Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τα εντυπωσιακά “Ματωμένα Φεγγάρια” του Nesbo

Δύσκο­λο να μιλά­με εμείς οι μεσο­γεια­κοί για Τζο Νέσμπο (Jo Nesbο —Jo Nesbø, προ­φέ­ρε­ται [ju nesbø], Γιου Νέσμπε —γεν. το 1960 στο Όσλο) τον μεγα­λύ­τε­ρο εν ζωή συγ­γρα­φέα αστυ­νο­μι­κού στον κόσμο και Χάρι Χόλε.

«Όταν “φύγει” ο Χάρι Χόλε δεν πρό­κει­ται να ανα­στη­θεί. Ο αμέ­σως επό­με­νος, μετά από εμέ­να, με κατα­διώ­κει ανε­λέ­η­τα σαν λυσ­σα­σμέ­νο πιτ μπουλ, απο­φα­σι­σμέ­νος να μου πάρει τα σκή­πτρα».

Γρά­φει ο Αστέ­ρης Αλα­μπής _Μίδας

Στα 37 του, κυκλο­φό­ρη­σε το πρώ­το του αστυ­νο­μι­κό μυθι­στό­ρη­μα με τίτλο «Flaggermusmannen» ‑η νυχτε­ρί­δα ‑το πρώ­το από μία σει­ρά βιβλί­ων με έναν από τους πιο «καλτ» ήρω­ες: τον αλκο­ο­λι­κό, αυτο­κα­τα­στρο­φι­κό και –παρ΄όλα αυτά- λατρε­μέ­νο ντε­τέ­κτιβ Χάρι Χόλε (όλα τα βιβλία του εδώ).

Για την ιστο­ρία, στα 17 του ένας σοβα­ρός τραυ­μα­τι­σμός του κατέ­στρε­ψε τα όνει­ρα για μία επαγ­γελ­μα­τι­κή καριέ­ρα στο ποδό­σφαι­ρο. Απο­φά­σι­σε λοι­πόν να σπου­δά­σει οικο­νο­μι­κά («η μονα­δι­κή επι­λο­γή που έχεις όταν δεν ξέρεις τι να κάνεις», όπως λέει ο ίδιος) και να εργα­στεί πρώ­τα ως δημο­σιο­γρά­φος και μετά ως χρηματιστής.

Ώσπου μια μέρα παρά­τη­σε τη δου­λειά του στη μεγα­λύ­τε­ρη χρη­μα­τι­στη­ρια­κή εται­ρεία της Νορ­βη­γί­ας για «να γρά­ψει ιστο­ρί­ες» πριν ο χρό­νος τον προλάβει.

Με 10άδες εκα­τομ­μύ­ρια αντί­τυ­πα παγκο­σμί­ως (42–60.000.000 κατά τους μετριό­τε­ρους υπο­λο­γι­σμούς χωρίς να μετρά­με τα ανα­ρίθ­μη­τα e‑book), διά­ση­μος σήμε­ρα, βλέ­πει τα βιβλία του να εκδί­δο­νται σε περισ­σό­τε­ρες από 40 χώρες.

Έχει τιμη­θεί με πολ­λά βρα­βεία, όπως τα Riverton Prize (1997), Glass Key (1998), Booksellers’ Prize (2000 και 2007), καθώς και με τις υψη­λό­τε­ρες δια­κρί­σεις στη χώρα του. Το μυθι­στό­ρη­μά του Νέμε­σις ήταν υπο­ψή­φιο για το βρα­βείο Edgar Allan Poe (2010).

Όπως έχει συχνά δηλώ­σει «ανη­συ­χεί για το ότι είναι ο συγ­γρα­φέ­ας με τις μεγα­λύ­τε­ρες πωλή­σεις», ενώ το jet lag ήταν ιστο­ρι­κά ένα φαι­νό­με­νο που διε­γεί­ρει τη δημιουρ­γι­κό­τη­τα για τον Jo Nesbo.

Άλλω­στε, έγρα­ψε το πρώ­το προ­σχέ­διο του πρω­το­εμ­φα­νι­ζό­με­νου μυθι­στο­ρή­μα­τός του, η νυχτε­ρί­δα, ενώ βρι­σκό­ταν υπό την επιρ­ροή του σε στρε­βλω­μέ­νη πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Εκεί­νη την επο­χή ‑μέσα της δεκα­ε­τί­ας του ’90 — ο Nesbo ήταν ένας μου­σι­κός στην κορυ­φή των charts, ο οποί­ος, έχο­ντας δυσπι­στία για τη μακρο­πρό­θε­σμη επι­τυ­χία, εξα­κο­λου­θού­σε να δια­τη­ρεί τη δου­λειά του ως χρη­μα­τι­στής σε μια χρη­μα­τι­στη­ρια­κή. Σε ένα επαγ­γελ­μα­τι­κό σταυ­ρο­δρό­μι, πέτα­ξε 30 ώρες πάνω από τον κόσμο για Αυστρα­λία. Κάπου πάνω από τον ωκε­α­νό, άρχι­σε να χαρ­το­γρα­φεί ένα βιβλίο – όχι τα απο­μνη­μο­νεύ­μα­τα της «ζωής στο δρό­μο» της μπά­ντας του που είχε υπο­σχε­θεί σε έναν ενδια­φε­ρό­με­νο εκδό­τη, αλλά ένα αστυ­νο­μι­κό μυθι­στό­ρη­μα για έναν ντε­τέ­κτιβ, του οποί­ου η ιστο­ρία ξεχύ­θη­κε από μέσα του, κάνο­ντας jetlagged σε ένα δωμά­τιο ξενο­δο­χεί­ου στο Σίδνεϊ.

Πρό­σφα­τα πετά­χτη­κε Κανα­δά για να γιορ­τά­σει τη δημο­σί­ευ­ση του Killing Moon _«Ματωμένη Σελή­νη», της τελευ­ταί­ας δόσης της σει­ράς που έσπα­σε ρεκόρ, Scandi Noir που καθο­ρί­ζει το είδος Harry Hole ( Ο Nesbo είναι εντά­ξει αν λες “Hole” με τον αγγλι­κό τρό­πο, αλλά τεχνι­κά μοιά­ζει περισ­σό­τε­ρο με “hoo-lah” αν στο­χεύ­εις στην αλη­θι­νή νορ­βη­γι­κή προφορά).

σσ. Scandi Noir (σκαν­δι­να­βι­κό νουάρ), είναι ένα είδος αστυ­νο­μι­κής μυθο­πλα­σί­ας που συνή­θως δια­δρα­μα­τί­ζε­ται στη Σκαν­δι­να­βία. Απλή γλώσ­σα, απο­φεύ­γο­ντας τη μετα­φο­ρά και τοπο­θε­τεί­ται σε ζοφε­ρά τοπία, οδη­γεί σε μια σκο­τει­νή και ηθι­κά περί­πλο­κη διά­θε­ση, που απει­κο­νί­ζει μια έντα­ση μετα­ξύ της φαι­νο­με­νι­κά ακί­νη­της και ήπιας κοι­νω­νι­κής επι­φά­νειας και του φόνου, του μισο­γυ­νι­σμού, του μισαν­δρι­σμού, του βια­σμού και του ρατσι­σμού που κρύ­βο­νται από κάτω. Έρχε­ται σε αντί­θε­ση με το στυλ whodunit (Αγγλία).

Μερι­κοί από τους πιο γνω­στούς συγ­γρα­φείς περι­λαμ­βά­νουν εκτός του Jo Nesbø από τη Νορ­βη­γία, τους Henning Mankell, Stieg Larsson και Camilla Läckberg από τη Σου­η­δία, Jussi Adler-Olsen από τη Δανία και Arnaldur Indriðason από την Ισλαν­δία. Η δημο­τι­κό­τη­τα του σκαν­δι­να­βι­κού νουάρ έχει επε­κτα­θεί στην οθό­νη, με τηλε­ο­πτι­κές σει­ρές όπως The Killing (καμιά σχέ­ση με το ομώ­νυ­μο του Stanley Kubrick ελλην. Το χρή­μα της οργής, 1956) The Bridge (υπάρ­χει και μια καλή αμε­ρι­κά­νι­κη έκδο­ση με Diane Kruger, Demián Bichir, Thomas M. Wright κά), Trapped _ Ófærð, Bordertown_ Sorjonen κά.

Ο Σου­η­δός συγ­γρα­φέ­ας Henning Mankell, ο οποί­ος μερι­κές φορές ανα­φέ­ρε­ται ως «ο πατέ­ρας του σκαν­δι­να­βι­κού νουάρ», σημειώ­νει ότι η σει­ρά μυθι­στο­ρη­μά­των Martin Beck των Maj Sjöwall και Per Wahlöö «έσπα­σε με τις προη­γού­με­νες τάσεις στην αστυ­νο­μι­κή φαντα­σία» και πρω­το­στά­τη­σε σε μια νέο στυλ: “Επη­ρε­ά­στη­καν και εμπνεύ­στη­καν από τον Αμε­ρι­κα­νό συγ­γρα­φέα Ed McBain.

Συνει­δη­το­ποί­η­σαν ότι υπήρ­χε μια τερά­στια ανε­ξε­ρεύ­νη­τη περιο­χή στην οποία τα αστυ­νο­μι­κά μυθι­στο­ρή­μα­τα θα μπο­ρού­σαν να απο­τε­λέ­σουν το πλαί­σιο για ιστο­ρί­ες που περιέ­χουν κοι­νω­νι­κή κρι­τι­κή.” Η Kerstin Bergman σημειώ­νει ότι “αυτό που έκα­νε Τα μυθι­στο­ρή­μα­τα του Sjöwall και του Wahlöö ξεχω­ρί­ζουν από τα προη­γού­με­να αστυ­νο­μι­κά μυθι­στο­ρή­μα­τα – και αυτό που το έκα­νε τόσο επι­δρα­στι­κό στις επό­με­νες δεκα­ε­τί­ες – ήταν, πάνω από όλα, η συνει­δη­τή συμπε­ρί­λη­ψη μιας κρι­τι­κής οπτι­κής για τη σου­η­δι­κή κοινωνία».

Τα βιβλία του Henning Mankell για τον “Kurt Wallander” έκα­ναν το είδος μαζι­κό φαι­νό­με­νο τη δεκα­ε­τία του 1990. Τα βιβλία της Νορ­βη­γί­δας συγ­γρα­φέα Karin Fossum για τον «Επι­θε­ω­ρη­τή Sejer» είχαν επί­σης μεγά­λη επιρ­ροή και μετα­φρά­στη­καν ευρέ­ως. Ο Βρε­τα­νός συγ­γρα­φέ­ας Barry Forshaw πρό­τει­νε ότι το ατμο­σφαι­ρι­κό μυθι­στό­ρη­μα του Peter Høeg Miss Smilla’s Feeling for Snow είχε «μεγά­λη επιρ­ροή» ως ο αλη­θι­νός γενάρ­χης του «Σκαν­δι­να­βι­κού Νέου Κύμα­τος» και, τοπο­θε­τώ­ντας την αντι­διαι­σθη­τι­κή ηρω­ί­δα του στην Κοπεγ­χά­γη και τη Γροι­λαν­δία, ότι εγκαι­νί­α­σε το ρεύ­μα. Στα­μα­τά­με εδώ _περισσότερα για τους λάτρις του είδους στο δια­δί­κτυο (λήμ­μα­τα Nordic noir, _ Scandinavian noir _ Scandi noir)

Ξανα­γυρ­νώ­ντας στον Nesbo, τον βρί­σκου­με να μάχε­ται ξανά με τις ζώνες ώρας –«Είμαι λίγο jet lagg, αλλά όχι τόσο άσχη­μα», λέει «Ξύπνη­σα νωρίς.»

Στην ερώ­τη­ση Ποια είναι η σχέ­ση σας με τη λέξη «μπεστ σέλερ»; απα­ντά

Για τους περισ­σό­τε­ρους συγ­γρα­φείς, ή του­λά­χι­στον για τους περισ­σό­τε­ρους φιλό­δο­ξους συγ­γρα­φείς, είναι κάπως διπλής όψης. Από τη μια πλευ­ρά, είναι ένα σημά­δι ότι έχεις πετύ­χει, για­τί αυτό που προ­σπα­θείς να κάνεις είναι να προ­σεγ­γί­σεις όσο το δυνα­τόν περισ­σό­τε­ρους ανα­γνώ­στες –σε βάθος. Από την άλλη, είναι ανη­συ­χη­τι­κό να γίνε­σαι αυτός ο μει­λί­χιος συγ­γρα­φέ­ας mainstream που είναι «εύκο­λος στην ανά­γνω­ση», που δεν το θες με τίπο­τε. Είναι περη­φά­νια και ανη­συ­χία ταυ­τό­χρο­να. Η σκέ­ψη μου κάπο­τε ήταν, «Αλή­θεια; Μπο­ρεί να είναι τόσο εύκολο;»

Και μετά με το δεύ­τε­ρο βιβλίο μου, συνει­δη­το­ποί­η­σα ότι όχι, δεν είναι τόσο εύκο­λο. Το δεύ­τε­ρο ήταν ίσως το χει­ρό­τε­ρο βιβλίο που έχω γρά­ψει στη σει­ρά, έτσι στο τρί­το, δού­λε­ψα πολύ και έγι­νε μπεστ σέλερ. Στο Ηνω­μέ­νο Βασί­λειο, ήταν [το 7ο του Χάρι] ο Χιο­νάν­θρω­πος που έγι­νε μπεστ σέλερ, και θυμά­μαι τους δημο­σιο­γρά­φους να έλε­γαν: «Ποιο είναι το μυστι­κό της επι­τυ­χί­ας σου από τη μια μέρα στην άλλη;» Και έπρε­πε να τους πω: «Ποια επι­τυ­χία μέσα σε μια νύχτα;» Δημο­σιεύω εδώ για 10 χρόνια».

Με τη σει­ρά Harry Hole, υπάρ­χει μια μεγά­λη μετα-αφή­γη­ση για αυτόν και τη ζωή του που εκτεί­νε­ται στα βιβλία. Σε αυτό το στά­διο, έρχε­ται πρώ­τα η συνέ­χι­ση της ιστο­ρί­ας και μετά εισά­γε­τε το έγκλη­μα που οδη­γεί το συγκε­κρι­μέ­νο μυθιστόρημα;

Όταν ξεκί­νη­σα τη σει­ρά, και για τα πρώ­τα πέντε μυθι­στο­ρή­μα­τα, ξεκί­νη­σε σίγου­ρα με το έγκλη­μα, και ο Χάρι προ­ο­ρι­ζό­ταν να είναι ο φωτο­γρα­φι­κός φακός μέσα από τον οποίο βλέ­πα­με τι συνέ­βαι­νε. Βήμα βήμα, έχει κινη­θεί μπρο­στά στην κάμε­ρα, και από πολ­λές από­ψεις έχει γίνει το επί­κε­ντρο της προ­σο­χής. Έχει γίνει περισ­σό­τε­ρο μια ιστο­ρία για τον Χάρι που δια­δρα­μα­τί­ζε­ται σε αστυ­νο­μι­κή φαντα­σία παρά για αστυ­νο­μι­κή φαντα­σία όπου αυτός _ο Χάρι είναι αστυ­νο­μι­κός ντετέκτιβ.

Μήπως επει­δή έχε­τε έρθει πιο κοντά σε αυτόν τον χαρα­κτή­ρα στο μυα­λό σας;

Όταν γνω­ρί­ζεις έναν χαρα­κτή­ρα τόσο καλά, υπάρ­χουν τόσα πολ­λά επί­πε­δα για αυτόν μέχρι τώρα, που έχουν δημιουρ­γη­θεί από τις ιστο­ρί­ες και τα όσα έχουν βιώ­σει και έχουν περά­σει οι ανα­γνώ­στες με τον Χάρι. Δεν είμαι μόνο εγώ που επέν­δυ­σα στον Χάρι, αλλά και οι ανα­γνώ­στες μου. Είναι σαν παλιοί φίλοι.

Ξέρεις πώς τελειώ­νει η ιστο­ρία του Χάρι;

Έγρα­ψα μια ιστο­ρία για τον Χάρι στο τρί­το μου μυθι­στό­ρη­μα και εξα­κο­λου­θώ να το κάνω. Δεν ξέρω πόσα βιβλία θα υπάρ­χουν, αλλά η ζωή του και το τι πρό­κει­ται να συμ­βεί είναι όλα σε αυτήν, πριν από 20 χρόνια.

Είστε επί­σης συγ­γρα­φέ­ας για παι­διά, κάτι που μπο­ρεί να εκπλή­ξει τους ανα­γνώ­στες της αστυ­νο­μι­κής σας φαντα­σί­ας. Αυτό τρο­φο­δο­τεί ένα δια­φο­ρε­τι­κό μέρος της ψυχής σας;

Όλη μου η οικο­γέ­νεια είναι αφη­γη­τές. Από πολ­λές από­ψεις, είναι σύμ­πτω­ση ότι ξεκί­νη­σα να γρά­φω αστυ­νο­μι­κό μυθι­στό­ρη­μα. Βασι­κά, είμαι αφη­γη­τής, είτε πρό­κει­ται για παι­δι­κά βιβλία, είτε για διη­γή­μα­τα είτε για αστυ­νο­μι­κά μυθιστορήματα.

Στο «πνεύ­μα των Χρι­στου­γέν­νων» 6ο 🍁 Δόκτωρ Πορ­δα­λός, η συνω­μο­σία των Χριστουγέννων

Ποιο είναι πιο δύσκο­λο κοι­νό: Παι­διά ή ενήλικες;

Τα παι­διά δεν δεί­χνουν έλε­ος. Θυμά­μαι η κόρη μου είχε ένα πάρ­τι γενε­θλί­ων όπου η μητέ­ρα της πρό­τει­νε να φέρω μια κιθά­ρα και να παί­ξω μερι­κά τρα­γού­δια. Είπα, «Τα εξά­χρο­να παι­διά δεν ενδια­φέ­ρο­νται για έναν άντρα να παί­ζει κιθά­ρα και να τρα­γου­δά­ει.» Μου είπε ότι θα ήταν. Νομί­ζω ότι άδεια­σα το δωμά­τιο σε 10 δευ­τε­ρό­λε­πτα. Η μόνη που έμει­νε ήταν η κόρη μου, που με κοι­τού­σε επί­μο­να και μπο­ρού­σα να πω ότι με λυπόταν.

Ωστό­σο, όταν πρό­κει­ται για τη συγ­γρα­φή αστυ­νο­μι­κής φαντα­σί­ας για ενή­λι­κες (αυτή τη στιγ­μή) το είδος έχει μόλις εκρα­γεί σε δημο­τι­κό­τη­τα και μερι­κές φορές μπο­ρεί να φαί­νε­ται ότι ο τρό­πος για να τρα­βή­ξε­τε την προ­σο­χή μπο­ρεί να είναι να ανα­ζω­ο­γο­νή­σε­τε τη δια­φθο­ρά, τη βία, τα βάθη του ψυχο­λο­γι­κού σκο­τα­διού στις ιστο­ρί­ες. Έχε­τε νιώ­σει πίε­ση να το κάνε­τε αυτό;

Όχι δεν είναι πραγ­μα­τι­κά. Σε κάποιο βαθ­μό, νομί­ζω ότι το έχω μειώ­σει από το The Leopard [το 8ο μυθι­στό­ρη­μα του, που δημο­σιεύ­τη­κε το 2009]. Αυτό ήταν μάλ­λον το βιβλίο όπου ήμουν πιο λεπτο­με­ρής στις φρι­κια­στι­κές λεπτο­μέ­ρειες. Να κινη­θού­με όμως στο σκο­τά­δι της ψυχής μας; Νομί­ζω ότι είναι ένα ενδια­φέ­ρον ταξί­δι. Εάν υπάρ­χει μια μετα­φο­ρά για τη βία, εάν υπάρ­χει σύν­δε­ση μετα­ξύ αυτού που ονο­μά­ζου­με «το κακό –το διε­στραμ­μέ­νο μυα­λό» και της επι­βί­ω­σης, συναι­σθη­μα­τι­κά ή σωμα­τι­κά; Νομί­ζω ότι είναι ενδια­φέ­ρον να πάμε εκεί και να ρίξου­με μια ματιά, για­τί νομί­ζω ότι το μυα­λό μας είναι ικα­νό για τα πάντα για να επιβιώσει.

Τα πράγ­μα­τα είναι λίγο πολύ πιθα­νά. Ίσως έχου­με επι­βιώ­σει ως είδος λόγω της νοη­μο­σύ­νης και της ικα­νό­τη­τάς μας να ανα­γνω­ρί­ζου­με πρό­τυ­πα. Γι’ αυτό ίσως γίνα­με αφη­γη­τές, για­τί στις ιστο­ρί­ες μας υπάρ­χουν όμορ­φα μοτί­βα που μας αρέ­σουν πραγ­μα­τι­κά, τόσο ως συγ­γρα­φείς όσο και ως ανα­γνώ­στες. Μας προ­στα­τεύ­ει από το κατα­θλι­πτι­κό γεγο­νός ότι όλα είναι χάος.

Καταθλιπτικό κοινωνικό γίγνεσθαι και εκφυλισμός αξιών

Όλα αυτά δεν είναι πάνω και έξω από την κοι­νω­νία της χώρας τους ‑αν και εμφα­νί­ζο­νται σαν παγκό­σμιας εμβέ­λειας. Μιλά­με για Σκαν­δι­να­βία και ειδι­κά Νορ­βη­γία του 21ου αιώ­να __ Nord (2009) του Rune Denstad Langlo, με την καπι­τα­λι­στι­κή κρί­ση να σαρώ­νει τον «σοσια­λι­στι­κό» παράδεισο.

Έχου­με επα­νει­λημ­μέ­να τονί­σει ότι για τις λαϊ­κές μάζες, μέσα στις ιστο­ρι­κές εξε­λί­ξεις, πρω­ταρ­χι­κό ρόλο παί­ζει το κοι­νω­νι­κό είναι. Οι σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κές κυβερ­νή­σεις και η σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κή δια­κυ­βέρ­νη­ση γενι­κό­τε­ρα, με τη στή­ρι­ξη της καλού­με­νης ευρεί­ας (οπορ­του­νι­στι­κής) αρι­στε­ράς, έχο­ντας σημαία τον αντι­κομ­μου­νι­σμό και δρώ­ντας συνει­δη­τά με σκο­πό τη διά­βρω­ση της συνεί­δη­σης της εργα­τι­κής τάξης και την πλή­ρη υπο­τα­γή της στο κλί­μα της συναί­νε­σης και της υπα­κο­ής στα όρια του αστι­κού κοι­νο­βου­λευ­τι­κού συστή­μα­τος, κατόρ­θω­σε, στο όνο­μα του κρά­τους πρό­νοιας, να πετύ­χει το στα­δια­κό εκφυ­λι­σμό κάθε αξί­ας και κατά­κτη­σης του εργα­τι­κού κινήματος.

Για αντάλ­λαγ­μα, πρό­σφε­ρε ένα σχε­τι­κά καλύ­τε­ρο βιο­τι­κό επί­πε­δο για κάποια χρό­νια, όσο δηλα­δή υπήρ­χε η αντι­πα­ρά­θε­ση με τις σοσια­λι­στι­κές χώρες, και πεί­θο­ντας ότι, από τη μια, ο εργο­δο­τι­κός σοσιαλ­δη­μο­κρα­τι­κός συν­δι­κα­λι­σμός και, από την άλλη, οι πολ­λές αρμό­διες διο­ρι­σμέ­νες και καλο­πλη­ρω­μέ­νες επι­τρο­πές θα λύνουν τα ζητήματα.

Και οι εργα­ζό­με­νοι, αντί να μετέ­χουν στα κοι­νά και να απαι­τούν οργα­νω­μέ­να αυτά που δικαιού­νται, απο­λαμ­βά­νουν ελεύ­θε­ρα την μπί­ρα τους, το πορ­νό, τις τηλε­ο­πτι­κές αθλιό­τη­τες και ό,τι άλλη ασχο­λία ελεύ­θε­ρου χρό­νου -απο­χαύ­νω­σης τους πασά­ρουν, στο όνο­μα της ελευ­θε­ρί­ας που δε θίγει σε καμιά περί­πτω­ση τα συμ­φέ­ρο­ντα του μεγά­λου κεφαλαίου.

Η εντυπωσιακή «Ματωμένη Σελήνη»

Ο Νορ­βη­γός μας έδω­σε τη 13η περι­πέ­τεια του Χάρι Χόλε (εκδ. Μεταίχ­μιο) και ρίξα­με μια ματιά

Η αίσθηση του ανθρώπινου παντού!
Οι αποστάσεις θα εκμηδενιστούν

Ο Χόλε στο κατό­πι ενός μανια­κού δολο­φό­νου …έτσι για αλλα­γή!! και μπρο­στά στα πολ­λά ζητή­μα­τα που θέτει ο Νέσμπο: τον παρα­σι­τι­σμό ανθρώ­πων και συστη­μά­των (γενι­κώς και όχι του καπι­τα­λι­σμού), τη δυσκο­λία της ορθής κρί­σης, τον τυχο­διω­κτι­σμό των ΜΜΕ, τα όρια της επι­στή­μης, την άδο­λη αγά­πη που σπα­νί­ζει… περί­που σ΄ αυτό το γλυ­κό, ακαν­θώ­δες κάποιες στιγ­μές, βαθιά συναι­σθη­μα­τι­κό και ανθρώ­πι­νο πλαί­σιο φυσι­κά με σασπένς, δρά­ση, έκπλη­ξη, μυστή­ριο, ατμόσφαιρα.

Ήλιοι και φεγ­γά­ρια στο μυα­λό του ανα­γνώ­στη, βιβλίο μυστη­ρί­ου, θρί­λερ, όμορ­φο, σαγη­νευ­τι­κό, επι­βλη­τι­κό η «Ματω­μέ­νη Σελή­νη» απλώ­νε­ται ταυ­τό­χρο­να σαν τον ιστό της αρά­χνης. Αθό­ρυ­βα, μα απο­φα­σι­στι­κά, τρυ­πώ­νει στο μυα­λό του ανα­γνώ­στη και τον καθη­λώ­νει. Με τον τρό­πο του ο Νορ­βη­γός κρα­τά καθε­τί ανθρώ­πι­νο από τους ήρω­ές του και αυτό είναι που τον κάνει αξιο­διά­βα­στο και φυσι­κά δημο­φι­λή. Αυτό είναι το στοι­χείο που ορί­ζει το πλαί­σιο και την εκφρα­στι­κή δύνα­μη στα βιβλία του η βάση για να ανα­πτυ­χθούν τα αφη­γη­μα­τι­κά, υφο­λο­γι­κά, μονο­πά­τια κατα­λύ­της για να γίνει η περι­πέ­τεια αμε­τα­κί­νη­τη κατάσταση.

Η συνά­ντη­ση με τον Χάρι Χόλε γίνε­ται στο Λος Άντζε­λες. Αυτός θέλει να ξεφύ­γει απ’ όλους και όλα. Το παρελ­θόν, όμως, και το κυνι­κό παρόν δεν τον αφή­νουν να ησυ­χά­σει. Στον δρό­μο του θα βρε­θεί μια ηλι­κιω­μέ­νη ηθο­ποιός που προ­σπα­θεί να γλι­τώ­σει από καρ­τέλ ναρ­κω­τι­κών. Ο Χάρι θέλει να τη βοη­θή­σει. Την ίδια στιγ­μή, στην πατρί­δα του, δυο γυναί­κες αγνο­ού­νται και ο βασι­κός ύπο­πτος ζητά τη βοή­θεια του. Θα του τη δώσει και τότε οι απο­στά­σεις θα εκμη­δε­νι­στούν, τα συναι­σθή­μα­τα θα συμπιε­στούν, θα δοκι­μα­στούν, οι πνευ­μα­τι­κές κρί­σεις θα σώσουν και θα κατα­δι­κά­σουν, οι απώ­λειες θα συντρο­φεύ­σουν τα νέα αποκτήματα.

Από την πρώ­τη σελί­δα ως φινά­λε αισθά­νε­σαι το τρέ­ξι­μο, την ανά­σα, την αγω­νία του και όταν φτά­νεις στο τέλος ξέρεις ότι θα υπάρ­ξει κι άλλο μέχρι τελι­κής πτώ­σης επι­βε­βαιώ­νο­ντας αυτό που είπα­με εισα­γω­γι­κά «Όταν “φύγει” ο Χάρι Χόλε δεν πρό­κει­ται να ανα­στη­θεί. Ο αμέ­σως επό­με­νος, μετά από εμέ­να, με κατα­διώ­κει ανε­λέ­η­τα σαν λυσ­σα­σμέ­νο πιτ μπουλ, απο­φα­σι­σμέ­νος να μου πάρει τα σκή­πτρα». Εκτός και …

Ένα σύν­νε­φο σκό­νης σηκώ­θη­κε στην περιο­χή με χαλί­κι έξω, τυλί­γο­ντας για μια στιγ­μή τη Lucille, που κρα­τού­σε τα γυα­λιά ηλί­ου της στη θέση τους. Ο Χάρι είδε την πόρ­τα του συνο­δη­γού του λευ­κού Camaro να ανοί­γει και ένας άντρας με γυα­λιά ηλί­ου και κόκ­κι­νο μπλου­ζά­κι polo να ξεπρο­βάλ­λει. Περ­πά­τη­σε μπρο­στά από το αυτο­κί­νη­το, εμπο­δί­ζο­ντας την κίνη­ση της Lucille προς το μέρος του.

Περί­με­νε να ακο­λου­θή­σει μια συνο­μι­λία μετα­ξύ των δύο. Αντί­θε­τα, ο άντρας έκα­νε ένα βήμα μπρο­στά και άρπα­ξε τη Lucille από το χέρι. Άρχι­σε να την τρα­βά­ει προς το Camaro. Ο Harry είδε τις φτέρ­νες των παπου­τσιών της να σκά­βουν στο χαλί­κι. Και τώρα είδε επί­σης ότι το Camaro δεν είχε αμε­ρι­κα­νι­κές πινα­κί­δες. Εκεί­νη τη στιγ­μή έφυ­γε από το σκα­μπό του μπαρ. Τρέ­χο­ντας προς την πόρ­τα, την άνοι­ξε με τον αγκώ­να του, τυφλώ­θη­κε από το φως του ήλιου και παρα­λί­γο να σκο­ντά­ψει στα δύο σκα­λο­πά­τια κάτω από τη βερά­ντα. Συνει­δη­το­ποί­η­σε ότι δεν ήταν καθό­λου νηφά­λιος. Στη συνέ­χεια, εκμη­δε­νί­στη­κε στα δύο αυτο­κί­νη­τα. Τα μάτια του προ­σαρ­μό­ζο­νται στα­δια­κά στο φως. Πέρα από το parking, στην άλλη πλευ­ρά του δρό­μου που έφτα­νε στην κατα­πρά­σι­νη πλα­γιά του λόφου, βρι­σκό­ταν ένα νυσταγ­μέ­νο γενι­κό κατά­στη­μα, αλλά δεν μπο­ρού­σε να δει άλλους ανθρώ­πους εκτός από τον άντρα και τη Lucille, που έσερ­ναν προς το Camaro.

«Αστυ­νο­μία!» φώνα­ξε. ‘Αστην να φυγει!’
«Παρα­κα­λώ μεί­νε­τε μακριά από αυτό, κύριε», φώνα­ξε ο άντρας.

Ο Χάρι υπέ­θε­σε ότι ο άντρας πρέ­πει να έχει παρό­μοιο υπό­βα­θρο με το δικό του. Μόνο οι αστυ­νο­μι­κοί χρη­σι­μο­ποιού­σαν ευγε­νι­κή γλώσ­σα σε τέτοιου είδους κατα­στά­σεις. Ο Χάρι γνώ­ρι­ζε επί­σης ότι η φυσι­κή παρέμ­βα­ση ήταν ανα­πό­φευ­κτη και ότι ο πρώ­τος κανό­νας στη μάχη από κοντά ήταν απλός: μην περι­μέ­νε­τε, αυτός που επι­τί­θε­ται πρώ­τος και με τη μέγι­στη μαγκιά κερ­δί­ζει. Έτσι, δεν επι­βρά­δυ­νε, και ο άλλος άντρας πρέ­πει να είχε συνει­δη­το­ποι­ή­σει την πρό­θε­ση του Χάρι, για­τί άφη­σε τη Lucille και άπλω­σε κάτι πίσω του. Το χέρι του γύρι­σε πίσω. Σε αυτό κρα­τού­σε ένα γυα­λι­στε­ρό πιστό­λι που ο Χάρι ανα­γνώ­ρι­σε αμέ­σως. Ένα Glock 17, που στό­χευε κατευ­θεί­αν πάνω του.

Ο Χάρι επι­βρά­δυ­νε αλλά συνέ­χι­σε να προ­χω­ρά. Είδε το μάτι του άλλου πίσω από το όπλο. Η φωνή του μισο­πνί­γη­κε από ένα περα­στι­κό pickup στο δρόμο.

Τρέ­ξε πίσω από όπου ήρθες, κύριε. Τώρα!

Αλλά ο Χάρι συνέ­χι­σε να περ­πα­τά προς το μέρος του. Κατά­λα­βε ότι κρα­τού­σε ακό­μα την πιστω­τι­κή κάρ­τα στο δεξί του χέρι. Έτσι θα τελεί­ω­νε; Σε ένα σκο­νι­σμέ­νο πάρ­κινγκ σε μια ξένη χώρα, λου­σμέ­νος στο φως του ήλιου, έσπα­σε και μισο­με­θυ­σμέ­νος, ενώ προ­σπα­θού­σε να κάνει ό,τι δεν είχε κατα­φέ­ρει να κάνει για τη μητέ­ρα του, δεν είχε κατα­φέ­ρει να κάνει για κανέ­ναν από αυτούς που νοιά­στη­κε ποτέ;

Σχε­δόν έκλει­σε τα μάτια του και έσφι­ξε τα δάχτυ­λά του γύρω από την πιστω­τι­κή κάρ­τα, έτσι το χέρι του σχη­μά­τι­σε μια σμίλη.

Ο τίτλος ενός τρα­γου­διού του Leonard Cohen στρι­φο­γύ­ρι­ζε στο μυα­λό του: «Ε, δεν υπάρ­χει τρό­πος να πεις αντίο».

Fuck that, the hell it wasn’t _Γαμώ την κόλαση

Το 13ο μυθι­στό­ρη­μα της σει­ράς Harry Hole του Jo Nesbo θα πρέ­πει να έχει κάποιο είδος προει­δο­ποί­η­σης στο εξώ­φυλ­λο. Συμ­βου­λή: Μην το δια­βά­σε­τε μετά το φαγη­τό. Ο δολο­φό­νος σε αυτό το βιβλίο χρη­σι­μο­ποιεί μεθό­δους τόσο φρι­κτές και απο­τρό­παιες που είναι ένα από τα λίγα αστυ­νο­μι­κά μυθι­στο­ρή­μα­τα που έχω δια­βά­σει (ξεφυλ­λί­σει _όπως είπα­με) που λει­τουρ­γεί εκό­ντως άκο­ντος, προ­κα­λώ­ντας αηδία. Υπάρ­χουν παρα­σι­τι­κές προ­σβο­λές (σκε­φτεί­τε το The Last of Us), απο­κε­φα­λι­σμοί και, σε ένα σημείο, ο ανώ­νυ­μος δρά­στης τρώ­ει έναν ανθρώ­πι­νο εγκέ­φα­λο. Με πολ­λούς ιατρο­δι­κα­στές και εγκλη­μα­το­λό­γους να ανα­κα­τεύ­ο­νται, πρό­κει­ται για ένα θρί­λερ που κατά και­ρούς φτά­νει τα όρια του τρόμου.

Αισθά­νε­σαι φαντα­στι­κά να βρί­σκε­σαι πίσω απ΄την παρέα του Χάρι Χόλε, ο οποί­ος πνί­γει ξανά τις λύπες του αφού δύο άνθρω­ποι πολύ κοντά του χάθη­καν στο μυθι­στό­ρη­μα του 2019 (Knife _το μαχαί­ρι). Φεύ­γει στο Λος Άντζε­λες, η πιστω­τι­κή του κάρ­τα έχει εξα­ντλη­θεί και πίνει σε ένα κατα­δυ­τι­κό μπαρ με μια ηθο­ποιό στα 60 της που χρω­στά­ει χρή­μα­τα σε μια συμ­μο­ρία του Μεξικού.

Εν τω μετα­ξύ, πίσω στο Όσλο, δύο γυναί­κες εξα­φα­νί­στη­καν αφού παρευ­ρέ­θη­καν σε ένα πάρ­τι που διορ­γά­νω­σε ο δισε­κα­τομ­μυ­ριού­χος κατα­σκευα­στής ακι­νή­των Markus Røed. Ανα­κα­λύ­πτο­ντας τον εαυ­τό του ως κύριο ύπο­πτο, ο Røed ζητά από τον δικη­γό­ρο του να επι­κοι­νω­νή­σει με τον Χάρι με την ελπί­δα ότι ο ντε­τέ­κτιβ θα επι­στρέ­ψει στη Νορ­βη­γία και θα καθα­ρί­σει το όνο­μά του, δου­λεύ­ο­ντας ως ιδιω­τι­κός ερευ­νη­τής. Η συνά­δελ­φος του Χάρι, Katrine Bratt, από το τμή­μα σοβα­ρών εγκλη­μά­των θα ήθε­λε επί­σης να επι­στρέ­ψει και να βοη­θή­σει την αστυ­νο­μι­κή έρευ­να, αλλά ο Χάρι έχει μόνο έναν βοη­θό αυτή τη στιγ­μή και το όνο­μά του είναι Jim Beam.

Όταν οι Μεξι­κα­νοί έρχο­νται να εισπρά­ξουν, ο Χάρι βλέ­πει μια ευκαι­ρία για κάποια λύτρω­ση και μπαί­νει για να προ­στα­τεύ­σει την ηθο­ποιό, αλλά σύντο­μα την απα­γά­γουν. Ο Χάρι έχει μια εβδο­μά­δα για να συγκε­ντρώ­σει το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος ενός εκα­τομ­μυ­ρί­ου δολα­ρί­ων αλλιώς θα πεθά­νει. Καλεί λοι­πόν τον δικη­γό­ρο του Røed πίσω — θα επι­στρέ­ψει στο Όσλο, θα βγά­λει τον Røed από το αγκί­στρι _αν είναι αθώ­ος και η αμοι­βή του θα πλη­ρώ­σει τα λύτρα.

Η υπό­θε­ση είναι μπερ­δε­μέ­νη με κάθε λογής περί­ερ­γες δια­στά­σεις. Το σώμα μιας από τις νεα­ρές γυναί­κες βρί­σκε­ται και ο ακρω­τη­ρια­σμός υπο­δη­λώ­νει ότι ήταν θύμα κατά συρ­ροή δολο­φό­νου. Είναι ημί­γυ­μνη, ο εγκέ­φα­λός της έχει αφαι­ρε­θεί, δεν υπάρ­χουν ιατρο­δι­κα­στι­κά … Η Katrine Bratt και η ομά­δα της αρχί­ζουν να συνερ­γά­ζο­νται με τον Sung-min Larsen της εθνι­κής υπη­ρε­σί­ας εγκλή­μα­τος, Kripos. Εύχε­ται ο Χάρι να ήταν στο πλοίο, αλλά καθώς εντά­χθη­κε στη σκο­τει­νή πλευ­ρά δου­λεύ­ο­ντας για τον Røed, η ιεραρ­χία της αστυ­νο­μί­ας δεν εντυ­πω­σιά­ζε­ται. Ωστό­σο, ο Χάρι είναι σίγου­ρος ότι ο Røed έχει πολ­λά να κρύψει.

Ως συνή­θως, ο Jo Nesbo ανι­χνεύ­ει πολ­λές γραμ­μές πλο­κής από την οπτι­κή γωνία δια­φό­ρων χαρα­κτή­ρων. Η πραγ­μα­τι­κή ταυ­τό­τη­τα του _των δολο­φό­νων είναι κρυμ­μέ­νη, αλλά τους γνω­ρί­ζου­με με το ψευ­δώ­νυ­μο nickname Prim. Ένα άτο­μο βαθιά ταραγ­μέ­νο, κατε­στραμ­μέ­νο, ναρ­κισ­σι­στι­κό και εντε­λώς ανε­πα­νόρ­θω­το _παρόλο που κατα­λα­βαί­νου­με τον (ή την;) Prim, δεν υπάρ­χει περί­πτω­ση να νιώ­σου­με συμπά­θεια για αυτόν. Γίνε­ται στα­δια­κά σαφές ότι ο\η Prim δεν κυνη­γά­ει μόνο νεα­ρές ξαν­θιές γυναί­κες. Η θυμω­μέ­νη απο­στο­λή τους περι­λαμ­βά­νει και κάποιον από το στε­νό περι­βάλ­λον του Χάρι. Θα μπο­ρού­σε ο ντε­τέ­κτιβ να οδεύ­ει προς μια άλλη τρα­γω­δία; Αν ναι, δεν το ξέρει.

Στο πλευ­ρό της έρευ­νας, ο Χάρι συγκε­ντρώ­νει μια ομά­δα που περι­λαμ­βά­νει τον παλιό του συνερ­γά­τη, τον profiler Ståle Aune, ο οποί­ος πεθαί­νει από καρ­κί­νο. Το δωμά­τιο του νοσο­κο­μεί­ου της Aune γίνε­ται η βάση των επι­χει­ρή­σε­ων του Χάρι. Στην πιο απί­θα­νη ομά­δα όλων των επο­χών, ο διε­φθαρ­μέ­νος αστυ­νο­μι­κός Truls Berntsen, αγα­πη­μέ­νος στην αστυ­νο­μία, γίνε­ται σύμ­μα­χος του Harry.

Επι­πλέ­ον, υπάρ­χει ο παλιός συμ­μα­θη­τής του Χάρι, ο Øystein, οδη­γός ταξί και ανα­μορ­φω­μέ­νος έμπο­ρος ναρ­κω­τι­κών. Η συντρο­φι­κό­τη­τα αυτής της ομά­δας είναι μια από τις πιο ευχά­ρι­στες πτυ­χές του βιβλί­ου — μια αντί­θε­ση στο άγχος, τη θλί­ψη και τη μάχη του Harry με τον αλκοολισμό.

Πολ­λά άλλα παλιά πρό­σω­πα επα­νεμ­φα­νί­ζο­νται επί­σης. Η Mona Daa, η ορκι­σμέ­νη δημο­σιο­γρά­φος, τα βάζει με όλους: Ο πρώ­ην αρχη­γός της αστυ­νο­μί­ας Mikael Bellman είναι τώρα υπουρ­γός Δικαιο­σύ­νης. και η τεχνι­κή του εργα­στη­ρί­ου DNA, Alexandra, που αγα­πά συνε­χώς, έχει έναν βασι­κό ρόλο να παί­ξει. Μέσω ενός ποι­κί­λου καστ, ο Nesbo σχο­λιά­ζει τις μεγά­λες και μικρές αλλα­γές στη νορ­βη­γι­κή κοι­νω­νία, τη vintage ροκ μου­σι­κή, τις γει­το­νιές του Όσλο και τη μοντέρ­να αρχι­τε­κτο­νι­κή της πόλης.

Ως ανα­γνώ­στης του, ένιω­σα “κάπως” (τσαλα)βουτώντας (με καύ­σω­να) στο Killing Moon. Έχει ένα ρολόι επεί­γου­σας ανά­γκης και ο συγ­γρα­φέ­ας κινεί­ται πέρα δώθε μετα­ξύ βασι­κών και δευ­τε­ρευό­ντων χαρα­κτή­ρων – και βασι­κών κομ­μα­τιών δρά­σης – που κάνει μια ζωντα­νή και συναρ­πα­στι­κή ανά­γνω­ση. Σε λιγό­τε­ρο από 500 σελί­δες (λίγο πιο σύντο­μο από το Knife 660σελ), ο Truls Berntsen δεν είναι τόσο δόλιος ή γλοιώ­δης όσο θα μπο­ρού­σε να είναι, κάτι που είναι λίγο απο­γοη­τευ­τι­κό. Υπάρ­χουν επί­σης μερι­κά «Περι­μέ­νε­τε… αλή­θεια;» σημεία πλο­κής και κατα­στά­σεις που τεντώ­νουν νεύ­ρα και καταρ­ρα­κώ­νουν την ευπι­στία και το προ­φα­νές, αλλά αυτό δεν είναι κάτι και­νούρ­γιο για τον Jo Nesbo.

Ο Jo είναι συγ­γρα­φέ­ας που αγω­νί­ζε­ται για πρω­το­τυ­πία όταν πρό­κει­ται να δημιουρ­γή­σει μια κορύ­φω­ση και στο Killing Moon παρα­δί­δει ένα belter κατά τη διάρ­κεια μιας σελη­νια­κής έκλει­ψης του καλο­και­ριού πάνω από το Όσλο. Υπάρ­χουν πολ­λά μονο­πά­τια κιν­δύ­νου για τους χαρα­κτή­ρες, και __ακριβώς όταν νομί­ζεις ότι όλα έχουν γίνει ξεκά­θα­ρα, το έδα­φος αλλά­ζει. Δεν κατά­λα­βα έγκαι­ρα ποιος ήταν ο δολο­φό­νος, αν και πιθα­νό­τα­τα εσύ ανα­γνώ­στη είσαι πιο έξυ­πνος από εμέ­να και μπο­ρείς να το κάνεις νωρί­τε­ρα. Τέλος, υπάρ­χει ένα νήμα σε αυτό το μυθι­στό­ρη­μα που υπο­δη­λώ­νει έντο­να ότι ένα 14ο βιβλίο είναι καθ’ οδόν – οψόμεθα…

Μην κάνε­τε λάθος: δεν δια­βά­ζε­τε Harry Hole περι­μέ­νο­ντας υψη­λή λογο­τε­χνία, ακό­μα κι αν ο συγ­γρα­φέ­ας του είναι ακό­μη ερω­τευ­μέ­νος με τον Σαίξ­πηρ και τα underground εναλ­λα­κτι­κά συγκρο­τή­μα­τα των 10ετιών του 1980 και του ’90 __ο τίτλος αυτού του βιβλί­ου, μοιά­ζει κάπως να θυμί­ζει κάποιο τρα­γού­δι Echo and the Bunnymen

Το Killing Moon ανοί­γει στο Λος Άντζε­λες, όπου ο ήρω­άς μας προ­σπα­θεί να κατα­πιεί τον εαυ­τό του μέχρι θανά­του λόγω κάποιων σκε­λε­τών στην ντου­λά­πα. Μέρος της ευχα­ρί­στη­σης βρί­σκε­ται στο ταξί­δι, όχι απα­ραί­τη­τα στον προ­ο­ρι­σμό. Δεν θέλω να φανώ καθό­λου επι­κρι­τι­κός, για­τί μέρος της «γοη­τεί­ας» αυτού του βιβλί­ου είναι το γεγο­νός ότι ο Χάρι απο­δει­κνύ­ε­ται ότι κάνει λάθος μερι­κές φορές, και όταν το κάνει σωστά, συνή­θως οφεί­λε­ται σε συν­δυα­σμό τύχης και σύμ­πτω­σης, τα οποία μπο­ρούν να θεω­ρη­θούν από τους θορυ­βώ­δεις ανα­γνώ­στες ως αστυ­νο­μι­κοί. Ωστό­σο, το μυθι­στό­ρη­μα είναι δια­σκε­δα­στι­κό καθώς παρα­κο­λου­θού­με τον Χάρι και μια ομά­δα απα­τε­ώ­νων που έχει συγκεντρώσει

Ίσως ανα­ρω­τιέ­στε: πρέ­πει να δια­βά­σω πρώ­τα τα προη­γού­με­να βιβλία του (ή κάποια έστω;) πριν βου­τή­ξω σε αυτό; Όχι ιδιαί­τε­ρα, είναι η απά­ντη­ση που θα σας έδι­να (αν και υπάρ­χουν spoilers για τα άλλα μυθι­στο­ρή­μα­τα που προη­γή­θη­καν αυτού). Έτσι (και για να μην χαλά­σου­με πράγ­μα­τα που ήδη χαλά­ει αυτό το βιβλίο), αν δεν θέλε­τε να μάθε­τε τι έχει συμ­βεί στη γυναί­κα του Χόλε, για παρά­δειγ­μα, χωρίς να έχε­τε δια­βά­σει πρώ­τα το βιβλίο που ασχο­λεί­ται με το τι της συμ­βαί­νει, τότε, λοι­πόν, καλά , μπο­ρεί να θέλε­τε να κάνε­τε πίσω και να αρχί­σε­τε να δια­βά­ζε­τε με τη σει­ρά. Γενι­κά, όμως, είναι ένα εξαι­ρε­τι­κά ευχά­ρι­στο _ακόμα και με τα “αηδια­στι­κά” του, που στέ­κε­ται καλά από μόνο του με λίγο παρα­τρα­βηγ­μέ­νο το ασυ­νή­θι­στο “όπλο δολο­φο­νί­ας” του είδους (δεν θα πω τίπο­τα γι ‘αυτό, όσο κι αν μπαί­νω στον πει­ρα­σμό). Mυθι­στό­ρη­μα με καθα­ρή αδρε­να­λί­νη! μια βόλ­τα με τρε­νά­κι του λού­να παρκ ‑roller coasters. Θρί­λερ υψη­λών οκτα­νί­ων που δεν ξέρει πότε να υποχωρήσει.

Πηγή περισσότερα

Ατέχνως Καλές Διακοπές

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο