Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Τρεις νέες ταινίες πασχαλινής διάθεσης και λογικής

Τρεις μόνο νέες ται­νί­ες βγαί­νουν από­ψε στους κινη­μα­το­γρά­φους, καθώς η πασχα­λι­νή διά­θε­ση και η συσ­σώ­ρευ­ση δεκά­δων τίτλων από τις προη­γού­με­νες εβδο­μά­δες «φρε­νά­ρει» προς το παρόν τα γρα­φεία δια­νο­μής, που ετοι­μά­ζουν την «αντε­πί­θε­σή» τους μετά το Πάσχα. Οι νέες ται­νί­ες του επό­με­νου επτα­ή­με­ρου είναι η αμε­ρι­κά­νι­κη κομε­ντί «Συγ­γρα­φέ­ας Κατά Λάθος», η γερ­μα­νι­κή μου­σι­κή περι­πέ­τεια φαντα­σί­ας «Ο Μαγι­κός Αυλός» και η ιαπω­νι­κή ται­νία κινου­μέ­νων σχε­δί­ων «Suzume».

Συγγραφέας Κατά Λάθος

(“A Little White Lie”) Κομε­ντί, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Μάικλ Μάρεν, με τους Μάικλ Σάνον, Κέιτ Χάν­τσον, Ντον Τζόν­σον, Ζακ Μπραφ, Λίστα Πέι­τον, Γου­έ­ντι Μάλικ, Τζί­μι Σίμπ­σον κα.

Εύθυ­μη και καλών αισθη­μά­των κομε­ντί, αλλά τελι­κώς περιο­ρι­σμέ­νου ενδια­φέ­ρο­ντος, παρά τις καλές ερμη­νεί­ες των Μάικλ Σάνον, Κέιτ Χάν­τσον και του βετε­ρά­νου πλέ­ον, αλλά πάντα συμπα­θούς, Ντον Τζόνσον.

Ται­νία παρε­ξή­γη­σης ταυ­τό­τη­τας, ένα γνώ­ρι­μο κινη­μα­το­γρα­φι­κό παι­χνί­δι­σμα που έχει πολ­λές φορές κατά το παρελ­θόν δώσει πετυ­χη­μέ­νες πνευ­μα­τώ­δεις κωμω­δί­ες – από τη δεκα­ε­τία του ‘30 και τα ιερά τέρα­τα της σκη­νο­θε­σί­ας Λιού­μπιτς, Χοκς και Κάπρα μέχρι και τις τελευ­ταί­ες δεκα­ε­τί­ες και τους κατα­ξιω­μέ­νους Τζον Λάντις, Σίντ­νεϊ Πόλακ, Χάρολντ Ράμις και Γου­ές Άντερσον.

Εδώ, στη δεύ­τε­ρη ται­νία του, ο Μάκλ Μάρεϊ σε δικό του σενά­ριο, βασι­σμέ­νος στο μυθι­στό­ρη­μα «Shriver» του Κρις Μπέλ­ντεν, θα μετα­μορ­φώ­σει έναν τεχνί­τη, σε έναν διά­ση­μο αλλά για πολ­λά χρό­νια απο­μο­νω­μέ­νο συγ­γρα­φέα, τον οποίο ανα­κα­λύ­πτουν οι υπεύ­θυ­νοι ενός επαρ­χια­κού πανε­πι­στη­μί­ου που διορ­γα­νώ­νουν ένα λογο­τε­χνι­κό φεστι­βάλ, για να τονώ­σουν το ενδια­φέ­ρον του και να του δώσουν το φιλί της ζωής, καθώς κιν­δυ­νεύ­ει να καταρ­γη­θεί. Από μία παρε­ξή­γη­ση ο τεχνί­της θα βρε­θεί στο φεστι­βάλ κι ενώ θα πρέ­πει να αντι­με­τω­πί­σει μία σει­ρά από λογο­τε­χνι­κές αξιώ­σεις που σχε­δόν δεν κατα­λα­βαί­νει, θα ερω­τευ­θεί και μία καθη­γή­τρια, που δεν γνω­ρί­ζει την πραγ­μα­τι­κή του ταυ­τό­τη­τα, μέχρι να εμφα­νι­στεί ο πραγ­μα­τι­κός συγγραφέας.

Καλο­κουρ­δι­σμέ­νη κομε­ντί, με σπιν­θη­ρο­βό­λους δια­λό­γους μέχρις ενός σημεί­ου και όχι αδιά­φο­ρους χαρα­κτή­ρες, που σατι­ρί­ζει τον κόσμο της λογο­τε­χνί­ας, την έπαρ­ση των ανθρώ­πων της δια­νό­η­σης, αλλά και τη φτω­χή τους αντί­λη­ψη να κατα­νο­ή­σουν την πραγ­μα­τι­κή ζωή και ως εκ τού­του δημιουρ­γεί­ται και η χαρι­τω­μέ­νη παρε­ξή­γη­ση με την πλα­στή ταυ­τό­τη­τα του υπο­τι­θέ­με­νου συγ­γρα­φέα. Ένας άνθρω­πος που νιώ­θει ότι έχει μπλέ­ξει και όσο λέει ότι δεν είναι αυτός τόσο γίνε­ται ακό­μη πιο πει­στι­κός ως συγ­γρα­φέ­ας, ενώ όποια σαχλα­μά­ρα και να πει, περ­νά στα λόγια «σοφών» ανδρών.

Όλα αυτά κυλούν μέχρι ένα σημείο καλά αν και ιδιαι­τέ­ρως χαλα­ρά και παρά την επι­φα­νεια­κή αντι­με­τώ­πι­ση των κατα­στά­σε­ων και του θέμα­τος, αλλά κάπου μετά τα μισά η ται­νία φαί­νε­ται ότι εξα­ντλεί­ται, τα αστεία αρχί­ζουν να κρυώ­νουν, όπως και τα σκη­νο­θε­τι­κά ευρή­μα­τα, για να κατα­λή­ξουν όλα σε ένα γλυ­κα­νά­λα­το φινά­λε, παρά την ανα­με­νό­με­νη ανα­τρο­πή. Και βεβαί­ως, ουδείς λόγος για την προ­ώ­θη­ση της λογο­τε­χνί­ας ως εμπο­ρι­κού προ­ϊ­ό­ντος και την ανά­γκη του ανθρώ­που για ουσια­στι­κή επι­κοι­νω­νία, μακριά από τσι­τά­τα και μπεστ σέλερ του καλοκαιριού…

Ικα­νο­ποι­η­τι­κός ο Μάικλ Σάνον, ελα­φρώς υπερ­βο­λι­κή η Κέιτ Χάν­τσον, ενώ το υπό­λοι­πο καστ, με πρώ­το τον Ντον Τζόν­σον, μάλ­λον βγά­ζει και το περισ­σό­τε­ρο γέλιο, με την εμπει­ρία του και από τις ατά­κες που τους έχει μοι­ρά­σει ο σκηνοθέτης.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Σράι­βερ είναι ένας πετυ­χη­μέ­νος τεχνί­της, ο οποί­ος συγ­χέ­ε­ται με έναν διά­ση­μο αλλά απο­μο­νω­μέ­νο συγ­γρα­φέα και προ­σκα­λεί­ται σε ένα αγρο­τι­κό λογο­τε­χνι­κό φεστι­βάλ. Ενώ δίνει το παρών, βρί­σκε­ται παγι­δευ­μέ­νος στη δίνη λογο­τε­χνι­κών αξιώ­σε­ων, μιας ποι­νι­κής έρευ­νας, ενώ ερω­τεύ­ε­ται απελ­πι­στι­κά μία καθη­γή­τρια που πιστεύ­ει ότι είναι κάποιος άλλος.

Μαγικός Αυλός

(“The Magic Flute”) Μου­σι­κή περι­πέ­τεια φαντα­σί­ας, γερ­μα­νι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Φλό­ριαν Ζιγκλ, με τους Τζακ Γουλφ, Νιβ Μακ­Κόρ­μακ, Φ. Μάρεϊ Έιμπρα­χαμ, Αμίρ Γουίλ­σον, Ίβαν Ρίον κα.

Θα μπο­ρού­σε να ιδω­θεί και ως μία χαρι­τω­μέ­νη, παι­χνι­διά­ρι­κη εισα­γω­γή σε αρχά­ριους ή αμύ­η­τους της όπε­ρας και του Μότσαρτ, η ται­νία του Γερ­μα­νού ανερ­χό­με­νου σκη­νο­θέ­τη Φλό­ριαν Ζιγκλ. Μια μεγά­λη γερ­μα­νι­κή παρα­γω­γή που δια­θέ­τει, εκτός από τα γνω­στό­τε­ρα κομ­μά­τια της πασί­γνω­στης όπε­ρας «Ο Μαγι­κός Αυλός» και μια υπό­θε­ση στην οποία χωρούν η φαντα­σία, το ρομάν­τζο, η νεα­νι­κή περι­πέ­τεια, το απα­λό δρά­μα και φυσι­κά η αγά­πη για τη μουσική.

Το στό­ρι θέλει τον νεα­ρό Τιμ, που είχε βάλει στό­χο ζωής να πάει στο διά­ση­μο οικο­τρο­φείο Mozart All Boys Music School, να τα κατα­φέρ­νει, μετά τον θάνα­το τού πατέ­ρα του, για να κάνει το όνει­ρό του πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, να μπει στο μου­σι­κό σύμπαν του Μότσαρτ. Εκεί, όμως, δεν είναι ακρι­βώς τα πράγ­μα­τα όπως τα περί­με­νε, καθώς θα πρέ­πει να αντι­με­τω­πί­σει την εχθρό­τη­τα των συμ­μα­θη­τών του και του διευ­θυ­ντή της σχο­λής. Όταν όμως ανα­κα­λύ­πτει ένα μυστι­κό πέρα­σμα, που τον οδη­γεί σε ένα παράλ­λη­λο σύμπαν, στον κόσμο του «Μαγι­κού Αυλού», που τόσο επι­θυ­μού­σε, θα πρέ­πει να δια­λέ­ξει αν θα πλη­ρώ­σει το τίμη­μα να ζει δυο παράλ­λη­λες ζωές και αν θα απο­γοη­τεύ­σει αυτούς που αγαπά.

Ο Ζιγκλ, συν­δυά­ζο­ντας πολ­λά κινη­μα­το­γρα­φι­κά είδη και έχο­ντας το έργο του Μότσαρτ να δίνει τον τόνο, κάνει μια άνι­ση ται­νία, με καλές και άτυ­χες στιγ­μές, ενώ την φορ­τώ­νει και με τα απα­ραί­τη­τα, σήμε­ρα, σχό­λια για τον σχο­λι­κό εκφο­βι­σμό, τα κλι­σέ μιας νεα­νι­κής ται­νί­ας και τη μανιέ­ρα της πολι­τι­κής ορθότητας.

Η σύν­δε­ση της φαντα­σί­ας με το σχο­λι­κό περι­βάλ­λον, πολ­λές φορές δεν δένει αρμο­νι­κά, τα πολ­λά πήγαι­νε έλα του πραγ­μα­τι­κού κόσμου με τον φαντα­στι­κό ορι­σμέ­νες φορές μπερ­δεύ­ουν, ενώ οι φωνη­τι­κές δυνα­τό­τη­τες των ηθο­ποιών μπο­ρεί να είναι καλές για ένα μιού­ζι­καλ, αλλά για μια φημι­σμέ­νη όπε­ρα, μάλ­λον είναι περιο­ρι­σμέ­νων δυνατοτήτων.

Ωστό­σο, είναι μία φρο­ντι­σμέ­νη παρα­γω­γή, πίσω από την οποία βρί­σκε­ται ο Ρόλαντ Έμε­ριχ, με ωραία πλά­να της Αυστρί­ας, καλά κοστού­μια και σκη­νι­κά, αν και αρκε­τά προ­βλέ­ψι­μα, με τον νεα­νι­κό έρω­τα να έχει τη θέση του και να την κρα­τά ικα­νο­ποι­η­τι­κά, μέσα στο γενι­κό­τε­ρο στό­ρι, ενώ κάποιοι δεύ­τε­ροι ρόλοι χαρί­ζουν δια­σκε­δα­στι­κές στιγμές.

Ο νεα­ρός πρω­τα­γω­νι­στής Τζακ Γουλφ, χωρίς να είναι κακός, μάλ­λον φαί­νε­ται αδύ­να­μος να πάρει πάνω του το φιλμ, ενώ η παρου­σία του 80άρη πια, Μάρεϊ Έιμπρα­χαμ, που παί­ζει για δεύ­τε­ρη φορά σε ται­νία που έχει σχέ­ση με τον Μότσαρτ («Αμα­ντέ­ους») έπει­τα από τον ρόλο του σατα­νι­κού Σαλιέ­ρι, μάλ­λον μοιά­ζει να κάνει αγγαρεία.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο επί­δο­ξος 17χρονος Τιμ ονει­ρευό­ταν όλη του τη ζωή να πάει στο οικο­τρο­φείο Mozart All Boys. Παρά τον ενθου­σια­σμό του που έγι­νε επι­τέ­λους δεκτός, οι πρώ­τες μέρες του στη διά­ση­μη σχο­λή δεν εξε­λίσ­σο­νται όπως ανα­με­νό­ταν. Αντι­μέ­τω­πος με έναν εχθρι­κό διευ­θυ­ντή, τις αγω­νί­ες του πρώ­του έρω­τα και τη δυσκο­λία να βρει την αυθε­ντι­κή του φωνή, ο Τιμ ανα­κα­λύ­πτει ένα μυστι­κό πέρα­σμα: μια πύλη σε έναν παράλ­λη­λο κόσμο.

Suzume

(“Suzume no tojimari”) Νεα­νι­κή περι­πέ­τεια κινου­μέ­νων σχε­δί­ων, ιαπω­νι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία Μακό­το Σινκάι.

Μια δια­φο­ρε­τι­κή ται­νία κινου­μέ­νων σχε­δί­ων, φτιαγ­μέ­νη στο χέρι και χωρίς τις γνώ­ρι­μες ψηφια­κές ευκο­λί­ες, από τον μετρ του είδους Μακό­το Σιν­κάι, που μπο­ρεί να απευ­θύ­νε­ται σε όλη την οικο­γέ­νεια, αλλά έχει μεγα­λύ­τε­ρο πέρα­σμα στους έφη­βους και ενήλικες.

Μια καλ­λι­τε­χνι­κή παρα­γω­γή, που δια­γω­νί­στη­κε στο Φεστι­βάλ Βερο­λί­νου και απο­τέ­λε­σε την τέταρ­τη πιο εμπο­ρι­κή ται­νία στην Ιαπω­νία και στην οποία χαρί­ζουν τη φωνή τους κατα­ξιω­μέ­νοι ηθο­ποιοί όπως οι Νανό­κα Χάρα (Suzume), Χοκού­το Ματσου­μού­ρα, Ερι Φου­κά­τσου, Σότα Σομε­ντά­νι κα.

Μια νεα­νι­κή περι­πέ­τεια φαντα­σί­ας, αλλά και αφύ­πνι­σης για τους κιν­δύ­νους που αντι­με­τω­πί­ζει ο πλα­νή­της μας, με ηρω­ί­δα την έφη­βη Σου­ζού­με, μια ονει­ρο­πό­λα και ατί­θα­ση κοπέ­λα με παι­δι­κά τραύ­μα­τα, που ζει με τη θεία της σε ένα ηλιό­λου­στο παρα­θα­λάσ­σιο χωριό. Όταν ένα πρω­ι­νό θα συνα­ντή­σει ένα αγό­ρι με μακριά μαύ­ρα μαλ­λιά, το οποίο θα τη ρωτή­σει αν ξέρει κάποια ερεί­πια εκεί κοντά, αυτή θα παρα­ξε­νευ­τεί και θα τον ακο­λου­θή­σει έχο­ντας γοη­τευ­θεί. Μόνο, που δεν πρό­κει­ται για απλώς έναν του­ρί­στα που φωτο­γρα­φί­ζει εγκα­τα­λε­λειμ­μέ­να μέρη, αλλά είναι ένας πολε­μι­στής αφο­σιω­μέ­νος στην ασφά­λεια του κόσμου και της ζωής. Ένας πολε­μι­στής που ανα­ζη­τά μια πόρ­τα που θα τον μετα­φέ­ρει σε άλλη διά­στα­ση για να νική­σει μια αόρα­τη απει­λή που θα κατα­στρέ­ψει τον κόσμο. Αλλά, όταν η πόρ­τα ανοί­γει τότε έρχε­ται το χάος και η κατα­στρο­φή. Οι δυο νέοι πρέ­πει να ενώ­σουν τις δυνά­μεις τους για να σώσουν τη χώρα τους.

Μια ται­νία για το θάρ­ρος που πρέ­πει να αντλή­σου­με για την αντι­με­τώ­πι­ση των ψυχι­κών τραυ­μά­των και τις απώ­λειες, αλλά και των φυσι­κών κατα­στρο­φών που πλήτ­τουν την Ιαπω­νία και όλο τον κόσμο και η ευθύ­νη βαραί­νει τους ανθρώπους.

Η ται­νία, παρό­τι έχει υπέ­ρο­χα σχε­δια­σμέ­νες λαμπε­ρές εικό­νες, μια αγα­πη­τή ηρω­ί­δα, στιγ­μές συγκί­νη­σης κι ένα ενδια­φέ­ρον θέμα, ορι­σμέ­νες φορές πλα­τειά­ζει με την επα­νά­λη­ψη επει­σο­δί­ων από τον φαντα­στι­κό κόσμο και τους περι­σπα­σμούς με δευ­τε­ρεύ­ου­σες ιστο­ρί­ες, ενώ και η συνο­λι­κή της διάρ­κεια θα μπο­ρού­σε να είναι μικρό­τε­ρη. Επί­σης, καλύ­τε­ρο θα ήταν να έλει­παν και ορι­σμέ­νες δόσεις διδα­κτι­κού σινεμά.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο ουρα­νός γίνε­ται κόκ­κι­νος, το έδα­φος τρέ­μει και η Ιαπω­νία στέ­κει στο χεί­λος της κατα­στρο­φής. Όμως, η απο­φα­σι­στι­κή έφη­βη Σου­ζού­με ανα­λαμ­βά­νει την απο­στο­λή να σώσει τη χώρα της. Με την ικα­νό­τη­τα να βλέ­πει υπερ­φυ­σι­κές δυνά­μεις, αόρα­τες στα μάτια των υπο­λοί­πων, είναι στο χέρι της να κλεί­σει τις μυστη­ριώ­δεις πόρ­τες που εξα­πο­λύ­ουν το χάος παντού. Την περι­μέ­νει ένα επι­κίν­δυ­νο ταξί­δι καθώς φέρει το βάρος της χώρας στους ώμους της.

«Ναι, αλλά ο Στά­λιν…», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο