Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Το καλάθι του νοικοκυριού είναι «άδειο»

Του Γρη­γό­ρη Λιονή*

Τις τελευ­ταί­ες βδο­μά­δες, η νέα τάχα «λύση» για την ακρί­βεια στα τρό­φι­μα, το λεγό­με­νο «καλά­θι του νοι­κο­κυ­ριού», πυρο­δό­τη­σε έναν νέο γύρο πολι­τι­κής αντι­πα­ρά­θε­σης. Η ΝΔ υπο­στη­ρί­ζει ότι το «καλά­θι» ανα­κου­φί­ζει τα λαϊ­κά στρώ­μα­τα απ’ τον πλη­θω­ρι­σμό, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ εμφα­νί­ζει έναν τάχα καταγ­γελ­τι­κό λόγο, κατη­γο­ρώ­ντας την κυβέρ­νη­ση ότι δεν προ­χω­ρά σε τολ­μη­ρά μέτρα «σύγκρου­σης με τον πυρή­να της ακρί­βειας», υπο­στη­ρί­ζο­ντας δηλα­δή ότι η δική του δέσμη μέτρων, με «μεί­ω­ση του ΦΠΑ στα τρό­φι­μα» και με πάτα­ξη της «αισχρο­κέρ­δειας», μπο­ρεί «να δώσει ανα­κού­φι­ση στους πολίτες».

Η ψευδεπίγραφη κυβερνητική λύση

Το κυβερ­νη­τι­κό «καλά­θι του νοι­κο­κυ­ριού» σίγου­ρα δεν απο­τε­λεί κανε­νός είδους απά­ντη­ση στο κύμα ακρί­βειας που κατα­τρώ­ει τα λαϊ­κά εισο­δή­μα­τα. Δεν αλλά­ζει τους βασι­κούς παρά­γο­ντες του προ­βλή­μα­τος, τους χαμη­λούς μισθούς, την πλη­θω­ρι­στι­κή πίε­ση στις τιμές όλων των εμπο­ρευ­μά­των και τις επι­πρό­σθε­τες, μεγά­λες αυξή­σεις στην Ενέρ­γεια. Χαρα­κτη­ρι­στι­κά, για το επί­πε­δο ακρί­βειας, οι τιμές ορι­σμέ­νων ειδών δια­τρο­φής έχουν αυξη­θεί σχε­δόν κατά 30% μέσα σε έναν χρό­νο, ενώ σε ορι­σμέ­να είδη (π.χ. φέτα) η αύξη­ση αγγί­ζει το 50%.

Το λεγό­με­νο «καλά­θι του νοι­κο­κυ­ριού» δεν είναι, στην ουσία του, τίπο­τα άλλο παρά μια δια­φη­μι­στι­κή σύμπρα­ξη κυβέρ­νη­σης, ορι­σμέ­νων μεγά­λων super market και βιο­μη­χα­νιών τρο­φί­μων. Πρα­κτι­κά, το «καλά­θι» δεν είναι τίπο­τα άλλο παρά μια ειδι­κή σήμαν­ση που τοπο­θε­τεί­ται σε ορι­σμέ­να εμπο­ρεύ­μα­τα, που είναι, γενι­κά, συγκρι­τι­κά λίγο φθη­νό­τε­ρα από άλλα παρεμ­φε­ρή εμπο­ρεύ­μα­τα του ίδιου τύπου. Πιο συγκε­κρι­μέ­να, το υπουρ­γείο έχει καταρ­τί­σει έναν κατά­λο­γο με περί­που 50 κατη­γο­ρί­ες εμπο­ρευ­μά­των και κάθε όμι­λος super market φτιά­χνει μια δική του λίστα στην οποία εντάσ­σει ένα συγκε­κρι­μέ­νο εμπό­ρευ­μα για κάθε κατη­γο­ρία εμπο­ρεύ­μα­τος της γενι­κής λίστας. Για παρά­δειγ­μα, η λίστα του υπουρ­γεί­ου προ­βλέ­πει «ρύζι» και κάθε όμι­λος εντάσ­σει ένα συγκε­κρι­μέ­νο πακέ­το ρύζι στο δικό του «καλά­θι του κατα­να­λω­τή». Τα super market δεν ανα­λαμ­βά­νουν ούτε καν κάποιου είδους συγκε­κρι­μέ­νη υπο­χρέ­ω­ση να κρα­τούν τις τιμές αυτών των εμπο­ρευ­μά­των σε χαμη­λό­τε­ρα επί­πε­δα. Γι’ αυτό άλλω­στε και το καλά­θι δεν οδή­γη­σε σε κάποια ουσια­στι­κή μεί­ω­ση των τιμών.

Στην πρά­ξη, το «καλά­θι του κατα­να­λω­τή» λει­τουρ­γεί και σαν «κρά­χτης», σαν «δωρε­άν δια­φή­μι­ση» για τους ομί­λους super market και τα εμπο­ρεύ­μα­τα που εντάσ­σουν μέσα στο καλά­θι αυτό, ενώ η κυβέρ­νη­ση προ­ω­θεί το καλά­θι επι­κοι­νω­νια­κά, εμφα­νί­ζο­ντας ότι αντι­με­τω­πί­ζει το ζήτη­μα της ακρί­βειας. Δεν εκπλήσ­σει φυσι­κά κανέ­ναν ότι οι όμι­λοι εντάσ­σουν κατά κύριο λόγο τα λεγό­με­να «προ­ϊ­ό­ντα ιδιω­τι­κής ετι­κέ­τας», δηλα­δή φθη­νό­τε­ρα εμπο­ρεύ­μα­τα που παρά­γο­νται για λογα­ρια­σμό των ίδιων των εμπο­ρι­κών αλυσίδων.

Βέβαια, ως δια­φη­μι­στι­κό εργα­λείο, το «καλά­θι του νοι­κο­κυ­ριού» ενδε­χο­μέ­νως να επι­τα­χύ­νει την ανα­γκα­στι­κή στρο­φή των λαϊ­κών κατα­να­λω­τών σε φθη­νό­τε­ρα τρό­φι­μα — συγκρι­τι­κά με τον μέσο όρο — όπως αυτά που οι όμι­λοι εντάσ­σουν μέσα στο καλά­θι. Εδώ όμως πρέ­πει να σημειώ­σου­με ότι οι μικρό­τε­ρες τιμές προ­κύ­πτουν από συσκευα­σί­ες μικρό­τε­ρου μεγέ­θους και από τρό­φι­μα χαμη­λό­τε­ρης δια­τρο­φι­κής αξί­ας (αυξη­μέ­νοι υδα­τάν­θρα­κες σε σχέ­ση με λίπη) και ενδε­χο­μέ­νως χαμη­λό­τε­ρης ποιότητας.

Το «καλά­θι του νοι­κο­κυ­ριού» είναι λοι­πόν ένα δια­φη­μι­στι­κό τέχνα­σμα κυβέρ­νη­σης, ομί­λων super market και ομί­λων παρα­γω­γής τρο­φί­μων, που αυξά­νει τη συγκέ­ντρω­ση του εμπο­ρί­ου σε μεγά­λους ομί­λους, επι­τα­χύ­νει τη στρο­φή σε φθη­νά τρό­φι­μα και την ίδια στιγ­μή κεφα­λαιο­ποιεί­ται πολι­τι­κά απ’ την κυβέρ­νη­ση, που εμφα­νί­ζε­ται ότι «κατα­πο­λε­μά την ακρί­βεια στα τρό­φι­μα». Παράλ­λη­λα, οξύ­νει μια σει­ρά από ενδο­κα­πι­τα­λι­στι­κούς αντα­γω­νι­σμούς γύρω απ’ τα μερί­δια αγο­ράς τροφίμων.

Η εναλλακτική λύση της «διατίμησης» των τροφίμων

Απ’ την άλλη, «απέ­να­ντι» στην κυβερ­νη­τι­κή κοροϊ­δία, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι δυνά­μεις του οπορ­του­νι­σμού ασκούν δρι­μεία κρι­τι­κή στην κυβέρ­νη­ση, για­τί τάχα δεν λαμ­βά­νει μέτρα που θα μπο­ρού­σαν να μειώ­σουν τις τιμές των τροφίμων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυ­ρί­ζε­ται πως οι λεπτο­με­ρείς έλεγ­χοι της αγο­ράς και η «πάτα­ξη της αισχρο­κέρ­δειας» είναι κατα­λύ­τες για να μειω­θούν δρα­στι­κά οι τιμές των τρο­φί­μων, ενώ δυνά­μεις του οπορ­του­νι­σμού ασκούν κρι­τι­κή στην κυβέρ­νη­ση για­τί δεν προ­χω­ρά σε «δια­τί­μη­ση» των τρο­φί­μων, σε θέσπι­ση δηλα­δή συγκε­κρι­μέ­νων, ανώ­τα­των τιμών στα τρό­φι­μα προ­κει­μέ­νου να μειω­θεί η λαϊ­κή επιβάρυνση.

Αυτοί οι ισχυ­ρι­σμοί θα ήταν για γέλια, αν δεν ήταν εργα­λεία απο­προ­σα­να­το­λι­σμού του λαού, αν δεν λει­τουρ­γού­σαν αντι­κει­με­νι­κά ως μηχα­νι­σμοί εγκλω­βι­σμού των εργα­ζο­μέ­νων στην αυτα­πά­τη σωτη­ρί­ας από μια προ­ο­δευ­τι­κή κυβέρ­νη­ση που θα φέρει φιλο­λαϊ­κές αλλαγές.

Πρώ­τα — πρώ­τα, το ζήτη­μα των υψη­λών τιμών στα τρό­φι­μα και εν γένει της ακρί­βειας δεν είναι απο­τέ­λε­σμα κυρί­ως «αισχρο­κέρ­δειας».

Σίγου­ρα, φαι­νό­με­να αισχρο­κέρ­δειας, μονο­πω­λια­κών τιμών και συνεν­νο­ή­σε­ων μετα­ξύ ομί­λων εμφα­νί­ζο­νται και επι­δει­νώ­νουν την κατά­στα­ση. Ομως, δεν συνι­στούν την κύρια αιτία της ακρίβειας.

Η αιτία της ακρί­βειας πρέ­πει να αναζητηθεί:

– στους δια­χρο­νι­κά πολύ χαμη­λούς μισθούς, που, ειδι­κά σήμε­ρα με έναν πλη­θω­ρι­σμό που κυριο­λε­κτι­κά καλ­πά­ζει, δεν έχουν την παρα­μι­κρή σχέ­ση με την κάλυ­ψη των ανα­γκών των εργα­ζο­μέ­νων. Σημειώ­νου­με πως με έναν πραγ­μα­τι­κό πλη­θω­ρι­σμό της τάξης του 20%, ο κατώ­τα­τος μισθός των 713 ευρώ — με όρους ισο­δύ­να­μης αγο­ρα­στι­κής δύνα­μης — θα έπρε­πε να δια­μορ­φω­θεί στα 856 ευρώ σήμε­ρα, για να μιλά­με για στα­θε­ρο­ποί­η­σή του στα ίδια επίπεδα.

– στις τερά­στιες πλη­θω­ρι­στι­κές πιέ­σεις λόγω της επε­κτα­τι­κής δια­χεί­ρι­σης απ’ την ΕΚΤ και την ΕΕ. Τα τερά­στια πακέ­τα χρη­μα­το­δό­τη­σης της πρά­σι­νης — ψηφια­κής μετά­βα­σης της ΕΕ γίνο­νται με δάνεια στα κρά­τη και απαι­τούν ουσια­στι­κά και­νούρ­γιο, «φρέ­σκο χρή­μα». Η μεγά­λη αύξη­ση του όγκου του κυκλο­φο­ρού­ντος χρή­μα­τος νομο­τε­λεια­κά παρά­γει πλη­θω­ρι­σμό, ρίχνει δηλα­δή την αξία του χρή­μα­τος, ανε­βά­ζο­ντας τις τιμές.

– στην εκτί­να­ξη των τιμών της Ενέρ­γειας, λόγω της πρά­σι­νης μετά­βα­σης, των πανά­κρι­βων ΑΠΕ, της πολι­τι­κής της ΕΕ για την «απε­λευ­θέ­ρω­ση» της Ενέρ­γειας. Καθώς το ενερ­γεια­κό κόστος είναι σημα­ντι­κή συνι­στώ­σα του κόστους παρα­γω­γής, αυτό επι­δρά έμμε­σα στις τιμές των τροφίμων.

– στον κλι­μα­κού­με­νο πόλε­μο του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία και τις πολ­λα­πλές οικο­νο­μι­κές κυρώ­σεις που έχουν οδη­γή­σει σε μεγά­λη επι­πρό­σθε­τη αύξη­ση, όχι μόνο του κόστους της Ενέρ­γειας, αλλά και ορι­σμέ­νων τρο­φί­μων όπως και πρώ­των υλών που χρειά­ζο­νται για την παρα­γω­γή τρο­φί­μων, προ­ε­ξαρ­χό­ντων των λιπα­σμά­των, η παρα­γω­γή του βασι­κό­τε­ρου εκ των οποί­ων γίνε­ται κατα­να­λώ­νο­ντας φυσι­κό αέριο και, για τον λόγο αυτό, το μερί­διο της Ρωσί­ας και της Ουκρα­νί­ας στην παρα­γω­γή του είναι πολύ μεγάλο.

– στην «εξω­στρέ­φεια» της ελλη­νι­κής οικο­νο­μί­ας που επί­σης συνει­σφέ­ρει στην αύξη­ση των τιμών των τρο­φί­μων, π.χ. οι κατά τεκ­μή­ριο υψη­λό­τε­ρων εισο­δη­μά­των του­ρί­στες απ’ τους ημε­δα­πούς πιέ­ζουν τις τιμές — αλλά έως ένα βαθ­μό και τις αξί­ες1- προς τα πάνω.

Τι δεί­χνουν όλα αυτά; Πρώ­τον, πως οι μεγά­λες αυξή­σεις στις τιμές των τρο­φί­μων δεν προ­έρ­χο­νται κατά κύριο λόγο απ’ την «αισχρο­κέρ­δεια» αλλά απ’ τις ίδιες τις νομο­τέ­λειες της καπι­τα­λι­στι­κής αγο­ράς, την πολι­τι­κή της ΕΕ για την πρά­σι­νη ανά­πτυ­ξη, τη δημο­σιο­νο­μι­κή πολι­τι­κή που εφαρ­μό­ζει η ΕΚΤ. Ετσι, η ουσια­στι­κή αντι­με­τώ­πι­ση της ακρί­βειας στα τρό­φι­μα δεν μπο­ρεί να γίνει χτυ­πώ­ντας τα «αισχρά κέρ­δη», την εκτρο­πή απ’ την καπι­τα­λι­στι­κή κανο­νι­κό­τη­τα. Αντί­θε­τα, η αντι­με­τώ­πι­ση της ακρί­βειας προ­ϋ­πο­θέ­τει, ουσια­στι­κά, σύγκρου­ση με την πολι­τι­κή της ΕΕ για τη στή­ρι­ξη της καπι­τα­λι­στι­κής ανά­πτυ­ξης, με τα τάχα «λελο­γι­σμέ­να» κέρ­δη της καπι­τα­λι­στι­κής παρα­γω­γής. Σήμε­ρα για να ανα­χαι­τι­στεί η ακρί­βεια απαι­τεί­ται η κατάρ­γη­ση των έμμε­σων φόρων και η ουσια­στι­κή αύξη­ση των πραγ­μα­τι­κών, απο­πλη­θω­ρι­σμέ­νων μισθών, πάνω απ’ τα όρια της τιμα­ριθ­μι­κής ανα­προ­σαρ­μο­γής, να γίνει δηλα­δή με όρους ανα­δια­νο­μής της υπε­ρα­ξί­ας προς όφε­λος της εργα­τι­κής τάξης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, σε αντι­δια­στο­λή, υπό­σχε­ται πως θα υλο­ποι­ή­σει με «λελο­γι­σμέ­νο» τρό­πο την ίδια πολι­τι­κή, με μεί­ω­ση των έμμε­σων φόρων στον βαθ­μό που επι­τρέ­πει η ΕΕ, ενώ στο ζήτη­μα των μισθών ο Αλ. Τσί­πρας απέ­φυ­γε να δεσμευ­τεί ακό­μα και για τη στα­θε­ρο­ποί­η­ση του πραγ­μα­τι­κού μισθού.

Το επι­χεί­ρη­μα του οπορ­του­νι­σμού για «δια­τί­μη­ση» των τρο­φί­μων είναι επί­σης διά­τρη­το. Οσο τα τρό­φι­μα παρα­μέ­νουν εμπο­ρεύ­μα­τα, όσο η παρα­γω­γή τους γίνε­ται με όρους καπι­τα­λι­στι­κής παρα­γω­γής, όσο δηλα­δή υπάρ­χει καπι­τα­λι­σμός, η δια­τί­μη­σή τους δεν μπο­ρεί να λύσει το πρό­βλη­μα. Οι καπι­τα­λι­στές που παρά­γουν τα τρό­φι­μα δεν μπο­ρούν να υπο­χρε­ω­θούν να τα που­λή­σουν και κυρί­ως να τα παρά­ξουν με «χασού­ρα». Μια δια­τί­μη­ση σε χαμη­λές τιμές θα οδη­γού­σε ακό­μα και σε ελλεί­ψεις των τρο­φί­μων η παρα­γω­γή και η εμπο­ρία των οποί­ων δεν συμ­φέ­ρουν τους καπι­τα­λι­στές. Αν, αντί­θε­τα, η δια­τί­μη­ση γίνει μέσα απ’ την επι­δό­τη­ση των υψη­λών τιμών από το αστι­κό κρά­τος, τότε το κόστος τους για τον λαό θα ήταν ίδιο, πλη­ρω­μέ­νο απλά από δια­φο­ρε­τι­κή τσέ­πη. Η κρα­τι­κή φορο­λο­γία προ­έρ­χε­ται απ’ τις τσέ­πες του λαού, αφού οι όμι­λοι συνει­σφέ­ρουν λιγό­τε­ρο απ’ το 5% των συνο­λι­κών εσό­δων. Ετσι, τα επι­δο­τού­με­να τρό­φι­μα απλά μετα­φέ­ρουν την ακρί­βεια στην άλλη τσέ­πη του λαού, την «κρύ­βουν» κάτω απ’ το χαλί.

Οι λύσεις που προ­τεί­νει ο ΣΥΡΙΖΑ και ο οπορ­του­νι­σμός δεν είναι ουσια­στι­κές λύσεις, δεν αντι­με­τω­πί­ζουν πραγ­μα­τι­κά το πρό­βλη­μα της ακρί­βειας. Ο αντι­λαϊ­κός χαρα­κτή­ρας της αστι­κής πολι­τι­κής εκφρά­ζε­ται απλά με δια­φο­ρε­τι­κό τρό­πο. Ομως οι «λύσεις» αυτές ακού­γο­νται εύκο­λες ειδι­κά σε τμή­μα­τα των εργα­ζο­μέ­νων που κυριο­λε­κτι­κά υπο­φέ­ρουν. Και τρο­φο­δο­τούν την εύκο­λη πολι­τι­κή λύση της αλλα­γής κυβέρ­νη­σης, παρά το γεγο­νός ότι η επι­δεί­νω­ση της κατά­στα­σης του λαού θα συνεχιστεί.

Η σωτηρία του λαού προϋποθέτει τη σύγκρουση

Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, η σωτη­ρία του λαού, η ανα­χαί­τι­ση του σημε­ρι­νού κύμα­τος φτώ­χειας και ακρί­βειας, στα τρό­φι­μα, στην Ενέρ­γεια, στη στέ­γα­ση, στις κοι­νω­νι­κές ανά­γκες, απαι­τεί ρήξη με τις δεσμεύ­σεις της ΕΕ και την πολι­τι­κή που υπη­ρε­τεί την καπι­τα­λι­στι­κή κερ­δο­φο­ρία. Η συνει­δη­το­ποί­η­ση αυτού του γεγο­νό­τος, ότι δηλα­δή κάθε καπι­τα­λι­στι­κή ανά­πτυ­ξη βασί­ζε­ται σε νέες θυσί­ες και φτώ­χεια για τον λαό, είναι απα­ραί­τη­τη προ­ϋ­πό­θε­ση τόσο για την ανά­πτυ­ξη και την κατεύ­θυν­ση της πάλης, για τη συγκέ­ντρω­ση δυνά­με­ων για τον ριζι­κά δια­φο­ρε­τι­κό δρό­μο του σοσια­λι­σμού, ο οποί­ος, καταρ­γώ­ντας την καπι­τα­λι­στι­κή ιδιο­κτη­σία και το κέρ­δος ως κίνη­τρο και ρυθ­μι­στή της παρα­γω­γής, μπο­ρεί να δια­σφα­λί­σει την κοι­νω­νι­κή ευημερία.

Το ΚΚΕ σήμε­ρα επι­μέ­νει. Προ­τάσ­σει ένα αγω­νι­στι­κό πλαί­σιο ανα­κού­φι­σης του λαού σήμε­ρα, που χτυ­πά την καπι­τα­λι­στι­κή κερ­δο­φο­ρία, απαι­τώ­ντας — αν εστιά­σου­με στη δια­τρο­φή του λαού — μετα­ξύ άλλων ουσια­στι­κές αυξή­σεις στους μισθούς, κατάρ­γη­ση της έμμε­σης φορο­λο­γί­ας στα τρό­φι­μα και των ειδι­κών φόρων στην Ενέρ­γεια με μετα­τό­πι­ση της φορο­λο­γί­ας στο μεγά­λο κεφά­λαιο, ένα πλαί­σιο που συγκε­ντρώ­νει και ατσα­λώ­νει δυνά­μεις για τη λαϊ­κή αντε­πί­θε­ση. Η αγω­νι­στι­κή αφύ­πνι­ση που σημα­το­δό­τη­σε η μεγά­λη απερ­γία στις 9 Νοέμ­βρη, η κοι­νή δρά­ση εργα­ζο­μέ­νων, μικρών ΕΒΕ και βιο­πα­λαι­στών αγρο­τών απο­τε­λεί μια καλή αφε­τη­ρία για τις μεγά­λες μάχες που έρχονται.

Σημεί­ω­ση:

1. Ο κοι­νω­νι­κά ανα­γκαί­ος χρό­νος για την παρα­γω­γή των τρο­φί­μων που βλέ­πει η «αγο­ρά» επη­ρε­ά­ζε­ται τελι­κά απ’ τους αντί­στοι­χους ευρω­παϊ­κούς όρους παρα­γω­γής και όχι μόνο απ’ τους εγχώριους.

*Ο Γρη­γό­ρης Λιο­νής είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, υπεύ­θυ­νος του Τμή­μα­τος Οικο­νο­μί­ας της ΚΕ

Το άρθρο ανα­δη­μο­σιεύ­ε­ται από τον «Ριζο­σπά­στη του Σαββατοκύριακου».

«Ναι, αλλά ο Στά­λιν…», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο