Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Fabrizio de André — Ο πόλεμος του Πιέρο | La guerra di Piero | Φωτο-Video

Η σχέ­ση που έχου­με σαν λαός με το ιτα­λι­κό τρα­γού­δι, ανά­γε­ται στην περί­ο­δο της 10ετίας του ΄60, όταν εκεί κυριαρ­χού­σαν (και) σοβα­ροί καλ­λι­τέ­χνες, αλλά εμείς μένα­με βασι­κά στην canzonetta ‑την εύπε­πτη και όχι σ’ αυτή καθε­αυ­τή με ιστο­ρι­κή της μορ­φή του 16ου αιώ­να ‑παρό­μοια με τα madrigale και όπως εξε­λί­χτη­κε σαν λαϊ­κό τρα­γού­δι από το 18ο αιώ­να, με παρα­δο­σια­κά όργα­να κλπ.Fabrizio de André

Από την άπο­ψη αυτή ο «αναρ­χι­κός» Fabrizio De André ήταν μόνο για «μυη­μέ­νους» ‑και δεν εννο­ού­με κουλτουριάρηδες.
21 χρό­νια από τον θάνα­το του –δεδο­μέ­νων και των ανα­τρο­πών στις πρώ­ην σοσια­λι­στι­κές χώρες, που άλω­σαν συνει­δή­σεις μικρών και μεγά­λων, από τον Fabrizio (Faber, για τους Ιτα­λούς) απο­μέ­νει από τον ίδιο μάλ­λον κάτι σαν απλό περι­τύ­λιγ­μα αυγού kinder.
Ο μεγά­λος μαέ­στρος της γλώσ­σας, με τον ιδιό­μορ­φο τονι­σμό ‑κυρί­ως στη λήγου­σα και χωρί­ζο­ντας τις συλ­λα­βές υπο­γραμ­μί­ζο­ντας τα νοή­μα­τα –γενο­βέ­ζος με ό,τι αυτό σημαί­νει για τη συγκε­κρι­μέ­νη διά­λε­κτο (της Λιγου­ρί­ας) «τόλ­μη­σε» να συνα­ντη­θεί με τα –στον «αντί­πο­δα»  ναπο­λι­τά­νι­κα δια­πρέ­πο­ντας ως partenopeo Don Raffae (…Io mi chiamo Pasquale Cafiero | E son brigadiero del carcere, oiné!)

La guerra di Piero

Αδέρ­φια μου από τον άλλο κόσμο | όλοι μαζί άδα­με εν χωρώ εδώ στη γη, | εκα­τό αγα­πή­σα­με την ίδια γυναί­κα | χιλιά­δες ξεκι­νή­σα­με για τον ίδιο πόλε­μο | αλλ΄αυτές οι μνή­μες δεν είναι παρη­γό­ρια | όταν πεθά­νεις πεθαί­νεις μόνος … τρα­γου­δού­σε ο Fabrizio στο διά­ση­μο τρα­γού­δι του «η Δια­θή­κη» (Il testamento |> Cari fratelli dell’altra sponda | cantammo in coro qui sulla terra | amammo in cento l’identica donna | partimmo in mille per la stessa Guerra… | Questo ricordo non vi console | quando si muore si muore soli).

«Μίλη­σα πολύ για τον πόλε­μο, πάνω απ’ όλα στον Πόλε­μο του Πιέ­ρο, μέσα από τις ιστο­ρί­ες που μου είπε ο θεί­ος μου, ο αδερ­φός της μητέ­ρας μου, για την εκστρα­τεία στην Αλβανία»
Ο πόλε­μος του Πιέ­ρο (La guerra di Piero), μια από τις πρώ­τες  μπα­λά­ντες του Fabrizio De André (arrangiamento Fabrizio De André, Vittorio Centanaro) ηχο­γρα­φή­θη­κε το 1964 από το τρίο Vittorio Centanaro (κιθά­ρα), Fabrizio De André (κιθά­ρα) και Werther Pierazzuoli (μπά­σο) και πρω­το­βγή­κε στο άλμπουμ «tutto Fabrizio De André» το 1966

Με την μπα­λά­ντα αυτή, ο De André επι­στρέ­φει στο θέμα του πολέ­μου, τρία χρό­νια μετά τη ballata dell’eroe.
Στυ­λι­στι­κό σημείο ανα­φο­ράς ο Georges Brassens, αλλά η έμπνευ­ση προ­έρ­χε­ται από τη φιγού­ρα του θεί­ου του τρα­γου­δι­στή-τρα­γου­δο­ποιού, Francesco. Η ανά­μνη­ση της επι­στρο­φής του από το στρα­τό­πε­δο συγκέ­ντρω­σης, οι ιστο­ρί­ες του, το υπό­λοι­πο της ζωής του πέρα­σε, σμί­λε­ψε βαθιά την ευαι­σθη­σία του ανι­ψιού του Fabrizio, που τον θυμά­ται συχνά-πυκνά.

Εκτός από το arrangiamento, η μου­σι­κή είναι επί­σης του Centanaro ο οποί­ος, ωστό­σο, δεν μπό­ρε­σε να την υπο­γρά­φει επει­δή δεν ήταν εγγε­γραμ­μέ­νος στον ©® SIAE (τα αμαρ­τω­λά Πνευ­μα­τι­κά δικαιώματα)
Το single 45άρι είχε flip-side, ως ρετρό, τη Ballata dell’eroe σε νέα ηχο­γρά­φη­ση (είχε ήδη κυκλο­φο­ρή­σει το 1961).

F de André disco

Η σύνθεση

ℹ️  Τρα­γού­δι 13 στρο­φών με ομοι­κα­τα­λη­ξί­ες αντι­κρι­στές ή «χια­στί» πολ­λά ακού­σμα­τα από άλλα ποι­ή­μα­τα ‑ανά­με­σά τους, το Le dormeur du val (L’addormentato nella valle) από τα πιο γνω­στά και πιο συχνά ερμη­νευ­μέ­να ποι­ή­μα­τα του Arthur Rimbaud (Cahier de Douai, 1870), μου­σι­κή και τρα­γού­δι του Léo Ferré του 1955 (συλ­λο­γή του 2004 Maudits soient-ils!) κά.
🔷 Μια quartina παρα­πέ­μπει ξεκά­θα­ρα στο τρα­γού­δι Dove vola l’avvoltoio (εκεί που ο γύπας πετά­ει) γραμ­μέ­νο το 1958 από τον Italo Calvino και μελο­ποι­η­μέ­νο από τον Sergio Liberovici:
[Nella limpida corrente | ora scendon carpe e trote | non più i corpi dei soldati | che la fanno insanguinar] 

«Κυπρί­νοι και πέστρο­φες κατεβαίνουν
το γάρ­γα­ρο ποτα­μί­σιο ρεύμα
όχι πια τα κορ­μιά των στρατιωτών
που το έβα­φαν κόκκινο»

|>Lungo le sponde del mio torrente | voglio che scendano i lucci argentati | non più i cadaveri dei soldati | portati in braccio dalla corrente<|

«Κατά μήκος της όχθης ποτα­μιού μου
Θέλω να βλέ­πω αση­μέ­νιους λούτσους
όχι πια να παρασύρει
τα πτώ­μα­τα των στρατιωτών
(Fabrizio De André, πόλε­μος του Πιέ­ρο, 1964)

Fabrizio de André

Όσον αφο­ρά το περιε­χό­με­νο, το κεί­με­νο μιλά­ει με δύο φωνές, τον αφη­γη­τή και τον Πιέ­ρο, τον πρωταγωνιστή
Ο δημιουρ­γός δεν τρα­γου­δά για έναν συγκε­κρι­μέ­νο πόλε­μο, αλλά για τον ίδιο τον πόλε­μο

Αρχι­κά, η ιστο­ρία του αντι-ήρωα Piero μπή­κε σε δεύ­τε­ρο πλά­νο, σχε­δόν στην αφά­νεια.
🔷  Στη συνέ­χεια, έγι­νε αντι­πο­λε­μι­κός ύμνος κατά του θανά­του των παι­διών του λαού.
Τα επό­με­να χρό­νια, το συμπε­ρι­λή­φθη­κε στις σχο­λι­κές ανθο­λο­γί­ες, βασι­κά στα δημο­τι­κά σχο­λεία, ωστό­σο ο ίδιος ο Ντε Αντρέ ειρω­νευό­ταν αυτή την υπο­κρι­σία του αστι­κού κρά­τους, λέγο­ντας ότι «στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, είναι ένας τρό­πος να κάνουν τα παι­διά να αρχί­σουν να μισούν το τρα­γού­δι από νεα­ρή ηλι­κία»

◾  La guerra di Piero ◾ 

Θαμ­μέ­νος σε ένα στα­ρο­χώ­ρα­φο κοιμάσαι 
Δεν είναι τα τρια­ντά­φυλ­λα, ούτε οι τουλίπες
Που αγρυ­πνούν στη σκιά των τάφων
(…) είναι χίλιες κόκ­κι­νες παπαρούνες

Στις όχθες του ποτα­μιού μου
Θέλω να πέφτουν οι αση­μέ­νιοι λούτσοι
Όχι πια να παρασύρει 
άλλα πτώ­μα­τα στρατιωτών

Έτσι μου είπες και ήταν χειμώνας
Και όπως οι άλλοι στην κόλαση
φεύ­γεις τόσο θλιμ­μέ­νος όσο πρέπει
Ο άνε­μος ραπί­ζει με χιό­νι το πρόσωπο…

Αγριολούλουδα 1

Στα­μά­τα Πιέ­ρο, στα­μά­τα τώρα!
Ασε τον άνε­μο να σε δια­πε­ρά­σει λίγο
Τη φωνή των νεκρών στη μάχη να σου φέρει
Όποιος χάθη­κε πήρε σ΄ αντάλλαγμα 
ένα σταυ­ρό μόνο

Αλλά δεν μ΄ άκου­σες και ο χρό­νος παρήλθε
Οι επο­χές δρασκελάνε
Και εσύ ήρθες να δια­σχί­σεις τα σύνορα
Μια όμορ­φη ανοι­ξιά­τι­κη μέρα…
Και καθώς βάδι­ζες με την ψυχή στο στόμα
ένας άνθρω­πος στο βάθος της κοιλάδας
τάλε κουά­λε με σένα
Αλλά με στο­λή ενός άλλου χρώματος

Ρίξ’ του Piero, Ρίξ’ του τώρα!
Και μετά πάλι –ξανά και ξανά! 
Μέχρι να τον δεις χωρίς αίμα
Πεσμέ­νον στο χώμα να σκε­πά­ζει το αίμα του
Και αν του ριξες στο μέτω­πο ή στην καρδιά
στιγ­μή δεν του μένει μέχρι να πεθάνει
αλλά…

Αλλά εσύ θα έχεις το χρό­νο να βλέπεις
τα μάτια ενός ανθρώ­που που φεύγει

Και μες΄ στη φούρια
γύρι­σε, σε βλέ­πει και φοβάται
κι το ντου­φέ­κι αρπάζοντας
σε σου κάνει τη χάρη

Πέφτεις στο χώμα χωρίς κιχ
Κι αντι­λαμ­βά­νε­σαι στη στιγμή
Πως ο χρό­νος σου δεν θα ΄ναι αρκετός 
να ζητή­σεις συγ­χώ­ρε­ση για κάθε αμαρτία

Έπε­σες στο έδα­φος χωρίς κιχ
κατα­λα­βαί­νο­ντας στη στιγμή
ότι η ζωή σου τέλειω­σε εκεί­νη τη μέρα
Και δεν θα υπάρ­χει επιστροφή

Ninetta μου να φεύ­γεις Μάη
θέλει πάρα πολύ κουράγιο
Όμορ­φή μου Ninetta κατευ­θεί­αν στην κόλαση
θα προ­τι­μού­σα να πάω χειμώνα…

Και ενώ το σιτά­ρι σ΄άκουγε στωικά
μ΄ ένα του­φέ­κι σφι­χτά στα χέρια σου
Μέσα στο στό­μα σου κρα­τού­σες λόγια
πολύ παγω­μέ­να για να τα λιώ­σει ο ήλιος

Κοι­μά­σαι θαμ­μέ­νος σε ένα σταροχώραφο
Δεν είναι τρια­ντά­φυλ­λο, ούτε τουλίπες
Που αγρυ­πνούν στη σκιά των τάφων
(…) είναι χίλιες κόκ­κι­νες παπαρούνες


ℹ️   ΣΣ |> Σε ελεύ­θε­ρη μετά­φρα­ση –εξ άλλο το είπα­με, μαέ­στρος της γλώσ­σας ο Faber: για τη δρα­σκε­λιά χρη­σι­μο­ποιεί το όρο «a passo di giava» (έχουν γρά­ψει ιτα­λοί Μπα­μπι­νιώ­τι­δες σχε­τι­κά  και αντί για του­φέ­κι λέει «imbracciata l’artiglieria» = με αγκα­λιά το πυροβολικό


🔹  Το τρα­γού­δι εμπο­ρευ­μα­το­ποι­ή­θη­κε μετά το θάνα­τό του (2005 ‑Modena City Ramblers, στο άλμπουμ Partisan Notes,  2006 ‑Mercanti di Liquore, στο άλμπουμ Live in Dada, 2008 ‑Premiata Forneria Marconi, στο άλμπουμ PFM τρα­γου­δά De André, 2013, 7grani, στο άλμπουμ Neve diventeremo)

Fabrizio de André Grifone FragileΟ Φαμπρί­τσιο Ντε Αντρέ (Fabrizio Cristiano De André) — τρα­γου­δι­στής-τρα­γου­δο­ποιός, γενή­θη­κε στη Γένο­βα, 18-Φεβ-1940 και έφυ­γε από τη ζωή στα 59 του χρό­νια (Μιλά­νο, 11-Ιαν-1999).
🔹 Γέν­νη­μα θρέμ­μα του και­ρού του, ένας από τους σημα­ντι­κό­τε­ρους Ιτα­λούς τρα­γου­δο­ποιούς, με δυνα­τό στί­χο και ανα­φο­ρά στους επα­να­στά­τες στους «άτυ­χους-κολα­σμέ­νους» της ζωής αλλά και στο περιθώριο
Το έργο του είναι μαζε­μέ­νο σε (μόνο) περί­που 20 άλμπουμ όντας απαι­τη­τι­κός από τη δου­λειά του και εκλεκτικός.

Σημείο γρα­φής
To «La Canzone Di Marinella» (τρα­γού­δι της Μαρι­νέλ­λας) –ένα ερω­τι­κό γλυ­κα­νά­λα­το από τα πρώ­τα που ηχο­γρά­φη­σε –στον αντί­πο­δα του Hijo de la luna (ο γιος της σελή­νης) –θα έμε­νε για πάντα στο συρ­τά­ρι η μεγά­λη Mina (80άρα, απα­στρά­πτου­σα και ακμαιό­τα­τη ακό­μη σήμε­ρα) δεν το είχε δια­σκευά­σει με σαρω­τι­κή επιτυχία

Όπως είπε ο Nicola Piovani  «ο De André δεν ήταν ποτέ “της μόδας ” –η μόδα εφή­με­ρη εξ ορι­σμού έρχε­ται και φεύ­γει. Τα τρα­γού­δια του Fabrizio μένουν ζωντα­νά στο χρό­νο»

Καθιε­ρώ­θη­κε (από το 2002) το βρα­βείο premio-Fabrizio-de-Andrè «για την ανά­δει­ξη νέων καλ­λι­τε­χνών που δια­κρί­νο­νται για την πρω­το­τυ­πία των συν­θέ­σε­ων τους» (αφο­ρά τις τέχνες γενι­κά –όχι μόνο τη μουσική)

|> Περισ­σό­τε­ρα εδώ |> http://www.fabriziodeAndré .it/

🔘   Θα επα­νέλ­θου­με με την «Bocca di rosa»

🔘  🔻  εδώ η «φτω­χή» 1η εκτέ­λε­ση  🔻  🔘

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο