Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Κινηματογράφος: Μαγικές εικόνες στους “Χωρικούς” και “Λίμνη Φάλκον”

Πρώ­τη κινη­μα­το­γρα­φι­κή βδο­μά­δα του 2024 και βγαί­νουν ελά­χι­στες νέες ται­νί­ες στη δια­νο­μή. Εμείς σήμε­ρα θα μιλή­σου­με για δύο από αυτές, ξεχω­ρί­ζο­ντας τους «Χωρι­κούς», που ήταν η απο­χαι­ρε­τι­στή­ρια δημο­σιο­γρα­φι­κή προ­βο­λή στο αγα­πη­μέ­νο μας «Ιντε­άλ». Οι επό­με­νες βδο­μά­δες ωστό­σο θα είναι πιο πλού­σιες κινη­μα­το­γρα­φι­κά και με περισ­σό­τε­ρα κινη­μα­το­γρα­φι­κά είδη.

«Οι Χωρι­κοί» (χωριά­τες) Chlopi / The Peasants / DK Welchman _ Hugh Welchman με Kamila Urzedowska, Robert Gulaczyk, Miroslaw Baka / 2023 / 114 λεπτά _Ένα υπερ­θέ­α­μα που μετα­τρέ­πει χιλιά­δες ελαιο­γρα­φί­ες σε κινού­με­νες εικό­νες για τη μετα­φο­ρά του βιβλί­ου του βρα­βευ­μέ­νου με Νόμπελ Βλά­ντι­σλαβ Ρέιμοντ

Μια νεα­ρή επαρ­χιώ­τισ­σα ανα­γκά­ζε­ται να παντρευ­τεί έναν πολύ μεγα­λύ­τε­ρό της πλού­σιο κτη­νο­τρό­φο, παρά τον έρω­τά της για τον γιο του. Σύντο­μα, θα γίνει αντι­κεί­με­νο ζήλιας και έχθρας από τους υπό­λοι­πους χωρι­κούς και θα χρεια­στεί να παλέ­ψει για να δια­φυ­λά­ξει την ανε­ξαρ­τη­σία της. Με φόντο την Πολω­νία των αρχών του 20ού αιώ­να, οι ιστο­ρί­ες των χωρι­κών ξεδι­πλώ­νο­νται καθώς οι επο­χές δια­δέ­χο­νται η μία την άλλη.

Η τετρα­λο­γία του Βλα­ντι­σλάβ Ρέι­μοντ, «Οι Χωρι­κοί», γραμ­μέ­νη μετα­ξύ του 1897 και του 1909, διδά­σκε­ται σε όλα τα σχο­λεία της Πολω­νί­ας, απο­τε­λεί δείγ­μα της κλα­σι­κής πολω­νι­κής λογο­τε­χνί­ας και ο δημιουρ­γός της βρα­βεύ­τη­κε γι’ αυτό το έργο με το Βρα­βείο Νόμπελ το 1924. Οι «Χωρι­κοί» έχουν μετα­φερ­θεί από τότε, σε πολύ δια­φο­ρε­τι­κές περιό­δους, στη μικρή και στη μεγά­λη οθό­νη, αλλά ποτέ με τέτοιον ξεχω­ρι­στό τρό­πο. Οι δημιουρ­γοί του «Loving Vincent» (2017), της πρώ­της ται­νί­ας που είναι εξο­λο­κλή­ρου ζωγρα­φι­σμέ­νη στο χέρι καρέ καρέ με χιλιά­δες ελαιο­γρα­φί­ες, έκα­ναν πάλι το θαύ­μα τους. Θα μπο­ρού­σε εύκο­λα να πει κανείς ότι είναι τόση η τεχνι­κή αρτιό­τη­τα και η σπου­δαία καλ­λι­τε­χνι­κή υφή της εικό­νας που ενδέ­χε­ται να «υπερ­τε­ρεί» κατά κάποιον τρό­πο του περιε­χο­μέ­νου που απει­κο­νί­ζε­ται. Ομως, αντί­θε­τα με το «Loving Vincent», που ήταν μια πραγ­μα­τι­κά πρω­τό­γνω­ρη κινη­μα­το­γρα­φι­κή εμπει­ρία, χωρίς όμως να έχει αντί­στοι­χα στι­βα­ρό σενά­ριο, εδώ γινό­μα­στε κοι­νω­νοί σπου­δαί­ας λογο­τε­χνί­ας, ανά­λο­γης του καλ­λι­τε­χνι­κού επι­τεύγ­μα­τος της εικό­νας. Χωρίς δυστυ­χώς να έχου­με δια­βά­σει το λογο­τε­χνι­κό έργο δεν μπο­ρού­με να κρί­νου­με κατά πόσο είναι επι­τυ­χη­μέ­νη η κινη­μα­το­γρα­φι­κή μετα­φο­ρά του, ωστό­σο ακό­μα και η υπάρ­χου­σα αίσθη­ση της ται­νί­ας κατα­φέρ­νει να απο­δώ­σει την περί­ο­δο που γράφτηκε.

«Λίμνη Φάλ­κον» / Falcon Lake / Σαρ­λότ Λε Μπον / 2022 / 100 λεπτά

Ο 14χρονος Μπα­στιάν και η οικο­γέ­νειά του περ­νούν το καλο­καί­ρι στη Λίμνη Φάλ­κον, στο Κεμπέκ, στο σπί­τι μιας στε­νής τους φίλης. Η 16χρονη κόρη της, Κλοέ, εξω­στρε­φής και τολ­μη­ρή, γοη­τεύ­ει τον Μπα­στιάν, όμως μοιά­ζει να ενδια­φέ­ρε­ται για μεγα­λύ­τε­ρα αγό­ρια προ­κα­λώ­ντας τη ζήλια του. Ο Μπα­στιάν βρί­σκε­ται στην γκρί­ζα ζώνη μετα­ξύ παι­δι­κό­τη­τας και ενη­λι­κί­ω­σης. Σε αυτήν τη μεταιχ­μια­κή φάση, τα δύο παι­διά θα συνα­ντη­θούν και θα έρθουν κοντά.

Οποιος λέει ότι είναι εύκο­λη η μετα­φο­ρά της περιό­δου της εφη­βεί­ας στον κινη­μα­το­γρά­φο μάλ­λον έχει τις αυτα­πά­τες του. Είναι ένα πολύ δύσκο­λο στοί­χη­μα που πολύ σπά­νια κερ­δί­ζε­ται… Οχι μόνο για­τί η εξι­στό­ρη­ση της εφη­βεί­ας δεν αφο­ρά απο­κλει­στι­κά το ενή­λι­κο κοι­νό, αλλά για­τί κυρί­ως αφο­ρά το εφη­βι­κό κοι­νό, το οποίο είναι ιδιαί­τε­ρα απαι­τη­τι­κό. Αρκε­τές από τις ται­νί­ες που αφο­ρούν στην εφη­βεία κυρί­ως αγα­πιού­νται από ενή­λι­κες που γυρ­νούν τον χρό­νο πίσω για λίγες ώρες, παρά σε εφή­βους που τη ζουν εκεί­νη τη στιγ­μή. Τού­τη η ται­νία δεν κατα­φέρ­νει να μιλή­σει ούτε στο ενή­λι­κο κοι­νό δυστυ­χώς. Ενας εφη­βι­κός έρω­τας και οι προ­ε­κτά­σεις του και από τις δυο πλευ­ρές σε αυτήν την ηλι­κία δεν είναι τόσο απλή υπό­θε­ση για να περιο­ρι­στεί αφη­γη­μα­τι­κά σε λίγα στιγ­μιό­τυ­πα, κι εδώ η Λε Μπον ουσια­στι­κά αυτά τα στιγ­μιό­τυ­πα τρα­βά­ει από τα μαλ­λιά σε χρό­νο για να αφη­γη­θεί την ιστο­ρία της. Η σφι­χτή αφη­γη­μα­τι­κή δομή απου­σιά­ζει, οι δευ­τε­ρεύ­ο­ντες χαρα­κτή­ρες είναι σχε­δόν «φαντά­σμα­τα» και το τέλος της ται­νί­ας δεν συνε­πά­γε­ται κατά καμιά έννοια από την προη­γού­με­νη πλο­κή και δεν βγά­ζει νόη­μα… Ενδε­χο­μέ­νως η σκη­νο­θέ­τρια να θέλει να μας πει ότι ο έρω­τας σε αυτήν την ηλι­κία είναι τυφλός, σε τέτοιο βαθ­μό που δεν υπάρ­χει κανείς έξω από αυτόν… Εντά­ξει ως εδώ, όμως σε ποιο πραγ­μα­τι­κά ηλι­κια­κό κοι­νό στο­χεύ­ει; Η απει­κό­νι­ση της φύσης είναι υπέ­ρο­χη, τα εφη­βά­κια της ται­νί­ας είναι εξαι­ρε­τι­κά αλλά κάτι λεί­πει από τη δομή των βασι­κών χαρα­κτή­ρων που δεν μας αφή­νει να ζήσου­με αυτόν τον έρω­τα μαζί τους…

Με πλη­ρο­φο­ρί­ες από το Ριζοσπάστη

Ατέχνως infoΣημεί­ω­μα της σκη­νο­θέ­τι­δας Ντο­ρό­τα Κομπιέ­λα DK Welchman
(Από­φοι­τος της Ακα­δη­μί­ας Καλών Τεχνών της Βαρ­σο­βί­ας, τέσ­σε­ρις φορές βρα­βευ­μέ­νη με την υπο­τρο­φία του Υπουρ­γού Πολι­τι­σμού για τα επι­τεύγ­μα­τά της στη ζωγρα­φι­κή και τα γρα­φι­κά. Μετά την απο­φοί­τη­σή της, το ενδια­φέ­ρον της στρά­φη­κε στον κινη­μα­το­γρά­φο και στο animation, και είχε σκη­νο­θε­τή­σει 5 μικρού μήκους πριν την πρώ­τη της μεγά­λου μήκους ται­νία, το υπο­ψή­φιο για Όσκαρ Loving Vincent.Ντορότα Κομπιέλα

Ήρθα για πρώ­τη φορά σε επα­φή με το βιβλίο Οι Χωρι­κοί στο λύκειο, σε ηλι­κία 17 ετών, για­τί διδά­σκε­ται σε όλα τα σχο­λεία της Πολω­νί­ας. Το ξανα­συ­νά­ντη­σα πολ­λά χρό­νια αργό­τε­ρα, ακού­γο­ντας ένα audiobook ενώ ζωγρά­φι­ζα ένα πλά­νο για την προη­γού­με­νη ται­νία μου, Loving Vincent. Το να το ακούς ως ενή­λι­κας ήταν μια εντε­λώς δια­φο­ρε­τι­κή εμπειρία.

Αυτό που με εντυ­πω­σί­α­σε ως animator και σκη­νο­θέ­τι­δα ήταν τα στοι­χεία που δεν με εντυ­πω­σί­α­σαν ως έφη­βη: η ηρω­ι­κή περι­γρα­φή μιας χρο­νιάς στην κοι­νο­τι­κή ζωή, η ποι­η­τι­κή απει­κό­νι­ση της φύσης, και οι περή­φα­νοι και σκλη­ροί αγώ­νες των χαρα­κτή­ρων, διαν­θι­σμέ­νοι με σχο­λα­στι­κές στιγ­μές τρυ­φε­ρό­τη­τας και συγκλο­νι­στι­κές προ­σω­πι­κές τραγωδίες.

Φαντά­στη­κα το πώς θα μπο­ρού­σα να σεβα­στώ αυτό που είχε δημιουρ­γή­σει ο Βλά­ντι­σλαβ Ρέι­μοντ με τόση ευσέ­βεια και αγά­πη: πώς να δεί­ξω αυτές τις περί­πλο­κες περι­γρα­φές της φύσης, αυτή την από­λαυ­ση στη ζωή, τη φύση, τη γη και την ανθρώ­πι­νη φύση: μετα­τρέ­πο­ντάς τες ξανά σε μια ται­νία μεγά­λου μήκους με την τεχνι­κή της ζωγρα­φι­κής κινου­μέ­νων σχεδίων.

Ενθου­σιά­στη­κα με την ιδέα να προ­σαρ­μό­σω αυτό το βιβλίο σε αυτή την τεχνι­κή, η οποία θα επέ­τρε­πε τόσο την αφή­γη­ση της ιστο­ρί­ας όσο και τις απο­χρώ­σεις των λεπτο­με­ρών ποι­η­τι­κών περι­γρα­φών της φύσης που είναι τόσο σημα­ντι­κές στο μυθι­στό­ρη­μα, και απο­τε­λούν τόσο μεγά­λο μέρος του έργου. Τα γυρί­σμα­τα μιας ται­νί­ας μεγά­λου μήκους με ηθο­ποιούς και στη συνέ­χεια η ζωγρα­φι­κή από πάνω καρέ-καρέ στο post-production θα επέ­τρε­πε και τις δύο αυτές πτυ­χές –τετα­μέ­να προ­σω­πι­κά δρά­μα­τα και ζωγρα­φι­κά ορά­μα­τα– να συν­δυα­στούν με συνε­κτι­κό τρόπο.

Μετά από χρό­νια δου­λειάς σε μια ται­νία για τον Βίν­σεντ Βαν Γκογκ, ένιω­θα επί­σης έντο­να την ανά­γκη να πω μια ιστο­ρία για τις γυναί­κες: να δεί­ξω τους αγώ­νες και το πάθος και τη δύνα­μή τους. Η Γιά­γκνα και η Χάν­κα είναι και δύο πολύ ξεχω­ρι­στοί και σημα­ντι­κοί χαρα­κτή­ρες στην πολω­νι­κή λογο­τε­χνία, η καθε­μία αντι­προ­σω­πεύ­ει δια­φο­ρε­τι­κές αξί­ες, αλλά συν­δέ­ο­νται με τους αγώ­νες τους σε μια ανδρο­κρα­τού­με­νη κοινωνία.

Το βιβλίο του Ρέι­μοντ ξεχω­ρί­ζει από άλλα ρεα­λι­στι­κά μυθι­στο­ρή­μα­τα, διό­τι όχι μόνο αφη­γεί­ται τις δυσκο­λί­ες της αγρο­τι­κής ζωής αλλά δεί­χνει και κάτι περισ­σό­τε­ρο. Κατά τη διάρ­κεια των τεσ­σά­ρων επο­χών στις οποί­ες εκτυ­λίσ­σε­ται η ιστο­ρία, συμ­βαί­νουν πολ­λές τρα­γω­δί­ες τόσο σε μεμο­νω­μέ­νους χαρα­κτή­ρες όσο και σε ολό­κλη­ρο το χωριό. Οι αγρό­τες προ­στα­τεύ­ουν τα δικαιώ­μα­τά τους με μεγά­λο πάθος. Παρό­λο που αγω­νί­ζο­νται άνι­σα και συχνά βρί­σκο­νται στην πλευ­ρά των χαμέ­νων, προ­σπα­θούν πάντα να υπε­ρα­σπι­στούν την ελευ­θε­ρία τους και το δικαί­ω­μα να είναι κύριοι της μοί­ρας τους.

Ωστό­σο, ο Ρέι­μοντ απέ­χει πολύ από το να εξι­δα­νι­κεύ­ει τους Πολω­νούς αγρό­τες. Δεί­χνει ότι μπο­ρεί να είναι άπλη­στοι, περή­φα­νοι, μικρο­πρε­πείς, ζηλιά­ρη­δες και μισαλ­λό­δο­ξοι. Από ιστο­ρι­κή σκο­πιά, αυτά τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά καθό­ρι­σαν συχνά τη μοί­ρα του έθνους μας.

Οι Χωρι­κοί είναι ένα υπέ­ρο­χο μυθι­στό­ρη­μα που αξί­ζει μια εξαι­ρε­τι­κή και πρω­το­πο­ρια­κή προ­σαρ­μο­γή. Αξί­ζει να ανα­κα­λυ­φθεί εκ νέου όχι μόνο σε εθνι­κό αλλά και διε­θνές επί­πε­δο, καθώς πρό­κει­ται για ένα από τα σπου­δαία έργα της ευρω­παϊ­κής πεζογραφίας.

 

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο