Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

“ΚΟΚΚΙΝΟ ΑΕΡΟΣΤΑΤΟ” _Λε-λε-λε-υ-τεριά λευτεριά στην Παλαιστίνη» _ΦΩΤΟ

«Λευ­τε­ριά στην Παλαι­στί­νη», λέει το «κόκ­κι­νο Αερό­στα­το», και μέσα από κεί­με­να και φωτο­γρα­φί­ες, χάρ­τες και γρα­φή­μα­τα, ποι­ή­μα­τα, μαρ­τυ­ρί­ες, με τρό­πο εύλη­πτο και αλη­θι­νό, το περιο­δι­κό απευ­θύ­νε­ται στις ανη­συ­χί­ες και τα ερω­τή­μα­τα των παι­διών. Ένα χρή­σι­μο εργα­λείο τόσο για τα ίδια τα παι­διά, όσο και για τους εκπαι­δευ­τι­κούς και τους γονείς που ανα­ζη­τούν τρό­πο να προ­σεγ­γί­σουν απο­ρί­ες και ανη­συ­χί­ες, να βοη­θή­σουν τα παι­διά να βρουν απαντήσεις.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

  • σελ8–11 Οι εργά­τες σε όλο τον κόσμο αγω­νί­ζο­νται και διεκδικούν!
  • 12–13 100 χρό­νια Ντίσνεϋ
  • 16- 21 Λευ­τε­ριά στην Παλαιστίνη
  • 22–23 Συνέ­ντευ­ξη με τον δήμαρ­χο Πάτρας Κ. Πελετίδη
  • 24–29 50 χρό­νια από τον ξεση­κω­μό του Πολυτεχνείου
  • 30–31 Η τέχνη της Χαρακτικής

Στις υπό­λοι­πες σελί­δες θα βρεις: Κόμικ, νέα των φίλων του «κόκ­κι­νου Αερό­στα­του», το ημε­ρο­λό­γιο ενός απο­ρη­μέ­νου, χει­ρο­τε­χνί­ες, παι­χνί­δια, επι­στή­μη, click challenge για τα Χρι­στού­γεν­να και πολ­λά ακόμα… +
ΔΩΡΟ: Αφί­σα για την Παλαιστίνη

Μέσα από το αφιέ­ρω­μα, τα παι­διά θα μάθουν πως «υπάρ­χει ένας τόπος…», όπου η πρό­σβα­ση στο σχο­λείο περ­νά από χιλιό­με­τρα μέσα σε βου­νά και «σημεία ελέγ­χου», που το αν θα υπάρ­χει ρεύ­μα, τρό­φι­μα και καύ­σι­μα είναι υπό­θε­ση του κατα­κτη­τή, που κάθε τόσο βομ­βαρ­δί­ζε­ται και εκα­το­ντά­δες παι­διά φυλα­κί­ζο­νται κάθε χρό­νο μένο­ντας για πολ­λές μέρες χωρίς φαγη­τό και επα­φή με τους γονείς τους… «Αυτόν τον τόπο τον λένε Παλαι­στί­νη» και οι μικροί ανα­γνώ­στες, χωρίς την παρεμ­βο­λή παρα­μορ­φω­τι­κών φακών, γνω­ρί­ζουν την πραγ­μα­τι­κό­τη­τα της Ισραη­λι­νής κατο­χής και τη ζωή στη Λωρί­δα της Γάζας, τη «μεγα­λύ­τε­ρη ανοι­χτή φυλα­κή της γης». Μαθαί­νουν για τον αγώ­να των Παλαι­στι­νί­ων για να ζήσουν στη δική τους πατρί­δα και για τη στή­ρι­ξη των λαών σε όλο τον κόσμο για να γίνει πρά­ξη το δικαί­ω­μά τους.

Μέσα από τους στί­χους του Παλαι­στί­νιου ποι­η­τή Σαμίχ Κάσεμ οι μικροί και μεγα­λύ­τε­ροι ανα­γνώ­στες θα νιώ­σουν με τη δύνα­μη της ποί­η­σης τα όσα υφί­στα­ται ο λαός της Παλαι­στί­νης, αλλά και τη δύνα­μη που έχουν όσοι παλεύ­ουν για το δίκιο τους ενά­ντια «στους εχθρούς του ήλιου». Τα ερω­τή­μα­τα που τίθε­νται δίπλα στο ποί­η­μα δίνουν αφορ­μή για συζή­τη­ση, σκέ­ψη και έκφραση.

Θα τους «απευ­θυν­θεί» ο Ασράφ ο οποί­ος, μαθη­τής το 2008, όταν το Ισρα­ήλ βομ­βάρ­δι­ζε και πάλι τη Γάζα, έστει­λε ένα γράμ­μα στο Συντο­νι­στι­κό Αγώ­να Σχο­λεί­ων της Αθή­νας, περι­γρά­φο­ντας σε 12 γραμ­μές τα όσα ζού­σε, τη δύνα­μη που έπαιρ­νε ο ίδιος και οι τρι­γύ­ρω του στον καταυ­λι­σμό από τους λαούς που «τους σκέ­φτο­νται και φωνά­ζουν στις χώρες τους και στέλ­νουν βοήθεια».

Οι σελί­δες του «κόκ­κι­νου Αερό­στα­του» δίνουν την ευκαι­ρία για ομα­δι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες που βάζουν στο επί­κε­ντρο την πάλη ενά­ντια στον πόλε­μο. Τα παι­διά παίρ­νουν ιδέ­ες, μέσα και από το κόμικς, για το πώς μπο­ρούν να δεί­ξουν την αλλη­λεγ­γύη τους μέσα και έξω από το σχο­λείο. «Λέμε στους συμ­μα­θη­τές μας την αλή­θεια. Ζωγρα­φί­ζου­με και γρά­φου­με παντού το σύν­θη­μα “Λευ­τε­ριά στην Παλαι­στί­νη”. Φτιά­χνου­με εικό­νες και βιντε­ά­κια αλλη­λεγ­γύ­ης. Συμ­με­τέ­χου­με στις πορεί­ες και τις διαμαρτυρίες».

Ακό­μα, αξιο­ποιώ­ντας εμβλη­μα­τι­κά έργα του μεγά­λου ζωγρά­φου Π. Πικά­σο, ο οποί­ος μίλη­σε και μιλά με το έργο του για τον πόλε­μο και την ειρή­νη, τα παι­διά μπο­ρούν να χρω­μα­τί­σουν το περι­στέ­ρι της ειρή­νης και τη Γκερ­νί­κα με τα χρώ­μα­τα της παλαι­στι­νια­κής σημαί­ας. Επί­σης, με βάση σχε­τι­κές πλη­ρο­φο­ρί­ες που δίνο­νται στο περιο­δι­κό, οι μικροί φίλοι του «κόκ­κι­νου Αερό­στα­του» μπο­ρούν με τη βοή­θεια του χάρ­τη να κατα­νο­ή­σουν πόσο κοντά στην Ελλά­δα είναι η Γάζα και τις γεω­γρα­φι­κές ανα­λο­γί­ες της περιο­χής. Τα μεγα­λύ­τε­ρα παι­διά μπο­ρούν να ανα­ζη­τή­σουν πλη­ρο­φο­ρί­ες που δεί­χνουν την ιστο­ρία της περιο­χής και των συγκρού­σε­ων στην προ­σπά­θειά τους να ανα­ζη­τή­σουν το «για­τί»…

ΓΕΝΕΘΛΙΑ της Ζωρζ Σαρή

«Εδώ Πολυ­τε­χνείο! Σας μιλά­ει ο ραδιο­φω­νι­κός σταθ­μός των ελεύ­θε­ρων αγω­νι­ζό­με­νων φοι­τη­τών, των ελεύ­θε­ρων αγω­νι­ζό­με­νων Ελλή­νων…». Η φωνή βγαί­νει μέσα από ‘να μαύ­ρο κου­τά­κι, ένα τραν­ζί­στορ της Άννας…
Είναι Παρα­σκευή βρά­δυ. Εδώ και τρεις μέρες οι φοι­τη­τές κατέ­λα­βαν το Πολυ­τε­χνείο. Έφτια­ξαν έναν πομπό, απ’ αυτόν ακού­γε­ται η φωνή τους… Στο σαλό­νι, στις πολυ­θρό­νες με την μπλε στό­φα, κάθο­νται η Μαρία και η Αννα. Ακού­νε. Ο Αντρέ­ας περ­πα­τά­ει πάνω κάτω. Ακού­ει κι αυτός.

«Πού να βρί­σκε­ται ο Παύ­λος; Μέσα στο Πολυ­τε­χνείο; Κι αυτή η φωνή του αγο­ριού που λέει και ξανα­λέ­ει: Έδώ Πολυ­τε­χνείο. Εδώ Πολυ­τε­χνείο…” πόσο μοιά­ζει με τη φωνή του Μάνου…» Η Μαρία το μεση­μέ­ρι, κατέ­βη­κε να δει. Θαμπώ­σα­νε τα μάτια της! Κόσμος πολύς γύρω τρι­γύ­ρω, και μέσα από τα κάγκε­λα απλώ­νο­νταν τα χέρια για να δεχτούν τις προ­σφο­ρές του λαού: τρό­φι­μα, τσι­γά­ρα, σοκο­λά­τες, λου­λού­δια. Τα παι­διά τρα­γου­δού­σαν τρα­γού­δια της λευ­τε­ριάς. Υψω­μέ­να πλα­κάτ έγρα­φαν: ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ — ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ‑ΨΩΜΙ ‑ΠΑΙ­ΔΕΙΑ — ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Αλλα συν­θή­μα­τα είχαν γρα­φτεί πάνω στους τοί­χους και πάνω σε πανό από χοντρό κάμπο­το: ΛΑΕ ΠΟΛΕΜΑ — ΣΟΥ ΠΙΝΟΥΝΕ ΤΟ ΑΙΜΑ — ΟΛΟΙ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ — ΕΡΓΑΤΕΣ ΑΓΡΟΤΕΣ ΦΟΙΤΗΤΕΣ. Οι δια­δη­λω­τές σκαρ­φά­λω­ναν στα τρό­λεϊ και στα λεωφο­ρεία που περ­νού­σαν γεμά­τα κόσμο κι έγρα­φαν πάνω τους: ΚΑΤΩ Η ΧΟΥΝΤΑ. Ο τηλε­βό­ας έκα­νε έκκλη­ση: «Συμπα­ρα­στα­θεί­τε μας». Μια σκά­λα ήταν στη­μέ­νη από τη μεριά της Στουρ- νάρα. Οι νέοι την ανέ­βαι­ναν και πηδού­σαν μέσα στο χώρο του Πολυ­τε­χνεί­ου. Ο κόσμος κοι­τού­σε, δεν έφευ­γε, δε φοβό­ταν. Λες κι ήταν πανη­γύ­ρι. Μύρι­ζε λευτεριά.

Η Μαρία γύρι­σε στο σπί­τι συγκι­νη­μέ­νη, ενθουσιασμένη.

«Πού είναι ο Παύ­λος; Θα ‘ναι ακό­μα στο Πολυ­τε­χνείο. Αντρέα, έπρε­πε να κατέ­βεις κι εσύ, να δεις αυτά τα παι­διά. Κρε­μα­σμέ­να από τα κάγκε­λα τρα­γου­δού­σαν: “Πότε θα κάνει ξαστε­ριά”… Πρέ­πει να τους βοη­θή­σου­με. Αγγε­λι­κή, έλα να φτιά­ξου­με ένα δέμα. Θα βάλου­με ό,τι έχου­με στα ντου­λά­πια μας: ζάχα­ρη, καφέ, κον­σέρ­βες, ρύζι.Έχουμε φρού­τα; Αννα, κατέ­βα στο μανά­βη κι αγό­ρα­σε φρού­τα και μπι­σκό­τα από τον μπα­κά­λη. Δρό­μος σου είναι, Αγγελι­κή, φεύ­γο­ντας πέρα­σε και δώσε το δέμα στα παι­διά. Το φώνα­ζαν από τον τηλε­βόα: έχου­νε ανά­γκη από τρό­φι­μα. Θα ξεκου­ρα­στώ λιγά­κι και θα κατέ­βω ξανά…»

Η Μαρία δεν είχε όρε­ξη να φάει, ήταν ξαναμ­μέ­νη. Ο Αντρέ­ας την άκου­γε σιωπηλός.

Το από­γευ­μα, όταν άρχι­σε να σκο­τει­νιά­ζει, η Μαρία ξεκί­νη­σε με την Τόνια και τη Μυρ­τώ για το Πολυτεχνείο…

Μαζί τους κι άλλος κόσμος, γυναί­κες, άντρες, παι­διά, γέροι και γριές, κατευ­θύ­νο­νται προς το Πολυ­τε­χνείο. Όμως από τα θωρα­κι­σμέ­να αυτο­κί­νη­τα που σαν τυφλά θεριά σούρ­νου­νται στους γύρω δρό­μους, ρίχνο­νται δακρυ­γό­να αέρια. Κλαί­νε οι άνθρω­ποι. Τα μάτια πονά­νε. Άλλοι βήχουν, άλλοι κάνουν εμε­τό, άλλοι λιπο­θυ­μούν. Ο σταθ­μός του Πολυτεχνεί­ου συμ­βου­λεύ­ει: «Βάλ­τε λεμό­νι στα μάτια σας, μην τα τρί­βε­τε». Όταν φτά­νουν στην οδό Πατη­σί­ων ο δρό­μος φέγ­γει από τις φωτιές: εφη­με­ρί­δες, τηλε­φω­νι­κοί κατά­λο­γοι, ξύλα, πανιά καί­γο­νται. Ο καπνός εξου­δε­τε­ρώ­νει τα δακρυ­γό­να. Όμως οι βόμ­βες πέφτουν όλο και πιο πολ­λές. Η αστυ­νο­μία τις ρίχνει μέσα στον περί­βο­λο του Πολυ­τε­χνεί­ου. Οι φωνές των φοι­τη­τών είναι βρα­χνές. Η βοή μεγα­λώ­νει. Ο ραδιο­φω­νι­κός σταθ­μός κάνει έκκλη­ση προς τον Ερυ­θρό Σταυ­ρό. Χρειά­ζο­νται φάρ­μα­κα, χρειά­ζο­νται για­τρούς, χρειά­ζο­νται ασθε­νοφόρα, υπάρ­χουν πλη­γω­μέ­νοι. Το Πολυ­τε­χνείο σπαράζει.

Η Μαρία φοβά­ται. Πρέ­πει να φύγει, να γυρί­σει στο σπί­τι. Πώς όμως; Παντού στις γωνιές καρα­δο­κούν τα θωρα­κι­σμέ­να και οι αστυ­νο­μι­κοί έχουν το χέρι στο περίστροφο…

Όταν η Μαρία μπή­κε στο σπί­τι άκου­σε τη φωνή: «Εδώ Πολυτεχνείο!»
‑Πού ήσουν; τη ρώτη­σε ο Αντρέ­ας, ανη­σύ­χη­σα. ‑Ο Παύ­λος ήρθε; ρώτη­σε η Μαρία. ‑Όχι…
Η φωνή του Πολυ­τε­χνεί­ου γεμί­ζει το σαλό­νι. Σκε­πά­ζει την πόλη. Εμπο­δί­ζει τον ύπνο να κλεί­σει τα βλέφαρα.

Δώρο αφί­σα 40/60 της σ.σας Εύας Μελά

«Ελλη­νι­κέ λαέ, πρέ­πει να μας συμπα­ρα­στα­θείς, πρέ­πει να συνε­χί­σεις τον αγώ­να μας. Κι αν αυτή τη στιγ­μή μας πιά­σου­νε, κι αν αυτή τη στιγ­μή μας σκο­τώ­σουν, ναι, δε φοβό­μα­στε να πεθά­νου­με, όταν θα πεθά­νου­με ελεύ­θε­ροι. Έλλη­νες, πρέ­πει να μάθε­τε την αλή­θεια. Να μάθε­τε πως τα παι­διά σας γεν­νή­θη­καν λεύτερα.
Έλλη­νες, τα τανκς αυτή τη στιγ­μή έχουν στρα­φεί με τις μπού­κες των κανο­νιών τους προς το Πολυ­τε­χνείο. Οι φοι­τη­τές έχουν ξεκου­μπώ­σει τα που­κά­μι­σά τους και δεί­χνουν τα στή­θια τους. Το μόνο όπλο που έχουν προς τα τανκς…

Ελλη­νι­κέ λαέ, πρέ­πει να μας συμπα­ρα­στα­θείς. Σήμε­ρα, αυτή τη στιγ­μή πώς είναι δυνα­τόν να κοι­μη­θείς όταν τα τανκς στέ­κουν μπρο­στά στις πύλες του Πολυ­τε­χνεί­ου και σημα­δεύ­ουν τα παι­διά σου;»

Τα τανκς κατέ­βη­καν. Ποια παι­διά σημαδεύουν;

Ποια παι­διά έχουν ξεκου­μπώ­σει τα που­κά­μι­σά τους και περι­μέ­νουν τις σφαί­ρες; Τα παι­διά της Αθή­νας, τα δικά μας παι­διά… «Εδώ Πολυ­τε­χνείο. Θέλου­με ορθο­πε­δι­κούς. Έχου­με πλη­γω­μέ­νους. Χρεια­ζό­μα­στε φάρμα­κα, χρεια­ζό­μα­στε ενέ­σεις μορ­φί­νης, έχου­με πλη­γω­μέ­νους, θέλου­με για­τρούς… Εδώ Πολυτεχνείο.»…

Το τραν­ζί­στορ μιλά­ει πίσω τους.

«Εδώ Πολυ­τε­χνείο, θα δια­κό­ψου­με για λίγο τη μετά­δο­ση των ειδή­σε­ων. Μόλις μάθου­με νέα θα επι­κοι­νω­νή­σου­με πάλι μαζί σας. Μεί­νε­τε στους δέκτες σας, στο ίδιο μήκος κύματος…»

Το μαύ­ρο κου­τί βουβαίνεται…

Τα τανκς μπή­κα­νε μέσα στο Πολυ­τε­χνείο. Πλα­κώ­σα­νε τα παι­διά που ήταν κρε­μα­σμέ­να πάνω στα κάγκε­λα, τα λιώσανε.

- Αντρέα, πού είναι ο Παύ­λος μας;

Ο Παύ­λος γύρι­σε στις πέντε το πρωί. Καπνι­σμέ­νος, ξεσκι­σμέ­νος, με μάτια κατα­κόκ­κι­να. Πάνω στο που­κά­μι­σό του είχε αίμα­τα. Εκεί­νος δεν ήταν πληγωμένος.
Είπε: Σκο­τώ­θη­κε ο Μάνος.
Ξημέ­ρω­νε Σάβ­βα­το 17 του Νοέμ­βρη __ απο­σπά­σμα­τα από το ομώ­νυ­μο μυθι­στό­ρη­μα της Ζωρζ Σαρή, εκδό­σεις Πατάκης

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο