Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Χαλβάς halvah _halwa …σουσάμι άνοιξε!

Χτες μετά την ανάρ­τη­ση περί νεζε­στέ, μου ήρθε στο messenger ένα σαρ­κα­στι­κό “Σε έπια­σα αδιά­βα­στο  _ ο νεζε­στές είναι ταυ­τι­σμέ­νος με το χαλ­βά Φαρ­σά­λων” ΟΚ ρε φίλε, αλλά είπα­με… να μην πάρου­με 1000 θερ­μί­δες τη μπουκιά.

Ας μιλή­σου­με λοι­πόν περί χαλ­βά­δων (αφή­νου­με για άλλη φορά τους “όλοι μαζί μπο­ρού­με” με τη νωθρή συμπε­ρι­φο­ρά αυτούς που ο λαός μας ονο­μά­ζει και λαπά­δες, ή νερό­βρα­στους) _οι συντα­γές μας στο τέλος

Ο χαλ­βάς (halvah, halwa, περ­σι­κά حلوا) είναι ένα είδος ανα­το­λί­τι­κου γλυ­κί­σμα­τος ευρέ­ως δια­δο­μέ­νου σε όλη τη Μέση Ανα­το­λή και τη Νότια Ασία που προ­έρ­χε­ται μάλ­λον από Περ­σία. Έχει να κάνει με μια ευρεία ποι­κι­λία συντα­γών (πάνω από 1000!!), πάστας\ζύμης που παρα­σκευά­ζε­ται από αλεύ­ρι, βού­τυ­ρο, λάδι, σαφράν, ροδό­νε­ρο, γάλα, κουρ­κου­μά και 100+άλλα καλού­δια με κάποιο γλυ­κα­ντι­κό (ζάχα­ρη συνή­θως, μέλι κλπ).
Η λέξη εισήλ­θε στην δυτι­κο­ευ­ρω­παϊ­κή ορο­λο­γία (λατι­νι­κό αλφά­βη­το) γύρω στα 1840 από την οθω­μα­νι­κή τουρ­κι­κή: حلوى, helva, τα αρα­βι­κά حلوى, εξευ­ρω­παϊ­σμέ­να: ḥalwā, ένα γλυκό_ γλυ­κό γλύ­κι­σμα. Η ρίζα στα αρα­βι­κά: ح ل و,: ḥ‑l-w, σημαί­νει «γλυ­κιά». Το αρχι­κό όνο­μα για το γλύ­κι­σμα ήταν περ­σι­κό: روغن خورديگ, rōγn xwardīg, που σημαί­νει “τρο­φή με λιπαρά”.

Ιστορία

Ο χαλ­βάς προ­έρ­χε­ται λοι­πόν από την Περ­σία (σημε­ρι­νό Ιράν). Ανα­φο­ρά στον χαλ­βά υπάρ­χει  τον 7ο αιώ­να, για ένα μείγ­μα πολ­το­ποι­η­μέ­νων χουρ­μά­δων με γάλα. Μέχρι τον 9ο αιώ­να, ο όρος εφαρ­μό­στη­κε σε πολ­λά είδη γλυ­κών, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νου του γνω­στού πλέ­ον ζαχα­ρού­χου μαγει­ρε­μέ­νου σιμι­γδα­λιού ή πάστας αλευ­ριού. Πολ­λές από τις προη­γού­με­νες περ­σι­κές συντα­γές τεκ­μη­ριώ­θη­καν στο αρα­βι­κό βιβλίο του 13ου αιώ­να Kitab al-Tabikh (Το Βιβλίο των πιά­των), καθώς και σε ένα ανώ­νυ­μο βιβλίο μαγει­ρι­κής από την Αλ Άνδα­λου του 13ου αιώ­να. Ο χαλ­βάς υιο­θε­τή­θη­κε από τους Οθω­μα­νούς Τούρ­κους, συμπε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νης μιας εκδο­χής με βάση το σου­σά­μι, και εξα­πλώ­θη­κε σε όλη την αυτο­κρα­το­ρία τους.

Τύποι

Τα περισ­σό­τε­ρα είδη χαλ­βά είναι σχε­τι­κά πυκνά γλυ­κί­σμα­τα με ζάχα­ρη ή μέλι. Ωστό­σο, η υφή τους ποι­κίλ­λει. Για παρά­δειγ­μα, η υφή του χαλ­βά με βάση το σιμι­γδά­λι μπο­ρεί να είναι σαν ένα λιπα­ρό υγρό κου­σκούς ή κάτι ζελα­τι­νώ­δες και ημι­δια­φα­νές, ενώ με βάση το σου­σά­μι είναι πιο στε­γνός και εύθρυπτος.

  • Χαλ­βάς με βάση δημητριακά

Φτιά­χνε­ται γενι­κά φρυ­γα­νί­ζο­ντας αλεύ­ρι ή άμυ­λο καλα­μπο­κιού σε λάδι, ανα­κα­τεύ­ο­ντάς το σε ένα τσου­κά­λι (σήμε­ρα αντι­κολ­λη­τι­κό σκεύ­ος) και στη συνέ­χεια ανα­μει­γνύ­ο­ντας το σιρό­πι _Το καλα­μπό­κι χρη­σι­μο­ποιεί­ται σπά­νια (πλην Φαρ­σά­λων και Σου­τζού­κι\ Λου­κού­μι Μού­στου με καρύ­δι και σου­σά­μι). Τα πιά­τα που παρα­σκευά­ζο­νται από σιμι­γδά­λι σίτου περι­λαμ­βά­νουν το suji ka halwa (sooji sheera, rawa sheera) στην Ινδία και το irmik helvası στην Τουρ­κία, που σοτά­ρε­ται σε κάποιο λίπος (λάδι ή βού­τυ­ρο), στο οποίο προ­στί­θε­ται νερό ή γάλα και ζάχα­ρη για να δημιουρ­γη­θεί η προ­τι­μώ­με­νη γεύ­ση και συνοχή.
Ο χαλ­βάς από ρυζά­λευ­ρο με βάση τα γαλα­κτο­κο­μι­κά, γνω­στός ως χαλά­ουα Pathein, θεω­ρεί­ται μια βιρ­μα­νι­κή λιχου­διά εγγε­νής στην ομώ­νυ­μη πόλη.

    • Σουσάμι_ ταχί­νι

Ο χαλ­βάς σου­σα­μιού είναι δημο­φι­λής στα Βαλ­κά­νια, τη Μέση Ανα­το­λή και άλλες περιο­χές γύρω από τη Μεσό­γειο Θάλασ­σα αλλά και την Πολω­νία. Τα κύρια συστα­τι­κά αυτού του γλυ­κί­σμα­τος είναι το βού­τυ­ρο ή η πάστα σου­σα­μιού (ταχί­νι) και η ζάχα­ρη, η γλυ­κό­ζη ή το μέλι. Το Σαπου­νό­χορ­το _«erq al halaweh στα αρα­βι­κά· çöven στα τουρ­κι­κά, με ασπρά­δι αυγού ή αρω­μα­τι­κά φύλ­λα  προ­στί­θε­ται σε ορι­σμέ­νες συντα­γές για να μειώ­σουν την αίσθη­ση λαδί­λας στο μείγ­μα δημιουρ­γώ­ντας νέα  χαρα­κτη­ρι­στι­κή υφή στο γλύ­κι­σμα που προ­κύ­πτει. Άλλα συστα­τι­κά και αρώ­μα­τα, όπως φιστί­κια Αιγί­νης, σκό­νη κακάο, χυμός πορ­το­κα­λιού, βανί­λια ή σοκο­λά­τα προ­στί­θε­νται συχνά στη βάση ταχί­νι και ζάχαρης.

      • Ηλιο­τρό­πιο

Ο χαλ­βάς ηλί­αν­θου είναι δημο­φι­λής στις χώρες της πρώ­ην Σοβιε­τι­κής Ένω­σης καθώς και στη Βουλ­γα­ρία και τη Ρου­μα­νία. Φτιά­χνε­ται από καβουρ­δι­σμέ­νους αλε­σμέ­νους ηλιό­σπο­ρους αντί για σου­σά­μι. Μπο­ρεί να περι­λαμ­βά­νει άλλα συστα­τι­κά, όπως ξηρούς καρ­πούς, σκό­νη κακάο ή βανί­λια.  Παλιό­τε­ρα _πριν τον ιμπε­ρια­λι­στι­κό πόλε­μο ~4–5 χιλιά­δες τόνοι χαλ­βά ηλί­αν­θου παρά­γο­νταν από την Ουκρα­νία ετησίως.

 

      • Φιστί­κια

Στην Αργε­ντι­νή, Έλλη­νες μετα­νά­στες στις αρχές του 20ού αιώ­να δημιούρ­γη­σαν ένα είδος χαλ­βά που ονο­μα­ζό­ταν mantecol από φυστι­κο­βού­τυ­ρο, που σήμε­ρα κυκλο­φο­ρεί στο εμπό­ριο με το όνο­μα Mantecol και επί­σης Nucrem, που ακό­μη σήμε­ρα κατα­να­λώ­νε­ται ευρέ­ως στη χώρα.

      • Χαλ­βάς floss

Το Pişmaniye (τουρ­κι­κά) _χαλβάς με κλω­στές είναι ένα παρα­δο­σια­κό γλυ­κό, που παρα­σκευά­ζε­ται στο Kocaeli της Τουρ­κί­ας, το οποίο φτιά­χνε­ται με ενσω­μά­τω­ση λεπτών κλώ­νων χαλ­βά σε ένα ελα­φρύ γλύ­κι­σμα. Κυρί­ως από αλεύ­ρι σίτου και ζάχα­ρη, τα νήμα­τα τυλί­γο­νται συνε­χώς σε σχή­μα μπά­λας και στη συνέ­χεια συμπιέ­ζο­νται. Το απο­τέ­λε­σμα είναι ένας χαλ­βάς με ελα­φριά σύστα­ση, παρό­μοια με το μαλ­λί της γριάς. Ο χαλ­βάς floss βγαί­νει σε κανο­νι­κές γεύ­σεις και επί­σης φιστι­κιού, ενώ υπάρ­χουν και μάρ­κες με πιστο­ποι­ή­σεις halal ή kosher.
Μια παρό­μοια έκδο­ση χαλ­βά με βάση το ρεβί­θι είναι δημο­φι­λής στη Βόρεια Ινδία. Τεί­νει να είναι ελα­φρώς πιο πυκνό και συχνά ανα­φέ­ρε­ται ως patisa ή sohan papdi. Στην κινέ­ζι­κη κου­ζί­να, μια καρα­μέ­λα που μοιά­ζει με νήμα, παρό­μοια με το pişmaniye ή τον χαλ­βά πασμάκ, γνω­στή ως καρα­μέ­λα με γενειά­δα δρά­κου, τρώ­γε­ται ως σνακ ή επιδόρπιο.

 

Μια ακα­τέρ­γα­στη εκδο­χή του χαλ­βά έχει επί­σης γίνει δημο­φι­λής μετα­ξύ των υπο­στη­ρι­κτών της δίαι­τας με ωμές τρο­φές. Σε αυτή την έκδο­ση, ένα μείγ­μα από ακα­τέρ­γα­στο ταχί­νι σου­σα­μιού, ωμά αμύ­γδα­λα, νέκταρ αγαύ­ης και αλά­τι ανα­μει­γνύ­ο­νται μαζί και ψύχο­νται για να σφίξουν.

Πολιτιστικές
και εθνικές παραλλαγές

  • Αζερ­μπαϊ­τζάν

Şəki halvası: Μια τοπι­κή παραλ­λα­γή είναι από το Sheki μια στρω­μα­το­ποι­η­μέ­νη ζύμη σε στιλ μπα­κλα­βά με μείγ­μα καρυ­κευ­μά­των και με σταυ­ρω­τά σχέ­δια ενός κόκ­κι­νου σιρο­πιού από σαφράν, απο­ξη­ρα­μέ­νο καρό­το και παντζάρι.

  • Ινδία

Η Ινδία έχει πολ­λά είδη χαλ­βά, μερι­κά μονα­δι­κά σε συγκε­κρι­μέ­νες περιο­χές της χώρας. Είναι ένα από τα δημο­φι­λή γλυ­κά της που συνή­θως παρα­σκευά­ζε­ται από σιμι­γδά­λι _χαλβάς sooji (σχή­μα­τα δια­μα­ντιών), χαλ­βάς chana (ελα­φροί κύκλοι) gajar halva (μαύ­ροι κύκλοι) και

  • Sooji halwa

Η πόλη Bhatkal στην παρά­κτια Καρ­να­τά­κα είναι διά­ση­μη για τη μονα­δι­κή Banana Halwa της που είναι εμπο­τι­σμέ­νη με ολό­κλη­ρα κάσιους, φιστί­κι Αιγί­νης ή αμύ­γδα­λα. Αυτό το είδος αυθε­ντι­κού χαλ­βά είναι σπε­σια­λι­τέ των μου­σουλ­μά­νων αυτής της πόλης. Η κου­ζί­να των Ουντού­πι έχει χαλ­βά φτιαγ­μέ­να από μπα­νά­να, σιτά­ρι, …γου­ρου­νό­που­λο τζακ­φού­ιτ κ.λπ. (σσ. Το jackfruit είναι ο καρ­πός ενός είδους δέντρου της οικο­γέ­νειας συκο­μου­ριάς, που φτά­νει τα 55 κιλά, 90 cm μήκος και 50 διάμετρο!!)

Εικά­ζε­ται ότι ο Halva (ή Halwa) συν­δέ­ε­ται με τις ινδι­κές παρα­δό­σεις και τον πολι­τι­σμό, γρα­πτά αρχεία γλυ­κών από το Mānasollāsa (σσ. γνω­στό και ως Abhilashitartha Chintamani, είναι ένα σαν­σκρι­τι­κό κεί­με­νο των αρχών του 12ου αιώ­να που συντέ­θη­κε από τον βασι­λιά Kalyani Chalukya Someshvara III, ο οποί­ος βασί­λευε στη σημε­ρι­νή Καρ­να­τά­κα) δεί­χνουν ότι ο χαλ­βάς με σιμι­γδά­λι, η πιο δημο­φι­λής μορ­φή χαλ­βά στην Ινδία, ήταν ήδη γνω­στός _αναφέρει ένα γλυ­κό που ονο­μά­ζε­ται shali-anna, με βάση το σιμι­γδά­λι, γνω­στό σήμε­ρα ως Kesari στη Νότια Ινδία.

 

 

 

Το Tirunelveli στο Ταμίλ Ναντού είναι γνω­στό για το χαλ­βά σιτα­ριού. Η παρα­σκευή του είναι μια επί­πο­νη δια­δι­κα­σία που «βλέ­πει σιγά σιγά αυτό το γλυ­κό να εξα­φα­νί­ζε­ται». Σε αντί­θε­ση με άλλα, το επι­πλέ­ον λίπος δεν στραγ­γί­ζε­ται αλλά σχη­μα­τί­ζει ένα εξω­τε­ρι­κό στρώ­μα, που αυξά­νει τη διάρ­κεια ζωής του χαλ­βά. Οι ντό­πιοι απο­δί­δουν τη μονα­δι­κή γεύ­ση του χαλ­βά στο νερό του Θαμι­ρα­μπα­ρά­νι (σσ. Thamirabarani ή Tamraparni ή Porunai είναι ένας μεγά­λος ποτα­μός 128 χλμ)

    • Μαύ­ρος χαλ­βάς από την Κερά­λα

Η ιστο­ρία του Kozhikode Halwa στην Κερά­λα ανά­γε­ται στην επο­χή του Zamorin (σσ. παλιού ηγε­μό­να και μονάρ­χη του Βασι­λεί­ου του Kozhikode στην περιο­χή του νότιου Malabar της Ινδί­ας). Ο Zamorin κάλε­σε σεφ από το Γκου­τζα­ράτ να ετοι­μά­σουν χαλ­βά για τη βασι­λι­κή τους γιορ­τή. Τους παρα­χω­ρή­θη­καν επί­σης θέσεις για να μεί­νουν δίπλα στη βασι­λι­κή κου­ζί­να. Αυτός ο οικι­σμός εξε­λί­χθη­κε αργό­τε­ρα ως οδός γλυ­κο­πω­λη­τών, σήμε­ρα γνω­στή ως οδός SM ή Mittayitheruvu (γλυ­κός δρό­μος). Το Kozhikode halwa είναι φτιαγ­μέ­νο από αγνό λάδι καρύ­δας, όχι από λίπη και _λένε χτί­ζει επί­σης θρη­σκευ­τι­κή αρμο­νία. Οι θια­σώ­τες του Ayyappa από τις γει­το­νι­κές πολι­τεί­ες Καρ­να­τά­κα και Άντρα Πρα­ντές αγο­ρά­ζουν χαλ­βά και πατα­τά­κια όπως το πρα­σα­ντάμ (ιερό φαγη­τό). Τα μοι­ρά­ζουν στους γεί­το­νες και τους φίλους τους, που τα κατα­να­λώ­νουν με θρη­σκευ­τι­κό ζήλο.

 

      • Ιράν

Στο Ιράν, ο χαλ­βάς ανα­φέ­ρε­ται συνή­θως σε ένα σχε­τι­κό γλύ­κι­σμα που παρα­σκευά­ζε­ται από αλεύ­ρι σίτου με βού­τυ­ρο και αρω­μα­τί­ζε­ται με σαφράν και ροδό­νε­ρο. Το τελι­κό προ­ϊ­όν έχει κίτρι­νο χρώ­μα ή καφέ ή σκού­ρο καφέ και απλώ­νε­ται αραιός σε πια­τέ­λα μέχρι να στε­γνώ­σει. Συνή­θως σερ­βί­ρε­ται σε γαμή­λιες γιορ­τές, θρη­σκευ­τι­κές τελε­τές και κηδεί­ες. Πια­τέ­λες χαλ­βά σερ­βί­ρο­νται με κέικ, μια που­τί­γκα ζελέ και κοτό­που­λα σε ιρα­νι­κούς γάμους

Το Halva Ardeh είναι ο ιρα­νι­κός όρος για τον χαλ­βά με βάση το ταχί­νι και μπο­ρεί να περι­λαμ­βά­νει ή όχι ολό­κλη­ρα φιστί­κια Αιγί­νης. Το Ardeh είναι επε­ξερ­γα­σμέ­νο σου­σά­μι σε μορ­φή πάστας, που συνή­θως γλυ­καί­νε­ται με σιρόπι.

  • Ισρα­ήλ

Ο χαλ­βάς με ταχί­νι είναι πολύ δημο­φι­λής στο Ισρα­ήλ και μετα­ξύ των Εβραί­ων της δια­σπο­ράς. Φτιά­χνε­ται από ταχί­νι σου­σα­μιού και ζάχα­ρη και πωλεί­ται σε πλά­κες, με ή χωρίς καρύ­δια. Η βανί­λια, ή βανί­λια με σοκο­λα­τέ­νιους στρο­βί­λους είναι από τα πιο κοι­νά είδη, αλλά υπάρ­χουν πολ­λές δια­φο­ρε­τι­κές ποι­κι­λί­ες. Ο χαλ­βάς είναι παρέ­βε (σσ. Στο kashrut, τους δια­τρο­φι­κούς νόμους του Ιου­δαϊ­σμού, το pareve είναι ταξι­νό­μη­ση βρώ­σι­μων ουσιών που δεν περιέ­χουν ούτε γαλα­κτο­κο­μι­κά ούτε συστα­τι­κά κρέ­α­τος. Τα τρό­φι­μα αυτής της κατη­γο­ρί­ας περι­λαμ­βά­νουν όλα τα είδη που ανα­πτύσ­σο­νται από το έδα­φος, ψάρια, αυγά και μη βιο­λο­γι­κά βρώ­σι­μα είδη). Σερ­βί­ρε­ται συχνά ως συστα­τι­κό πρω­ι­νού σε ισραη­λι­νά ξενο­δο­χεία, και χρη­σι­μο­ποιεί­ται ακό­μη και σε εξει­δι­κευ­μέ­να παγωτά.

 

  • Μιαν­μάρ (Βιρ­μα­νία)

Το halawa ανα­φέ­ρε­ται γενι­κά σε ένα τοπι­κό γλύ­κι­σμα που παρα­σκευά­ζε­ται με κολ­λώ­δες αλεύ­ρι ρυζιού, με προ­έ­λευ­ση από το αλεύ­ρι ζαχα­ρο­πλα­στι­κής . Ένα άλλο δημο­φι­λές γλύ­κι­σμα με βάση το σιμι­γδά­λι, το οποίο είναι γνω­στό ως sooji halawa στην Ινδία, ονο­μά­ζε­ται στη Μιαν­μάρ sanwin makin.

  • Τουρ­κία

Στην Τουρ­κία ο χαλ­βάς σερ­βί­ρε­ται για ειδι­κές περι­στά­σεις όπως γεν­νή­σεις, περι­το­μές, γάμους και θρη­σκευ­τι­κές συγκε­ντρώ­σεις. Η παρά­δο­ση είναι ο σιμι­γδα­λέ­νιος χαλ­βάς να σερ­βί­ρε­ται στις κηδεί­ες, όταν κάποιος φεύ­γει ή επι­στρέ­φει από το Χατζ και κατά τη διάρ­κεια του Ραμαζανιού.
Για το λόγο αυτό ο χαλ­βάς (un) από αλεύ­ρι λέγε­ται και στα τούρ­κι­κα ölü helvası, που σημαί­νει «χαλ­βάς των νεκρών». Η έκφρα­ση «ψήνω χαλ­βά για κάποιον» υπο­δη­λώ­νει ότι ο ανα­φε­ρό­με­νος έχει πεθάνει.

  • Ηνω­μέ­νες Πολιτείες

Ο χαλ­βάς μπο­ρεί να βρε­θεί σε εθνι­κά ινδι­κά, εβραϊ­κά, αρα­βι­κά, περ­σι­κά, ελλη­νι­κά _φυσικά, βαλ­κα­νι­κά και τουρ­κι­κά κατα­στή­μα­τα και ντε­λι­κα­τέ­σεν. Προ­σφέ­ρε­ται όλο και περισ­σό­τε­ρο από πολυ­τε­λή εστια­τό­ρια σε ορι­σμέ­νες περιο­χές. Εκτός από το ότι εισά­γε­ται, κατα­σκευά­ζε­ται κιό­λας στις ΗΠΑ, με τον μεγα­λύ­τε­ρο παρα­γω­γό την Joyva στο Μπρούκλιν.

Χαλβάς Φαρσάλων  _“σαπουνέ”

Μια εύκο­λη συντα­γή σε 15λ _ 6–10 μερί­δες, ανα­λό­γως λαιμαργίας

  • 900ml-1lt νερό
  • 500gr ζάχα­ρη
  • 100gr σπο­ρέ­λαιο (ηλιέ­λαιο, ή αρα­βο­σι­τέ­λαιο _μην πάρε φτηνιάρικο)
  • 240gr. νεζε­στέ _κορν φλά­ουαρ δλδ
  • 1 πρέ­ζα αλά­τι (δεν υπάρ­χει γλυ­κό χωρίς αλά­τι και αλμυ­ρό χωρίς ζάχαρη)
  • 300 gr. κρυ­σταλ­λι­κή ζάχα­ρη, για την καρα­μέ­λα (το 1/3 ‚μπο­ρεί να είναι μαύρη)
  • 2 κ.σ. χοντρή ζάχα­ρη, για το πασπάλισμα
  • 150 gr. αμύ­γδα­λα, καβουρδισμένα 
    • Για το σερ­βί­ρι­σμα φύλ­λα δυόσμου
  1. Βάζου­με βαθύ αντι­κολ­λη­τι­κό τηγά­νι στη φωτιά να κάψει.
  2. Σε μπολ προ­σθέ­του­με το νερό, την ζάχα­ρη και ανα­κα­τεύ­ου­με με ένα σύρμα.
  3. Ρίχνου­με σπο­ρέ­λαιο, κορν φλά­ουρ και συνε­χί­ζου­με να ανα­κα­τεύ­ου­με για να δια­λυ­θεί το νεζε­στέ _ Προ­σθέ­του­με αλάτι.
  4. Βάζου­με στο τηγά­νι λίγη από τη ζάχα­ρη για την καρα­μέ­λα και ανακατεύουμε.
  5. Προ­σθέ­του­με σε δόσεις την υπό­λοι­πη ζάχα­ρη για την καρα­μέ­λα και ανα­κα­τεύ­ου­με να λιώ­σει και να πάρει χρώμα.
  6. Όταν η καρα­μέ­λα είναι έτοι­μη την αφαι­ρού­με από τη φωτιά και ρίχνου­με στο τηγά­νι όλο το μείγ­μα από το μπολ.
  7. Βάζου­με το μείγ­μα στη φωτιά. Ανα­κα­τεύ­ου­με και ψήνου­με για 5–10λ να λιώ­σει η καρα­μέ­λα και να ομο­γε­νο­ποι­η­θεί το μείγμα.
  8. Όταν ο χαλ­βάς πήξει και πάρει χρώ­μα, προ­σθέ­του­με τα καβουρ­δι­σμέ­να αμύ­γδα­λα, ανα­κα­τεύ­ου­με συνε­χώς και γυρί­ζου­με για να ψηθεί το μείγ­μα και από τις δύο πλευρές.
  9. Όταν είναι έτοι­μος τον μετα­φέ­ρου­με σε ένα ταψί 35x25 ή αντί­στοι­χο στρογ­γυ­λό. Τον απλώ­νου­με, όσο είναι ζεστός, για να καλύ­ψει όλη την επιφάνεια.
  10. Πασπα­λί­ζου­με με κρυ­σταλ­λι­κή ζάχα­ρη. Καί­με την επι­φά­νεια με φλό­γι­στρο για να καρα­με­λώ­σει και τον αφή­νου­με να κρυώσει.

Σουτζούκ  λουκούμ

  • 600gr. καρύ­δια
  • 500gr. ζάχα­ρη και έξτρα 300 γραμμάρια
  • 100ml Ηλιέ­λαιο
  • 240gr. κορν φλά­ουρ — νεζε­στές
  • ½ κ.γ. κανέλλα
  • ¼ κ.γ. γαρύφαλλο
  • 1 lt νερό
  • Ελαιό­λα­δο, για τη μεμβράνη
  • Ζάχα­ρη άχνη για το σερβίρισμα
    1. Αδειά­ζου­με τα καρύ­δια 1 μέρα πριν σε ένα μεγά­λο μπολ, το γεμί­ζου­με με νερό μέχρι να καλυ­φθούν και τα αφή­νου­με να μου­λιά­σουν. Την επό­με­νη, τα ξεπλέ­νου­με και τα στραγ­γί­ζου­με πολύ καλά σε ένα σου­ρω­τή­ρι, να φύγει η υγρασία.
  1. Μόλις είναι έτοι­μα, παίρ­νου­με βελό­να και κλω­στή ~20 εκ. και περ­νά­με τα καρύ­δια ώστε να δημιουρ­γή­σου­με μία σει­ρά όπου το ένα θα εφά­πτε­ται με το άλλο.
  2. Αφού περά­σου­με και το τελευ­ταίο, δημιουρ­γού­με 2 κόμπους στις 2 άκρες για να μη φύγουν, αφή­νο­ντας λίγη κλω­στή στη μία άκρη ώστε να μπο­ρέ­σου­με να τα κρε­μά­σου­με. Ακο­λου­θού­με την ίδια δια­δι­κα­σία και για τα υπόλοιπα.
  3. Σε μπολ αδειά­ζου­με το νερό, 500gr. ζάχα­ρη κρυ­σταλ­λι­κή, το corn flour, το ηλιέ­λαιο και ανα­κα­τεύ­ου­με με σύρ­μα, μέχρι να δια­λυ­θεί τελεί­ως το νεζε­στέ.
  4. Βάζου­με μία κατσα­ρό­λα σε μέτρια φωτιά και με μία ξύλι­νη κου­τά­λα ρίχνου­με σε δόσεις τα υπό­λοι­πα 300gr. ζάχα­ρης. Περι­μέ­νου­με η κάθε δόση ζάχα­ρης να καρα­με­λώ­σει προ­τού ρίξου­με την επό­με­νη και προ­σέ­χου­με να ανα­κα­τεύ­ου­με συνεχώς.
  5. Μόλις καρα­με­λώ­σει όλη η ζάχα­ρη, σβή­νου­με τη φωτιά και ρίχνου­με το μείγ­μα με το νερό, τη ζάχα­ρη, το κορν φλά­ουρ και το ηλιέ­λαιο _σε δόσεις σιγά σιγά με μία βαθιά κου­τά­λα ανα­κα­τεύ­ο­ντας συνεχώς.
  6. Ανά­βου­με ξανά τη φωτιά στο μέτριο και ανα­κα­τεύ­ου­με συνε­χώς μέχρι να μας πήξει τελεί­ως. Μόλις απο­κτή­σει μεγά­λη θερ­μο­κρα­σία, σβή­νου­με τη φωτιά και ανα­κα­τεύ­ου­με λίγο ακό­μα μέχρι να δέσει καλά-καλά.
  7. Μόλις δέσει, τοπο­θε­τού­με στον πάγκο εργα­σία μας λίγη μεμ­βρά­νη, τη λαδώ­νου­με ελα­φρά, βάζου­με 3–4 κ.σ από το μείγ­μα, το απλώ­νου­με ομοιό­μορ­φα ώστε να χωρέ­σει η κλω­στή με τα καρύδια.
  8. Αμέ­σως μετά, τοπο­θε­τού­με την κλω­στή πάνω στον πάγκο μας, ρίχνου­με άλλες 3–4 κ.σ. από το μείγ­μα από πάνω, ρολά­ρου­με με τη βοή­θεια της μεμ­βρά­νης, πιέ­ζου­με ελα­φρά και δίνου­με σχή­μα μακρόστενο.
  9. Έπει­τα, αφή­νου­με στην άκρη να κρυώ­σει και ακο­λου­θού­με την ίδια δια­δι­κα­σία και για τα υπό­λοι­πα καρύ­δια. Μόλις είναι έτοι­μα, ρίχνου­με σε ένα πιά­το ζάχα­ρη άχνη, τοπο­θε­τού­με τα ρολά­κια που φτιά­ξα­με σε αυτό και ρολά­ρου­με ώστε να πάει η ζάχα­ρη άχνη παντού.
  10. Τέλος, τρα­βά­με την κλω­στή, κόβου­με το σου­τζούκ λου­κούμ σε κομ­μά­τια και σερβίρουμε.

Καλή όρεξη κατά βούληση!

Η αλάνθαστη συνταγή 1–2‑3–4_5

Συντα­γές για σιμι­γδα­λέ­νιο χαλ­βά υπάρ­χουν αρκε­τές, η πιο κλα­σι­κή και η πιο εγγυ­η­μέ­νη είναι αδιαμ­φι­σβή­τη­τα η παρα­δο­σια­κή για χαλ­βά σιμι­γδα­λέ­νιο _απλή με εγγυ­η­μέ­νη επι­τυ­χία. Πάρ­τε την σαν βάση και πει­ρα­μα­τι­στεί­τε εμπλου­τί­ζο­ντας το χαλ­βά σας με …χρώ­μα­τα κι αρώ­μα­τα (κου­κου­νά­ρι και στα­φί­δες,  ξύσμα πορ­το­κα­λιού και κανέ­λα _ακόμη και επι­κά­λυ­ψη σοκο­λά­τας _έλεος!).

  • 1 ποτή­ρι λάδι (προ­σω­πι­κά χρη­σι­μο­ποιώ έξτρα παρ­θέ­νο ελαιό­λα­δο _εσείς ό,τι σας πάει πιο πολύ
  • 2 ποτή­ρια σιμι­γδά­λι (εγώ βάζω μόνο χοντρό, εσείς προ­σθέ­στε και ψιλό _όσο πιο πολύ τόσο πιο “σαπου­νέ”)
  • 3 ποτή­ρια ζάχα­ρη (αυτό λέει η συντα­γή, εγώ βάζω 2 και προ­σθέ­τω 3 κου­τα­λιές μέλι παραγωγού)
  • 4 ποτή­ρια νερό

Εκτέλεση σε 5λ

Η συντα­γή ενώ είναι απλή απαι­τεί να γίνουν ταυ­τό­χρο­να σχε­δόν δύο εκτελέσεις.

  1. Ξεκι­νή­στε με την παρα­σκευή του σιροπιού. 
    1. Σε μια κατσα­ρό­λα βάλ­τε το νερό και τη ζάχα­ρη, μαζί με μια φέτα λεμό­νι, μέχρι να βρά­σουν σε σιρόπι.
  2. Εντω­με­τα­ξύ, σε άλλη κατσα­ρό­λα βάζε­τε το λάδι να κάψει και ρίχνε­τε το σιμι­γδά­λι για να το καβουρ­δί­σε­τε. Προ­σο­χή! Δεν πρέ­πει ούτε λίγο, ούτε πολύ καβούρ­δι­σμα, το ιδα­νι­κό απο­τέ­λε­σμα το δίνει ένα μέτριο καβούρδισμα.
  3. Σβή­νου­με το μάτι και στο μείγ­μα σιμι­γδα­λιού-λαδιού ρίχνου­με το καυ­τό σιρόπι.
  4. Απο­σύ­ρου­με από τη φωτιά και ανακατεύουμε.
  5. Στο σημείο αυτό και πριν σφί­ξει ο χαλ­βάς προ­σθέ­του­με ότι επι­πλέ­ον επι­θυ­μού­με για να του δώσου­με έξτρα γεύση.
  6. Βάζου­με το χαλ­βά σε φόρ­μα και αφή­νου­με να σφί­ξει για 20 λεπτά.
  7. Ξεφορ­μά­ρου­με και σερβίρουμε.
  8. Μυστι­κά για τέλειο χαλ­βά σιμιγδαλένιο 
    1. Είναι πολύ σημα­ντι­κό ο χαλ­βάς να είναι μει­κτός, ψιλός και χοντρός. Αν είναι μόνο ψιλό το σιμι­γδά­λι το απο­τέ­λε­σμα είναι τελεί­ως κρε­μώ­δες και αν είναι μόνο χοντρό δίνει ένα απο­τέ­λε­σμα που στην υφή ενο­χλεί, καθώς είναι έντο­νοι οι κόκκοι.
    2. Χρειά­ζε­ται προ­σο­χή στο καβούρ­δι­μα: Αν καβουρ­δί­σε­τε ελά­χι­στα ο χαλ­βάς θα γίνει επί­σης σαν κρέ­μα, ενώ αν καβουρ­δί­σε­τε πολύ ο χαλ­βάς θα πάρει έντο­νο χρώ­μα, θα γίνει πιο στε­γνός και ενδε­χο­μέ­νως θα αλλά­ξει και η γεύση

Βήμα 5ο
Απολαύστε με ρέγουλα!

 

 

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο