις, ακόμα και οι δύο μιλάνε για «νέο κοινωνικό συμβόλαιο». Αντιπολίτευσης δηλαδή που θα γίνεται από τη σκοπιά της υπεράσπισης και προώθησης των απαιτήσεων των επιχειρηματικών ομίλων, μέσα στο γνωστό αντιλαϊκό πλαίσιο.
Σίγουρα μετεκλογικά θα καταγραφούν διεργασίες και εξελίξεις και στο ΚΙΝΑΛ.
Το σημαντικό όμως για το λαό, τους εργαζόμενους, τα λαϊκά στρώματα, όλους όσοι δυσαρεστημένοι απομακρύνονται από τον ΣΥΡΙΖΑ να σκεφτούν, να προβληματιστούν:
- Θα κάνουν βήμα προς τα πίσω, θα δώσουν συγχωροχάρτι σε μια δύναμη που έχει τα χέρια της λερωμένα με μια πολιτική που τσάκισε τα εργατικά — λαϊκά δικαιώματα;
- Θα δώσουν άφεση αμαρτιών στο γνωστό ΠΑΣΟΚ της εξαγοράς συνειδήσεων, του πρώτου διδάξαντα όλων όσα έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση τα τέσσερα τελευταία χρόνια;
- Θα δώσουν άφεση σε αυτό το κόμμα που οι δυνάμεις του στο συνδικαλιστικό κίνημα είναι ταυτισμένες με την εργατική αριστοκρατία, τον εργοδοτικό — κυβερνητικό συνδικαλισμό, με τις διάφορες μαφίες που έχουν σπρώξει μαζικά τους χιλιάδες εργαζόμενους μακριά από τα συνδικάτα και τη δράση;
- Θα ενισχύσουν μια δύναμη που λέει ανοιχτά ότι θέλει να γίνει «τσόντα» στον μετεκλογικό αντιλαϊκό συσχετισμό δυνάμεων, να παίξει ρόλο κυβερνητικού εταίρου της επόμενης αντιλαϊκής κυβέρνησης;
- Θα εμπιστευτούν ως «αντιπολίτευση» δυνάμεις που έχουν συναινέσει και στηρίξει από όλες τις θέσεις την αντιλαϊκή πολιτική;
Εχει σημασία προοδευτικοί άνθρωποι που φεύγουν από τον ΣΥΡΙΖΑ να κάνουν ένα βήμα προς τα μπρος, να αφήσουν πίσω μια για πάντα τις σοσιαλδημοκρατικές εκδοχές, να εμπιστευτούν, να στηρίξουν τη μόνη δύναμη που είναι πραγματικά προοδευτική, γιατί συγκρούεται με το σύστημα της συντήρησης, γιατί παλεύει για την κοινωνική πρόοδο, για τη λαϊκή ευημερία, να στηρίξουν το ΚΚΕ. Για μια πραγματική λαϊκή αντιπολίτευση την επόμενη μέρα των εκλογών.
Κόμματα «μίας χρήσης», επιζήμια για το λαό
Από αστικά κόμματα «μίας χρήσης», που όπως δημιουργήθηκαν έτσι και διαλύθηκαν, ο λαός μας έχει γνωρίσει πολλά: ΛΑ.Ο.Σ., ΔΗΜΑΡ, ΑΝΕΛ, Ποτάμι, Ενωση Κεντρώων, Οικολόγοι — Πράσινοι κ.ά. Συνήθως όλα όταν πρωτοεμφανίζονται συνοδεύονται από χαρακτηρισμούς όπως «νέο», «καινοτόμο», «πρωτοποριακό», «σύγχρονο» κ.λπ. Δεν αργούν όμως να αποδειχθούν το ίδιο «παλιά» με τα άλλα αστικά κόμματα. Παλιά επειδή αποτελούν εκφραστές — με διαφορετικές παραλλαγές και τρόπους — του ίδιου ξεπερασμένου, αντιδραστικού συστήματος. Γι’ αυτό έχουν την ίδια κατάληξη στηρίγματα κυβερνήσεων ή των κυβερνητικών πολιτικών, ενώ στελέχη τους μεταγγίζονται στους ισχυρότερους πόλους του πολιτικού συστήματος προκειμένου να εξυπηρετηθούν δικομματικά ή διπολικά σχέδια. Αλλωστε στρατηγικές διαφορές δεν έχουν μεταξύ τους. Ο ρόλος τους χρήσιμος για το πολιτικό σύστημα που υπηρετεί τους επιχειρηματικούς ομίλους, την ΕΕ, επιζήμιος ταυτόχρονα για το λαό. Ο βασικός τους ρόλος βρίσκεται στην «αποθήκευση» της δυσαρέσκειας και διαμαρτυρίας απέναντι στα βασικά αστικά κόμματα, προκειμένου αυτή να μη διοχετευτεί σε κατευθύνσεις ριζοσπαστικές και βασικά να μη συναντηθεί με την πολιτική πρόταση του ΚΚΕ. Γι’ αυτό άλλωστε και αυτά τα κόμματα χαρακτηρίζονται αναχώματα.
Τέτοιο ρόλο στις σημερινές συνθήκες αναλαμβάνει, απευθυνόμενος σε δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, ο Γ. Βαρουφάκης με το ΜΕΡΑ25. Βεβαίως εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν έχουμε να κάνουμε με μια κίνηση που έχει αναφορά σε επίπεδο ΕΕ. Το δίκτυο DiEM25 είναι ένα δίκτυο κινήσεων το οποίο ανεξάρτητα από το πολιτικό βάρος και την εμβέλειά του, συνδέεται με διεργασίες που συντελούνται σε επίπεδο ΕΕ και αφορούν προβληματισμούς και διαπάλη για το μέλλον και την εμβάθυνση της ΕΕ και της Ευρωζώνης, που διεξάγεται ανάμεσα σε ισχυρά κέντρα της ΕΕ (Γερμανία — Γαλλία — Ιταλία) και με την παρέμβαση τμημάτων των ΗΠΑ. Πολλά άλλωστε έχουν γραφτεί και ειπωθεί για τις παλιότερες σχέσεις του Γ. Βαρουφάκη με το δίκτυο του Αμερικανού μεγαλοεπιχειρηματία Τζ. Σόρρος, παρόλο που ο ίδιος υποστηρίζει ότι έχει έρθει σε ρήξη μαζί του.
Μια σειρά από βασικές θέσεις του ΜΕΡΑ25 φανερώνουν το χαρακτήρα του κόμματος, αφού δεν αμφισβητεί σε τίποτα την κυρίαρχη πολιτική, τους στρατηγικούς στόχους των επιχειρηματικών ομίλων. Ετσι, προσπαθεί για άλλη μια φορά να πείσει ότι μπορεί να υπάρξει «έξυπνη και στοχευμένη οικονομική πολιτική» που να υπηρετεί και την ανάπτυξη για τους επιχειρηματικούς ομίλους και τα εργατικά — λαϊκά δικαιώματα. Επικεντρώνει στην αναδιάρθρωση του χρέους και ιεραρχεί την «πράσινη ανάπτυξη». Αποδέχεται τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, αλλά προτείνει την «έξυπνη χρήση του βέτο» μέσα στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς για την υπεράσπιση των «δίκαιων της χώρας». Βάζει στόχο να αλλάξει την ΕΕ, να την κάνει προοδευτική κ.λπ. Λίγο — πολύ δηλαδή μια απ’ τα ίδια, αμπαλαρισμένα σε καινούργιο περιτύλιγμα. Ολα αυτά τα έχουν ξαναπεί ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, σοσιαλδημοκράτες, νεοαριστεροί, πράσινοι και οικολόγοι σε όλη την ΕΕ. Γι’ αυτό άλλωστε δεν διστάζει να ομολογεί ότι είναι έτοιμος να συνεργαστεί είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ είτε ακόμα και με τη ΝΔ αν χρειαστεί, σε ένα τέτοιο πλαίσιο…
Αν σε όλα αυτά συνυπολογίσουμε την πορεία και το ρόλο του ίδιου του Γ. Βαρουφάκη την περίοδο του πρώτου εξαμήνου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ — ΑΝΕΛ, καταλαβαίνουμε ότι είναι «άνθρακες ο θησαυρός» για το λαό. Βεβαίως σήμερα εμπειρία υπάρχει, το «έργο» το έχουμε ξαναδεί. Ιδιαίτερα όσοι αισθάνονται αριστεροί, ριζοσπάστες, όσοι έχουν σχέση και δεσμούς με το εργατικό — λαϊκό κίνημα, δεν πρέπει να την ξαναπατήσουν, επενδύοντας σε ένα καραμπινάτο κόμμα του κεφαλαίου με «ριζοσπαστικό» και «αντισυστημικό» αμπαλάζ. Δεν υπάρχουν άλλα περιθώρια για πειράματα με προδιαγεγραμμένο τέλος, για νέες αυταπάτες και ψευδαισθήσεις. Η σταθερότητα του ΚΚΕ απέναντι σε όλα αυτά σχετίζεται με τη φυσιογνωμία του ως του μόνου κόμματος που παλεύει πραγματικά ενάντια στο σύστημα, ως του μόνου κόμματος που υπερασπίζεται το σύνολο των συμφερόντων των εργαζομένων, όχι στα λόγια αλλά με τη δράση του στο εργατικό — λαϊκό κίνημα, ως του μόνου κόμματος που οργανώνει την αντίσταση και αντεπίθεση. Αντί λοιπόν για κόμματα «μίας χρήσης», μπορούν να εμπιστευτούν και να επενδύσουν σε αυτήν τη σταθερότητα…
Πηγή: [Ριζοσπάστης]
Επιμέλεια Ομάδα ¡H.lV.S!
Επικοινωνία — [ FaceBook |>1<|-|>2<| ] — Blog