Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Σκέψεις για το βιβλίο «Η ζωή που πέρασε…» (εκδόσεις ατέχνως)

Παρου­σιά­ζει ο Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Σίγου­ρα το να εκδώ­σει ένας εκδο­τι­κός οίκος, ένα βιβλίο συγ­γρα­φέα «άγνω­στου» στην επο­χή μας όπως είναι ο Πάνος Ταγκό­που­λος και μάλι­στα συλ­λο­γή διη­γη­μά­των που γρά­φτη­καν πριν πάνω από 100 χρό­νια, είναι τόλ­μη­μα. Όμως για όσους προ­μη­θευ­τούν το βιβλίο αυτό των 103 σελί­δων- σε μια καλαί­σθη­τη έκδο­ση-οι εκπλή­ξεις είναι πολ­λές και ευχάριστες.

Πρό­κει­ται για 18 συνο­λι­κά διη­γή­μα­τα μικρής φόρ­μας που χωρί­ζο­νται σε δύο βασι­κές ενό­τη­τες : «Της παλιάς Αθή­νας» και «Του πολέ­μου», ενώ υπάρ­χουν και 3 «ανε­ξάρ­τη­τα», όλα δημο­σιευ­μέ­να στο ιστο­ρι­κό περιο­δι­κό «Νου­μάς» που το εξέ­δι­δε αρχι­κά ο πατέ­ρας του και στη συνέ­χεια μετά τον θάνα­τό του ο ίδιος.

Το πρώ­το στοι­χείο που εντυ­πω­σιά­ζει είναι η στρω­τή δημο­τι­κή γλώσ­σα που χρη­σι­μο­ποιεί (ας θυμη­θού­με άλλω­στε και την επο­χή που γρά­φτη­καν…) «ντυ­μέ­νη» και με εκφρά­σεις, λέξεις των αρχών του 20ου αιώ­να που σήμε­ρα έχουν ξεχα­στεί ή εγκα­τα­λεί­φθη­καν. Πολύ­τι­μο δηλα­δή εργα­λείο και για όσους μελε­τούν την πορεία της δημο­τι­κής μας γλώσσας.

Τα διη­γή­μα­τα που ανα­φέ­ρο­νται στην «παλιά Αθή­να», όχι μόνο ανα­πα­ρά­γουν ηθο­γρα­φι­κά το κλί­μα της επο­χής, αλλά δίνουν και ψήγ­μα­τα της κοι­νω­νι­κής κρι­τι­κής που ασκεί ο συγ­γρα­φέ­ας στον καπι­τα­λι­σμό των αρχών του προη­γού­με­νου αιώ­να για πλευ­ρές όπως η φτώ­χεια, η χρή­ση ναρ­κω­τι­κών, τα τυχε­ρά παι­χνί­δια, η κατά­στα­ση στις φυλα­κές, οι «δου­λειές του ποδα­ριού» κ.α. Χωρίς μελο­δρα­μα­τι­σμό με καθα­ρή ματιά γλυ­κό­πι­κρη και κάποιες φορές, αλλά με μία διά­θε­ση «παι­χνι­δί­σμα­τος».

Τα διη­γή­μα­τα που ανα­φέ­ρο­νται στις εμπει­ρί­ες του συγ­γρα­φέα από τη συμ­με­το­χή του στους πολέ­μους (Α’ Παγκό­σμιος, Μικρα­σια­τι­κή εκστρα­τεία) είναι πραγ­μα­τι­κά «δια­μα­ντά­κια» αντι­πο­λε­μι­κής λογο­τε­χνί­ας και κακώς δεν έχουν βρει τη θέση τους στη συνο­λι­κή αντι­πο­λε­μι­κή λογο­τε­χνία της χώρας μας. Η δύσκο­λη στρα­τιω­τι­κή ζωή, τα ευτρά­πε­λα της, αλλά και η ανε­λέ­η­τη κρι­τι­κή του. Γρά­φει χαρα­κτη­ρι­στι­κά στο «Ενώ πέρα σβή­να­νε τα φώτα»: «…Τώρα ξέρα­με όλοι πως ο πόλε­μος δεν γίνε­ται για καμ­μιά πατρί­δα παρά έτσι για να καβα­λά­ει ο λοχα­γός το καλύ­τε­ρο άλο­γο και να καλ­πά­ζει χωρίς λόγο…»

Τέλος στα 3 «διά­φο­ρα» διη­γή­μα­τα κατα­πιά­νε­ται με «μάστι­γες» της επο­χής όπως η ανοι­κο­δό­μη­ση και οι κατα­στρο­φές στην παρά­δο­ση που προ­κά­λε­σαν, στον ξενι­τε­μό για την Αμε­ρι­κή, αλλά και στο «κυνή­γι να πιά­σουν την καλή» ξεφεύ­γο­ντας από τη μιζέ­ρια της αγρο­τι­κής ζωής.

Πρό­κει­ται για μία συλ­λο­γή που δια­βά­ζε­ται ευχά­ρι­στα, «μονο­ρού­φι» και αφή­νει σκέ­ψεις, συναι­σθή­μα­τα και εικό­νες στον αναγνώστη!

 

Η ζωή που πέρα­σε – Ιστο­ρί­ες της παλιάς Αθή­νας και του πολέ­μου, του Πάνου Ταγκόπουλου

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο