Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ο εορταστικός άρτος βαφτίστηκε βασιλόπιτα

Το ειδι­κό παρα­σκεύ­α­σμα που στο­λί­ζει το πρω­το­χρο­νιά­τι­κο τρα­πέ­ζι είναι η βασι­λό­πι­τα (η πίτα του Αγί­ου Βασι­λεί­ου) που σε κάθε τόπο παρα­σκευά­ζε­ται δια­φο­ρε­τι­κά. Από το κόψι­μο της πίτας αυτής μαθαί­νου­με ποια τύχη προ­α­ναγ­γέλ­λε­ται για την οικο­γέ­νεια και ποιος θα είναι ο τυχε­ρός του σπι­τιού για τον επό­με­νο χρόνο…

Το έθι­μο αυτό ανά­γε­ται στη γιορ­τή των Κρο­νί­ων των αρχαί­ων Ελλή­νων, Σατουρ­νά­λια τη ρωμαϊ­κή επο­χή. Μια συνή­θεια αυτής της γιορ­τής ήταν η ανά­δει­ξη με κλή­ρο του «βασι­λιά των Σατουρ­να­λί­ων» που μπο­ρού­σε να είναι και άση­μος πολί­της ή δού­λος. Ο τίτλος αυτός του έδι­νε τιμές και δόξα και του επέ­τρε­πε μεγά­λες ελευ­θε­ρί­ες. Αυτή η γιορ­τή πέρα­σε στους Βυζα­ντι­νούς και σε άλλους λατι­νο­γε­νείς λαούς. Στην Αγγλία, για παρά­δειγ­μα, στα Θεο­φά­νια έκα­ναν μια πίτα και μέσα της έβα­ζαν ένα φασό­λι και ένα αμύ­γδα­λο ή νόμι­σμα. Οποιος το έβρι­σκε στο κομ­μά­τι του θεω­ρού­νταν βασι­λιάς και διηύ­θυ­νε τη δια­σκέ­δα­ση της βρα­διάς… Σύμ­φω­να με τη λαϊ­κή πίστη μέσα στο χρό­νο θα παντρευό­ταν. Τέλος, η βασι­λό­πι­τα πρέ­πει να συσχε­τι­στεί και με τον εορ­τα­στι­κό άρτο της ελλη­νι­κής αρχαιό­τη­τας, που προ­σφε­ρό­ταν στους θεούς ως απαρ­χή σε μεγά­λες αγρο­τι­κές γιορτές.

Η χρι­στια­νι­κή παρά­δο­ση που συν­δέ­ει τον Μέγα Βασί­λειο με τη βασι­λό­πι­τα ξεκι­νά τον 9ο αιώ­να. Και αυτή είναι η κυρί­αρ­χη εκδο­χή που ανα­πα­ρά­γε­ται σήμε­ρα, στην προ­σπά­θεια να πει­στού­με πως πρό­κει­ται για γιορ­τή και έθι­μο βυζα­ντι­νής προέλευσης.

Η σχε­τι­κή παρά­δο­ση έχει πολ­λές παραλ­λα­γές. Η πιο δια­δε­δο­μέ­νη λέει ότι κάπο­τε στην Και­σα­ρεία, όπου επί­σκο­πος ήταν ο Μέγας Βασί­λειος, ήλθε ο έπαρ­χος της Καπ­πα­δο­κί­ας με άγριες δια­θέ­σεις για να εισπρά­ξει φόρους. Ο Μέγας Βασί­λειος ζήτη­σε από τους κατοί­κους της πόλης να μαζέ­ψουν ό,τι χρυ­σα­φι­κά μπο­ρού­σαν, προ­κει­μέ­νου να του τα παρα­δώ­σουν. Πράγ­μα­τι συγκε­ντρώ­θη­καν πολ­λά τιμαλ­φή. Κατά την παρά­δο­ση όμως είτε επει­δή μετά­νιω­σε ο έπαρ­χος, είτε (κατ’ άλλους) επει­δή εκ θαύ­μα­τος ο Αγιος Μερ­κού­ριος με πλή­θος αγγέ­λων απο­μά­κρυ­νε το στρα­τό του, ο έπαρ­χος απάλ­λα­ξε την πόλη. Προ­κει­μέ­νου λοι­πόν ο Μέγας Βασί­λειος να επι­στρέ­ψει τα τιμαλ­φή στους δικαιού­χους, μη γνω­ρί­ζο­ντας σε ποιον ανή­κει τι, έδω­σε εντο­λή να παρα­σκευα­στούν μικροί άρτοι εντός των οποί­ων τοπο­θέ­τη­σε ανά ένα τα νομί­σμα­τα ή τιμαλ­φή και τα διέ­νει­με στους κατοί­κους την επο­μέ­νη του εκκλη­σια­σμού. Ετσι συνε­χί­σθη­κε η παρά­δο­ση αυτή, κατά τη μνή­μη της ημέ­ρας του θανά­του του.

Η βασι­λό­πι­τα συνη­θί­ζε­ται να παρα­σκευά­ζε­ται μέχρι και σήμε­ρα σε ολό­κλη­ρο τον ελλη­νι­κό χώρο με δια­φο­ρε­τι­κό τρό­πο από τόπο σε τόπο. Έτσι αλλού (Θεσ­σα­λία, Μακε­δο­νία κ.α.) είναι τυρό­πι­τα, αλλού γλύ­κι­σμα (πρό­σφυ­γες Μ. Ασί­ας) ή ψωμί ζυμω­μέ­νο με διά­φο­ρα μυρω­δι­κά. Εκτός από το νόμι­σα, που συνε­χί­ζει να τοπο­θε­τεί­ται μέχρι σήμε­ρα μέσα στη βασι­λό­πι­τα, παλιό­τε­ρα συνή­θι­ζαν να τοπο­θε­τούν και σύμ­βο­λα κύριας ασχο­λί­ας των μελών της οικο­γέ­νειας πχ ο αμπε­λουρ­γός τοπο­θε­τού­σε ένα μικρό κομ­μά­τι από κλί­μα, ο γεωρ­γός σιτά­ρι ή άχυ­ρο κλπ. Η κοπή της βασι­λό­πι­τας γινό­ταν την πρω­το­χρο­νιά από τον αρχη­γό της οικο­γέ­νειας και μερί­διο είχαν όλα τα μέλη κατά σει­ρά ηλι­κί­ας, καθώς και οι ξενι­τε­μέ­νοι και οι φιλο­ξε­νού­με­νοι, όπως και ο Αϊ-Βασί­λης, ο Χρι­στός, το σπίτι.

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο