Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΦΙΛΑΛΗΘΗΣ ΕΞΙΣΤΟΡΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΕΡΟΥ

Γρά­φει η Άννε­κε Ιωαν­νά­του //

ΦΙΛΑΛΗΘΗΣ ΕΞΙΣΤΟΡΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΚΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΕΡΟΥ
Φραν­θί­σκο Λόπεθ ντε Χερέθ
ΕΞΙΣΤΟΡΗΣΗ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΕΤΟΥΡΓΙΚΩΝ ΤΩΝ ΙΝΚΑΣ
Κρι­στό­μπαλ ντε Μολίνα

Εισα­γω­γή-Μετά­φρα­ση-Σχό­λια: Ντί­νας Σώτηρα
Εκδό­σεις «Στο­χα­στής»

«Με στό­χο την δόξαν του Θεού και κυρί­αρ­χου Κυρί­ου ημών, και την τιμήν και υπη­ρε­σία προς την καθο­λι­κή και και­σα­ρι­κή μεγα­λειό­τη­τα, ευφρο­σύ­νη διά τους πιστούς και τρό­μος διά τους απί­στους, τέλος δε, θαυ­μα­σμόν όλων των ανθρώ­πων και χάρη στη θεία Πρό­νοια και την καλο­τυ­χία του Καί­σα­ρος καθώς και τη σωφρο­σύ­νη, τις προ­σπά­θειες και τη στρα­τιω­τι­κή πει­θαρ­χία και τα επί­πο­να και επι­κίν­δυ­να θαλάσ­σια ταξί­δια και τις μάχες των Ισπα­νών, υπη­κό­ων του αήτητ­του Καρό­λου, Αυτο­κρά­το­ρα της ρωμαϊ­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας και φυσι­κού μας Βασι­λέα και κυρί­ου, την εξι­στό­ρη­ση ετού­τη σκέ­φτη­κα να γρά­ψω και να απο­στεί­λω στην μεγα­λειό­τη­τά σας διά να ενη­με­ρω­θούν όλοι διά τα προ­α­να­φερ­θέ­ντα, προς δόξαν του Θεού. Διό­τι, βοη­θού­με­νοι υπό της θεί­ας χει­ρός του ανε­δεί­χθη­σαν νικη­τές και οδή­γη­σαν πλή­θος λαών στην αγία και καθο­λι­κή μας πίστη. Και προς τιμήν του Καί­σα­ρος ημών, λόγω της μεγά­λης του δύνα­μης και της καλο­τυ­χί­ας του, στην επο­χή του δια­δρα­μα­τί­ζο­νται τοιαύ­τα καθέ­κα­στα. Και προς ευφρο­σύ­νην των πιστών, διό­τι προς χάριν τους τόσες και τέτοιες μάχες κερ­δή­θη­καν και τόσες επαρ­χί­ες ανα­κα­λύ­φθη­καν και κατα­κτή­θη­καν. Και τόσα πλού­τη προ­σκο­μί­στη­καν διά τον βασι­λέα τους, τα βασί­λειά του και δι’ αυτούς τους ίδιους. Και θα ‘χουν να λένε πως οι χρι­στια­νοί έσπει­ραν τον τρό­μο στους απί­στους και εκέρ­δι­σαν τον θαυ­μα­σμό όλων των ανθρώ­πων. Διό­τι, πότε πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­καν στους αρχαί­ους ή στους σύγ­χρο­νους χρό­νους κατορ­θώ­μα­τα τόσο τρα­νά τόσων λιγο­στών ανθρώ­πων ενά­ντια σε τόσους πολ­λούς, σε τέτοια κλί­μα­τα, κάτω από τέτοιους ουρα­νούς και σε τέτοιους θαλάσ­σιους κόλ­πους και απο­στά­σεις της γης πηγαί­νο­ντας να κατα­κτή­σουν όσα δεν είχα­νε ποτέ τους δει ούτε και γνω­ρί­σει; Και ποιος μπο­ρεί να συγκρι­θεί με τους Ισπα­νούς; Όχι βέβαια οι Εβραί­οι, οι Έλλη­νες μήτε και οι Ρωμαί­οι, για τους οποί­ους συνη­θί­ζε­ται να γρά­φε­ται περισ­σό­τε­ρο απ’ όλους» (σελ. 51, υπο­γράμ­μι­ση δική μου, Α.Ι.)

Έτσι αρχί­ζει τη «φιλα­λή­θη εξι­στό­ρη­σή» του ο Φραν­θί­σκο Λόπεθ ντε Χερέθ στο ως άνω βιβλίο.

Περού, η χίμαιρα που έγινε πραγματικότητα

Του Περού αρχι­κά οι Ισπα­νοί υπο­ψιά­ζο­νταν μονά­χα την ύπαρ­ξή του που απο­τε­λού­σε στον νεοϊ­δρυ­θέ­ντα (το 1519) Πανα­μά θέμα συζή­τη­σης των Ισπα­νών που είχαν εγκα­τα­στα­θεί εκεί στον ισθμό, όπως δια­βά­ζου­με στην εξαι­ρε­τι­κά λεπτο­με­ρή κατα­το­πι­στι­κή εισα­γω­γή, και που είχαν δώσει όνο­μα σ’ αυτή την άγνω­στη χώρα προ­τού τη γνω­ρί­σουν. Λεγό­ταν ότι υπάρ­χει μια χώρα «εύφο­ρη και πεδι­νή» προς Νότο και κάποιοι κον­κι­στα­δό­ρες έλπι­ζαν να επα­να­λά­βουν αυτό που είχε κάνει ο Ερνάν Κορ­τές στο Μεξι­κό. Τελι­κά η κατά­κτη­ση του Περού επε­κτεί­νει τα σύνο­ρα του «Νέου Κόσμου», τα παρά­λια του Ειρη­νι­κού εξε­ρευ­νώ­νται περαι­τέ­ρω δίνο­ντας νέα ώθη­ση στον εξι­σπα­νι­σμό της Νότιας Αμε­ρι­κής. Σε τριά­ντα χρό­νια από την κατά­κτη­ση του Περού κατα­κτή­θη­κε περί­που όλη η Νότια Αμερική.

H σε ιστο­ρι­κό υλι­κό πλού­σια εισα­γω­γή της μετα­φρά­στριας δίνει μια σύντο­μη και μεστή παρου­σί­α­ση της ανά­πτυ­ξης του προϊ­σπα­νι­κού πολι­τι­σμού στο Περού εστιά­ζο­ντας στη δομή του κοι­νω­νι­κού και πολι­τι­κού συστή­μα­τος, τη διοι­κη­τι­κή και οικο­νο­μι­κή οργά­νω­ση, τη στρα­τιω­τι­κή οργά­νω­ση, καθώς και στις θεό­τη­τες και την κοσμο­λο­γία των Ίνκας. Στο τρί­το κεφά­λαιο της εισα­γω­γής μαθαί­νει ο ανα­γνώ­στης για τη ζωή του συγ­γρα­φέα Φραν­θί­σκο Λόπεθ ντε Χερέθ (γεν­νη­μέ­νος το 1497 στη Σεβίλ­λη) και το έργο του. Λίγα πράγ­μα­τα είναι γνω­στά για το συγ­γρα­φέα ο οποί­ος, σύμ­φω­να με την εισα­γω­γή, μοιά­ζει να κάνει τα πάντα για να παρου­σιά­ζε­ται απλώς και μόνο ως γρα­φέ­ας του κον­κι­στα­δό­ρα Δον Φραν­θί­σκο Πιθά­ρο. Στη σύντο­μη εξι­στό­ρη­ση της κατά­κτη­σης του Περού συμ­με­τεί­χε ο Χερέθ με αυτή την ιδιό­τη­τα χωρίς να κερ­δί­σει, ωστό­σο, με το έργο του μια περί­ο­πτη θέση ανά­με­σα στους μεγά­λους συγ­γρα­φείς που έγρα­ψαν για τις «Δυτι­κές Ινδί­ες» το λεγό­με­νο ισπα­νι­κό Χρυ­σό Αιώ­να. Η Φιλα­λή­θης Εξι­στό­ρη­ση έχει θεω­ρη­θεί από αξιό­πι­στους ιστο­ρι­κούς ως ένα από τα σημα­ντι­κό­τε­ρα κεί­με­να για την ανα­κά­λυ­ψη και κατά­κτη­ση του Περού από τον Φραν­θί­σκο Πιθά­ρο, παρ’ όλο που δεν ήταν το πρώ­το κεί­με­νο. Απο­τέ­λε­σε, όμως, πλού­σια πηγή πλη­ρο­φο­ριών και στοι­χεί­ων για όλες τις ιστο­ρί­ες των Δυτι­κών Ινδιών του 16ου και του 17ου αιώ­να και έζη­σε πολ­λές ανα­τυ­πώ­σεις και επα­νεκ­δό­σεις με ανα­νε­ω­μέ­νο ενδια­φέ­ρον το 19ο αιώ­να, όταν ο Ενρί­κε ντε Βέδια συμπε­ριέ­λα­βε την εξι­στό­ρη­ση στη σει­ρά «Πρώ­τοι Ιστο­ριο­γρά­φοι των Ινδιών», μια σει­ρά με μεγά­λη επι­τυ­χία. Η φιλα­λή­θεια του Ντε Χερέθ περιο­ρί­ζε­ται, όμως, στην πεντα­κά­θα­ρη τοπο­θέ­τη­σή του υπέρ της εκστρα­τεί­ας του Πιθά­ρο του οποί­ου, στο κάτω κάτω της γρα­φής ήταν γρα­φέ­ας. Απο­λο­γη­τής των πρά­ξε­ων του Πιθά­ρο με έντο­νους τόνους χρι­στια­νι­κής θρη­σκο­λη­ψί­ας δικαιο­λο­γεί τους Ισπα­νούς, καλούς χρι­στια­νούς που βάζουν σε κίν­δυ­νο τη ζωή τους για το καλό των ντό­πιων πρω­τό­γο­νων βαρ­βά­ρων.  Ανα­γκά­ζο­νται να χρη­σι­μο­ποι­ή­σουν τα όπλα ενά­ντια στους «άγριους», όταν αυτοί εξε­γεί­ρο­νται. Γνω­στή και παμπά­λαια συντα­γή. Πάντα οι κατα­κτη­τές δικαιο­λο­γού­σαν έτσι τις πρά­ξεις τους. Δεν λέει τίπο­τα για τις σφα­γές, για τον αφα­νι­σμό των ιθα­γε­νών και την κατα­λή­στευ­σή τους. Όμως, ο Ντε Χερέθ έχει ενσω­μα­τώ­σει κάποια στοι­χεία για τον πολι­τι­σμό των Ίνκας –ανα­πτύ­χθη­κε από τα νότια της σημε­ρι­νής Κολομ­βί­ας μέχρι την Κεντρι­κή Χιλή και από την ακτή του Ειρη­νι­κού μέχρι τη ζώνη των τρο­πι­κών δασών του Αμα­ζο­νί­ου — που, προ­φα­νώς δεν έμει­ναν απα­ρα­τή­ρη­τα, όπως η τελειό­τη­τα των δρό­μων και των κτι­ρί­ων, ο τρό­πος που δού­λευαν το χρυ­σό και το ασή­μι, το οργα­νω­τι­κό και πολι­τι­κό επί­πε­δο κλπ. Στοι­χεία που αντι­κρού­ουν το μύθο της κατω­τε­ρό­τη­τας και που γι’ αυτό το λόγο έπρε­πε να μεί­νουν κρυμ­μέ­να για το ανα­γνω­στι­κό κοι­νό στην μητρό­πο­λη. Η «φιλα­λή­θεια» έκρυ­βε πολ­λά ψέματα.

Μύθοι και τελετουργικά των Ίνκας

Η δεύ­τε­ρη εξι­στό­ρη­ση που περι­λαμ­βά­νει η έκδο­ση είναι αυτή του Κρι­στό­μπαλ ντε Μολί­να για τους μύθους και τελε­τουρ­γί­ες των Ίνκας. Ο Ντε Μολί­να ήταν ιερέ­ας, εφη­μέ­ριος στο Κού­σκο (πρω­τεύ­ου­σα των Ίνκας) για τρεις δεκα­ε­τί­ες (1555–1585) και μιλού­σε πολύ καλά τη γλώσ­σα κέτσουα. Η μερο­λη­ψία και αυτού του συγ­γρα­φέα φαί­νε­ται από την εισα­γω­γή: «Επει­δή στην εξι­στό­ρη­ση που απέ­δω­σα στην Εκλα­μπρό­τα­τη Μεγα­λειό­τη­τά σας σχε­τι­κά με τη συμπε­ρι­φο­ρά, την προ­έ­λευ­ση, τη ζωή και τα έθι­μα των Ίνκας, οι οποί­οι διε­τέ­λε­σαν ηγε­μό­νες τού­της εδώ της χώρας, καθώς και για το πόσοι ήσα­νε και ποιες ήσα­νε οι γυναί­κες τους και οι νόμοι που εθέ­σπι­σαν και οι πόλε­μοι που έκα­ναν και τα έθνη που εδού­λω­σαν, σε ορι­σμέ­να μέρη της εξι­στό­ρη­σης ανα­φέ­ρο­μαι, αν και όχι και πολύ εκτε­τα­μέ­να, στις τελε­τές και τις λατρεί­ες που επι­νό­η­σαν, πρέ­πον μου φαί­νε­ται την ώρα ετού­τη και μετά από δια­τα­γή της Αξιο­σέ­βα­στης Μεγα­λειό­τη­τάς σας, να μπω στον κόπο να μερι­μνή­σω περί αυτού για να γνω­ρί­σει η Αξιο­σέ­βα­στη Μεγα­λειό­τη­τά σας τις τελε­τές, τις λατρεί­ες και τις ειδω­λο­λα­τρί­ες που είχαν οι ινδιά­νοι αυτοί» (σελ. 159). Η ίδια η δια­τύ­πω­ση, η επι­λο­γή των όρων, όπως «ειδω­λο­λα­τρία» εμπε­ριέ­χει τη θέση του συγ­γρα­φέα ότι ο χρι­στια­νι­σμός είναι ανώ­τε­ρος και οι ειδω­λο­λά­τρες πρέ­πει να «διορ­θω­θούν». Ο χρι­στια­νι­σμός με τους ιερείς του από­στο­λους στα κατα­κτη­μέ­να ή υπό κατά­κτη­ση μέρη του κόσμου προς κατα­λή­στευ­ση και υπό­τα­ξη των ιθα­γε­νών πλη­θυ­σμών, ήταν πάντα το ισχυ­ρό και απα­ραί­τη­το δεξί χέρι των κατα­κτη­τών-αποι­κιο­κρα­τών, διό­τι αν θέλεις να υπο­τά­ξεις έναν λαό πρέ­πει να αλλο­τριώ­σεις τον πολι­τι­σμό, την ταυ­τό­τη­τα, τη συνεί­δη­ση, την ψυχή του.

Γενικευμένη σύγκρουση πολιτισμών 

Ωστό­σο, ο προ­ση­λυ­τι­σμός προς το χρι­στια­νι­σμό κάθε άλλο παρά απρό­σκο­πτος έγι­νε. Οι εξε­γέρ­σεις και οι συγκρού­σεις ήταν πολ­λές και αιμα­τη­ρές. Μετά από αιώ­νες επι­κρά­τη­σε ο καθο­λι­κι­σμός στη Νότια Αμε­ρι­κή, αλλά στον ιθα­γε­νή πλη­θυ­σμό, στο βαθ­μό που έγι­νε, με ισχυ­ρές επι­βιώ­σεις των παλαιών δικών τους θρη­σκειών, εθί­μων και ηθών. Οι περι­γρα­φές του Ντε Μολί­να είναι γλα­φυ­ρές. Στο κεφά­λαιο ΤΑΚΙ ΟΝΓΚΟΙ: ΛΟΙΜΟΣ ΚΑΙ ΣΤΑΣΗ δια­βά­ζου­με «Στην επαρ­χία του Παρι­να­κό­τσα, στην επι­σκο­πή του Κού­σκο, αυτός ο Λουίς ντε Ολι­βέ­ρα, εφη­μέ­ριος κεί­νης εκεί της επαρ­χί­ας, κατά­λα­βε πως όχι μόνο σε κεί­νη κει την επαρ­χία αλλά και σε όλες τις υπό­λοι­πες επαρ­χί­ες και πόλεις του Τσου­κι­κά­κα, του Λα Πας, του Κού­σκο, του Γουα­μάν­γκα και ακό­μα και στη Λίμα και την Αρι­κί­πα, οι πιο πολ­λοί απ’ αυτούς (τους Ινδιά­νους, Α.Ι.) είχα­νε οδη­γη­θεί σε πολύ μεγά­λες απο­στα­σί­ες, απο­μα­κρυ­νό­με­νοι από την καθο­λι­κή πίστη που είχα­νε δεχτεί και επι­στρέ­φο­ντας στην ειδω­λο­λα­τρία που μετέρ­χο­νταν τον και­ρό της απι­στί­ας τους. Δεν μπο­ρέ­σα­με να εξα­κρι­βώ­σου­με ποιος ιθύ­νων νους κρυ­βό­ταν πίσω απ’ αυτό το εγχεί­ρη­μα, υπο­ψί­ες μονά­χα και δια­δό­σεις υφί­στα­νται πώς το επι­νό­η­σαν οι μάγοι που στο Ουι­σκα­μπά­μπα είχα­νε οι Ίνκας, οι οποί­οι είχαν ξεση­κω­θεί εκεί πέρα, για­τί πίστευαν πως πιο αλη­θείς ήσαν οι δοξα­σί­ες που σ’ αυτό το βασί­λειο (…) το έτος εβδο­μή­ντα και όχι παλιό­τε­ρα, είχαν οι ινδιά­νοι, […] (σελ. 183/184). […] Σ’ αυτή την απο­στα­σία πίστευαν πως ο Θεός και Κύριός μας, είχε δημιουρ­γή­σει τους Ισπα­νούς και την Καστίλ­λη καθώς και τα ζώα και τα τρό­φι­μα της Καστίλ­λης. Αντί­θε­τα, οι γουά­κας είχαν δημιουρ­γή­σει τους ινδιά­νους καθώς και τού­τη τη γη και τις προ­μή­θειες που προη­γου­μέ­νως είχα­νε οι ινδιά­νοι, και έτσι αφαι­ρού­σαν από τον Κύριό μας την παντο­δυ­να­μία του. Εμφα­νί­στη­καν πολ­λοί κήρυ­κες ανά­με­σα στους ινδιά­νους, που αυτά εκή­ρυτ­ταν στα ορο­πέ­δια και στα χωριά. Κήρυτ­ταν την ανά­στα­ση αυτή των γουά­κας, λέγο­ντας πως οι γουά­κας περι­πλα­νιό­νταν στον αέρα διψα­σμέ­νες και θεο­νή­στι­κες για­τί οι ινδιά­νοι δεν τους πρό­σφε­ραν πια θυσί­ες, …, και πως είχαν σπεί­ρει φυτεί­ες ολό­κλη­ρες με σκου­λή­κια για να τα φυτέ­ψου­νε στις καρ­διές των Ισπα­νών και των κοπα­διών της Καστίλ­λης, καθώς και στ’ άλο­γα και τις καρ­διές των ινδιά­νων που παρα­μέ­νου­νε χρι­στια­νοί. Και πως ήταν οργι­σμέ­νες με όλους τους, για­τί είχα­νε βαφτι­στεί και πως θα ανα­γκά­ζο­νταν να τους σκο­τώ­σου­νε όλους τους αν δεν ξανα­γύ­ρι­ζαν σ’ αυτές, απο­κη­ρύσ­σο­ντας την καθο­λι­κή πίστη, […] (σελ. 184/185, υπο­γράμ­μι­ση δική μου, Α.Ι.) Παρα­κά­τω χαρα­κτη­ρί­ζο­νται οι στα­σια­στές «δαι­μο­νι­σμέ­νοι» και σύμ­φω­να με τον Ντε Μολί­να, έκα­ναν αυτή την «απο­στα­σία» για­τί πίστευαν ότι ο «Θεός και οι Ισπα­νοί  βρί­σκο­νταν στο χεί­λος της ήττας».

Η θρησκευτική επίφαση

Ο λόγος γίνε­ται για την εξέ­γερ­ση που είχε οργα­νώ­σει ενά­ντια στους Ισπα­νούς ο Ίνκα βασι­λιάς Μάν­κο Κάπακ ΙΙ –τον οποίο οι Ισπα­νοί είχαν στέ­ψει μόνο για να καθη­συ­χά­σουν τους Ίνκας —  στην Βιλ­κα­μπά­μπα το 1535 και την οποία οι Ισπα­νοί κλη­ρι­κοί ήθε­λαν να απο­δώ­σουν μόνο σε θρη­σκευ­τι­κά αίτια που τα παρου­σί­α­ζαν σαν γενι­κή απει­λή για το Στέμ­μα, ελπί­ζο­ντας μάλ­λον σε κοι­νω­νι­κά-πολι­τι­κά-εκκλη­σια­στι­κά οφέ­λη.  Ο Μάν­κο, όμως, δεν μπο­ρού­σε να ανε­χτεί την απάν­θρω­πη συμπε­ρι­φο­ρά των Ισπα­νών, απο­ποι­ή­θη­κε τον τίτλο του και εξε­γέρ­θη­κε. Οι Ισπα­νοί παρά τρί­χα γλί­τω­σαν την ήττα. Συμπε­ρα­σμα­τι­κά στο τέλος ο Ντε Μολί­να μιλά­ει για την απλοϊ­κό­τη­τα, το ευκο­λό­πι­στο αυτών των ινδιά­νων, που τόσο εύκο­λα παρα­σύ­ρο­νται στην απο­στα­σία και στο σφάλ­μα, αλλά και που μετά μετα­νο­ούν και εξο­μο­λο­γού­νται: «Μεγά­λος αριθ­μός ινδιά­νων, άντρες και γυναί­κες, υπάρ­χει που επει­δή έχου­νε κατα­νο­ή­σει πια την μεγά­λη προ­σβο­λή που γίνε­ται προς τον Κύριό μας μ’ αυτό, δεν το επι­τρέ­πουν με κανέ­ναν τρό­πο, αντί­θε­τα τους κατη­γο­ρούν ενώ­πιον των ιερέ­ων τους για να τιμω­ρη­θούν. Και αν υπήρ­χε κάποια παρα­δειγ­μα­τι­κή τιμω­ρία διά αυτούς τους μαγ­γα­νευ­τές, με τη φώτι­ση του Θεού, θα έπαυε το μεγά­λο αυτό κακό, παρ’ όλο που, όπως είπα, είναι πλέ­ον λιγο­στοί» (σελ. 188/189).

Ο Κρι­στό­μπαλ ντε Μολί­να συμ­με­τεί­χε στην επι­χεί­ρη­ση που οργά­νω­σε ο αντι­βα­σι­λέ­ας Τολέ­δο στο Περού μετα­ξύ 1569 και 1581. Ο Τολέ­δο επι­χεί­ρη­σε μια γενι­κή επι­θε­ώ­ρη­ση στην περιο­χή των Άνδε­ων, καθώς και μια έρευ­να στο ιστο­ρι­κό παρελ­θόν του Περού για να μάθει πως ζού­σαν οι λαοί του βασι­λεί­ου του Περού πριν από τους Ίνκας μιλώ­ντας, μάλι­στα, για την «ινκαϊ­κή τυραν­νία» (!). Ο Ντε Μολί­να, ωστό­σο, μοιά­ζει να κρα­τά­ει, όσο το δυνα­τόν, μια σχε­τι­κά ουδέ­τε­ρη από­στα­ση, για­τί το έργο του δεν απο­πνέ­ει το κλί­μα της συνε­χούς προ­σπά­θειας να απο­δει­χθεί η λεγό­με­νη «τυραν­νία των Ίνκας», όπως συνέ­βαι­νε σε πολ­λά άλλα έργα της επο­χής για ευνό­η­τους λόγους. Από τα παρα­πά­νω έργα πάντως η ιστο­ρι­κή αλή­θεια μαθαί­νε­ται και η εισα­γω­γή δίνει στον ανα­γνώ­στη ένα πολύ­τι­μο ιστο­ρι­κό υλι­κό, ενώ το παράρ­τη­μα με εικό­νες και σχέ­δια δίνει μια γλα­φυ­ρή ανα­πα­ρά­στα­ση εποχής.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο