Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τι κι αν έπεσε ο Γράμμος, θα τα ξαναπούμε…

Γρά­φει ο Νίκος Μότ­τας //

Τέτοιες μέρες ήταν, Αύγου­στος του 1949, όταν στις βου­νο­πλα­γιές του Γράμ­μου ξεκι­νού­σε η τελι­κή φάση της μάχης ανά­με­σα στο Δημο­κρα­τι­κό Στρα­τό Ελλά­δας και τον αστι­κό εθνι­κό στρα­τό. Απέ­να­ντι στις ισχυ­ρό­τα­τες δυνά­μεις του αστι­κού στρα­τού και των αμε­ρι­κα­νών ιμπε­ρια­λι­στών, απέ­να­ντι σε βομ­βαρ­δι­στι­κά αερο­σκά­φη και βόμ­βες ναπάλμ, οι αντάρ­τες μαχη­τές του ΔΣΕ αντι­πα­ρέ­τα­ξαν απα­ρά­μιλ­λο ηρω­ϊ­σμό και γεν­ναιό­τη­τα σφρα­γί­ζο­ντας, με την ψυχή και το αίμα τους, την κορύ­φω­ση της ταξι­κής πάλης στην Ελλά­δα του 20ου αιώνα. 

Η τρί­χρο­νη επο­ποι­ία του ΔΣΕ (1946–1949) απο­τέ­λε­σε το ανα­πό­φευ­κτο απο­τέ­λε­σμα της όξυν­σης της ταξι­κής πάλης τη δεδο­μέ­νη ιστο­ρι­κή περί­ο­δο. Η συγκρό­τη­ση και δρά­ση του ΔΣΕ ήταν πρά­ξη βαθιά δημο­κρα­τι­κή, αντι­ι­μπε­ρια­λι­στι­κή και πατριω­τι­κή απέ­να­ντι στις επι­διώ­ξεις της εγχώ­ριας αστι­κής τάξης και των αγγλο­α­με­ρι­κα­νών ιμπε­ρια­λι­στών συμ­μά­χων της. Άλλω­στε, όταν το λαϊ­κό κίνη­μα βρί­σκε­ται μπρο­στά στον κίν­δυ­νο της τυραν­νί­ας, δεν έχει πολ­λές επι­λο­γές – ή θα δια­λέ­ξει τις αλυ­σί­δες, ή τα όπλα. 

Σήμε­ρα, 70 χρό­νια μετά, η ηρω­ϊ­κή δρά­ση του ΔΣΕ- όπως και η προη­γη­θεί­σα απε­λευ­θε­ρω­τι­κή πάλη του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ- απο­τε­λεί πηγή ανε­κτί­μη­των συμπε­ρα­σμά­των για το λαό μας. Απο­δεί­χθη­κε πόσο απα­τη­λά και ψευ­δε­πί­γρα­φα είναι τα συν­θή­μα­τα περί «εθνι­κής ενό­τη­τας» και πως η επί­κλη­ση του «εθνι­κού συμ­φέ­ρο­ντος» από την αστι­κή τάξη στο­χεύ­ει στο να σύρει το εργα­τι­κό-λαϊ­κό κίνη­μα σε συμ­βι­βα­σμούς, να το ακι­νη­το­ποί­η­σει και να το αφοπλίσει.

dimokratikos-stratos«Ποτέ τόσοι λίγοι, άοπλοι σχε­δόν, πει­να­σµέ­νοι και απο­κο­µµέ­νοι δεν πολέ­µη­σαν ενα­ντί­ον τόσων πολ­λών, πάνο­πλων, χορ­τά­των και δια­συν­δε­µέ­νων µε ποτα­µούς εφο­δί­ων, κρα­τώ­ντας ψηλά τη σηµαία του αγώ­να επί τρία χρό­νια και πέντε µήνες». 

- Χαρί­λα­ος Φλωράκης.

Η ιστο­ρι­κή πεί­ρα της δεκα­ε­τί­ας του 1940 πιστο­ποιεί πως εργά­τες και καπι­τα­λι­στές έχουν εκ δια­μέ­τρου αντί­θε­τα συμ­φέ­ρο­ντα. Ανα­δεί­χθη­κε περί­τρα­να η αδή­ρι­τη ανά­γκη για την ολι­κή, τελε­σί­δι­κη χει­ρα­φέ­τη­ση της εργα­τι­κής τάξης και των λαϊ­κών στρω­μά­των από την επιρ­ροή των αστών και των κομ­μά­των τους. Από­σταγ­μα της δρά­σης του ΔΣΕ, αλλά και του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, απο­τε­λεί η δυνα­τό­τη­τα του εργα­ζό­με­νου λαού να σπά­σει τις αλυ­σί­δες της καπι­τα­λι­στι­κής τυραν­νί­ας, να συγκρο­τη­θεί σε «τάξη καθ’ εαυ­τήν» με σκο­πό την ανα­τρο­πή του σάπιου εκμε­ταλ­λευ­τι­κού συστήματος.

Η ελλη­νι­κή αστι­κή τάξη μπο­ρεί να κέρ­δι­σε τη μάχη απέ­να­ντι στο ΔΣΕ το 1949. Δεν στα­μά­τη­σε ωστό­σο ούτε στιγ­μή, εδώ και δεκα­ε­τί­ες, την εκστρα­τεία κατα­συ­κο­φά­ντη­σης του ένο­πλου λαϊ­κού αγώ­να. Τόνοι λάσπης, αντι­κομ­μου­νι­στι­κής ψευ­δο­λο­γί­ας και ιστο­ρι­κής δια­στρέ­βλω­σης χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν και χρη­σι­μο­ποιού­νται από την αστι­κή ιστο­ριο­γρα­φία και τους πάσης φύσης λακέ­δες της αντί­δρα­σης στην επι­χεί­ρη­ση σπί­λω­σης των «κομ­μου­νι­στο­συμ­μο­ρι­τών» — όπως απο­κα­λούν στη διά­λε­κτο τους- τους μαχη­τές του ΔΣΕ. 

Για­τί, λοι­πόν, συνε­χί­ζε­ται, 70 χρό­νια μετά, η ιδε­ο­λο­γι­κο­πο­λι­τι­κή επί­θε­ση των αστι­κών επι­τε­λεί­ων απέ­να­ντι στον «συμ­μο­ρι­το­πό­λε­μο» του ΔΣΕ; Τι φοβούνται;

Η απά­ντη­ση είναι ξεκά­θα­ρη: Φοβού­νται και επι­χει­ρούν να ξορ­κί­σουν την κορύ­φω­ση της ταξι­κής πάλης, χτυ­πά­νε το παρελ­θόν για να ξορ­κί­σουν το μέλ­λον. Δια­στρε­βλώ­νουν με κάθε μέσο και τρό­πο τα γεγο­νό­τα του 1946–49, με το βλέμ­μα στραμ­μέ­νο στα χρό­νια που έρχονται. 

Πίσω απ’ την αλα­ζο­νεία της αστι­κής τάξης, κρύ­βε­ται η λυσ­σα­σμέ­νη προ­σπά­θεια της να δια­τη­ρή­σει την εξου­σία της, να απο­τρέ­ψει με κάθε δια­θέ­σι­μο μέσο την πορεία της κοι­νω­νι­κής εξέ­λι­ξης. Μόνο που η Ιστο­ρία δε γυρί­ζει πίσω. Ξέρουν κατά βάθος ότι το 1949 κέρ­δι­σαν μια μάχη αλλά όχι τον πόλε­μο, στον οποίο την τελευ­ταία λέξη θα έχει ο εργα­ζό­με­νος λαός.

Θα τα ξαναπούμε…

____________________________________________________________________________

Νίκος Μόττας Γεννήθηκε το 1984 στη Θεσσαλονίκη. Είναι υποψήφιος διδάκτορας (Phd) Πολιτικής Επιστήμης, Διεθνών Σχέσεων και Ιστορίας. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων (Master of Arts) στις διπλωματικές σπουδές (Παρίσι) και στις διεθνείς διπλωματικές σχέσεις (Πανεπιστήμιο Τελ Αβίβ). Άρθρα του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνόφωνα και ξενόγλωσσα μέσα.
Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο