Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο ρεαλισμός της «ουτοπίας»

Σαν σήμερα, πριν από 104 χρόνια ο κόσμος συγκλονίστηκε από τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης.

70+ χρό­νια μετά η κόκ­κι­νη σημαία με το σφυ­ρο­δρέ­πα­νο υπο­στέλ­λο­νταν από την κορυ­φή του Κρεμ­λί­νου και το πρώ­το εργα­τι­κό κρά­τος στον κόσμο έκλει­νε το ταξί­δι στους ουρα­νούς λυγί­ζο­ντας κάτω από το βάρος της αντεπανάστασης.
Ήταν εκεί­νες τις μέρες που έβγα­ζε «βρώ­μα η ιστο­ρία ότι ξοφλή­σα­με», πως ο σοσια­λι­σμός ήταν «το παρα­τρά­γου­δο στα ωραία (ιμπε­ρια­λι­στι­κά) άσμα­τα» και οι κάθε λογής Φου­κου­γιά­μα δια­τυ­μπά­νι­ζαν το τέλος της ιστο­ρί­ας και την ορι­στι­κή επι­κρά­τη­ση του καπι­τα­λι­σμού προ­σπα­θώ­ντας να σβή­σουν από τη μνή­μη τους εκα­το­ντά­δες χιλιά­δες, ‑εκα­τομ­μύ­ρια Πάβελ Κορ­τσά­γιν που «έδε­ναν το ατσά­λι» μαζί με το τιτά­νιο ιστο­ρι­κό οικο­δό­μη­μα που “γέν­νη­σε” τον άνθρω­πο της νέας κοι­νω­νί­ας του πρώ­ι­μου και ανο­λο­κλή­ρω­του σοσιαλισμού.

Ουτοπία

Ελλη­νι­κή ρίζα (“ου”|ουκ +τόπος) που χρη­σι­μο­ποιεί­ται πλέ­ον σ’ όλα τα μήκη και πλά­τη утопия Utopia utopía utopie. Το λεξι­κό Τρια­ντα­φυλ­λί­δη ανα­φέ­ρει: «χαρα­κτη­ρι­σμός για κάθε ιδέα, ιδί­ως ιδε­ο­λο­γία, η οποία θεω­ρεί­ται ότι είναι αδύ­να­το να πραγ­μα­το­ποι­η­θεί· (πρβ. χίμαι­ρα): H εξέ­λι­ξη του σοσια­λι­σμού από την ~ στην πρά­ξη. Xαρα­κτη­ρί­ζου­με ως ~ κάθε ιδε­ο­λο­γία εκτός από τη δική μας. || (επέκτ.) για ανθρώ­πι­νο στό­χο: H παγκό­σμια ειρή­νη θεω­ρεί­ται ~ ακό­μα και σήμε­ρα. Πιστεύ­ει σε ουτο­πί­ες. Είναι ~ να……[λόγ. < αγγλ. utopia < νλατ. Utopia ‘φαντα­στι­κή χώρα με ιδε­ώ­δεις νόμους και δίκαιο κοι­νω­νι­κό σύστη­μα΄, τίτλος βιβλί­ου του Thomas More < αρχ. οὐ + τόπ(ος) ‑ία]»

Στην ιστο­ρία της αρχαί­ας Κίνας καλύ­πτει την περί­ο­δο της «ανα­το­λι­κής επο­χής» Zhou (770 — 256 π.Χ.), με έμφα­ση στη συγ­γέ­νεια της ουτο­πι­κής σκέ­ψης με τα ηθι­κά και φιλο­σο­φι­κά ρεύ­μα­τα της επο­χής, τις ιδιαι­τε­ρό­τη­τες της κοσμο­θε­ω­ρί­ας, ξεκι­νώ­ντας από τον Κομ­φού­κιο και τον Μο-Τζου και φτά­νο­ντας στον κατα­κερ­μα­τι­σμό της χώρας (αντι­μα­χό­με­να βασί­λεια) και στην αδύ­να­μη πολι­τι­κή εξου­σία που οδη­γεί στην ουτο­πι­κή ανά­δυ­ση της εικό­νας ενός ισχυ­ρού ‑από­λυ­τα σοφού ηγε­μό­να, τον οποίο βοη­θούν να κυβερ­νή­σει «σοφοί και ευσε­βείς άνθρωποι»

Ο Ηρά­κλει­τος δια­κή­ρυτ­τε πως όλα μετα­βάλ­λο­νται, τίπο­τε δε μένει στα­θε­ρό, ακί­νη­το· «τὰ πάντα ρεῖ, δὶς εἰς τὸν αὐτὸν ποτα­μὸν οὐκ ἂν ἐμβαί­ης, ἀεὶ γίγνε­σθαι καὶ μετα­βάλ­λε­σθαι καὶ μηδέ­πο­τε τὸ αὐτὸ μένειν»

Η αρι­στο­φα­νι­κή ουτο­πία, (Όρνι­θες 414 π.Χ), είναι ευ_τοπική και δυσ_τοπική συγ­χρό­νως, με τον (πονη­ρό πρω­τα­γω­νι­στή) Πει­σθέ­ται­ρο, να φεύ­γει από την Αθή­να και να δημιουρ­γεί μια άλλη πόλη (ουσια­στι­κά για να σώσει τον εαυ­τό του), τη Νεφε­λο­κοκ­κυ­γία (κατοι­κία κού­κων κά που­λιών στα σύν­νε­φα), στην οποία συνυ­πάρ­χουν οι θεοί με τους ανθρώπους.
Ευτε­λι­σμός της καθε­στη­κυί­ας τάξης των αξιών και θεσμών της κοι­νω­νί­ας, πρό­σω­πα γελοιο­ποιού­νται, με τον αγα­θιά­ρη Ευελ­πί­δη να ψάχνει κι αυτός τον τσα­λα­πε­τει­νό του

Ιστο­ρι­κή η παρά­στα­ση του Θεά­τρου Τέχνης το 1959 (σκη­νο­θέ­της Κάρο­λος Κουν σκη­νι­κά και κοστού­μια Γιάν­νης Τσα­ρού­χης, μετά­φρα­ση του Βασί­λη Ρώτα, μου­σι­κή Μάνος Χατζι­δά­κις χορο­γρα­φί­ες Ραλ­λού Μάνου), όπου ο Άγγε­λος Τερ­ζά­κης κατα­κε­ραύ­νω­σε τους πάντες μιλώ­ντας για προ­σβο­λή «σε χώρο επί­ση­μο, μπρο­στά στα μάτια της εξου­σί­ας» όπου «κανέ­νας δεν έχει το δικαί­ω­μα να γελοιο­ποιεί τα ιερά των άλλων» (sic!!)

Κάνω δύο βήματα, απομακρύνεται δύο
Προχωράω δέκα κι εκείνη ξεγλιστράει …

Fernando Birri: Janela sobre a utopia
Ela est
à no horizonte — diz — Me aproximo dois passos, ela se afasta dois passos. Caminho dez passos e o horizonte corre dez passos. Por mais que eu caminhe, jamais a alcançarci. Para que serve a utopia? Serve para isso: para caminhar.

«Η ουτο­πία «φέγ­γει» στον ορί­ζο­ντα. Κάνω δύο βήμα­τα προς το μέρος της, απο­μα­κρύ­νε­ται δύο. Προ­χω­ράω δέκα βήμα­τα μπρο­στά, εκεί­νη ξεγλι­στρά­ει δέκα βήμα­τα πιο πέρα. Όσο μακριά κι αν πάω, ποτέ δεν την αγγί­ζω. Σε τι χρη­σι­μεύ­ει λοι­πόν η ουτο­πία; Στο να μας κάνει να προ­χω­ρού­με» (απο­δί­δε­ται –εσφαλ­μέ­να, στον Eduardo Galeano ‑Εδουάρ­δο Γκαλεάνο)

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο