Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Aλεξάνδρεια: Πριν 2.200 χρόνια το πρώτο “Strip Mall” εμπορικό κέντρο στον κόσμο

Τα ερείπια ενός εμπορικού κέντρου της ελληνορωμαϊκής εποχής έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη:
Ο οικισμός του 6ου πΧ. αιώνα που χτίστηκε από χριστιανούς προσκυνητές πάνω από τα ερείπια ενός ρωμαϊκού αμπελώνα στην Αίγυπτο, περιείχε καταστήματα, δημόσια μπάνια και νοσοκομείο.

Aλεξάνδρεια Μαρεώτιδα Το πρώτο strip mall εμπορικό κέντρο στον κόσμο 1Η «πόλη σε πόλη» (city within a city) βρι­σκό­ταν στη Μαρέα (νότιες όχθες της λίμνης Μαρε­ώ­τι­δα), νυν χωριό Χαβου­ρί­για κοντά στην Αλεξάνδρεια
Οι αρχαιο­λό­γοι εντό­πι­σαν μαγνη­τι­κές ανω­μα­λί­ες που υπο­δει­κνύ­ουν μια πυκνή αστι­κή περιο­χή χωρίς αμυ­ντι­κά τείχη
Οι «ενό­τη­τες» ομοιό­μορ­φου μεγέ­θους, ~45Χ33 πόδια χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν για δημό­σια λου­τρά, κατα­στή­μα­τα, κατοι­κί­ες, νοσο­κο­μείο και άλλες χρήσεις

Πιστεύ­ε­ται ότι χτί­στη­κε από χρι­στια­νούς προ­σκυ­νη­τές καθ ‘οδόν προς το Αμπού Μένα (σσ. Άγιος Μηνάς, πόλη χρι­στια­νι­κού λατρευ­τι­κού κέντρου των Κοπτών, η οποία φιλο­ξε­νού­σε σύνο­λο μονα­στη­ριών, στην Αίγυ­πτο της ύστε­ρης αρχαιό­τη­τας, 45km ΝΔ από την Αλεξάνδρεια).
Το συγκρό­τη­μα είναι ένα σπά­νιο δείγ­μα πρω­τό­τυ­που πολε­ο­δο­μι­κού σχε­δια­σμού στη βυζα­ντι­νή επο­χή, όπου οι ρωμαϊ­κές και ελλη­νι­κές δομές συνή­θως επα­να­χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­καν — «εξαι­ρε­τι­κά σπά­νιο» στην ύστε­ρη αρχαιό­τη­τα, σύμ­φω­να με μια έκθε­ση στο περιο­δι­κό Antiquity, επει­δή οι κατα­σκευ­ές που κατα­σκευά­στη­καν από Έλλη­νες και Ρωμαί­ους ήταν ακό­μα άμε­σα διαθέσιμες.
Τα απο­χω­ρη­τή­ρια στο συγκρό­τη­μα «τοπο­θε­τή­θη­καν μακριά από σπί­τια, γεγο­νός που απο­δει­κνύ­ει ότι η πόλη ανα­πτύ­χθη­κε για την επο­χή της», λένε οι ειδικοί.

Ο γενι­κός γραμ­μα­τέ­ας του Ανώ­τα­του Συμ­βου­λί­ου Αρχαιο­τή­των, Μου­στά­φα Ουα­ζί­ρι επε­σή­μα­νε ότι η σημα­σία της ανα­κά­λυ­ψης αυτής έγκει­ται στο γεγο­νός ότι παρου­σιά­ζει τις πολ­λές και σημα­ντι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες που κατα­γρά­φο­νται στα εξω­τε­ρι­κά τεί­χη της αιγυ­πτια­κής πόλης κατά την ελλη­νο­ρω­μαϊ­κή επο­χή, και όπου περιε­λάμ­βα­ναν χώρους ανά­παυ­σης για ταξι­διώ­τες και επι­σκέ­πτες στην περιο­χή μέχρι και την από­κτη­ση των απα­ραί­τη­των αδειών εισό­δου, αλλά και χώρους για την εξέ­τα­ση και τον καθο­ρι­σμό των φόρων στα εμπο­ρεύ­μα­τα που εισά­γο­νταν στην πόλη.
Με άλλα λόγια, ο χώρος αυτός απο­τε­λού­σε ένα δια­με­τα­κο­μι­στι­κό κέντρο, για ταξι­διώ­τες, επι­σκέ­πτες και εμπό­ρους στο οποίο υπήρ­χαν και χώροι όπου μπο­ρού­σαν να ξεκου­ρα­στούν οι ταξι­διώ­τες πριν τους δοθεί ένα είδος άδειας εισό­δου και παρα­μο­νής στην πόλη της Αλε­ξάν­δρειας. Υπήρ­χαν μέχρι και αρμό­διοι που εκτι­μού­σαν τα προς είσο­δο εμπο­ρεύ­μα­τα και όρι­ζαν τους απαι­τού­με­νους φόρους.

Marea objects

Αντι­κεί­με­να που βρέθηκαν

Όλη η περιο­χή χωρι­ζό­ταν από έναν κεντρι­κό δρό­μο κάθε­το και παράλ­λη­λες οδούς, όλοι συν­δε­δε­μέ­νοι με δίκτυο λυμάτων.
Υπήρ­χαν επί­σης πηγά­δια, αγω­γοί νερού χώροι απο­θή­κευ­σης, όπου βρέ­θη­καν αγγεία, αγάλ­μα­τα και άλλα εκθέ­μα­τα, ενώ ανα­κα­λύ­φθη­καν εργα­στή­ρια και κατα­στή­μα­τα για την κατα­σκευή και πώλη­ση αγαλ­μά­των θεο­τή­των, αυτο­κρα­τό­ρων και προ­σω­πι­κο­τή­των, μετα­ξύ των οποί­ων και του Μεγά­λου Αλε­ξάν­δρου, με τους αρχαιο­λό­γους να βρί­σκουν καλού­πια για την κατα­σκευή αυτών των αγαλ­μά­των και μια προ­το­μή από αλά­βα­στρο, μερι­κά από τα οποία αντι­κεί­με­να χρη­σί­μευαν για την παρα­γω­γή φυλα­κτών για τους πολεμιστές.
Όλος αυτός ο χώρος λει­τούρ­γη­σε από τον ΙΙ (κατ’ αλλους VI) αιώ­να π.Χ. μέχρι τον IV αιώ­να μ.Χ.

Ostracon Remake hospital

Προς Νοσο­κο­μείο — γρα­φή σε όστρακο

info Ατέχνως

Η Αλε­ξάν­δρεια ιδρύ­θη­κε στο δυτι­κό άκρο του Δέλ­τα του Νεί­λου το 331 π.Χ. από τον Μέγα Αλέ­ξαν­δρο και αντι­κα­τέ­στη­σε σύντο­μα το Μέμ­φις ως πρω­τεύ­ου­σα της Αιγύ­πτου και την αυτο­κρα­το­ρία των Πτο­λε­μαί­ων, εστιά­ζο­ντας έτσι την Αίγυ­πτο πιο απο­φα­σι­στι­κά από ποτέ στην ανα­το­λι­κή Μεσόγειο.
Έγι­νε κέντρο του ελλη­νι­στι­κού πολι­τι­σμού καθώς η αυλή των Πτο­λε­μαί­ων προ­σέλ­κυ­σε σημα­ντι­κούς ποι­η­τές και μελε­τη­τές, έπαι­ξε επί­σης πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο στην οικο­νο­μία και το εμπό­ριο, απο­στράγ­γι­ζο­ντας την αιγυ­πτια­κή ενδο­χώ­ρα, την Ερυ­θρά Θάλασ­σα τον Ινδι­κό Ωκε­α­νό κλπ.της Αλεξάνδρειας Pharos Alexandria Fischer von Erlach

Η Αλε­ξάν­δρεια πρέ­πει να ήταν η πιο πυκνο­κα­τοι­κη­μέ­νη πόλη της περιο­χής (του­λά­χι­στον 1.000.000 κάτοι­κοι τον Ι πΧ. αιώνα).
Ο γεω­γρά­φος Στρά­βων (φιλό­σο­φος και ιστο­ρι­κός επί­σης), επι­σκέ­φθη­κε την Αίγυ­πτο το 25–24 π.Χ παρέα Aelius Gallus και έδω­σε μια πρώ­τη καλή περι­γρα­φή της πόλης.
Πολ­λά από τα χαρα­κτη­ρι­στι­κά της εξα­φα­νί­στη­καν την επο­χή του Διο­κλη­τια­νού (284–305) ως συνέ­πεια κοι­νω­νι­κών ανα­κα­τα­τά­ξε­ων με πρω­τό­γνω­ρη οικο­δο­μι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας, αλλά και κατα­στρο­φών (φυσι­κές και πόλε­μοι ιδί­ως τον ΙΙΙ αιώ­να) δημιουρ­γώ­ντας ένα είδος ασυ­νέ­χειας μετα­ξύ της ελλη­νι­στι­κής και της πρώ­ι­μης ρωμαϊ­κής Αλε­ξάν­δρειας, αφε­νός, και της Βυζα­ντι­νής πόλης, αφε­τέ­ρου. πολ­λά σημα­ντι­κά χαρα­κτη­ρι­στι­κά παρα­μέ­νουν, ωστό­σο, σε μεγά­λο βαθ­μό αμετάβλητα.
Όπως και πριν, τα δύο θαλάσ­σια λιμά­νια, το Μεγά­λο Λιμά­νι και το Λιμά­νι του Eunostus (ευ-νόστος), υπήρ­χαν, χωρι­σμέ­να από το Επτα­στά­διο, το οποίο συνέ­δεε την ηπει­ρω­τι­κή χώρα και το λεγό­με­νο νησί του Φάρου, με τον περί­φη­μο φάρο του ΙΙΙ αιώ­να πΧ., ενώ αυτά τα λιμά­νια εξα­σφά­λι­σαν την ανταλ­λα­γή αγα­θών μετα­ξύ της Μεσο­γεί­ου και της Αιγύ­πτου, οι λιμε­νι­κές εγκα­τα­στά­σεις στη νότια πλευ­ρά της Αλε­ξάν­δρειας και η βόρεια όχθη της λίμνης Μαρε­ώ­της έφε­ραν την πρω­τεύ­ου­σα σε επα­φή, μέσω κανα­λιών, με τον Κανό­να του Νεί­λου, το Δέλ­τα του και με την Άνω Αίγυπτο.
Πιο πρό­σφα­τα, οι Πολω­νοί αρχαιο­λό­γοι που σκά­βουν στην Kom al-Dikka, στο κέντρο της Αλε­ξάν­δρειας, ανα­κά­λυ­ψαν σημα­ντι­κά τμή­μα­τα της ρωμαϊ­κής και βυζα­ντι­νής πόλης: μια μικρή, πολύ πυκνή συνοι­κία της ύστε­ρης ρωμαϊ­κής περιό­δου, λου­τρά (πιθα­νώς χρο­νο­λο­γού­νται από το XNUMXος αιώ­νας μΧ.), ένα δημό­σιο κτί­ριο (ερμη­νευ­μέ­νο ως ωδείο), και ένα άλλο κτί­ριο με σει­ρές μαρ­μά­ρι­νων καθι­σμά­των που οι ανα­σκα­φείς θεω­ρού­νταν θέα­τρο, αλλά το οποίο ο Balty έχει ανα­γνω­ρί­σει ως βου­λευ­τή­ριο, αίθου­σα του δημο­τι­κού συμ­βου­λί­ου της Ρωμαϊ­κής Αλεξάνδρειας.
Το ίδιο μέρος απέ­δω­σε δεκά­δες σκί­τσα και σχέ­δια που σχε­τί­ζο­νται με τον ιππό­δρομ­μο και με άλλα μοτίβα.
Ως πρω­τεύ­ου­σα της Provincia Aegyptus των Ρωμαί­ων ήταν η έδρα του praefectus Aegypti (εκπρό­σω­πος του αυτο­κρά­το­ρα στην επαρ­χια­κή διοίκηση).

Ως πρω­τεύ­ου­σα της Πτο­λε­μαϊ­κής, Ρωμαϊ­κής και Βυζα­ντι­νής Αιγύ­πτου, και ως σταυ­ρο­δρό­μι πλη­θυ­σμών και προ­ϊ­ό­ντων, η Αλε­ξάν­δρεια είχε γίνει πολυ­πλη­θυ­σμι­κή: εκτός από μετα­νά­στες και εμπό­ρους από τις περιο­χές της Ελλά­δας και της Εγγύς Ανα­το­λής, μετα­ξύ των οποί­ων πολ­λοί Εβραί­οι, υπήρ­χε κι ένας πυρή­νας γηγε­νών Αιγυ­πτί­ων που είχε ως επί­κε­ντρο το παλιό χωριό Rakoti (το ΒΔ του Δέλ­τα του Νεί­λου), που είχε γίνει μια σημα­ντι­κή συνοι­κία της πόλης γύρω το Serapeum. Η κίνη­ση αυτό­χθο­νων εξε­λί­χτη­κε σε άγριο κυνη­γη­τό ‑με εντο­λή της ρωμαϊ­κής κυβέρ­νη­σης για­τί θεω­ρή­θη­κε απει­λή του «ελλη­νι­στι­κού χαρα­κτή­ρα» της.
Η Αλε­ξάν­δρεια υπέ­στη τρο­με­ρές απώ­λειες σε ανθρώ­πι­νες ζωές, καθώς και σε δημό­σια και ιδιω­τι­κά κτί­ρια, κατά τη διάρ­κεια των ταρα­χών και των πολέ­μων του δεύ­τε­ρου και τρί­του αιώ­να ‑το Brucheion, για παρά­δειγ­μα, είχε κατα­στρα­φεί ολο­κλη­ρω­τι­κά κατά τη διάρ­κεια της εβραϊ­κής εξέ­γερ­σης του 115–117.
Ανέ­καμ­ψε από την επο­χή του Αδρια­νού (117–138), τα τεί­χη της πόλης ξανα­χτί­στη­καν από τους βυζα­ντι­νούς αυτο­κρά­το­ρες, αλλά περι­λάμ­βα­ναν μικρό­τε­ρη επι­φά­νεια (εγκα­τά­λει­ψη των ανα­το­λι­κών συνοι­κιών) και ο πλη­θυ­σμός της περιο­ρί­στη­κε στις~ 500.000.
Καθώς η Αλε­ξάν­δρεια έπρε­πε να υπη­ρε­τή­σει τη Ρώμη συνει­σφέ­ρο­ντας σε μεγά­λο βαθ­μό στην τρο­φο­δο­σία της αυτο­κρα­το­ρι­κής πρω­τεύ­ου­σας κατά τους τρεις πρώ­τους αιώ­νες της χρι­στια­νι­κής επο­χής, έτσι έπρε­πε να υπο­κύ­ψει στην Κων­στα­ντι­νού­πο­λη όταν αυτή έγι­νε έδρα των αυτο­κρα­τό­ρων της Ανα­το­λι­κής Ρωμαϊ­κής Αυτο­κρα­το­ρί­ας –με προ­ϊ­ό­ντα και φόρους τώρα προς τη νέα πρω­τεύ­ου­σα, πάντως ‑ακό­μη και τότε παρέ­μει­νε πιθα­νώς το σημα­ντι­κό­τε­ρο οικο­νο­μι­κό κέντρο του μεσο­γεια­κού κόσμου.
Από αυτή την άπο­ψη, η πρω­τεύ­ου­σα της Αιγύ­πτου εξυ­πη­ρε­τή­θη­κε καλά από άφθο­νο και άκρως εξει­δι­κευ­μέ­νο επαγ­γελ­μα­τι­κό εργα­τι­κό δυνα­μι­κό (ύφαν­ση λινού, επε­ξερ­γα­σία πάπυ­ρου, εμφύ­ση­ση γυα­λιού, κατα­σκευή αρω­μά­των, κοσμη­μά­των και ποτών), ενώ οι υπη­ρε­σί­ες μετα­φο­ράς, ύψι­στης σημα­σί­ας σε μια εμπο­ρι­κή πόλη, λει­τουρ­γού­σαν μέσω ενώσεων.
Καλά εξο­πλι­σμέ­νο με λιμά­νια τόσο στη θάλασ­σα όσο και στη βόρεια όχθη της λίμνης Μαρε­ώ­τη, η Αλε­ξάν­δρεια εκμε­ταλ­λεύ­τη­κε τις ευκαι­ρί­ες της τοπο­θε­σί­ας της στο μεταίχ­μιο Μεσο­γεί­ου και Νεί­λου, με το εμπό­ριο να εξα­κο­λου­θεί να ευδο­κι­μεί όχι μόνο με τους γεί­το­νες στη Δυτι­κή και την Εγγύς Ανα­το­λή αλλά και με τη Μέση και την Άπω Ανατολή.
Ο σημα­ντι­κός ρόλος της Αιγύ­πτου στη δια­τή­ρη­ση της Κων­στα­ντι­νού­πο­λης και των βυζα­ντι­νών στρα­τών όχι μόνο αντι­κα­το­πτρί­ζει τη βοη­θη­τι­κή λει­τουρ­γία της Αλε­ξάν­δρειας σε σχέ­ση με τη βυζα­ντι­νή πρω­τεύ­ου­σα, αλλά δεί­χνει επί­σης πόσο ουσια­στι­κό ήταν για τον αυτο­κρά­το­ρα και την κεντρι­κή διοί­κη­ση να δια­σφα­λί­σουν την υπο­τα­γή της Αιγύ­πτου την περί­ο­δο δυνη­τι­κής κοι­νω­νι­κής σύγκρου­σης στα τέλη της Ρωμαϊ­κής περιόδου.
Πολ­λοί Αιγύ­πτιοι της ενδο­χώ­ρας, επει­δή δεν ήταν σε θέση να πλη­ρώ­σουν τους φόρους τους, κατέ­φυ­γαν στην Αλε­ξάν­δρεια, κάνο­ντας μάστι­γα την ανερ­γία, παρά τις οικο­νο­μι­κές ευκαι­ρί­ες, ιδιαί­τε­ρα κατά τους χει­με­ρι­νούς μήνες, όταν η πλο­ή­γη­ση στη Μεσό­γειο έπρε­πε να δια­κο­πεί και πολ­λοί ναυ­τι­κοί και λιμε­νερ­γά­τες ήταν αδρανείς.
Υπήρ­χε αντα­γω­νι­σμός μετα­ξύ αυτών των φτω­χό­τε­ρων στρω­μά­των και των πλου­σιό­τε­ρων και όταν αυτές οι οικο­νο­μι­κές και κοι­νω­νι­κές εντά­σεις τρο­φο­δο­τή­θη­καν από θρη­σκευ­τι­κές συγκρού­σεις, όπως συνέ­βη τον τέταρ­το αιώ­να, (όταν οι ειδω­λο­λά­τρες ήταν ακό­μη πολυά­ριθ­μοι), αυτό οδή­γη­σε σε αιμα­τη­ρές εκρή­ξεις και στους επό­με­νους αιώ­νες της βυζα­ντι­νής κυριαρ­χί­ας, η αστι­κή ανα­τα­ρα­χή είναι ένα επα­να­λαμ­βα­νό­με­νο  φαι­νό­με­νο, εν μέσω άρτου και θεα­μά­των (έντο­νο ενδια­φέ­ρον για ελεγ­χό­με­νη μαζι­κή δια­σκέ­δα­ση με τον ιππό­δρο­μο και τις άμα­ξες του να απο­λάμ­βα­ναν ιδιαί­τε­ρη δημο­τι­κό­τη­τα, μαζί με τις δημό­σιες δια­ση­μό­τη­τες της εποχής).
Σε αυτό το πλαί­σιο, υπάρ­χει σει­ρά από σκί­τσα και σχέ­δια, που ανα­κα­λύ­φθη­καν από πολω­νούς αρχαιο­λό­γους στην κεντρι­κή συνοι­κία της Kom al-Dikkah, σε ένα κτί­ριο που μπο­ρεί να ήταν το βου­λευ­τή­ριο της ύστε­ρης Ρωμαϊ­κής Αλεξάνδρειας

Ακο­λου­θεί –όπως και για όλη την ευρύ­τε­ρη περιο­χή (τόσο στην Περ­σία και Μέση Ανα­το­λή όσο και στις ανα­το­λι­κές επαρ­χί­ες του Βυζα­ντί­ου) η κυριαρ­χία των Αρά­βων: μετά την πτώ­ση του ανα­το­λι­κού προ­πύρ­γιου της Αιγύ­πτου, το Pelusium (639), τα αρα­βι­κά στρα­τεύ­μα­τα του ‘Amr κυριαρ­χούν στο Δέλ­τα, η Βαβυ­λώ­να έπε­σε 6‑Α­πρ-641 και η Αλε­ξάν­δρεια ακο­λού­θη­σε στις 12-Σεπ-642.
Δεί­τε (και)…

Η πόλη είχε όμως χάσει πολύ νωρί­τε­ρα την αίγλη της λόγω δρα­μα­τι­κής μεί­ω­σης του θαλάσ­σιου εμπο­ρί­ου (ο πλη­θυ­σμός της είχε συρ­ρι­κνω­θεί σε 4.000 μόνο). Η παρακ­μή της συνε­χί­στη­κε με τη μετα­φο­ρά της πρω­τεύ­ου­σας στο Κάι­ρο το 969 και επι­τα­χύν­θη­κε IV αιώ­να όταν το κανά­λι που τη συνέ­δεε με τον Νεί­λο αχρη­στεύ­τη­κε από φερ­τά, ενώ δέχτη­κε πλήγ­μα από τον ισχυ­ρό σει­σμό του 1309 (κατα­στρά­φη­κε κι ο εμβλη­μα­τι­κός της Φάρος)
Το 1517 η Αίγυ­πτος κατα­κτή­θη­κε από τους Οθω­μα­νούς και εντά­χθη­κε στην Οθω­μα­νι­κή αυτο­κρα­το­ρία, περί­ο­δο κατά την οποία το «ελλη­νι­κό δαι­μό­νια» ανέ­λα­βε σημα­ντι­κά πόστα αξιώ­μα­τα. Μετα­ξύ αυτών σημα­ντι­κό­τε­ρος ήταν ο Ραγίβ Πασάς (μου­σουλ­μά­νος Έλλη­νας γενί­τσα­ρος) που ανε­λί­χθη­κε στη θέση του πρω­θυ­πουρ­γού το 1882.
Ο Ναπο­λέ­ο­ντας την κατέ­λα­βε το 1798, αλλά η πόλη παρέ­μει­νε υπό γαλ­λι­κή διοί­κη­ση μόλις μέχρι το 1801 οπό­τε έπε­σε στα χέρια των Άγγλων ως «ανε­ξάρ­τη­το προτεκτοράτο».
Κατά τον 19ο αιώ­να –με τη δημιουρ­γία του αστι­κού ελλη­νι­κού κρά­τους και τον κοσμο­πο­λι­τι­σμό του στα σπάρ­γα­να εμφα­νί­ζο­νται εκεί οι πρώ­τες οργα­νω­μέ­νες ομά­δες κεφα­λαιο­κρα­τών (με συν­δέ­σμους τύπου ΣΕΒ  και συλ­λό­γους) κυριαρ­χώ­ντας στην πολι­τι­κή οικο­νο­μι­κή και πολι­τι­στι­κή ζωή (οι πρώ­τες τρά­πε­ζες της Αιγύ­πτου δημιουρ­γή­θη­καν από Έλλη­νες — οικο­γέ­νεια Συνα­δι­νού κλπ).
Το 1907 η επί­ση­μη απο­γρα­φή κατέ­γρα­ψε 62.973 έλλη­νες στην Αίγυ­πτο, που ως το 1940 έγι­ναν 250.000 (πάνω από 90% στην Αλεξάνδρεια).
Και μετά ήρθε ο (Γκα­μάλ Αμπ­ντέλ) Νάσερ (1952) που ξεκί­νη­σε γεωρ­γι­κή μεταρ­ρύθ­μι­ση και εθνι­κο­ποί­η­ση των βιο­μη­χα­νιών (με έμφα­ση 1957 και αργότερα).
Λογι­κή συνέ­πεια  χιλιά­δες έλλη­νες και ξένοι να εγκα­τα­λεί­ψουν τη χώρα (αυτό που το επί­ση­μο κρά­τος μας ονό­μα­σε «εκτο­πι­σμό των Ελλή­νων από την Αίγυπτο»).
Παρέ­μει­ναν λίγοι (4–5.000), που μπή­καν στο παι­χνί­δι με τα νέα δεδομένα.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο