Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τα άγνωστα Χριστούγεννα του 1944 στη Μυτιλήνη — Η «μάχη του γκομπάκ»

Ο Δεκέμ­βρης του 1944 στη Μυτι­λή­νη έλη­ξε με τη νίκη των δυνά­με­ων του ΕΑΜ ΕΛΑΣ που με δια­πραγ­μα­τεύ­σεις αλλά και έντο­νη την παρου­σία των στρα­τιω­τι­κών δυνα­το­τή­των της απέ­κρου­σε την από­βα­ση σημα­ντι­κών δυνά­με­ων αποι­κια­κών στρα­τευ­μά­των που έφθα­σαν στην προ­βλή­τα της πόλης τα χαρά­μα­τα της 24ης Δεκεμ­βρί­ου 1944. Διοι­κη­τής τους ο Άγγλος ταξί­αρ­χος Turnbull επι­κε­φα­λής μοί­ρας αγγλι­κών πολε­μι­κών και μετα­γω­γι­κών καρα­βιών. Σ’ αυτά περι­λαμ­βά­νο­νταν το αγγλι­κό κατα­δρο­μι­κό «Σεί­ριους», το αγγλι­κό ναρ­κα­λιευ­τι­κό «Στά­φα», ένα μικρό αγγλι­κό απο­βα­τι­κό, ένα αγγλι­κό σκά­φος ΜL, το ελλη­νι­κό αντι­τορ­πι­λι­κό «Κανά­ρης» το οποίο και βρι­σκό­ταν σε «κρά­τη­ση» επει­δή το πλή­ρω­μά του είχε αρνη­θεί να υπα­κού­σει τον κυβερ­νή­τη του που είχε δια­τά­ξει να χτυ­πη­θεί με κανο­νιο­βο­λι­σμούς ο Πει­ραιάς και τέλος το ελλη­νι­κό υπο­βρύ­χιο «Νηρεύς» που όπως απο­δεί­χθη­κε από μέρες βρι­σκό­ταν έξω από το λιμά­νι της Μυτι­λή­νης. Τα μετα­γω­γι­κά σκά­φη ήταν τρία, ένα επτά χιλιά­δων τόνων, ένα πέντε χιλιά­δων τόνων και ένα τεσ­σά­ρων χιλιά­δων τόνων.

Σύμ­φω­να με τα όσα έχουν γίνει γνω­στά μέχρι τώρα κύρια από το βιβλίο «Η αντί­στα­ση στη Λέσβο- Πηγές και πτυ­χές της» των Π.Κ. Κεμερ­λή και Α.Σ. Πολυ­χρο­νιά­δη και τις μαρ­τυ­ρί­ες του τότε γραμ­μα­τέα της νομαρ­χια­κής επι­τρο­πής του ΕΑΜ και μετέ­πει­τα ιστο­ρι­κού δημάρ­χου της Μυτι­λή­νης Από­στο­λου Απο­στό­λου που περι­λαμ­βά­νο­νται στο βιβλίο του «Μνή­μες» η προ­σπά­θεια από­βα­σης των αγγλι­κών στρα­τευ­μά­των ήταν σε γνώ­ση των «παπαν­δρεϊ­κών» του νησιού. Αλλά και των άλλων παρα­γό­ντων — εκπρο­σώ­πων της «εθνι­κής κυβέρ­νη­σης» που την παρα­μο­νή της άφι­ξης της αγγλι­κής μοί­ρας προ­χώ­ρη­σαν στην για λόγους ασφα­λεί­ας φόρ­τω­ση του συνό­λου των αρχεί­ων της ναυ­τι­κής βάσης Μυτι­λή­νης στο αντι­τορ­πι­λι­κό «ΑΕΤΟΣ» που βρι­σκό­ταν μέσα στο λιμά­νι της Μυτι­λή­νης και το οποίο απέ­πλευ­σε ξαφ­νι­κά το πρωί του Σαβ­βά­του 23 .12.1944.

19

Το χρονικό του «Go back»

24 Δεκέμ­βρη 1944 . Την ώρα που οι Αγγλοι ιμπε­ρια­λι­στές αιμα­το­κυ­λού­σαν τον αγω­νι­ζό­με­νο λαό της Αθή­νας, από τα νησιά μονά­χα στη Λέσβο βρί­σκο­νταν ακό­μα οι Αρχές της ΕΑΜι­κής εξου­σί­ας, με τους νέους λαο­γέν­νη­τους θεσμούς της Λαϊ­κής Αυτο­διοί­κη­σης, της Λαϊ­κής Δικαιο­σύ­νης και της Εθνι­κής Πολι­το­φυ­λα­κής, με τον ΕΛΑΣ και με το 85% του πλη­θυ­σμού της οργα­νω­μέ­νο στις ΕΑΜι­κές Οργανώσεις.

Παρα­μο­νή Χρι­στου­γέν­νων του ’44, πριν ακό­μα ξημε­ρώ­σει, ο πολι­το­φύ­λα­κας που ήταν σκο­πός στην προ­κυ­μαία, ειδο­ποί­η­σε την υπη­ρε­σία του, πως ήρθαν στο λιμά­νι αγγλι­κά πολε­μι­κά και μετα­γω­γι­κά καρά­βια. Ηταν τρία πολε­μι­κά και τρία μετα­γω­γι­κά, μ’ επι­κε­φα­λής το αγγλι­κό κατα­δρο­μι­κό «Σεί­ριος». Μετέ­φε­ραν ινδι­κά στρα­τεύ­μα­τα — «μαύ­ρους» τους απο­κα­λού­σε ο λαός — και διοι­κη­τής τους ήταν ο Αγγλος Ταξί­αρ­χος Τόρν­μπουλ. Ο Στρα­τιω­τι­κός Διοι­κη­τής Νήσων Αιγαί­ου Χρ. Τσι­γά­ντες ειδο­ποί­η­σε το φρου­ραρ­χείο πως στις 8.10 πρέ­πει να είναι στο ξενο­δο­χείο «Αιγαίο» η ΝΕ του ΕΑΜ, ο Διοι­κη­τής του ΕΛΑΣ, ο Διοι­κη­τής της Εθνι­κής Πολι­το­φυ­λα­κής και ο φρού­ραρ­χος Μυτι­λή­νης , για να συζη­τή­σουν με τον Αγγλο Ταξί­αρ­χο Τόρν­μπουλ και το Συνταγ­μα­τάρ­χη Τσι­γά­ντες. Ο ΕΛΑΣ, όπως ήταν φυσι­κό, έδω­σε αμέ­σως σύν­θη­μα επι­φυ­λα­κής κι άρχι­σε να παίρ­νει σει­ρά μέτρων.

Καθο­ρι­στι­κό ρόλο στην έγκαι­ρη ειδο­ποί­η­ση και λαϊ­κή κινη­το­ποί­η­ση του κόσμου έπαι­ξε ο Πανα­γιώ­της Γώγος, Γραμ­μα­τέ­ας Περιο­χής Αιγαί­ου του ΚΚΕ, που είχε στα­λεί από την ΚΕ στη Μυτι­λή­νη μετά την απε­λευ­θέ­ρω­ση. Οπως κατα­γρά­φει σε μαρ­τυ­ρία του ο Πανα­γιώ­της Κεμερ­λής, Γραμ­μα­τέ­ας Περιο­χής του ΑΚΕ, με τον οποίο είχαν συνα­ντη­θεί νωρίς το πρωί της ίδιας μέρας, για να κάνουν περιο­δεία στο νησί, την ώρα που συνα­ντή­θη­καν στην προ­κυ­μαία ο Γώγος είδε τα εγγλέ­ζι­κα καρά­βια. Από εκεί έφυ­γε τρέ­χο­ντας για το συνοι­κι­σμό, σ’ ένα μικρό κτί­ριο που χρη­σι­μο­ποιού­σαν τότε για λέσχη της ΕΠΟΝ. Αρπα­ξε ένα χωνί στα χέρια και με βρο­ντώ­δη φωνή άρχι­σε το κάλε­σμά του στο λαό. Τα παρά­θυ­ρα και οι πόρ­τες των σπι­τιών άνοι­γαν. Αντρες και γυναί­κες πρό­βαι­ναν, σχη­μά­τι­ζαν μεγά­λες ομά­δες, για να χωθούν από κάθε κατεύ­θυν­ση στους δρό­μους που οδη­γού­σαν προς το λιμά­νι. Αρχι­σε το μεγά­λο ξεσή­κω­μα του λαού.
Αμε­σα ειδο­ποι­ή­θη­κε ο Γραμ­μα­τέ­ας του ΕΑΜ και πλη­ρο­φο­ρή­θη­κε την κατά­στα­ση. Αφού ειδο­ποί­η­σε σχε­τι­κά τα μέλη της ΝΕ, παράγ­γει­λε να μετα­δο­θεί το σύν­θη­μα με όλα τα μέσα, για μια γενι­κή κινη­το­ποί­η­ση του λαού.

Τα χωνιά γυρί­ζουν στις γει­το­νιές και ειδο­ποιούν τον κόσμο. «Οι δολο­φό­νοι του γεν­ναί­ου λαού της Αθή­νας και του Πει­ραιά, ο Παπαν­δρέ­ου και ο Σκό­μπι, θέλουν να ματο­κυ­λί­σουν και το ηρω­ι­κό νησί μας, θέλουν να φέρουν μια μαύ­ρη τρο­μο­κρα­τία για να μας υπο­δου­λώ­σουν. Εξι πλοία με αρα­πά­δες βρί­σκο­νται στο λιμά­νι της Μυτι­λή­νης . Νιά­τα και λαέ! Εμπρός, όλοι άντρες, γυναί­κες και παι­διά να ζητή­σου­με να φύγουν απ’ το νησί μας οι μαύ­ροι. Θάνα­τος στο φασι­σμό — Λευ­τε­ριά στο λαό!».

Ολοι όσοι βρί­σκο­νταν στην προ­κυ­μαία τρι­γυρ­νού­σαν ανή­συ­χοι κι όλοι ανα­ρω­τιό­ντου­σαν για το τι έμελ­λε να γίνει. Θα βγουν; Είναι περα­στι­κοί; Τι ζητούν από μας; Οσο ψήλω­νε η μέρα, πύκνω­νε κι ο κόσμος. Οσα μαγα­ζιά είχαν ανοί­ξει έκλει­σαν. Η απερ­για­κή επι­τρο­πή, που, από και­ρό, βρι­σκό­ταν σ’ επι­φυ­λα­κή κήρυ­ξε γενι­κή απερ­γία σ’ όλο το νησί. Οι ΕΛΑ­Σί­τες και η Πολι­το­φυ­λα­κή βρί­σκο­νταν στις θέσεις τους. Κι ο κόσμος όλο και κατέβαινε.

Η επι­τρο­πή που πήγε στη συνά­ντη­ση στο ξενο­δο­χείο «Αιγαίο» — τα σημε­ρι­νά γρα­φεία του Κομ­μου­νι­στι­κού Κόμ­μα­τος στη Μυτι­λή­νη — βρή­κε εκεί μόνο το Συνταγ­μα­τάρ­χη Τσι­γά­ντε, που τους ανα­κοί­νω­σε ότι ήρθαν ινδι­κά στρα­τεύ­μα­τα για να βγουν στο νησί. Τους δια­βε­βαί­ω­νε όμως πως το καθε­στώς της Μυτι­λή­νης δεν πρό­κει­ται ν’ αλλά­ξει, γι’ αυτό ο κόσμος δεν πρέ­πει να ανη­συ­χεί. Η Επι­τρο­πή αντέ­δρα­σε λέγο­ντας πως τα ινδι­κά στρα­τεύ­μα­τα δεν έχουν θέση στη Μυτι­λή­νη και τυχόν από­βα­ση θα απο­τε­λού­σε πρό­κλη­ση, όταν στην Αθή­να γίνε­ται πόλε­μος. Ο Τσι­γά­ντε δήλω­σε πως δεν έχει παρα­πέ­ρα εξου­σιο­δό­τη­ση και η επι­τρο­πή ζήτη­σε να δει και να μιλή­σει με τον ίδιο τον Αγγλο ταξί­αρ­χο που ήταν πάνω στο «Σεί­ριος».

Στο μετα­ξύ, μεγά­λα πλή­θη λαού έχουν μαζευ­τεί στην προ­κυ­μαία και τους γύρω χώρους, με έκδη­λες δια­θέ­σεις να αντι­με­τω­πί­σουν με κάθε τρό­πο και μέσο κάθε τυχόν προ­σπά­θεια από­βα­σης. Παράλ­λη­λα, ο ΕΛΑΣ έβγα­λε ένο­πλες περι­πο­λί­ες, για να κρα­τή­σουν την τάξη, αλλά και να βοη­θή­σουν το λαό αν γινό­ταν σύγκρουση.

16

«Πίσω, δε σας θέλουμε»

Στις εννιά η ώρα από ένα μετα­γω­γι­κό άρχι­σαν να κατε­βαί­νουν στρα­τεύ­μα­τα σε τορ­πι­λά­κα­το. Με γυλιό στον ώμο και πάνο­πλοι. Ετοι­μά­ζο­νταν να βγουν. Τα χωνιά μπή­καν και πάλι σε ενέρ­γεια. Ετσι μαζεύ­τη­κε πολύς κόσμος. Αξιω­μα­τι­κοί του ναυ­τι­κού και ναύ­τες πολέ­μη­σαν να κρα­τή­σουν τον κόσμο στα σύρ­μα­τα. Το πλή­θος έσπα­σε τη ζώνη κι όλο φώνα­ζαν «πίσω, δε σας θέλου­με». Πολ­λές γυναί­κες έπε­σαν απά­νω στο απο­βα­τι­κό σκά­φος και φώνα­ζαν «χτυ­πά­τε». Ο κόσμος όλο και κατέ­βαι­νε. Οι μπού­κες των πολυ­βό­λων είναι γυρι­σμέ­νες κατά πάνω του. Δε δεί­λια­σε κανέ­νας. Γυναί­κες βγά­ζουν τα τσό­κα­ρα και τα σηκώ­νουν κατά πάνω στους «μαύ­ρους» που σαστι­σμέ­να συμ­μα­ζεύ­ο­νται μέσα στην τορ­πι­λά­κα­το. Η από­βα­ση δεν μπο­ρού­σε να γίνει εκεί. Η τορ­πι­λά­κα­τος έκα­νε πίσω κι έβα­λε τιμό­νι ολο­τα­χώς κατά τα μπλό­κια. Ολοι τρέ­χουν κατά κει.

Ακο­λού­θη­σε η συνά­ντη­ση της Επι­τρο­πής με τον Ταξί­αρ­χο Τόρν­μπουλ. Εκεί ζήτη­σαν, για ακό­μα μια φορά, να μη βγουν τα στρα­τεύ­μα­τα, η παρου­σία τους εκεί, με δεδο­μέ­να τα γεγο­νό­τα στην Αθή­να, δεν μπο­ρού­σε να γίνει δεκτή. Οι προ­σπά­θειες των Αγγλων ιμπε­ρια­λι­στών να τους πεί­σουν ότι έφτα­ναν εκεί «ως φίλοι και σύμ­μα­χοι» έπε­φταν στο κενό. Στις αλλε­πάλ­λη­λες συνα­ντή­σεις κι επα­φές ο Τόρν­μπουλ τόνι­ζε ότι δεν έπρε­πε να εκμε­ταλ­λεύ­ο­νται το χρό­νο για να κατε­βά­ζουν κόσμο απ’ τα χωριά. Ηταν φανε­ρό πως επε­δί­ω­κε να απο­μο­νώ­σει το ΕΑΜ από το λαό… Από την άλλη μεριά, η ΝΕ του ΕΑΜ επε­δί­ω­κε να κερ­δί­σει χρό­νο που της ήταν πολύ­τι­μος και συνέ­χι­ζε να συζη­τά ανα­μα­σώ­ντας κάθε φορά τις διά­φο­ρες επιφυλάξεις.

Στο μετα­ξύ, άρχι­σε να κατα­φτά­νει απ’ τα χωριά ο κόσμος σαν πλημ­μύ­ρα και ν’ απλώ­νε­ται σ’ όλους τους γύρω από τα μπλό­κια χώρους, όπου συνα­ντιό­τα­νε μαζί με τους άλλους της πόλης που φύλα­γαν εκεί.

13

Τα χωριά στη μάχη

Τ’ από­γευ­μα κατα­φτά­νουν συνταγ­μέ­νοι οπλι­σμέ­νοι οι Μορια­νοί. Ενα σωρό άνθρω­ποι με σκου­ρια­σμέ­νες χατζά­ρες, κασμά­δες, τσε­κού­ρια και ξύλα. Και με ψυχή. Ερχο­νται οι Αγια­σώ­τες, η αγρο­τιά της Γέρας, οι βασα­νι­σμέ­νοι του λεσβια­κού κάμπου. Τους και­νού­ριους υπο­δέ­χο­νταν οι παλιοί με «ζήτω». Ολη αυτή τη νύχτα την πέρα­σε πάνω στην προ­κυ­μαία τόσος κόσμος, που έκα­νε ώρες ποδα­ρό­δρο­μο μέσα στη λάσπη και το κρύο. Ανα­βαν φωτιές να ζεστα­θούν και τρα­γου­δού­σαν το αντάρ­τι­κο. Οι Αγια­σώ­τες σκά­ρω­ναν σατι­ρι­κά τρα­γού­δια, που κυριάρ­χη­σαν τις επό­με­νες μέρες και τρα­γου­δή­θη­καν απ’ όσους ξερο­στά­λια­ζαν μέσα στο χιο­νό­νε­ρο και το ξερο­βό­ρι στα μπλό­κια! Αυτή τη νύχτα σηκώ­θη­καν οδο­φράγ­μα­τα με πέτρες, βαρέ­λια αρα­μπά­δες, κάσες και ό,τι άλλο. Κάθε δρό­μος και οδό­φραγ­μα. Ο λαός αγρυπνούσε.

Ξημέ­ρω­ναν τα Χρι­στού­γεν­να κι από παντού κατα­φθά­νουν οι αγρό­τες του νησιού με τσε­κού­ρια, κασμά­δες και ντου­φέ­κια. Ο κόσμος δεί­χνει μεγά­λη απο­φα­σι­στι­κό­τη­τα. Μέσα στο χιο­νό­νε­ρο υψώ­νο­νταν φωνές αγριω­πές, για να ακού­γο­νται ως τα καρά­βια. Κάποιος από το πλή­θος σκά­ρω­σε, με τα λίγα εγγλέ­ζι­κα που ήξε­ρε, το ιστο­ρι­κό πια σύν­θη­μα «Go back» και το βρο­ντο­φώ­να­ξε προς τα καρά­βια. Το άρπα­ξαν αμέ­σως οι άλλοι και με μυριό­στο­μες αγριε­μέ­νες φωνές το έφε­ραν στα καράβια…«Go back»… Τι κι αν ο μπάρ­μπα Τσά­λης, προ­σπα­θού­σε μάταια να διορ­θώ­σει το σύν­θη­μα με τα εγγλέ­ζι­κα που είχε μάθει όταν δού­λευε στα καρά­βια. «Το σωστό είναι Go away», φώνα­ζε. Ο κόσμος τέτοιες ώρες δεν είχε και­ρό για χάσι­μο με τα καλού­πια του εγγλέ­ζι­κου συντα­κτι­κού. Στη συνεί­δη­σή του είχε κιό­λας κυριαρ­χή­σει εκεί­νο το «Go back», που από­μει­νε στην Ιστο­ρία της Λεσβια­κής Αντί­στα­σης, σα νικη­τή­ρια ιαχή κατά του αγγλι­κού ιμπεριαλισμού.

Ο λαός έμε­νε σε επι­φυ­λα­κή. Η «Ελεύ­θε­ρη Λέσβος» στις 25 Δεκέμ­βρη κυκλο­φό­ρη­σε σε δύο έκτα­κτες εκδό­σεις με τα συν­θή­μα­τα «Ολοι στα μπλό­κια» «Να φύγουν οι μαύ­ροι!» «Υπε­ρα­σπι­στεί­τε τη λευ­τε­ριά σας!» Στις 26 Δεκέμ­βρη γιόρ­τα­ζε κιό­λας τη νίκη, με τα συν­θή­μα­τα «Go back» «Ισχυ­ρό­τε­ρο το δίκιο του λαού» και «ο λαός παίρ­νει δύνα­μη από τη νίκη του». Η «Αγρο­τι­κή» στις 27 Δεκέμ­βρη του ’44 φώνα­ζε «ζήτω ο αδά­μα­στος λεσβια­κός λαός!».

Το τραγούδι

Το πρωί της Πέμ­πτης 28 Δεκεμ­βρί­ου 1944 ο πλοί­αρ­χος Edwards ανα­κοι­νώ­νει στο ΕΑΜ πως «ήταν άσχη­μος ο και­ρός τόσες μέρες και δεν συνα­ντή­θη­κε μαζί τους αν και θα το ήθε­λε. Τώρα που έφτια­ξε ο και­ρός ήρθε και ανα­κοι­νώ­νει πως τα στρα­τεύ­μα­τα δεν θα απο­βι­βα­στούν και πως όλοι φεύ­γουν». Το μεση­μέ­ρι εκεί­νης της μέρας η νίκη των ΕΑΜι­κών δυνά­με­ων γιορ­τά­ζε­ται με παρέ­λα­ση του ΕΛΑΣ ενώ ο πλοί­αρ­χος Edwards λίγο πριν την ανα­χώ­ρη­σή του παρα­θέ­τει στο ξενο­δο­χείο «Αιγαί­ον» δεξί­ω­ση προς τιμήν των εκπρο­σώ­πων του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ!

Οι πολί­τες έχουν ήδη απο­χω­ρή­σει έχο­ντας φτιά­ξει όπως συνή­θως συμ­βαί­νει στη Λέσβο τρα­γού­δια για τη νίκη τους. Στο σκο­πό του «μπελ αμί» τραγουδούν:

«Του ΙΑΜ, του ΙΑΜ τσι γ’ ΙΠΟΝ

μας ανοί­ξαν τα μάτια λοιπόν

τσ’ οτ’ να κάνι­τι, ρε γκμπαρ

δε μας βάζι­τι σαμάρ

στς ικλου­γές θα μας βρι­τι απών

Ρε Γιωρ­γου βασλέ μας

για ρίξι πρους τνι γη κου­μάτ του βλέμας

Η βασλές του κλου­τσιάρ­κου του μλάρ

δε του πήρι ακό­μα χαμπάρ

τς έςτσλι τουν Παπαντριγιά

τσι τς Αράπ­δις ντ γκουπριγιά

να μας βάλιν τσι­νούρ­γιου σαμάρ.

Φου­νιά­δις φασίστις

αγή­τε μη σας στεί­λου­μι στς ακσίστις.

Μα κσπά­σαν τα μλάρια

πιτά­ξαν απ τις κατί­νις τα σαμάρια»

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο