Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ριζοσπάστης Σ/Κ 3–4 Σεπτέμβρη: Ένα χρόνος χωρίς το Μίκη

Συγκινητικά ντοκουμέντα στο ιστορικό κελί του Μίκη στον Ωρωπό

Με ντο­κου­μέ­ντα του αντι­δι­κτα­το­ρι­κού αγώ­να από το Αρχείο του ΚΚΕ είναι πλέ­ον «στο­λι­σμέ­νο» το ιστο­ρι­κό κελί του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη στις πρώ­ην φυλα­κές του Ωρω­πού, εκεί όπου κρα­τή­θη­κε από τον Οκτώ­βρη του 1969 μέχρι τον Απρί­λη του 1970.

Τα ντο­κου­μέ­ντα περι­λαμ­βά­νουν ανα­τυ­πώ­σεις από επι­στο­λές κρα­του­μέ­νων, αφί­σες και τρι­κά­κια του ΚΚΕ και της ΚΝΕ από την περί­ο­δο της δικτα­το­ρί­ας, φωτο­γρα­φί­ες και ντο­κου­μέ­ντα που συν­δέ­ο­νται με την εξέ­γερ­ση του Πολυ­τε­χνεί­ου κ.ά. Οι ανα­τυ­πώ­σεις αυτές δωρί­στη­καν από το Κόμ­μα στον δήμο Ωρω­πού, για να παρα­μεί­νουν και να αξιο­ποι­η­θούν στον χώρο με τον οποίο συν­δέ­ο­νται ιστο­ρι­κά, προ­σβά­σι­μες στο κοινό.

Επιστολές του Μίκη από τον Ωρωπό

Ανά­με­σα στις ανα­τυ­πώ­σεις ξεχώ­ρι­σε ένα χει­ρό­γρα­φο μήνυ­μα του ίδιου του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη, που το έγρα­ψε τον Δεκέμ­βρη του 1969 από τον Ωρω­πό και στο οποίο κάνει έκκλη­ση για την απε­λευ­θέ­ρω­ση των πολι­τι­κών κρα­τού­με­νων. Αφού πρώ­τα μιλά­ει για τα Χρι­στού­γεν­να που έρχο­νται και για τα παι­διά που χαρού­με­να θα μαζεύ­ο­νται κάτω από τα στο­λί­δια των χρι­στου­γεν­νιά­τι­κων δέντρων, θυμί­ζει ότι κάποια παι­διά, τα παι­διά των πολι­τι­κών κρα­του­μέ­νων, θα μεί­νουν για άλλη μια χρο­νιά μακριά από τους γονείς τους. Και συνε­χί­ζει χαρακτηριστικά:

«Ομως σε τού­το τον τόπο ποτέ δεν κόπη­κε στη μέση το τρα­γού­δι. Η τυραν­νία δεν τρό­μα­ξε ποτέ τον λαό μας. Ούτε στιγ­μή δεν κλο­νί­στη­κε η πίστη μας σ’ Αυτόν, που είμα­στε ένα κομ­μά­τι απ’ τη σάρ­κα του. Ετσι και τώρα πιστεύ­ου­με ότι η λευ­τε­ριά μας βρί­σκε­ται στα χέρια του, και είμα­στε βέβαιοι πως με τον αγώ­να του θα μας απο­σπά­σει για μια ακό­μα φορά απ’ τα νύχια του τυράν­νου και θα κάνει να ξανα­κου­στεί θριαμ­βι­κά πάνω απ’ τη χώρα το τρα­γού­δι της λευ­τε­ριάς. Με τού­τη την πίστη και την καρ­διά ζεστή απ’ το όρα­μα μιας Ελλά­δας λεύ­τε­ρης και δημο­κρα­τι­κής, απευ­θύ­νου­με τις ευχές μας για την ευτυ­χία που αξί­ζει και καλού­με όλους τους Ελλη­νες και Ελλη­νί­δες, όλους τους τίμιους και ελεύ­θε­ρους ανθρώ­πους της Γης να αξιώ­σουν την κατά­λυ­ση της τυραν­νί­ας, την απο­κα­τά­στα­ση της λευ­τε­ριάς και δημο­κρα­τί­ας στη χώρα μας. Να απαι­τή­σουν απο­φα­σι­στι­κά την απε­λευ­θέ­ρω­σή μας».

Η κινη­το­ποί­η­ση που υπήρ­χε στο εσω­τε­ρι­κό της χώρας αλλά και διε­θνώς για την απε­λευ­θέ­ρω­ση των πολι­τι­κών κρα­του­μέ­νων της χού­ντας ήταν μεγά­λη. Είναι χαρα­κτη­ρι­στι­κά γι’ αυτό το τρι­κά­κι του ΚΚΕ για «Λευ­τε­ριά στους πολι­τι­κούς κρα­τού­με­νους» και η αφί­σα της ΚΝΕ του 1969 με το αίτη­μα για «Γενι­κή πολι­τι­κή αμνη­στία στην Ελλά­δα», γραμ­μέ­νο σε τέσ­σε­ρις γλώσ­σες, που επί­σης εκτέ­θη­καν στις ανα­τυ­πώ­σεις, μαζί και με άλλα τρι­κά­κια με αιτή­μα­τα και καλέ­σμα­τα του αντι­δι­κτα­το­ρι­κού αγώνα.

Ο Δ. Κου­τσού­μπας στο κελί που ήταν κρα­τού­με­νος ο Μίκης Θεοδωράκης

Η διε­θνής απή­χη­ση που είχε αυτό το αίτη­μα αντα­να­κλά­ται έντο­να στις πρω­το­βου­λί­ες και στις δρά­σεις αλλη­λεγ­γύ­ης που οργα­νώ­νο­νται ειδι­κά για τον Μίκη Θεο­δω­ρά­κη, ο οποί­ος ήταν ήδη διε­θνώς κατα­ξιω­μέ­νος δημιουρ­γός. Ετσι, κατά τη διάρ­κεια της κρά­τη­σης — φυλά­κι­σής του, στο εξω­τε­ρι­κό ανα­πτύσ­σε­ται ένα κίνη­μα αλλη­λεγ­γύ­ης για την απε­λευ­θέ­ρω­σή του, με εκα­το­ντά­δες μεγά­λες προ­σω­πι­κό­τη­τες των Γραμ­μά­των και των Τεχνών σε ΗΠΑ και Ευρώ­πη να συστή­νουν επι­τρο­πές, να μαζεύ­ουν υπο­γρα­φές και να εκδί­δουν ψηφί­σμα­τα. Στη Σοβιε­τι­κή Ενω­ση το κάλε­σμα για τη δημιουρ­γία μιας διε­θνούς καλ­λι­τε­χνι­κής επι­τρο­πής απε­λευ­θέ­ρω­σης του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη φέρει την υπο­γρα­φή των συν­θε­τών Ντμί­τρι Σοστα­κό­βιτς και Αράμ Χατσα­του­ριάν. Σε αυτούς ο Μίκης απά­ντη­σε με ευχα­ρι­στή­ρια επι­στο­λή μέσα από το κελί του στον Ωρω­πό, και η επι­στο­λή αυτή ήταν επί­σης ανά­με­σα στα ντο­κου­μέ­ντα που εκτέ­θη­καν από το Αρχείο του ΚΚΕ. Τους έγρα­φε ο Μίκης:

«Ακρι­βοί, πολυ­σέ­βα­στοι φίλοι

Από το σκο­τει­νό κελί της φυλα­κής σάς στέλ­νω τη θερ­μή και μεγά­λη ευγνω­μο­σύ­νη. Επι­τρέψ­τε μου να θεω­ρή­σω την ευγε­νι­κή πρω­το­βου­λία σας σαν σημα­ντι­κή και πολύ­τι­μη υπο­στή­ρι­ξη όλων των πολι­τι­κών δεσμω­τών της χού­ντας, όλου του κατα­πιε­ζό­με­νου ελλη­νι­κού λαού.
Εγώ είμαι δυο φορές χαρού­με­νος και περή­φα­νος που στη σκλη­ρή μας πάλη για την ελευ­θε­ρία και τη δημο­κρα­τία βρί­σκο­νται μαζί μας τέτοιοι μεγά­λοι καλ­λι­τέ­χνες σαν και σας, τους οποί­ους θαυ­μά­ζω, και τέτοιος μεγά­λος λαός σαν τον σοβιε­τι­κό λαό, τον ακού­ρα­στο υπε­ρα­σπι­στή της ειρή­νης σ’ όλο τον κόσμο και της ελευ­θε­ρί­ας των λαών.
Με την πιο θερ­μή ευγνω­μο­σύ­νη και την εγκάρ­δια αναγνώριση

Μ. Θεο­δω­ρά­κης».

Άλλες επιστολές και ντοκουμέντα

Παράλ­λη­λα εκτέ­θη­καν ντο­κου­μέ­ντα που είναι ενδει­κτι­κά για το κλί­μα της επο­χής, τις συν­θή­κες στις φυλα­κές, αλλά και το μαχη­τι­κό αγω­νι­στι­κό πνεύ­μα των κρατουμένων.

Χαρα­κτη­ρι­στι­κή είναι η ανα­φο­ρά που εκτέ­θη­κε από τον Χαρί­λαο Φλω­ρά­κη, ο οποί­ος ήταν επί­σης κρα­τού­με­νος στον Ωρω­πό και απευ­θυ­νό­ταν προς τη διεύ­θυν­ση του στρα­το­πέ­δου στις 25 Μάρ­τη 1971, με αφορ­μή την επέ­τειο της Ελλη­νι­κής Επα­νά­στα­σης, όπου μετα­ξύ άλλων σημείωνε:

«Εμείς οι κρα­τού­με­νοι στο στρα­τό­πε­δο Ωρω­πού, που αγω­νι­στή­κα­με για την ανε­ξαρ­τη­σία της πατρί­δας μας, για τη δημο­κρα­τία, την ειρή­νη και την πρό­ο­δο της χώρας, θεω­ρού­με χρέ­ος μας να τιμή­σου­με τη σημε­ρι­νή 150ή επέ­τειο του ’21 με την έκφρα­ση της αντί­θε­σής μας προς τη σημε­ρι­νή στρα­τιω­τι­κή, δικτα­το­ρι­κή κυβέρ­νη­ση και την πολι­τι­κή της, με την προ­βο­λή της αξί­ω­σης μας:

Να απο­κα­τα­στα­θούν στη χώρα μας οι δημο­κρα­τι­κές ελευ­θε­ρί­ες και τα ανθρώ­πι­να δικαιώματα.

Να εξα­σφα­λι­σθεί στον ελλη­νι­κό λαό το δικαί­ω­μα να εκφρά­σει ελεύ­θε­ρα την κυριαρ­χι­κή του θέληση.

Να απο­λυ­θούν όλοι οι πολι­τι­κοί κρα­τού­με­νοι, εξό­ρι­στοι και φυλακισμένοι.

Εις ένδει­ξιν δια­μαρ­τυ­ρί­ας κατέρ­χο­μαι σήμε­ρον εγώ και οι άλλοι συγκρα­τού­με­νοί μου του στρα­το­πέ­δου εις 24ωρον απερ­γί­αν πείνης.

Χαρ. Φλω­ρά­κης»

Αντί­στοι­χα, εκτέ­θη­κε επι­στο­λή 50 ασθε­νών, πολι­τι­κών κρα­του­μέ­νων, που μετα­φέρ­θη­καν στον Ωρω­πό από το Λακ­κί της Λέρου και τον Μάη του 1970 απηύ­θυ­ναν έκκλη­ση προς «την Επι­τρο­πή Ανθρω­πί­νων Δικαιω­μά­των του ΟΗΕ, τον ΔΕΣ και την Παγκό­σμια Κοι­νή Γνώ­μη». Σε αυτήν επι­ση­μαί­νουν ότι η υγεία τους είναι σε άθλια κατά­στα­ση και ο για­τρός στο Λακ­κί τους είχε συμπε­ρι­λά­βει στον κατά­λο­γο που είχε υπο­βλη­θεί στη δικα­στι­κή επι­τρο­πή για κατά προ­τε­ραιό­τη­τα από­λυ­σή τους. «Αντί όμως απο­λύ­σε­ως, προ­τι­μή­θη­κε η αλλα­γή του στρα­το­πέ­δου και η συνέ­χι­ση της κρά­τη­σής μας. Αυτό όμως δεν είναι τίπο­τα άλλο παρά η μετα­φο­ρά του ασθε­νούς στον προ­θά­λα­μο του Νοσο­κο­μεί­ου για να πεθά­νη. Φυσι­κά αυτή είναι και η επι­δί­ω­ξη της χού­ντας, η βέβαια εξό­ντω­σή μας», δηλώ­νουν, και ζητούν την παρέμ­βα­ση του ΟΗΕ για τη σωτη­ρία τους.

Ανά­με­σα στα ντο­κου­μέ­ντα της επο­χής που εκτέ­θη­καν ήταν επί­σης η ανα­κοί­νω­ση του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ στις 18 Νοέμ­βρη 1973 για τον λαϊ­κό ξεση­κω­μό του Πολυ­τε­χνεί­ου, καθώς και το εξώ­φυλ­λο του «Οδη­γη­τή», της εφη­με­ρί­δας της ΚΝΕ, έναν χρό­νο μετά, τον Νοέμ­βρη του 1974, αφιε­ρω­μέ­νο κι αυτό στον ξεση­κω­μό που έγι­νε η αρχή του τέλους για τη χούντα.

Συγκι­νη­τι­κή ήταν, τέλος, η φωτο­γρα­φία που εκτέ­θη­κε με τον Μίκη Θεο­δω­ρά­κη και τον Γιάν­νη Ρίτσο από το 4ο Φεστι­βάλ ΚΝΕ — «Οδη­γη­τή», το 1978 στο Περιστέρι.

Η μορφή του κοσμεί τον χώρο

Με πρω­το­βου­λία του ΚΚΕ και σε συνερ­γα­σία με τον δήμο Ωρω­πού, στο πλαί­σιο ανα­βάθ­μι­σης και ανά­δει­ξης του χώρου των πρώ­ην φυλα­κών Ωρω­πού και με αφορ­μή τη συμπλή­ρω­ση ενός χρό­νου από τον θάνα­το του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη, πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε μια ξεχω­ρι­στή εικα­στι­κή παρέμ­βα­ση: Ο εικα­στι­κός Γιώρ­γος Σκουρ­λής (atek), με τη συμ­βο­λή του φοι­τη­τή της ΑΣΚΤ Βασί­λη Βλά­χου, σχε­δί­α­σε μια προ­σεγ­μέ­νη τοι­χο­γρα­φία αφιε­ρω­μέ­νη στον μεγά­λο δημιουρ­γό, στο πλαί­σιο της αφιε­ρω­μα­τι­κής εκδή­λω­σης που διορ­γά­νω­σε η ΚΟ Αττι­κής του ΚΚΕ, και θα μεί­νει πλέ­ον η μορ­φή του Μίκη να κοσμεί τον ιστο­ρι­κό αυτό χώρο.

Στην τοι­χο­γρα­φία βλέ­που­με τον Μίκη όπως τον θυμό­μα­στε από τις συναυ­λί­ες της περιό­δου αμέ­σως μετά τη χού­ντα, με τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά ανοι­χτά χέρια σαν φτε­ρά να διευ­θύ­νει, ενώ στο φόντο δια­κρί­νο­νται απο­δο­μη­μέ­να στοι­χεία αστι­κού τοπί­ου, ένα εργο­στά­σιο, αλλά και ανθρώ­πι­νες φιγού­ρες που βαθ­μιαία φαί­νε­ται να συγκρο­τούν μια δια­δή­λω­ση, μπλέ­κο­νται με τη γρα­φή μιας πένας. Σε άλλο σημείο του φόντου υπο­δη­λώ­νο­νται επί­σης κυμα­τι­σμοί, που συν­δέ­ουν την τοι­χο­γρα­φία με το τοπίο της θάλασ­σας που αντι­κρί­ζει κανείς από τον χώρο των φυλα­κών. Η τοι­χο­γρα­φία συμπλη­ρώ­νε­ται με τη μορ­φή του Μίκη σε μεγα­λύ­τε­ρη ηλι­κία, που φαί­νε­ται να ατε­νί­ζει όλη την προη­γού­με­νη σύν­θε­ση που περι­γρά­ψα­με. Οπως μας είπε ο Γ. Σκουρ­λής, «δεν ήθε­λα να κάνω απλώς ένα πορ­τραί­το, από την άλλη όμως έπρε­πε λόγω του χώρου που βρί­σκε­ται, να είναι μια εικό­να που να μπο­ρεί να κατα­λα­βαί­νει όλος ο κόσμος».

«Τους εχθρούς του πάλι
ο λαός, θα σαρώσει
σαν άγριος ποταμός»

Ο αγώνας και το έργο του έγιναν σύμβολα της αντιδικτατορικής πάλης

Το απέ­ρα­ντο έργο του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη αντη­χεί όλη τη μεγά­λη πορεία και τις περι­πέ­τειες του λαϊ­κού κινή­μα­τος του 20ού αιώ­να. Ηταν και αυτός μέλος της γενιάς που ανδρώ­θη­κε στην Αντί­στα­ση, που πάλε­ψε για να έρθουν καλύ­τε­ρες μέρες στον τόπο μας και γι’ αυτή του την από­φα­ση διώ­χτη­κε, φυλα­κί­στη­κε, εξο­ρί­στη­κε, συνέ­χι­σε να παλεύ­ει και να δημιουρ­γεί. Ενα μεγά­λο μέρος του ογκώ­δους έργου του, αλλά και της πλού­σιας αγω­νι­στι­κής του δρά­σης, συνέ­δε­σε με τον αντι­δι­κτα­το­ρι­κό αγώ­να. Το να τρα­γου­δάς Θεο­δω­ρά­κη στα χρό­νια της χού­ντας ήταν συνώ­νυ­μο μιας πρά­ξης αντί­στα­σης, ενώ εκεί­νος έβα­λε σε όλα τα στό­μα­τα τον Ωρω­πό, τη Λέρο, την ταρά­τσα της Μπου­μπου­λί­νας κ.ά. αφή­νο­ντας τρα­γού­δια που λει­τουρ­γούν ως ιστο­ρι­κά ντο­κου­μέ­ντα και τρα­γου­διού­νται έως τις μέρες μας από τη νέα γενιά.

Με τα παι­διά του στη Ζάτουνα

Το στρα­τιω­τι­κό πρα­ξι­κό­πη­μα στις 21 Απρί­λη του 1967 βρί­σκει τον Θεο­δω­ρά­κη, πέρα από διε­θνώς κατα­ξιω­μέ­νο συν­θέ­τη, στο αξί­ω­μα του βου­λευ­τή της ΕΔΑ και στη θέση του προ­έ­δρου της Δημο­κρα­τι­κής Νεο­λαί­ας Λαμπρά­κη. Λίγους μήνες πριν, την προη­γού­με­νη χρο­νιά είχε βγά­λει κάποιους από τους πιο εμβλη­μα­τι­κούς δίσκους του, όπως τη «Ρωμιο­σύ­νη», το «Μαουτ­χά­ου­ζεν» και το «Ενας όμη­ρος», είχε οργα­νώ­σει μεγά­λη περιο­δεία με συναυ­λί­ες στη Σοβιε­τι­κή Ενω­ση, προ­σφέ­ρο­ντας τη μου­σι­κή του σαν θείο δώρο στους πολι­τι­κούς πρό­σφυ­γες, είχε παρα­στεί ως μάρ­τυ­ρας κατη­γο­ρί­ας στη δίκη για τη δολο­φο­νία του Γρη­γό­ρη Λαμπρά­κη καταγ­γέλ­λο­ντας ότι ήταν πολι­τι­κό έγκλημα…

Στην παρανομία

Όταν τα τανκς βγή­καν στους δρό­μους, για τον Μίκη ήταν αυτο­νό­η­το ότι βγαί­νει στην παρανομία.

Από τα σπί­τια όπου κρύ­βε­ται, από τις πρώ­τες ώρες, τις πρώ­τες μέρες, κάνει αλλε­πάλ­λη­λες εκκλή­σεις στον λαό για αντί­στα­ση: «Οργα­νω­θεί­τε, παλαίψ­τε και αντι­στα­θεί­τε στη δικτα­το­ρι­κή χολέ­ρα. Λαέ της Αθή­νας! Εβγα στους δρό­μους»… «Ο ελλη­νι­κός λαός τους έχει κατα­δι­κά­σει. Το τέλος τους, που δε θ’ αργή­σει, θα είναι το τέλος που επι­φυ­λάσ­σουν οι ελεύ­θε­ροι λαοί στους τυράν­νους τους»… Ενώ μαζί με άλλους Λαμπρά­κη­δες που διέ­φυ­γαν τη σύλ­λη­ψη συγκρο­τεί το «Πατριω­τι­κό Αντι­δι­κτα­το­ρι­κό Μέτω­πο» (ΠΑΜ).

Τον Ιού­νη του ’67 με ειδι­κή δια­τα­γή του αρχη­γού του Γενι­κού Επι­τε­λεί­ου Στρα­τού απα­γο­ρεύ­ο­νται όλες οι ραδιο­φω­νι­κές μετα­δό­σεις των τρα­γου­διών του Θεο­δω­ρά­κη, η κυκλο­φο­ρία των δίσκων του, κάθε είδους εκτέ­λε­ση, ακό­μα και ακρόαση:

«1) Απε­φα­σί­σα­μεν και δια­τάσ­σο­μεν τα ακό­λου­θα, ισχύ­ο­ντα δια ολό­κλη­ρον την επι­κρά­τειαν: Απα­γο­ρεύ­ε­ται: α) η ανα­τύ­πω­σις ή η εκτέ­λε­σις της μου­σι­κής και των ασμά­των του κομ­μου­νι­στού συν­θέ­του Μίκη Θεο­δω­ρά­κη, τέως αρχη­γού της νυν δια­λυ­θεί­σης κομ­μου­νι­στι­κής οργα­νώ­σε­ως “Νεο­λαία Λαμπρά­κη”, δεδο­μέ­νου ότι η εν λόγω μου­σι­κή εξυ­πη­ρε­τεί τον κομ­μου­νι­σμόν β) το άδειν άπα­ντα τα άσμα­τα, τα χρη­σι­μο­ποιού­με­να υπό της κινή­σε­ως της κομ­μου­νι­στι­κής νεο­λαί­ας, δια­λυ­θεί­σης δυνά­μει της παρα­γρά­φου 8 του δια­τάγ­μα­τος της 6ης Μαΐ­ου 1967, δοθέ­ντος ότι τα εν λόγω άσμα­τα υπο­κι­νούν πάθη και διε­νέ­ξεις εις τους κόλ­πους του πλη­θυ­σμού. 2) Οι παρα­βαί­νο­ντες την ως άνω δια­τα­γήν πολί­ται θα πρέ­πει να παρα­πέ­μπο­νται αμέ­σως ενώ­πιον στρα­το­δι­κεί­ων και θα δικά­ζω­νται συμ­φώ­νως προς τας δια­τά­ξεις της εκτά­κτου νομοθεσίας».

Σύλληψη και φυλάκιση

Τελι­κά, συλ­λαμ­βά­νε­ται στις 21 Αυγού­στου του 1967. Πρώ­τος σταθ­μός το γνω­στό από το τρα­γού­δι του, «Σφα­γείο», κτί­ριο της Ασφά­λειας στην οδό Μπου­μπου­λί­νας. «Με την πλά­τη κολ­λη­μέ­νη στον τοί­χο, περι­μέ­νο­ντας από στιγ­μή σε στιγ­μή να με πάρουν για το μαρ­τύ­ριο ή για την εκτέ­λε­ση. Ολη μου η ύπαρ­ξη σημα­δεύ­τη­κε από την ανα­μο­νή του βέβαιου θανά­του», περι­γρά­φει ο ίδιος. Εκεί, ανά­με­σα σε συν­θή­κες από­λυ­της απο­μό­νω­σης και τρο­με­ρών βασα­νι­στη­ρί­ων συν­θέ­τει το σπου­δαίο έργο: «Ο Ηλιος και ο Χρό­νος», που παρου­σιά­στη­κε και ηχο­γρα­φή­θη­κε αργό­τε­ρα (1971) στο Παρί­σι. Το συνέ­θε­σε σε ένα κομ­μά­τι χαρ­τί που του φέρα­νε μετά από πολ­λές μέρες απο­μό­νω­σης στο κελί του.

Τον Οκτώ­βρη κάνει απερ­γία πεί­νας πιέ­ζο­ντας για καλύ­τε­ρες συν­θή­κες κρά­τη­σης και μετα­φέ­ρε­ται, τελι­κά, στις φυλα­κές Αβέ­ρωφ, στη λεω­φό­ρο Αλε­ξάν­δρας. Εκεί γρά­φει «Το Μυθι­στό­ρη­μα» και τα «Επι­φά­νεια-Αβέ­ρωφ» σε ποί­η­ση του Γιώρ­γου Σεφέ­ρη. Τον Γενά­ρη του 1968 αφή­νε­ται ελεύ­θε­ρος, όμως ομά­δες αστυ­νο­μι­κών δεν τον αφή­νουν λεπτό από τα μάτια τους, παρα­κο­λου­θούν κάθε του κίνηση.

Την άνοι­ξη του 1968 τίθε­ται σε κατ’ οίκον περιο­ρι­σμό στο σπί­τι του στο Βρα­χά­τι. «Το χαρα­κτη­ρι­στι­κό είναι ότι παρ’ ότι υπήρ­χε παρα­κο­λού­θη­ση, πάρα πολ­λοί νέοι έρχο­νταν κρυ­φά μέσα στο κτή­μα κι άκου­γαν τα τρα­γού­δια, τα έπαιρ­ναν και σε μαγνη­τό­φω­νο και στη συνέ­χεια έφευ­γαν. Αλλά πολ­λούς από αυτούς τους έπια­ναν. Αλλά πάντως έρχο­νταν κάθε τόσο», διη­γεί­ται. Την περί­ο­δο αυτή συν­θέ­τει πολ­λά αγα­πη­μέ­να και πολυ­τρα­γου­δι­σμέ­να έργα του, όπως τα «Τρα­γού­δια του Ανδρέα», τη «Νύχτα Θανά­του» και τα «Λαϊ­κά» σε στί­χους του Μάνου Ελευ­θε­ρί­ου, ενώ συν­θέ­τει και την πολύ σπου­δαία «Κατά­στα­ση Πολιορ­κί­ας» σε ποί­η­ση της Ρένας Χατζη­δά­κη. Ωσπου τον Αύγου­στο του περιο­ρί­ζουν το δικαί­ω­μα να βγει από το σπί­τι του και να δεχτεί επισκέψεις.

Στη Ζάτουνα και στον Ωρωπό

Οι χου­ντι­κοί φοβού­νται μήπως απο­δρά­σει ο Μίκης και έτσι απο­φα­σί­ζουν να εξο­ρι­στεί σε πιο «ασφα­λές» μέρος, την απο­μα­κρυ­σμέ­νη Ζάτου­να Αρκα­δί­ας. Τη φύλα­ξή του ανα­λαμ­βά­νει μια διμοι­ρία χωρο­φυ­λά­κων. Του επι­τρέ­πουν να βγει μόνο για 4 ώρες τη μέρα, πάντα, φυσι­κά, με συνο­δεία της αστυ­νο­μί­ας. Δεν επι­τρέ­πε­ται να επι­κοι­νω­νεί με τον κόσμο, να δια­τη­ρεί αλλη­λο­γρα­φία, να δια­βά­ζει βιβλία και περιο­δι­κά. Ομως και σε αυτές τις συν­θή­κες δημιουρ­γεί. Με αυτόν τον τρό­πο δεί­χνει ότι δεν έχει στα­μα­τή­σει να ζει, να ονει­ρεύ­ε­ται, να παλεύ­ει. Σε αυτό το χωριό συνέ­θε­σε 11 κύκλους τρα­γου­διών με τον τίτλο «Αρκα­δί­ες», τη μου­σι­κή της ται­νί­ας «Ζ» του Κώστα Γαβρά, το «Πνευ­μα­τι­κό Εμβα­τή­ριο», το τρα­γού­δι «Όταν χτυ­πή­σεις δυο φορές» για τον Αλέ­κο Πανα­γού­λη κ.ά. Οι αστυ­νο­μι­κοί γίνο­νται το… κοι­νό που ακού­ει για πρώ­τη φορά αυτές τις μελω­δί­ες του Μίκη. Και βέβαια, παρά τις απα­γο­ρεύ­σεις, με διά­φο­ρους τρό­πους κατα­φέρ­νει να στέλ­νει μαγνη­το­ται­νί­ες με τα και­νούρ­για έργα του στο εξω­τε­ρι­κό. Εκεί όπου είχαν κατα­φέ­ρει λίγους μήνες μετά το πρα­ξι­κό­πη­μα να βγουν η Μαρία Φαρα­ντού­ρη και ο Αντώ­νης Καλο­γιάν­νης με τη λαϊ­κή Ορχή­στρα του, υπό τη διεύ­θυν­ση του Γιάν­νη Διδί­λη και έστη­σαν το «γκρουπ» του Θεο­δω­ρά­κη και με αυτό γυρί­σα­νε την Ευρώ­πη δίνο­ντας συναυ­λί­ες και κινη­το­ποιώ­ντας τη διε­θνή κοι­νή γνώ­μη κατά της χού­ντας και υπέρ της απε­λευ­θέ­ρω­σης του συν­θέ­τη. Τα έργα του, λοι­πόν, και τα νέα που γρά­φει, μετα­δί­δο­νται από ξένους σταθ­μούς και ακού­γο­νται στην Ελλάδα.

Σε μήνυ­μά του από τη Ζάτου­να, που μετα­δό­θη­κε από τον ραδιο­φω­νι­κό σταθ­μό της Μόσχας και σώζε­ται στο Αρχείο του ΚΚΕ, δια­βά­ζου­με: «Σαν πνευ­μα­τι­κός δημιουρ­γός επι­τε­λώ­ντας το λαϊ­κό λει­τούρ­γη­μά μου συνέ­θε­σα και εδώ στη Ζάτου­να έξι κύκλους τρα­γου­διών, που τους ονο­μά­ζω “Αρκα­δί­ες”. Αυτά τα τρα­γού­δια που γρά­φω τώρα όπως εκεί­να που θα γρά­ψω και αύριο είναι αφιε­ρω­μέ­να σε σας, δηλα­δή σε όλους τους ανθρώ­πους που πιστεύ­ουν στον άνθρω­πο, που πιστεύ­ουν στη ζωή, στο δίκιο, στη δημο­κρα­τία και την ελευ­θε­ρία και που έχουν τάξει σκο­πό της ζωής τους τον αγώ­να για την υπε­ρά­σπι­σή τους. Αφιε­ρώ­νο­νται ιδιαί­τε­ρα στους Ελλη­νες αγω­νι­στές της ελευ­θε­ρί­ας και τους ξένους φίλους του λαού μας που μας συμπα­ρα­στέ­κο­νται στον δύσκο­λο αγώ­να μας». Και ολο­κλη­ρώ­νει τον χαι­ρε­τι­σμό του λέγο­ντας: «Δεν υπάρ­χει άλλος δρό­μος από τον ανε­λέ­η­το αγώ­να έως την τελι­κή νίκη. Κι ας μην ξεχνά­με ποτέ ότι η λευ­τε­ριά δε χαρί­ζε­ται, η λευ­τε­ριά κερ­δί­ζε­ται. Γεια χαρά».

Τον Οκτώ­βρη του 1969 μετα­φέ­ρε­ται από τη Ζάτου­να και φυλα­κί­ζε­ται στο στρα­τό­πε­δο Ωρω­πού. Γρά­φει και εκεί. Είναι γνω­στή η ιστο­ρία για το τρα­γού­δι «Διό­τι δεν συνε­μορ­φώ­θην», που ο Θεο­δω­ρά­κης είπε στον διοι­κη­τή ότι μπο­ρεί να πάρει τα πνευ­μα­τι­κά δικαιώ­μα­τα, για­τί ο πρώ­τος στί­χος ήταν δικός του… Τα τρα­γού­δια του, μου­σι­κή βιω­μα­τι­κή, φέρ­νουν στα χεί­λη των ανθρώ­πων την ασί­γα­στη πάλη που δίνουν αγω­νι­στές, κομ­μου­νι­στές στις εξο­ρί­ες, στις φυλα­κές, στα κρα­τη­τή­ρια, απέ­να­ντι στα βασα­νι­στή­ρια και τις στε­ρή­σεις. Και δίνουν ελπί­δα… «Τα καλύ­τε­ρά μας χρό­νια — θάλασ­σα πλα­τιά, μες στο σύρ­μα τα περ­νά­με — μάνα μου γλυ­κιά, για ένα όνει­ρο, μια ιδέα, χίλιες μέρες, χίλιες νύχτες, χίλιους ανα­στε­ναγ­μούς. Τους εχθρούς του πάλι ο λαός, θα σαρώ­σει σαν άγριος ποτα­μός», γρά­φει τον Φλε­βά­ρη του 1970…

Την ίδια περί­ο­δο καλ­λι­τέ­χνες από όλο τον κόσμο, όπως ο Ντμί­τρι Σοστα­κό­βιτς, ο Αράμ Χατσα­του­ριάν, ο Λέο­ναρντ Μπερν­στάιν, ο Αρθουρ Μίλερ, ο Εντουαρτ Αλμπι κ.ά. ζητούν την απε­λευ­θέ­ρω­σή του.

Συναυ­λία στο Royal Albert Hall του Λον­δί­νου (Δεκέμ­βρης 1972) με το «Πνευ­μα­τι­κό Εμβατήριο»

Στο Παρίσι και σε όλο τον κόσμο

Όπως διη­γεί­ται ο ίδιος, «την άνοι­ξη του 1970 παρου­σί­α­σα ανη­συ­χη­τι­κά συμ­πτώ­μα­τα στην υγεία μου, γεγο­νός που έβα­λε σε σκέ­ψεις τους δεσμο­φύ­λα­κές μου και τη Χού­ντα». Απο­τέ­λε­σμα ήταν η μετα­φο­ρά του στο νοσο­κο­μείο «Σωτη­ρία». Από εκεί στις 13 Απρί­λη, φυγα­δεύ­ε­ται και μετα­φέ­ρε­ται από τον Γάλ­λο πολι­τι­κό Jean Jacques Servan-Schreiber με ιδιω­τι­κό αερο­πλά­νο στο αερο­δρό­μιο Bourget του Παρι­σιού. Ο Σερ­βάν Σρε­μπέρ είχε έρθει στην Ελλά­δα με στό­χο να απο­τρέ­ψει τη θανα­τι­κή κατα­δί­κη του Σάκη Καρά­γιωρ­γα που δικα­ζό­ταν στο στρα­το­δι­κείο και αν είναι δυνα­τόν να τον πάρει έξω. Ομως οι στρα­το­δί­κες κατα­δί­κα­σαν τον Καρά­γιωρ­γα σε ισό­βια, οπό­τε άλλα­ξε το σχέ­διό του και φυγά­δευ­σε τον Θεο­δω­ρά­κη, αφού κατά­φε­ρε να πεί­σει τους χουντικούς.

Από το Παρί­σι, ο Θεο­δω­ρά­κης συνε­χί­ζει στο εξω­τε­ρι­κό τον μεγά­λο αγώ­να κατά της χού­ντας. Στις 29 Απρί­λη δίνει συνέ­ντευ­ξη Τύπου στο Quai d’ Orsais στο Παρί­σι, όπου συμ­με­τεί­χαν 700 δημο­σιο­γρά­φοι απ’ όλα τα μέρη του κόσμου και καλεί σε «ανά­πτυ­ξη της αντι­στα­σια­κής πάλης με όλα τα πρό­σφο­ρα σε κάθε στά­διο μέσα ως τη συντρι­βή της χού­ντας».

Παρου­σιά­ζει τα έργα που είχε συν­θέ­σει κατά το διά­στη­μα της παρα­νο­μί­ας, της φυλα­κής και της εξο­ρί­ας σε αμέ­τρη­τες συναυ­λί­ες σε όλο τον κόσμο, αφιε­ρω­μέ­νες στον αντι­δι­κτα­το­ρι­κό αγώ­να. Συν­θέ­τει επί­σης μου­σι­κή για τον κινη­μα­το­γρά­φο και το θέατρο.

Το καλο­καί­ρι του ’70 του απο­νέ­με­ται το παρά­ση­μο Λένιν της Κομ­σο­μόλ, ενώ λίγο αργό­τε­ρα, το 1971 συν­θέ­τει και το μεγα­λειώ­δες «Κάντο Χενε­ράλ» σε ποί­η­ση Πάμπλο Νερούδα.

Οι συναυ­λί­ες του στην Ευρώ­πη, στην Αυστρα­λία, στη Βόρεια και Νότια Αμε­ρι­κή, σε πολ­λές δεκά­δες χώρες, γίνο­νται βήμα δια­μαρ­τυ­ρί­ας και διεκ­δί­κη­σης και για άλλους λαούς που υπο­φέ­ρουν από παρό­μοια προ­βλή­μα­τα και αγω­νί­ζο­νται, όπως Ισπα­νούς, Πορ­το­γά­λους, Τούρ­κους, Χιλια­νούς, Παλαιστίνιους…

Στις 24 Ιού­λη του 1974 ο Μίκης Θεο­δω­ρά­κης επι­στρέ­φει στην Ελλά­δα. Ο λαός τού επι­φυ­λάσ­σει θριαμ­βευ­τι­κή υπο­δο­χή στην Αθή­να, με μαζι­κή λαϊ­κή συγκέ­ντρω­ση στο αερο­δρό­μιο του Ελληνικού.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο