Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Παγκόσμια ημέρα της γυναίκας _στην  γυναίκα του πολέμου και της προσφυγιάς

                Γρά­φει η \\  Ηλέ­κτρα Στρατωνίου 

Με λένε Γυναί­κα, ίσως κάπο­τε με πού­νε και Άνθρωπο!!!

Αιώ­νες πίσω στέλ­νω την σκέ­ψη μου, στην απαρ­χή της πλά­σης και του κόσμου,
στον μύθο των Πρω­το­πλά­στων και στον εποι­κι­σμό της γης από τους εξόριστους
του παρα­δεί­σου και παντού συνα­ντώ την ίδια όμορ­φη, περή­φα­νη μορφή!

Εκεί­νη, της Γυναί­κας! Στέ­κει στο κέντρο της ιστο­ρί­ας των ανθρώ­πων, ακλόνητη,
δυνα­τή, θαρ­ρα­λέα, υπο­μο­νε­τι­κή, γεμά­τη αγά­πη, συμπό­νια, αυταπάρνηση
και συγ­χώ­ρε­ση για τα αμαρ­τή­μα­τα και τα πάθη όλων!

Αυτή η Γυναί­κα είναι ο άξο­νας –  γύρω της περι­στρέ­φε­ται η γη — και ισορροπεί,
κρα­τιέ­ται όρθια!!! Είναι η ροή του κόσμου, η αρχή και το τέλος του παντός!!!

Κάθε χρό­νο στην Παγκό­σμια γιορ­τή της, οι ανα­φο­ρές μας είναι σχε­δόν ίδιες ή όμοιες,
τιμού­με τις επα­να­στά­τριες, τις επι­στή­μο­νες, τις λόγιες, τις εργά­τριες, τις γυναί­κες που
παλεύ­ουν για την κατά­κτη­ση ίσων δικαιω­μά­των, στις ανδρο­κρα­τού­με­νες κοινωνίες.

Σε τού­τα τα δύσκο­λα χρό­νια που δια­νύ­ου­με, των πολέ­μων, του θανά­του, της καταστροφής,
και της γενο­κτο­νί­ας ολό­κλη­ρων λαών, είναι η στιγ­μή που Πρέ­πει να μιλή­σου­με για όλες τις
ανώ­νυ­μες Γυναί­κες του πολέ­μου και της προ­σφυ­γιάς, τις μαχή­τριες της ζωής για το
δικαί­ω­μα τους στην Ειρή­νη και την Λεύ­τε­ρη Πατρίδα!

Έτσι επέ­λε­ξα σήμε­ρα να γίνω η φωνή τους , να πω όσα εκεί­νες δεν μπο­ρούν, για αυτά
που καθο­ρί­ζουν την ύπαρ­ξη τους! Οι αγώ­νες της ζωής τους σε έναν κόσμο σκλη­ρό και
αδιά­φο­ρο είναι άνι­σοι, έχουν πολύ αίμα, θάνα­το, ορφά­νια, πόνο, δυστυ­χία και ξενιτιά!

Είναι για όλες αυτές, που σε μια στιγ­μή «κάποιοι» απο­φά­σι­σαν για την μοί­ρα τους,
αντι­κα­τέ­στη­σαν τον Θεό και υπέ­γρα­ψαν την ώρα, την μέρα και τον τρό­πο του θανάτου
τους! Έκρι­ναν πως όλα τα κρά­τη τους ανή­κουν, πως οι άνθρω­ποι πλή­θυ­ναν και πρέπει
να αραιώ­σουν, ότι τα πλού­τη τους μειώ­νο­νται, για­τί πολ­λοί λαοί είναι αντιοικονομικοί!

Ζού­με στα χρό­νια της φωτιάς, των πολέ­μων , της γενι­κής Παγκό­σμιας εκκαθάρισης!
Σ΄ αυτή την εφιαλ­τι­κή παρα­φρο­σύ­νη, η Γυναί­κα έχει μία ιερή αποστολή!

Να σώσει ότι μπο­ρεί! Να προ­φυ­λά­ξει την οικο­γέ­νεια, να κρύ­ψει παι­διά, γονιούς , αδέρφια,
γεί­το­νες, να γίνει τρο­φή στην πεί­να τους, νερό στην δίψα τους, να πλύ­νει με σάλιο και
δάκρυ τις πλη­γές τους, να μαζέ­ψει τα ερεί­πια και ο ίσκιος της να γίνει στέ­γη σπιτιού,
κρε­βά­τι και κου­βέρ­τα, ρού­χο και παπού­τσια να ντύ­σει τον τρό­μο και την παγω­νιά τους!

Είναι αυτές που κάνουν το κορ­μί τους βάρ­κα και παλεύ­ουν με τα κύμα­τα, αυτές που
γίνο­νται μονο­πά­τια στα βου­νά και δια­βαί­νουν οι ξυπό­λη­τοι κατα­τρεγ­μέ­νοι, είναι αυτές
που διώ­χνουν τους λύκους απ΄ τις σπη­λιές, να κοι­μη­θούν οι κουρασμένοι!
Γυναί­κες! Που μέχρι χθες μαγεί­ρευαν το φαί της φαμί­λιας τους, ζύμω­ναν ψωμί και έψηναν
γλυ­κί­σμα­τα για τα παι­διά τους, έπλε­ναν ρού­χα στην αυλή και όταν κου­ρα­ζό­ταν με την άκρη
της μαντί­λας τους, σκού­πι­ζαν τον ιδρώ­τα απ΄ το μέτω­πο και κάθο­νταν να ξαποστάσουν
κάτω απ΄ την κλη­μα­τα­ριά, πίνο­ντας τον καϊ­μα­κλή καφέ τους!
Ήταν σαν όλες εμάς, τρυ­φε­ρές, ευαί­σθη­τες, νοι­κο­κυ­ρε­μέ­νες! Ως που τις βρή­κε ο πόλεμος!

Έπε­σαν γυμνές στο καμί­νι! Σώμα και ψυχή έλιω­σαν, ενώ­θη­καν και έτσι, δέθη­κε τ΄ ατσάλι!
Ζωγρά­φι­σαν στα μάτια τους την πίστη, φυλά­κι­σαν τις ανά­σες στο στή­θος, την αγάπη
και τον πόνο έκρυ­ψαν στα τρί­σβα­θα της καρ­διάς τους, τις μνή­μες σφρά­γι­σαν στο υπόγειο
του μυα­λού τους και της πατρί­δας το φαρ­μα­κω­μέ­νο « Αντίο», κρέ­μα­σαν στ΄ αφτιά τους
σκου­λα­ρί­κι και στον λαι­μό τους φυλα­χτό, να τρα­γου­δά­ει με παρά­πο­νο τον γυρι­σμό τους!

_ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ ΣΗΜΕΡΑ
_Μια Ιστο­ρία μικρή _Μα τόσο ΜΕΓΑΛΗ

Την έλε­γαν Φατί­μα και γεν­νή­θη­κε στην Γάζα. Λίγες μέρες από την έναρ­ξη του πολέμου
των  Ιστραη­λι­νών, το σπί­τι της βομ­βαρ­δί­στη­κε ο άνδρας της παγι­δεύ­τη­κε στα ερείπια,
για να τον ελευ­θε­ρώ­σουν ανα­γκά­στη­καν να του κόψουν τα δύο πόδια, έτσι στα 30 του
χρό­νια έμει­νε ανά­πη­ρος, μισός άνθρω­πος. Την νύχτα του βομ­βαρ­δι­σμού, η κόρη της
2ετών βρί­σκο­νταν στο σπί­τι της για­γιά της και σώθη­κε. Τρείς μήνες ξάπλω­νε στο πάτωμα
κάτω απ΄ το κρε­βά­τι του άνδρα της, πάνω σε μία κου­βέρ­τα αγκα­λιά με το παι­δί της.
Έτρε­με στην ιδέα του θανά­του τους, πει­νού­σαν, διψού­σαν, κρύωναν!

Όμως, η Ζωή είναι γυναί­κα! Γυναί­κα και η Φύση! Το μικρό κορί­τσι ακό­μη θήλαζε,
το στή­θος της κατέ­βα­ζε γάλα, η Φατί­μα είχε ανα­κα­λύ­ψει ένα τσου­βά­λι με ζωοτροφή
μέσα στα μπά­ζα κι έτρω­γε για­τί έπρε­πε να συντη­ρή­σει, το θείο δώρο των μαστών της!
Αυτό το ίαμα τους έσω­σε, το μοί­ρα­ζε δίκαια στο σπλά­χνο της και στον σύντρο­φο της,
μέχρι την μέρα της απο­θε­ρα­πεί­ας του! Μετά;; Που να γεί­ρουν το κορ­μί τους;;

Πήρε την από­φα­ση να φύγουν απ΄ την κόλα­ση, σε μία απελ­πι­σμέ­νη προσπάθεια
Εξό­δου, για να ζήσουν πάση θυσία! Έδε­σε μ΄ ένα σεντό­νι σφι­χτά στο κορ­μί της
τους αγα­πη­μέ­νους της, στην πλά­τη φορ­τώ­θη­κε τον άνδρα της και στο στή­θος το μικρό
της κορί­τσι! Στα χέρια της κρα­τού­σε έναν σάκο με λίγα ρού­χα, ελά­χι­στα τρό­φι­μα και νερό!

Κανέ­νας δεν ήξε­ρε, δεν έμα­θε, ποιόν δρό­μο ακο­λού­θη­σε — πόσα χιλιό­με­τρα περπάτησε!
Είπα­νε μόνον ότι μετά από μέρες, μια γυναί­κα έφτα­σε στα σύνο­ρα του Λιβά­νου, εκεί
άφη­σε μπρος στα πόδια  των συνο­ρια­κών φρου­ρών, τα πολύ­τι­μα φορ­τία της έναν άνδρα
δίχως πόδια κι ένα μικρό παι­δί! Ένω­σε τα χέρια πάνω στην καρ­διά της και ψιθύρισε:

Σάα­νι (βοη­θή­στε με!) Εύφ­χα­χου (Σώστε τους!)
Ύστε­ρα γονά­τι­σε, πήρε μια βαθιά ανά­σα, έγει­ρε στο πλάι και ξεψύχησε!

Ακού­σα­τε κάτι για την Φατί­μα; Την Φερι­ντέ; Την Αϊσά; Την Τζα­μί­λα; __
Είμαι σίγου­ρη πως Όχι !  Για­τί αυτά δεν λέγο­νται στην ΤΒ, δεν γρά­φο­νται στις εφημερίδες,
δεν ανα­κοι­νώ­νο­νται στα πολε­μι­κά τους διαγ­γέλ­μα­τα! Οι φονιά­δες των λαών δουλεύουν
ύπου­λα και σκο­τει­νά, δεν τους συμ­φέ­ρει να προ­κα­λούν την κατα­κραυ­γή και το μίσος
των λαών! Θέλουν να κρα­τούν τους ανθρώ­πους στον φόβο και την σιω­πή, κάνουν τους
πολέ­μους στο όνο­μα της Ειρή­νης και της παγκό­σμιας Ελευθερίας!
ΜΗΝ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΕΥΕΤΕ! Κλεί­στε τ΄ αφτιά σας και ανοίξ­τε την καρ­διά! Δώστε αγκα­λιά, ψωμί, νερό και μια χού­φτα χώμα, να έχουν οι λαοί Πατρί­δα! Προ­στα­τέψ­τε με τον ίσκιο σας τα παι­διά, χαρί­στε ένα δάκρυ στην μάνα της προ­σφυ­γιάς, σαν ελά­χι­στο δείγ­μα Σεβα­σμού και Αλλη­λεγ­γύ­ης, προς όλες τις Γυναί­κες Αγω­νί­στριες του πολέ­μου και του ξεριζωμού!

ΥΠΟΣΧΕΘΕΙΤΕ ΝΑ ΠΑΛΕΨΟΥΜΕ ΔΙΠΛΑ ΤΟΥΣ!
ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΔΙΚΑΙΩΣΗ!
ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΗΜΕΡΑ –
ΥΜΝΟΣ ΣΤΗΝ ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ!

ΕΙΣΑΙ ΓΥΝΑΙΚΑ __Αγγελικής Ραυτοπούλου

Άθε­λα σου όλα έγι­ναν, άθε­λα σου.
Ποτέ σου δεν θέλη­σες το κίτρι­νο νερό, την γεύ­ση της άμμου στα χείλη,
την γεύ­ση των χει­λιών στα μάτια και τα ορφα­νε­μέ­να σου χέρια
ποτέ σου δεν τα θέλησες.

Ήταν που έγει­ρες απα­λά να πιά­σεις το ρόδο-προ­σκε­κλη­μέ­νο ρόδο
στην αμαρ­τία των στε­ρια­νών σου ονεί­ρων- ήταν που βαστού­σες στα στήθη
την ομί­χλη των δακρύ­ων που αιμά­τι­να κυλούσαν
στις τσέ­πες του σκι­σμέ­νου πανω­φο­ριού σου.

Ποτέ σου δεν θέλη­σες το μαχαί­ρι, την ομο­βρο­ντία που δεν μπορούσες
με λέξεις να την ομι­λή­σεις, τα κομ­μέ­να κτί­ρια με το ισχνά ημερολόγια
ποτέ σου δεν θέλη­σες, τα κρε­βά­τια με τα υγρά σεντό­νια από την μπό­ρα του εχθρού
το σκι­σμέ­νο παι­δί με τα βασι­λε­μέ­να μάτια.

Άθε­λα σου όλα έγι­ναν, άθε­λα σου!
Εσύ είχες μάθει απ΄ την μάνα να ορί­ζεις τον καρ­πό σου, να σκα­λί­ζεις τ΄ αβούλευτα
δια­βή­μα­τα σου, να γεν­νάς με περή­φα­νο πόνο, να ομοιά­ζεις του ονεί­ρου για να
ονειρευτεί…
Εκεί­νο το όνει­ρο ομο­λο­γία έρω­τα, κελαϊ­δι­σμός απέ­ρα­ντων στεναγμών,
ψωμί σπαρ­μέ­νο ψυχές, ζυμω­μέ­νο στην πέτρα της υπο­μο­νής, πια­σμέ­να χέρια παιδιών
στον κύκλο της κόκ­κι­νης προ­σμο­νής κι ένα σπί­τι ενά­ντια στον άνεμο…
Δεν έχεις βλέμ­μα τώρα πια, ψάχνεις το κενό να κατα­κτή­σεις στις ανή­με­ρες λέξεις των
δολο­φό­νων να γίνεις ρόδο με αγκάθια…
Σέρ­νεις την υπο­μο­νή σου στα λίγα σου υπάρ­χο­ντα κρυμ­μέ­νη μαζί με την μονα­δι­κή σου
κατσα­ρό­λα, μαζί με το λιγο­στό αλεύ­ρι και την τελευ­ταία γου­λιά του νερού
που τρέ­χει απ΄ τα τρια­ντα­φυλ­λέ­νια χεί­λη του νεκρού παι­διού σου…
Είσαι Γυναίκα…

ΟΓΕ 8 Μάρτη_ “Τα δικαιώ­μα­τα των γυναι­κών δεν χωρά­νε στην Ευρω­παϊ­κή Ένω­ση των επι­χει­ρη­μα­τι­κών ομί­λων και των πολέ­μων. Παλεύ­ου­με ασυμ­βί­βα­στα για τη γυναι­κεία ισοτιμία”

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο