Με σύνθημα «Μπολσονάρο ποτέ ξανά», οι Βραζιλιάνοι βάλουν για πολλοστή φορά κατά του φασιστοειδούς προέδρου με την επιδείνωση των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών στη χώρα, να αγγίζει το αβάσταχτο για τη λαϊκή οικογένεια.
Λαϊκά, κοινωνικά και συνδικαλιστικά κινήματα πραγματοποιούν μεγάλες διαδηλώσεις από το πρωί σήμερα σε πάνω από 72 πόλεις της χώρας κατά της κυβέρνησης του Ζαΐρ Μπολσονάρο με αιχμή την αύξηση των καυσίμων και της βενζίνης, παράλληλα με την υψηλή ανεργία την παραπέρα φτωχοποίηση και την επιστροφή της πείνας στη χώρα
Σύμφωνα με τον Ricardo Moresi, γενικό συντονιστή του Συνδικάτου Εργαζομένων του Ομοσπονδιακού Πανεπιστημίου του Alagoas (Sintufal), οι συνδικαλιστικές οντότητες και ο βραζιλιάνικος λαός δεν μπορούν πλέον να ανέχονται όλα τα κακά που φέρνει αυτή η κυβέρνηση στον λαό.
Για τον Jailton Lira, πρόεδρο της Ένωσης Καθηγητών του Ομοσπονδιακού Πανεπιστημίου του Alagoas (Adufal), η κυβέρνηση Μπολσονάρο έχει «χρηματοδοτήσει» μια σειρά από ανθρωπιστικές καταστροφές, συμπεριλαμβανομένης της πανδημίας, της καταβαράθρωσης σημαντικών δημόσιων πολιτικών στον τομέα υγείας, εκπαίδευσης και ασφάλειας των πολιτών.
Στην πόλη Μπαντεϊράντες, όπου ο Μπολσονάρο σκοπεύει να φτάσει με εποχούμενος σε παράτα, οργανώσεις κοινωνικού κινήματος, κόμματα και λαϊκές ομάδες κάλεσαν σήμερα το πρωί τη διαδήλωση «Μπολσονάρο ποτέ ξανά» από τις 9 το πρωί.
Οι εκδηλώσεις #BolsonaroNuncaMais, που διοργανώνονται από φορείς όπως η γενική συνομοσπονδία εργαζόμενων (Brasília Central Única dos Trabalhadores) CUT και τα λαϊκά κινήματα που απαρτίζουν τα μέτωπα Popular Brasil και Povo Sem Medo — FPSM, έχουν ήδη επιβεβαιωθεί σε τουλάχιστον72 πόλεις.
«Αυτή η χρονιά είναι καθοριστική για τις ζωές μας, είναι η χρονιά που θα καθορίσει το μέλλον που θέλουμε για τη χώρα μας, για εμάς, τις οικογένειές μας και όλο τον βραζιλιάνικο λαό» – προειδοποίησε η Γενική Γραμματέας του CUT, Carmen Foro.
«Για αυτόν τον λόγο, το να είμαστε στους δρόμους διαμαρτυρόμενοι και καταγγέλλοντας την κυβέρνηση Μπολσονάρο, εκτός από πράξη αντίστασης, είναι μια πράξη ευαισθητοποίησης του λαού για την τραγωδία που βιώνουμε», δήλωσε η ηγέτης.
Οι διαμαρτυρίες είναι το αποτέλεσμα ενός συντονισμού ενάντια στην πολιτική της Μπολσονάρο for Bolsonaro, οντότητας που συγκεντρώνει διάφορα κινήματα, μέτωπα αγώνα και εργατικά συνδικάτα, με εθνική αυτή τη φορά κινητοποίηση που καταγγέλλει με πορείες στους κεντρικούς δρόμους της χώρας τη σοβαρότητα της οικονομικής, κοινωνικής, περιβαλλοντικής και πολιτιστικής κρίσης που μαστίζει τη Βραζιλία.
Ο Raimundo Bonfim, εθνικός συντονιστής της CMP, επεσήμανε ότι οι άνθρωποι είναι απελπισμένοι επειδή δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις διαδοχικές αυξήσεις στους λογαριασμούς για ρεύμα, φυσικό αέριο για μαγείρεμα, καύσιμα, φάρμακα και τρόφιμα.
«Η Βραζιλία δεν αντέχει άλλο την ανευθυνότητα, τα εγκλήματα, τη φρίκη και την απανθρωπιά που ασκεί η κυβέρνηση. Ο Μπολσονάρο διέλυσε τη χώρα και θα αφήσει μια κληρονομιά καταστροφής για τον πληθυσμό της Βραζιλίας και τους μελλοντικούς ηγέτες που θα τον διαδεχθούν από το επόμενο έτος», είπε.
«Δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις για την καταπολέμηση της πείνας, της ανεργίας, της φτώχειας και του πληθωρισμού», είπε ο Bonfim.
Με πληροφορίες από telesurtv.net/
Το Βραζιλιάνικο ΚΚ –μεταξύ σφύρας και άκμονος: αφού διαφοροποιήθηκε τα προηγούμενα χρόνια από τη στήριξη των σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων του PT, συμμετείχε εκλογικά στον συνασπισμό «Χωρίς φόβο να αλλάξουμε την Βραζιλία» και υποστήριξε τον Γκιλιέρμε Κάρλος Μποουλός, από το Κόμμα Σοσιαλισμού και Ελευθερίας (PSOL) και το Κίνημα των Αστέγων Εργατών, με βασικό σύνθημα «Να αντιμετωπίσουμε την επίθεση του κεφαλαίου και του φασισμού» κάλεσε τον λαό «να δυναμώσει την αντικαπιταλιστική — αντιιμπεριαλιστική πάλη για τη λαϊκή εξουσία και το σοσιαλισμό».
Θυμίζουμε πως μετά από πολλά χρόνια ορμητικής καπιταλιστικής ανάπτυξης, που ωφέλησε τα βραζιλιάνικα μονοπώλια και αναβάθμισε τη θέση της Βραζιλίας διεθνώς υπό τις κυβερνήσεις του PT, η επιβράδυνση της βραζιλιάνικης οικονομίας μετατράπηκε σε στασιμότητα το 2014, σε ‑3,8% ύφεση το 2015, ενώ είχε εξαντληθεί για την αστική τάξη το μείγμα διαχείρισης που πρέσβευε το PT. Η κατάσταση αυτή δυσκόλευε την κοινωνική συναίνεση που προώθησαν οι κυβερνήσεις του PT, με επιδοματικές πολιτικές οι οποίες περιόρισαν την απόλυτη — ακραία φτώχεια, συνεχίζοντας ταυτόχρονα την πολιτική στήριξης των μονοπωλιακών συμφερόντων.
Έτσι, προέκυπτε η ανάγκη — και προκύπτει και σήμερα — να εφαρμοστούν μέτρα περιοριστικής πολιτικής και να αναζητηθούν και νέες διεθνείς συμμαχίες, που να «πατάνε» πιο πολύ στην παραδοσιακή συμμαχία με τις ΗΠΑ.