Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Οκτώβρης 1925: Όταν η Ελλάδα εισέβαλε στην Βουλγαρία (Το περιστατικό στο Demir Kapu ή Πόλεμος του Αδέσποτου Σκύλου)

Γρά­φει ο Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Το 1925, οι σχέ­σεις μετα­ξύ Ελλά­δας και Βουλ­γα­ρί­ας ήταν τετα­μέ­νες και σε κανέ­ναν στη­μέ­νο δεν έδει­χναν να βελ­τιώ­νο­νται. Έφτα­νε μια ασή­μα­ντη αφορ­μή ώστε να οδη­γη­θούν σε σύρ­ρα­ξη. Και αυτό το ασή­μα­ντο επει­σό­διο έγι­νε στις 18 Οκτω­βρί­ου του ίδιου έτους, με αφορ­μή έναν σκύ­λο. Ή σύμ­φω­να με άλλες πηγές, με αφορ­μή την… πρέφα…

Η επι­κρα­τέ­στε­ρη εκδο­χή λοι­πόν την σύρ­ρα­ξης που ακο­λού­θη­σε και κρά­τη­σε για μια εβδο­μά­δα, ήταν πως ο σκύ­λος ενός Έλλη­να στρα­τιώ­τη που υπη­ρε­τού­σε στο φυλά­κιο του Δεμίρ Καπού μπή­κε στο έδα­φος της Βουλ­γα­ρί­ας και ο στρα­τιώ­της τον ακο­λού­θη­σε, περ­νώ­ντας την συνο­ρια­κή γραμ­μή. Με το που πέρα­σε, ένας Βούλ­γα­ρος σκο­πός τον πυρο­βό­λη­σε και ο στρα­τιώ­της έπε­σε νεκρός.

Το Επει­σό­διο του Πετρι­τσί­ου , γνω­στό και ως Επει­σό­διο Δεμίρ Καπού, ήταν μεθο­ρια­κό επει­σό­διο στα ελλη­νο­βουλ­γα­ρι­κά σύνο­ρα, βόρεια των Ανω Πορόϊ­ων, Συγκε­κρι­μέ­να, οι Έλλη­νες στρα­τιώ­τες του φυλα­κί­ου, δέχτη­καν αιφ­νί­δια πυρά από τους άνδρες του γει­το­νι­κού βουλ­γα­ρι­κού φυλα­κί­ου, από από­στα­ση 40 μέτρων περί­που, με απο­τέ­λε­σμα να σκο­τω­θούν δύο από αυτούς. Αντα­πο­δί­δο­ντας τα πυρά, οι Έλλη­νες σκό­τω­σαν τρεις Βούλ­γα­ρος στρα­τιώ­τες. Ακού­γο­ντας τους πυρο­βο­λι­σμούς, ο διοι­κη­τής του Λόχου Προ­κα­λύ­ψε­ως στον οποίο ανή­κε το φυλά­κιο, Λοχα­γός Πεζι­κού Χ. Βασι­λειά­δης, από τα Άνω Πορόια, που ήταν η έδρα του, κρα­τώ­ντας λευ­κή σημαία, κινή­θη­κε προς το βουλ­γα­ρι­κό φυλά­κιο. Δέχθη­κε όμως καται­γι­σμό πυρών και σκο­τώ­θη­κε ακα­ριαία. Το περι­στα­τι­κό, έγι­νε γύρω στις 14.00 της  για το πώς ξεκί­νη­σε, η εκδο­χή, που είναι η επι­κρα­τέ­στε­ρη στις ξένες πηγές, το επει­σό­διο προ­κλή­θη­κε, όταν ο σκύ­λος ενός Έλλη­να στρα­τιώ­τη μπή­κε στο βουλ­γα­ρι­κό έδα­φος, ο στρα­τιώ­της προ­σπά­θη­σε να τον φέρει πίσω στο ελλη­νι­κό, με απο­τέ­λε­σμα να δεχτεί τα βουλ­γα­ρι­κά πυρά και να σκο­τω­θεί. Γι’ αυτό τον λόγο το λεγό­με­νο “Επει­σό­διο του Πετρι­τσί­ου”, ανα­φέ­ρε­ται συχνό­τε­ρα διε­θνώς ως The War of Stray Dog, δηλα­δή “Ο Πόλε­μος του αδέ­σπο­του (περι­πλα­νώ­με­νου) σκύ­λου” παρά ως The Incident at Petrich,δηλ. το επει­σό­διο (συμ­βάν) στο Πετρίτσι.
Για το πώς ξεκί­νη­σε το περι­στα­τι­κό ανα­φέ­ρει η επί­ση­μη έκθε­ση του επι­τε­λάρ­χη Σαρ­ρη­γιάν­νη (ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ 21/10): «Την 19η Οκτω­βρί­ου και περί ώραν 14η ένα­ντι του ημε­τέ­ρου φυλα­κί­ου υπ’ αριθ­μόν 69 της περιο­χής Δεμίρ Καπού, οι Βούλ­γα­ροι σκο­ποί ήρχι­σαν πυρο­βο­λού­ντες κατά του Ελλη­νι­κού φυλα­κί­ου και εφό­νευ­σαν με τους πυρο­βο­λι­σμούς των τον Ελλη­να σκο­πόν. Επιε­δή οι ημέ­τε­ροι αντα­πή­ντη­σαν βλέ­πο­ντες πίπτο­νται τον στρα­τιώ­την η συμπλο­κή επε­ξε­τά­θη. Επη­κο­λού­θη­σε επί­θε­σις των Βουλ­γά­ρων γενι­κή εφ’ όλης της γραμ­μής και των φυλα­κί­ων 69 και 67. Ο λοχα­γός Διοι­κη­τής του λόχου προ­κα­λύ­ψε­ως έσπευ­σε αμέ­σως και διέ­τα­ξε να παύ­ση το πυρ, δια να επι­τύ­χη συνε­νό­η­σιν. Πράγ­μα­τι εκ μέρους των ημε­τέ­ρων έπαυ­σε το πυρ. Αλλ’ όταν εξήλ­θε και κρα­τών λευ­κήν σημαί­αν οι Βούλ­γα­ροι ήνοι­ξαν πυρ κατ’ αυτού και τον εφόνευσαν.

Ενο­εί­ται το πυρ μετά τον φόνον του αξιω­μα­τι­κού επα­νήρ­χι­σε και εξα­κο­λού­θη­σε μέχρι εσπά­ρας καθ’ ην οι Βούλ­γα­ροι συγκε­ντρώ­σα­ντες δυνά­μεις υπο­λο­γει­σθή­σας εις πλή­ρες τάγ­μα μετά πολυ­βό­λων και οπλο­πο­λυ­βό­λων επε­τέ­θη­σαν κατα­λα­βό­ντες την κορυ­φο­γραμ­μήν ως και δεσπό­ζο­ντα υψώ­μα­τα επί του Ελλη­νι­κού εδά­φους, τα οποία παρεί­χον πλε­ο­νε­κτι­κή θέσιν εις Βοτυ­γά­ρους απέ­να­ντι ημών. Το φυλά­κιον 69 μάλι­στα κατε­λή­φθη ολο­σχε­ρώς υπό του Βουλ­γα­ρι­κού τάγ­μα­τος. Την νύχτα της 19 προς την 20 τα ημέ­τε­ρα φυλά­κια ενι­σχύ­θη­καν και κατόρ­θω­σαν να κρα­τή­σουν πλην του φυλα­κί­ου 69 κατά του οποί­ου είχεν στρα­φή η κυρία προ­σπά­θεια του Βουλ­γα­ρι­κού τάγ­μα­τος και τας θέσεις των. Και σήμε­ρον ακό­μη τα Βουλ­γα­ρι­κά τμή­μα­τα ευρί­σκο­νται επί του Ελλη­νι­κού εδά­φους ως διε­πί­στω­σεν η γενο­μέ­νη αναγνώρισις.

Εκ των ανω­τέ­ρω εκτε­θέ­ντων εξά­γε­ται, ότι πρώ­τοι ήρχι­σαν το πυρ οι Βούλ­γα­ροι άνευ προ­κλή­σε­ως και όλως αιφ­νι­δί­ως και αναι­τί­ως, κατό­πιν επι­με­λούς προ­πα­ρα­σκευ­ής και συγκε­ντρώ­σε­ως δυνά­με­ων πολύ δυσα­να­λό­γων προς τας συνο­ρια­κάς φρου­ράς. Ότι εχρη­σι­μο­ποί­η­σαν πολυ­βό­λα και οπλο­πο­λυ­βό­λα προ­δί­δο­ντα πασι­φα­νώς συγκε­κρο­τη­μέ­νας μονά­δας τακτι­κούς στρα­τού. Ότι οι ημέ­τε­ροι έπαυ­σαν το πυρ, ο δε λοχα­γός του λόχου προ­κα­λή­ψε­ως μετέ­βη φέρων λευ­κήν σημαί­αν ακρι­βώς δια να συνεν­νοη­θή, οι δε Βούλ­γα­ροι όχι μόνον δεν έπαυ­σαν το πυρ, αλλά και εφό­νευ­σαν τον επι­θυ­μήσ­να­τα συνεν­νό­η­σιν αξιω­μα­τι­κόν. Ότι χάρις εις την γεν­ναιό­τη­τα των ημε­τέ­ρων φρου­ρών δεν επραγ­μα­το­ποι­ή­σαν αι προ­θέ­σεις των Βουλ­γά­ρων. Ότι το επι­τε­θέν βουλ­γα­ρι­κόν τάγ­μα παρη­κο­λού­θουν και πολι­το­φύ­λα­κες οπλι­σμέ­νοι. Και εκλο­γή μάλι­στα του σημεί­ου της επι­θέ­σε­ως πλη­σί­ον του εγγυ­τέ­ρου σημεί­ου της γραμ­μής Θεσ­σα­λο­νί­κης – Δεμίρ Ισάρ συνη­γο­ρεί υπέρ της εκδο­χής, ότι η συμπλο­κή έγι­νε δια να διευ­κο­λυν­θεί η είσο­δος κομι­τα­τζί­δων εις το ελλη­νι­κόν έδαφος».

Λαμ­βά­νο­ντας γνώ­ση του όλου συμ­βά­ντος ο διοι­κη­τής του τάγ­μα­τος προ­κα­λύ­ψε­ως αντι­συ­νταγ­μα­τάρ­χης Α. Σέρ­γιος έθε­σε σε συνα­γερ­μό όλα τα παρα­κεί­με­να φυλά­κια. Τις απο­γευ­μα­τι­νές ώρες το υπό τον υπο­στρά­τη­γο  Ν. Ζαφει­ρί­ου Γ΄ Σώμα Στρα­τού (Θεσ­σα­λο­νί­κη) και το Δ΄ Σώμα Στρα­τού (Καβά­λα), καθώς και η υπό τον συν/ρχη ΠΒ Παπαϊ­ω­άν­νου 6η Μεραρ­χία (Σέρ­ρες), ήταν ήδη ενή­με­ρες, έχο­ντας τεθεί σε ετοι­μό­τη­τα απώ­θη­σης πιθα­νής βουλ­γα­ρι­κής προ­σβο­λής, ενη­με­ρώ­νο­ντας σχε­τι­κά τον τότε αρχη­γό του ΓΕΣ υπο­στρά­τη­γο Π. Σαρ­ρη­γιάν­νη, ο οποί­ος με τη σει­ρά του έσπευ­σε και ενη­μέ­ρω­σε τον πρω­θυ­πουρ­γό και υπουρ­γό Στρα­τιω­τι­κών Θ. Πάγκαλο

Η Ελληνική αντίδραση

Τις μεσημ­βρι­νές ώρες της μεθε­πο­μέ­νης του επει­σο­δί­ου (21 Οκτω­βρί­ου), ο Έλλη­νας επι­τε­τραμ­μέ­νος στη Σόφια επέ­δω­σε στη Βουλ­γα­ρι­κή κυβέρ­νη­ση ελλη­νι­κή , η οποία προ­τάσ­σο­ντας το ιστο­ρι­κό του επει­σο­δί­ου κατέ­λη­γε επι­τα­κτι­κά στην άμε­ση ικα­νο­ποί­η­ση τριών όρων:

Την έκφρα­ση λύπης και συγνώ­μης εκ μέρους της Βουλ­γα­ρί­ας για τη γενό­με­νη προσβολή.

Την κατα­βο­λή απο­ζη­μί­ω­σης δύο εκα­τομ­μυ­ρί­ων γαλ­λι­κών φρά­γκων (έξι εκα­τομ­μυ­ρί­ων δραχ­μών) στις οικο­γέ­νειες των φονευθέντων.

Την παρα­δειγ­μα­τι­κή τιμω­ρία του αξιω­μα­τι­κού εκεί­νου που διέ­τα­ξε την προ­σβο­λή του ελλη­νι­κού φυλακίου.

Παράλ­λη­λα με τα παρα­πά­νω μετά από ευρεία σύσκε­ψη που πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε στην Αθή­να υπό την προ­ε­δρία του Πάγκα­λου, όπου συμ­με­τεί­χε και ο υπουρ­γός Συγκοι­νω­νιών Ι. Γρη­γο­ρά­κης, δια­τά­χθη­κε η δια­κο­πή της σιδη­ρο­δρο­μι­κής συγκοι­νω­νί­ας με την Βουλ­γα­ρία και η προ­ε­τοι­μα­σία στρα­τιω­τι­κών μονά­δων για μετα­φο­ρά και προ­έ­λα­ση εντός του βουλ­γα­ρι­κού εδά­φους[. Τις εσπε­ρι­νές ώρες η ελλη­νι­κή κυβέρ­νη­ση έλα­βε τηλε­γρά­φη­μα της ελλη­νι­κής πρε­σβεί­ας της Σόφιας, δια του οποί­ου ο υπουρ­γός Εξω­τε­ρι­κών της Βουλ­γα­ρί­ας Κάλ­φωτ προ­έ­βα­λε τη διευ­θέ­τη­ση του ζητή­μα­τος με σύστα­ση μικτής επι­τρο­πής για την εξεύ­ρε­ση των πρω­ται­τί­ων και τον κατα­λο­γι­σμό ευθυ­νών, το οποίο τηλε­γρά­φη­μα φέρε­ται τελι­κά από ελλη­νι­κής πλευ­ράς να αγνοήθηκε.

kathimerini

Εισβολή στο βουλγαρικό έδαφος

Πραγ­μα­τι­κά, το πρωί της 22ας Οκτω­βρί­ου 1925, ελλη­νι­κές δυνά­μεις μπή­καν στο βουλ­γα­ρι­κό έδα­φος και κατέ­λα­βαν το Πετρί­τσι, το Λεβά­νο­βο και το Πέτσο­βο. Η προ­έ­λα­ση έγι­νε σε μέτω­πο 30 χλμ. σε βάθος ως και 10 χλμ. και η κατεύ­θυν­ση των Ελλή­νων ήταν προς Κρέσ­να και Τζουμαγιά.

Στις 22 Οκτω­βρί­ου βρή­κε σε εξέ­λι­ξη ελλη­νι­κή στρα­τιω­τι­κή επι­χεί­ρη­ση μέσα στο βουλ­γα­ρι­κό εδά­φος, όπου δύο στρα­τιω­τι­κές φάλαγ­γες δύνα­μης ενός συντάγ­μα­τος η κάθε μία και ενι­σχυ­μέ­νες με στοι­χεία πυρο­βο­λι­κού, κινού­με­νες παράλ­λη­λα μετα­ξύ τους, ακο­λου­θού­σαν βορειο­δυ­τι­κή κατεύ­θυν­ση σε βάθος 10 χλμ. από τα ελλη­νο­βουλ­γα­ρι­κά σύνο­ρα με αντι­κει­με­νι­κό σκο­πό (όπως έγι­νε αργό­τε­ρα γνω­στό) αφε­νός την περι­κύ­κλω­ση του βουλ­γα­ρι­κού μεθο­ρια­κού τάγ­μα­τος προ­κά­λυ­ψης και αφε­τέ­ρου την κατά­λη­ψη επί­και­ρων υψω­μά­των περί την κωμό­πο­λη του Πετρι­τσί­ου. Βέβαια η όλη επι­χεί­ρη­ση που σχε­διά­στη­κε και οργα­νώ­θη­κε από το Γ΄ Σώμα Στρα­τού (Θεσ­σα­λο­νί­κης) πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε γνω­ρί­ζο­ντας εκ των προ­τέ­ρων ότι στην εν λόγω περιο­χή δεν υπήρ­χε αξιό­λο­γος βουλ­γα­ρι­κός στρα­τιω­τι­κός σχη­μα­τι­σμός και συνε­πώς δεν θα προ­βαλ­λό­ταν ουσια­στι­κή αντίσταση.

Συγκε­κρι­μέ­να η δεξιά φάλαγ­γα υπό τον συνταγ­μα­τάρ­χη Θεό­φι­λο Βου­τσι­νά έχο­ντας προ­ε­λά­σει 25 χλμ. εντός του βουλ­γα­ρι­κού εδά­φους, περί το μεση­μέ­ρι κατέ­λα­βε τα επί­και­ρα υψώ­μα­τα ανα­το­λι­κά του Πετρι­τσί­ου και στη συνέ­χεια, αφού ορί­σθη­καν προ­φυ­λα­κές, στάλ­θη­καν ανι­χνευ­τι­κές περί­πο­λοι στα γύρω χωριά. Η ανι­χνευ­τι­κή περί­πο­λος που μπή­κε στο Πετρί­τσι ήρθε αντι­μέ­τω­πη με μια διλο­χία, που μόλις είχε φθά­σει στο σιδη­ρο­δρο­μι­κό σταθ­μό για την ενί­σχυ­ση του βουλ­γα­ρι­κού τάγ­μα­τος προ­κά­λυ­ψης. Ακο­λού­θη­σε σθε­να­ρή μάχη με κανο­νιο­βο­λι­σμό των βουλ­γα­ρι­κών θέσε­ων, γεγο­νός που ανά­γκα­σε τη διλο­χία να τρα­πεί σε φυγή. Από την εν λόγω μάχη οι ελλη­νι­κές απώ­λειες ήταν 5 νεκροί (1 αξιω­μα­τι­κός και 4 οπλί­τες, μετα­ξύ των οποί­ων ο σαλ­πιγ­κτής της περι­πό­λου) και 9 τραυ­μα­τί­ες (1 αξιω­μα­τι­κός και 8 οπλί­τες). Παράλ­λη­λα το βουλ­γα­ρι­κό τάγ­μα προ­κά­λυ­ψης προ­κει­μέ­νου ν΄ απο­φύ­γει περι­κύ­κλω­ση από την υπό τον συν/ρχη Παπαϊ­ω­άν­νου έτε­ρη φάλαγ­γα, υπο­χώ­ρη­σε βορειο­δυ­τι­κό­τε­ρα στο εσω­τε­ρι­κό του βουλ­γα­ρι­κού εδά­φους. Ομοί­ως η βουλ­γα­ρι­κή ομά­δα που είχε κατα­λά­βει το ελλη­νι­κό φυλά­κιο τρά­πη­κε σε φυγή. Όταν έγι­ναν τού­τα γνω­στά στην Αθή­να, δόθη­κε εντο­λή από τον Θ. Πάγκα­λο προς τις δύο φάλαγ­γες να στα­μα­τή­σουν την προ­έ­λα­ση και να παρα­μεί­νουν στη θέση τους ανα­μέ­νο­ντας διαταγές.

Η αντίδραση της Βουλγαρίας

Η παρα­πά­νω ελλη­νι­κή προ­έ­λα­ση βουλ­γα­ρι­κού εδά­φους, πριν ακό­μα εξα­κρι­βω­θούν τα πραγ­μα­τι­κά αίτια του επει­σο­δί­ου, ήταν επό­με­νο να προ­κα­λέ­σει αρχι­κά την έκπλη­ξη της βουλ­γα­ρι­κής κυβέρ­νη­σης. Μόλις ενη­με­ρώ­θη­κε σχε­τι­κά ο Βασι­λεύς Βόρις Γ΄ κάλε­σε τον πρω­θυ­πουρ­γό για τη διευ­θέ­τη­ση του ζητή­μα­τος δια της διπλω­μα­τι­κής οδού και μόνο, εφι­στώ­ντας την προ­σο­χή του υπουρ­γού των Εξω­τε­ρι­κών, πρώ­ην συνταγ­μα­τάρ­χη, Χρί­στο Βολ­κόφ για απο­κλει­σμό προς το παρόν οποιασ­δή­πο­τε στρα­τιω­τι­κής αντιπαράθεσης.
Ακο­λού­θη­σε πολύ­ω­ρο υπουρ­γι­κό συμ­βού­λιο, το οποίο υιο­θε­τώ­ντας την άπο­ψη του βασι­λιά απο­φά­σι­σε την μεσο­λά­βη­ση της Ρου­μα­νί­ας, όπου ο Τσα­κόφ τηλε­γρα­φώ­ντας στον Ρου­μά­νο υπουρ­γό Εξω­τε­ρι­κών Δού­κα, ζήτη­σε επί­ση­μα την μεσο­λά­βη­σή του στην Αθή­να για συγκρό­τη­ση μικτής ανα­κρι­τι­κής επιτροπής.

Ταυ­τό­χρο­να προ­σφεύ­γει στην Κοι­νω­νία των Εθνών. Η τηλε­γρα­φι­κή προ­σφυ­γή της Βουλ­γα­ρί­ας στην ΚτΕ, με ημε­ρο­μη­νία 22 Οκτω­βρί­ου 1925 (βρα­δυ­νές ώρες), ανέ­φε­ρε τα ακόλουθα:

«Την 19ην τρέ­χο­ντος, περί την 5ην μ.μ. ώραν, εις Έλλην στρα­τιώ­της διέ­βη τα μεθό­ρια και επυ­ρο­βό­λη­σε κατά του Βουλ­γά­ρου σκο­πού, εν Δεμίρ Καπού επί του όρους Μπε­λα­σί­τσα. Ο Βούλ­γα­ρος σκο­πός απή­ντη­σε και εφό­νευ­σε τον επι­τι­θέ­ντα, όστις έπε­σεν επί του βουλ­γα­ρι­κού εδά­φους, μεθ΄ο ελλη­νι­κόν από­σπα­σμα υπό τας δια­τα­γάς του διοι­κη­τού του οικεί­ου μεθο­ρια­κού σταθ­μού προ­ή­λα­σεν εις το βουλ­γα­ρι­κόν έδα­φος, όπως παρα­λά­βη το σώμα του Έλλη­νος στρα­τιώ­του. Οι άνδρες του βουλ­γα­ρι­κού φυλα­κί­ου αντέ­στη­σαν κατά της ενερ­γεί­ας ταύ­της γενο­μέ­νης προ των συνή­θων δια­πι­στώ­σε­ων όπου και ήρχι­σε τυφε­κιο­βο­λι­σμός εκα­τέ­ρω­θεν διαρ­κέ­σας μέχρι της εσπέ­ρας της 20ης τρέ­χο­ντος. Ευθύς ως η Βουλ­γα­ρι­κή Κυβέρ­νη­σις έλα­βε γνώ­σιν του επει­σο­δί­ου, ανέ­θε­σεν εις την εν Αθή­ναις βουλ­γα­ρι­κήν πρε­σβεί­αν να προ­τεί­νη εις την Ελλά­δαν τον διο­ρι­σμόν μικτής επι­τρο­πής προς καθο­ρι­σμόν των ευθυ­νών. Η αυτή πρό­τα­σις επα­νε­λή­φθη τρις, δια της εν Σόφια ελλη­νι­κής πρε­σβεί­ας. Πριν ή δώση απά­ντη­σιν εις την πρό­τα­σιν ημών, η ελλη­νι­κή κυβέρ­νη­σις έδω­κεν εις τα ελλη­νι­κά στρα­τεύ­μα­τα δια­τα­γάς να προ­χω­ρή­σουν εις το βουλ­γα­ρι­κόν έδα­φος. Η δια­τα­γή εξε­τε­λέ­σθη υπό πολυα­ρίθ­μων στρα­τιω­τι­κών απο­σπα­σμά­των υπο­στη­ρι­ζο­μέ­νων υπό πυρο­βο­λι­κού, άτι­να ήρχι­σαν την πορεί­αν αυτών εντός της ημέ­ρας της 21ης όπου και εισέ­δυ­σαν ήδη εις βάθος 8 χλμ. Η βουλ­γα­ρι­κή κυβέρ­νη­σις έδω­κε δια­τα­γήν εις τους μεθο­ρια­κούς σταθ­μούς να μη αντι­στώ­σι ενό­πλως εις την εισβο­λήν ταύ­την. ούτω δε τα ελλη­νι­κά στρα­τεύ­μα­τα ηδυ­νή­θη­καν να κατα­λά­βουν δια­φό­ρους βουλ­γα­ρι­κούς σταθ­μούς εν τη κοι­λά­δι του Στρυ­μώ­νος. Η προ­έ­λα­σις αυτών εξα­κο­λου­θεί, το δε ελλη­νι­κόν πυρο­βο­λι­κόν έρρι­ψε πολ­λάς οβί­δας επί της πόλε­ως Πετρι­τσί­ου και του σιδη­ρο­δρο­μι­κού σταθ­μού Μαρ­νο­πό­λε, επί της γραμ­μής Ραδο­μίρ — Πετρι­τσί­ου. Ελλη­νι­κόν αερο­πλά­νον έρρι­ψε την πρω­ί­αν ταύ­της της σήμε­ρον πολ­λάς βόμ­βας επί της γεφύ­ρας παρά το χωρί­ον Λιβού­νο­βον. Πέντε Βούλ­γα­ροι στρα­τιώ­ται επληγώθησαν.
Δια­μαρ­τυ­ρο­μέ­νη εντο­νό­τα­τα ενα­ντί­ον της κατα­φώ­ρου ταύ­της εισβο­λής εις το έδα­φος χώρας εκδή­λως αφω­πλι­σμέ­νης υπό στρα­τού, χώρας η οποία είναι μέλος της Κοι­νω­νί­ας των Εθνών και παρα­βαί­νει τας στοι­χειώ­δεις αυτής υπο­χρε­ώ­σεις, δυνά­μει του 10ου και 11ου άρθρου του Συμ­φώ­νου της ΚτΕ, η βουλ­γα­ρι­κή κυβέρ­νη­σις παρα­κα­λεί υμάς να συγκα­λέ­ση­τε επει­γό­ντως το Συμ­βού­λιον όπως λάβη­τε τα επι­βαλ­λό­με­να μέτρα. Πεπει­σμέ­νη δε ότι το Συμ­βού­λιον θα εκτε­λέ­ση το καθή­κον του, η βουλ­γα­ρι­κή κυβέρ­νη­σις δια­τη­ρεί την εις τα βουλ­γα­ρι­κά στρα­τεύ­μα­τα δοθεί­σαν δια­τα­γήν να μη αντι­τά­ξω­σιν αντί­στα­σην τινά κατά του επι­δρα­μό­ντος εις το εθνι­κόν έδαφος.»

Απόφαση Συμβουλίου — ΚτΕ

Μετά το επει­σό­διο η Ελλά­δα αξί­ω­σε από τη Βουλ­γα­ρία ηθι­κή και υλι­κή απο­ζη­μί­ω­ση. Η Βουλ­γα­ρία απέρ­ρι­ψε το ελλη­νι­κό διά­βη­μα και προ­σέ­φυ­γε στην Κοι­νω­νία των Εθνών, η οποία ζήτη­σε άμε­ση κατά­παυ­ση των εχθρο­πρα­ξιών και απο­χώ­ρη­ση των ελλη­νι­κών στρα­τευ­μά­των από το βουλ­γα­ρι­κό έδα­φος. Οι Βούλ­γα­ροι βρή­καν ευκαι­ρία να βγουν από την απο­μό­νω­ση στην οποία είχαν περιέλ­θει μετά τον Α’ Παγκό­σμιο Πόλε­μο, ενώ η διε­θνής κοι­νό­τη­τα έβλε­πε τον Θ. Πάγκα­λο ως ένα ανεύ­θυ­νο και επι­κίν­δυ­νο ηγέ­τη. Παρά τις συμ­βου­λές διπλω­μα­τών (Αγνί­δης, Δεν­δρα­μής κ.ά.) για από­συρ­ση των ελλη­νι­κών στρα­τευ­μά­των από το βουλ­γα­ρι­κό έδα­φος και προ­σφυ­γή στην Κ.Τ.Ε. λόγω των δολο­φο­νιών του αξιω­μα­τι­κού και των οπλι­τών, η ελλη­νι­κή κυβέρ­νη­ση επέ­με­νε στη στά­ση της. Ούτε η παρέμ­βα­ση της βρε­τα­νι­κής διπλω­μα­τί­ας άλλα­ξε κάτι.
Ο επι­κε­φα­λής του Φόρεϊν Όφις ‚σερ Όστιν Τσά­μπερ­λεν (Sir Austin Champerlain) πήγε αυτο­προ­σώ­πως στη Γενεύη (έδρα της Κ.Τ.Ε.) όπου στις 26 Οκτω­βρί­ου συνήλ­θε σε δημό­σια συνε­δρί­α­ση το Συμ­βού­λιο του Οργα­νι­σμού υπό την προ­ε­δρία του A. Briand.
Απο­φα­σί­στη­κε η εκκέ­νω­ση των ξένων εδα­φών από στρα­τεύ­μα­τα των δύο χωρών και η από­συρ­σή τους στα εθνι­κά εδά­φη τους. Οι δυο χώρες συμ­μορ­φώ­θη­καν άμε­σα. Συγκρο­τή­θη­κε πεντα­με­λής επι­τρο­πή, υπό την προ­ε­δρία του Βρε­τα­νού διπλω­μά­τη Rumbold. Η από­φα­ση της επι­τρο­πής ήταν κατα­δι­κα­στι­κή για την Ελλά­δα που κλή­θη­κε να πλη­ρώ­σει απο­ζη­μί­ω­ση στη Βουλγαρία.
Το αιτιο­λο­γι­κό της από­φα­σης είχε να κάνει με την εισβο­λή στο βουλ­γα­ρι­κό έδα­φος και των ανθρω­πί­νων απω­λειών από βουλ­γα­ρι­κής πλευ­ράς. 11 νεκροί, από τους οποί­ους οι 5 πολί­τες, κατά τον Δρα Ιωάν­νη Παπα­φλω­ρά­το (“Η Ιστο­ρία του Ελλη­νι­κού Στρα­τού”, τόμος ΙΙ, σελ. 29), 50 σύμ­φω­να με άλλες πηγές 121 κατά τη βουλ­γα­ρι­κή εκδοχή.
Οι Βούλ­γα­ροι ζήτη­σαν 79.000 λίρες, τους επι­δι­κά­στη­καν όμως μόνο 16.000. Δεν έγι­νε δεκτός κανέ­νας συμ­ψη­φι­σμός με τις βουλ­γα­ρι­κές επα­νορ­θώ­σεις από τον Α. Παγκό­σμιο Πόλε­μο. Χρή­μα­τα κατα­βλή­θη­καν στην ελλη­νι­κή πλευ­ρά μόνο για τον Λοχα­γό Χ. Βασι­λειά­δη που δολοφονήθηκε.

Η ΚτΕ υπο­χρέ­ω­σε την Ελλά­δα να πλη­ρώ­σει 30 εκα­τομ­μύ­ρια λέβα ως απο­ζη­μί­ω­ση και τη Βουλ­γα­ρία να απο­ζη­μιώ­σει την οικο­γέ­νεια ενός Έλλη­να αξιω­μα­τι­κού που είχε δολο­φο­νη­θεί. Επί­σης ειση­γή­θη­κε την λήψη μέτρων για την απο­φυ­γή παρό­μοιων επει­σο­δί­ων, μετα­ξύ των οποί­ων την τοπο­θέ­τη­ση ξένων παρα­τη­ρη­τών. Ο Πάγκα­λος στα απο­μνη­μο­νεύ­μα­τά του ισχυ­ρί­ζε­ται ότι μετά από αυτό το “ράπι­σμα” οι βουλ­γα­ρι­κές επι­δρο­μές στα­μά­τη­σαν και υπήρ­ξε ασφά­λεια στην ελλη­νο­βουλ­γα­ρι­κή μεθό­ριο επί δεκα­πε­ντα­ε­τία. Πράγ­μα­τι τα επει­σό­δια ελατ­τώ­θη­καν και η κρί­ση μετα­ξύ των δύο κρα­τών εκτο­νώ­θη­κε. Η απο­ζη­μί­ω­ση κατα­βλήθ­κε από την Ελλά­δα και οι Σου­η­δοί παρα­τη­ρη­τές απο­χώ­ρη­σαν στο τέλος του 1927. Οι συνο­λι­κές απώ­λειες του πολέ­μου ήταν περί­που 50 άτομα.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο