Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

«Ιστορία και σχολείο»  (Ένα επίκαιρο άρθρο της Ρόζας Ιμβριώτη γραμμένο 40 χρόνια πριν!)

Επι­μέ­λεια Αλέ­κος Χατζη­κώ­στας //

Πρό­κει­ται για ένα άρθρο της «κόκ­κι­νης δασκά­λας», της αγω­νί­στριας της Αντί­στα­σης και μεγά­λης παι­δα­γω­γού, Ρόζας Ιμβριώ­τη που γρά­φτη­κε 40 χρό­νια και δημο­σιεύ­τη­κε στις 22 Γενά­ρη 1977 στον «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ».

Πραγ­μα­τεύ­ε­ται την χρη­σι­μό­τη­τα του μαθή­μα­τος της ιστο­ρί­ας, τον χαρα­κτή­ρα που πρέ­πει να έχει και κυρί­ως του τρό­που που οι εκπαι­δευ­τι­κοί θα πρέ­πει να το διδά­ξουν στους μαθη­τές και ιδιαί­τε­ρα σε αυτούς των μικρών ηλι­κιών. Ξεχω­ρί­ζει ο κατα­νοη­τός και ταυ­τό­χρο­να βαθειά δια­λε­κτι­κός τρό­πος προ­σέγ­γι­σης του όλου ζητή­μα­τος, κάτι εξαι­ρε­τι­κά χρή­σι­μο και για τους εκπαι­δευ­τι­κούς του σήμερα.

Είναι γνω­στές οι δυσκο­λί­ες που το εκπαι­δευ­τι­κό σύστη­μα έβα­ζε και βάζει-ως μηχα­νι­σμός ανα­πα­ρα­γω­γής της αστι­κής ιδε­ο­λο­γί­ας – στην κατεύ­θυν­ση αυτή μέσω π.χ των ανα­λυ­τι­κών προ­γραμ­μά­των, των εγχει­ρι­δί­ων της ιστο­ρί­ας και του περιε­χο­μέ­νου τους κ.α. Χρέ­ος όμως των εκπαι­δευ­τι­κών είναι να τα ξεπερ­νούν αξιο­ποιώ­ντας και το συγκε­κρι­μέ­νο πραγ­μα­τι­κά επί­και­ρο και δια­φω­τι­στι­κό άρθρο.

«Το πρό­βλη­μα της Ιστο­ρί­ας στα σχο­λεία μας υπάρ­χει και μάλι­στα με τη χει­ρό­τε­ρη μορ­φή. Δεν είναι υπερ­βο­λή. Η πικρή αλή­θεια είναι πως η Ιστο­ρία, το μονα­δι­κό όργα­νο για τη δια­παι­δα­γώ­γη­ση του «αυρια­νού πολί­τη» και του «αυρια­νού ανθρώπου»,το πιο λίγο μένει ανεκ­με­τάλ­λευ­το και τις πιο πολ­λές φορές σκό­πι­μα  δια­στρε­βλω­μέ­νο. Δεν έχει παρά να δει κανείς τα βιβλία της ιστο­ρί­ας στο Σχο­λείο της τελευ­ταί­ας δεκα­ε­τί­ας. Όλα με βάση την «εθνι­κικ­στι­κή» αγνο­ούν την ειρη­νι­κή κίνη­ση. Δεν βλέ­πουν ότι στη μετα­πο­λε­μι­κή περί­ο­δο ανα­ζη­τώ­ντας ο καθέ­νας τις ευθύ­νες του για τις κατα­στρο­φές είδαν πως όλοι φταί­ξα­με. Βλέ­πο­ντας μάλι­στα τα απο­τε­λέ­σμα­τα της ηθι­κής εξα­χρεί­ω­σης που γεν­νά­ει ο υπερ­τρο­φι­κός ατο­μι­σμός και υπε­ρε­θνι­κι­σμός δεν ζητιέ­ται να δοθούν νέες κατευ­θύν­σεις με έμβλη­μα την αλλη­λεγ­γύη και τη δικαιο­σύ­νη μέσα στο ίδιο το Έθνος κι ανά­με­σα στους λαούς όπως και με την ειρη­νι­κή συνύ­παρ­ξη ανά­με­σα σε λαούς με δια­φο­ρε­τι­κά καθε­στώ­τα όπως συμ­φω­νή­θη­κε στο Ελσίνκι.

Αντί­θε­τα μάλι­στα γίνε­ται φανε­ρό  ότι αγνο­ούν πρό­γραμ­μα, βιβλίο και  δάσκα­λος τα προ­βλή­μα­τα  και τις  απαι­τή­σεις που γεν­νού­νται στο μάθη­μα της ιστο­ρί­ας  και αγω­νί­ζο­νται απλώς να μετα­δώ­σουν ένα ορι­σμέ­νο ποσό από ιστο­ρι­κές γνώ­σεις   κατε­σπαρ­μέ­νες, χωρίς καμία συνο­χή ‚αλλη­λε­ξάρ­τη­ση , χωρίς κατα­νό­η­ση της δια­λε­κτι­κής πορεί­ας στο ιστο­ρι­κό  γίγνε­σθαι. Λένε πως είναι δήθεν ειρη­νι­στι­κή η Ιστο­ρία σήμε­ρα. Όμως ορθά η εργα­τι­κή τάξη, όλοι οι εργα­ζό­με­νοι, παρα­τη­ρούν: Κι εμείς θέλου­με την ειρή­νη περισ­σό­τε­ρο από κάθε άλλον, όμως πρέ­πει να ξεκα­θα­ρί­σου­με μέσα στην Ιστο­ρία πως την εννο­ού­με. Για­τί για την κατάρ­γη­ση των πολέ­μων δεν φτά­νει  να γεμί­σου­με το μυα­λό με προ­πα­γάν­δα   και με μεγά­λες λέξεις. Απα­ραί­τη­το είναι να λεί­πουν οι εστί­ες  που γεν­νούν  τους πολέ­μους κι αυτές  είναι οι ιμπε­ρια­λι­στι­κές επι­θέ­σεις, το γεγο­νός πως το μεγά­λο κεφά­λαιο κυριαρ­χεί και δια­φε­ντεύ­ει . Και γι αυτό το επα­να­στα­τι­κό κίνη­μα της τάξης μας είναι ενα­ντία στον καπι­τα­λι­σμό. Το προ­λε­τα­ριά­το συνει­δη­το­ποί­ει την Ιστο­ρι­κή του πορεία και ερμη­νεύ­ει την Ιστο­ρία   της ανθρώ­πι­νης  κοι­νω­νί­ας σαν Ιστο­ρία της πάλης των τάξε­ων. Η Ιστο­ρία   ζητούν λοι­πόν να είναι  «επι­στή­μη», να εξη­γεί την Ιστο­ρι­κή δια­λε­κτι­κή πορεία  της ανθρώ­πι­νης κοι­νω­νί­ας όπως εξε­λίσ­σε­ται και να μην αγνο­εί  την πάλη των τάξεων.

Η ΙΣΤΟΡΙΑ προ πάντων είναι και πρέ­πει  να μεί­νει επι­στή­μη με καθα­ρά δικό της σκο­πό. Θα  στη­ρι­χτεί στην δια­λε­κτι­κή πορεία, την πάλη του παλιού με το νέο, θα διδά­ξει τα άλμα­τα μέσα στην πορεία αυτή, θα καλ­λιερ­γή­σει την ελεύ­θε­ρη πνευ­μα­τι­κή ενερ­γεία για θεώ­ρη­ση του νέου. Εδώ είναι το μεγά­λο έργο του δασκά­λου. Ο Δάσκα­λος πρέ­πει να δώσει ζωή στο υλι­κό του βιβλί­ου της Ιστο­ρί­ας, να το συμπλη­ρώ­σει ‚να το φωτί­σει απ όλες τις μεριές. Να  οδη­γή­σει το παι­δί όχι μονό να μάθει , αλλά να σκε­φτεί πάνω στο Ιστο­ρι­κό υλι­κό και να το κρί­νει. Να το  κάμει  ικα­νό  να γενι­κεύ­ει, να του μάθει τις αιτί­ες και της ατο­μι­κής και της ομα­δι­κής πρά­ξης, να του κάμει συνει­δη­τή τη νομο­τέ­λεια στην Ιστο­ρι­κή πορεία.  Με λίγες λέξεις να το συνη­θί­σει να βλέ­πει καιν α στο­χά­ζε­ται το παι­δί όπως ο Ιστο­ρι­κός, να του γεν­νή­σει πνεύ­μα  Ιστο­ρι­κό κρι­τι­κό, που να είναι και ο τελι­κός σκο­πός της διδα­σκα­λί­ας της ιστο­ρί­ας. Δε μπο­ρεί πια να βάζει σε ενερ­γεία τη μνή­μη του παιδιού 

και  ν αχρη­στεύ­ει την κρί­ση.  Να στοι­βά­ζει απα­νω­τά ημε­ρο­μη­νί­ες, ονό­μα­τα , χρο­νο­λο­γί­ες, γεγο­νό­τα χωρίς λογι­κό ειρ­μό, χωρίς αιτιο­λό­γη­ση, έτσι που στο τέλος μπερ­δεύ­ο­νται όλα μέσα στο κεφά­λι του παι­διού. Δε μπο­ρεί προ­πά­ντων ο Δάσκα­λος να κάνει αγώ­να να δρό­μου για να προ­φτά­σει την υλη του έτους. Όλα αυτά δεί­χνουν ολο­φά­νε­ρα την απο­τυ­χία του μαθή­μα­τος στο σχο­λείο μας. 

Μα η ιστο­ρία είναι το μάθη­μα που κατα­γί­νε­ται  με τους ανθρώ­πους σ’ όλες τους  τις εκδη­λώ­σεις κι ακό­μα το μάθη­μα που πρέ­πει να δίνει ολά­κε­ρη και ενιαία την εθνι­κή μας ζωή. Γίνε­ται κατά τη διδα­σκα­λία της Ιστο­ρί­ας η καλύ­τε­ρη δια­παι­δα­γώ­γη­ση. Για­τί κατα­νο­ώ­ντας το παι­δί  τη ζωή και το έργο του λαού του, αισθά­νε­ται κατά­βα­θα τη θέλη­ση να γίνει ενερ­γό μέρος της κοι­νω­νί­ας του. Κι ακό­μα βλέ­πο­ντας τους αγώ­νες της ανθρω­πό­τη­τας για την εξέ­λι­ξή της ατσα­λώ­νε­ται, γίνε­ται έτοι­μο για κάθε αγώ­να. Μέσα στα μάθη­μα της Ιστο­ρί­ας βρί­σκει ανά­με­σα σ’ όλα τα εξω­τε­ρι­κά λαμπι­ρί­σμα­τα το βάθος των πραγ­μά­των, βλέ­πει τη δια­λε­κτι­κή πορεία, τη νομο­τέ­λεια. Η Ιστο­ρία θα του διδά­ξει πως είναι ανά­γκη να ενα­ντιω­θεί σε κάθε εξω­τε­ρι­κή βία και να φυλά­ει την εσω­τε­ρι­κή του αυτο­νο­μία. Για όλα τού­τα γίνο­νται συνέ­δρια, γρά­φο­νται βιβλία, γίνο­νται σεμι­νά­ρια. Και τού­τη η διδα­σκα­λία, όπως μας διδά­σκει  ο ιστο­ρι­κός υλι­σμός ζωο­γο­νεί το Δάσκα­λο. Δέχε­ται ή απορ­ρί­πτει, όπως συζη­τεί και προ­σπα­θεί να βρει την καλύ­τε­ρη λύση. Προ­βλη­μα­τί­ζε­ται την ώρα της διδα­σκα­λί­ας. Και τότε οι ώρες της διδα­σκα­λί­ας της Ιστο­ρί­ας δε είναι αγγα­ρεία παρά στιγ­μές δημιουργίας.

Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ θα φέρει σε άμε­ση επα­φή το παι­δί με τα γεγο­νό­τα, με τα πράγ­μα­τα, χωρίς ανά­με­σα σ’ αυτό και σε κεί­να να μπει κανείς. Τα παι­διά έτσι προ­βλη­μα­τί­ζο­νται και ξέρου­με πόσο είναι στη φύση του παι­διού τού­το. Αυτές τις στιγ­μές έχου­με ένα παι­δί που η σκέ­ψη του, η βού­λη­σή του, το συναί­σθη­μά του ενερ­γούν με την πιο μεγά­λη έντα­ση, για­τί ο μαθη­τής ενερ­γεί αυθόρ­μη­τα, βάζει όλες του τις δυνά­μεις για ένα σκο­πό, που τον διά­λε­ξε μόνος και αγω­νί­ζε­ται να τον πετύ­χει. Νόη­ση και βού­λη­ση πει­θαρ­χούν και μπο­ρού­με να πού­με πως αλη­θι­νά πλά­θε­ται ο άνθρω­πος έτοι­μος για ανώ­τε­ρη ζωή. Με τις ομα­δι­κές εργα­σί­ες κατά επο­χές, με τις συζη­τή­σεις, με τις πηγές και τα ντο­κου­μέ­ντα, τη μελέ­τη ομι­λών και έργων η Ιστο­ρία παίρ­νει βάθος και ζωή, συνη­θί­ζει το παι­δί να σκέ­πτε­ται Ιστορικά.

Η ουσία της διδα­σκα­λί­ας της Ιστο­ρί­ας θα είναι να γνω­ρί­σουν τους νόμους και την εξέ­λι­ξη της κοι­νω­νί­ας, να κατα­νο­ούν τα παι­δία τις επο­χές ‚να συλ­λαμ­βά­νουν το τοπι­κό σε κάθε επο­χή να τους γίνει συνει­δη­τή η οργα­νι­κή εξέ­λι­ξη κάθε βαθ­μί­δας από τη μια στην άλλη κι ακό­μα να νιώ­σουν πως μέσα σε μια επο­χή υπάρ­χει η αλλη­λε­ξάρ­τη­ση ανά­με­σα στα διά­φο­ρα φανε­ρώ­μα­τα της ζωής. Γι’αυτό δεν έχει νόη­μα να εξα­κρι­βώ­σει μόνο τα γεγο­νό­τα το παι­δί, ούτε να τα γνω­ρί­σει στη στα­τι­κή τους κατά­στα­ση, είναι ανά­γκη να τα δει στη γενι­κή τους κίνη­ση, να τα παρα­κο­λου­θή­σει στα προ­στά­δια τους, στις ενέρ­γειές τους. Γι’ αυτό θα απο­φεύ­γει ο δάσκα­λος το έτοι­μο, θα κατα­φεύ­γει στις πηγές και στα βοη­θή­μα­τα. Μαθαί­νει τα παι­διά να τα ερευ­νούν, να τα δέχο­νται ύστε­ρα από αυστη­ρό έλεγ­χο. Να γίνε­ται η εργα­σία φρο­ντι­στη­ρια­κά. Πρέ­πει ο δάσκα­λος να συνη­θί­σει το παι­δί στη μεθο­δι­κή πορεία της έρευ­νας, πως δηλα­δή θα μαζέ­ψει το υλι­κό, πως θα κάμει το κρι­τι­κό ξεκα­θά­ρι­σμα και πως στο τέλος θα εκθέ­σει το υλι­κό ‚ώστε να μας δόσει τα Ιστο­ρι­κή αλή­θεια. Ο δάσκα­λος είναι ανά­γκη να μάθει το παι­δί να μην απο­δί­νει την τέτοια ή τέτια εξέ­λι­ξη του κάθε λαού σε άτο­μα, παρά να ταχτο­ποιεί τα άτο­μα και τις ομά­δες στις κοι­νω­νι­κές, οικο­νο­μι­κές, πολι­τι­κές κοι­νό­τη­τες που τα γέν­νη­σαν. Πρέ­πει να δεί­ξει στο παι­δί ότι σαν σπου­δαιό­τα­τη βάση όλου του πολι­τι­σμού, πρέ­πει να τονι­στεί η οικο­νο­μι­κή βάση και η επί­δρα­ση της και πάνω στο λοι­πό βίο και τού­το πρέ­πει να τονί­ζε­ται και στην πιο προ­χω­ρη­μέ­νη μάλι­στα βαθ­μί­δα ανά­πτυ­ξης του πολι­τι­σμού. Θα δεί­ξει πως η οικο­νο­μία είναι η βασι­κή αιτία του γίγνε­σθαι. Θα διδά­ξει το παι­δί μόλις μπει στο ιστο­ρι­κό πρό­βλη­μα πως είναι ανά­γκη να μαζέ­ψει το  υλι­κό όσο το δυνα­τό πιο άρτια που θα το βοη­θή­σει να κατα­λά­βει το ιστο­ρι­κό γεγονός. 

Ακό­μα πρέ­πει να νοιώ­σει πως δε φτά­νει να στη­ρι­χτεί σε μια πηγή, παρά έχει χρέ­ος να ανα­τρέ­ξει και σε άλλες μαρ­τυ­ρί­ες και σε βιβλία άλλα για το ζήτη­μα που εξε­τά­ζει. Γι’ αυτό θα οδη­γή­σει τα παι­διά, πως μπο­ρούν συστη­μα­τι­κά να γυρέ­ψουν πλη­ρο­φο­ρί­ες σε όσο το δυνα­τόν πιό­τε­ρες πηγές λχ. Σε αρχεία, σε παρα­δό­σεις γρα­φτές ή προφορικές,

σε ιδιω­τι­κά ή δημό­σια έγγρα­φα, σε εφη­με­ρί­δες, χρο­νι­κά, τρα­γού­δια, ανέκ­δο­τα, ακό­μα να βρί­σκει σχέ­δια από πόλεις και σπί­τια, πορ­τραί­τα, ακό­μα  και έργα φιλολογικά.

Άμα μελε­τή­σει το παι­δί όλα αυτά θα μπο­ρέ­σει να ερμη­νεύ­σει τα γεγο­νό­τα. Μα για να το κάμει αυτό, πρέ­πει να γνω­ρί­σει τους όρους που τα δημιούρ­γη­σαν και να τα συν­δέ­σει κατά αίτιο και απο­τέ­λε­σμα, να βρει την αιτιώ­δι­κή τους συνάφεια.

Αν το έργο της παι­δεί­ας είναι να κάμει το παι­δί ικα­νό να συνερ­γά­ζε­ται για το καλό της κοι­νω­νί­ας ους και της εθνι­κής και όλης της ανθρω­πό­τη­τας, έχει χρέ­ος πρώ­τα – πρώ­τα να του τη γνω­ρί­σει και να του γεν­νή­σει την πίστη σ’ αυτή. Αυτήν την πιστή και   την γνώ­ση θα την δόσει η Ιστο­ρία  ως επι­στή­μη στο σχο­λειό. Θα  δεί­ξει ο δάσκα­λος πως η ανθρώ­πι­νη κοι­νω­νία είναι μια μεγά­λη και πολύ­πλευ­ρη σχέ­ση, ένας οργα­νι­σμός που εκτυ­λίσ­σε­ται σύμ­φω­να με νομούς και για να την γνω­ρί­σει κανείς πρέ­πει να απλω­θεί σε όλα της τα επί­πε­δα και στα υλι­κά και στα πνευ­μα­τι­κά φανερώματα(φιλοσοφία, επι­στή­μη, γλωσ­σά, τέχνη, παι­δεία ) στην εσω­τε­ρι­κή οργά­νω­ση (δίκαιο, πολί­τευ­μα, διοί­κη­ση, στρα­τός) , στην εξω­τε­ρι­κή πολι­τι­κή και στις σχέ­σεις τις διε­θνι­κές. Ακό­μα θα δεί­ξει πως η Ιστο­ρία θα δόσει όχι μόνο τη συνο­λι­κή ζωή ενός έθνους αντι­κει­με­νι­κά , μα τη ζωή αυτή θα  την τοπο­θε­τή­σει μέσα στη συνο­λι­κή εξέ­λι­ξη της ανθρω­πό­τη­τας. Πρέ­πει δηλα­δή να νιώ­σει το παι­δί, πως η Ιστο­ρία  τού­του η εκεί­νου του στοι­χεί­ου του πολι­τι­σμού, η Ιστο­ρία  τού­του η εκεί­νου του έθνους στο βάθος είναι και ένα αξε­χώ­ρι­στο κομ­μά­τι μιας νομο­τε­λεια­κής πορεί­ας  ολό­κλη­ρης  της ανθρώ­πι­νης κοι­νω­νί­ας. Η Ιστο­ρία μας δίνει το παρελ­θόν της ανθρω­πό­τη­τας που συνί­στα­ται από περισ­σό­τε­ρους  νεκρούς , παρά από ζωντα­νούς.  Τη γνώ­ση τού­του και μόνου γεν­νά­ει  το χρέ­ος, γεν­νά­ει την πίστη στο παι­δί  για τον προ­ο­ρι­σμό της ανθρω­πό­τη­τας. Η Ιστο­ρία  θα διδά­ξει τους αγώ­νες του ανθρώ­που δια μέσου των αιώ­νων για ελευ­θε­ρία για ισό­τη­τα, για περισ­σό­τε­ρη ευτυ­χία της πλα­τιάς μάζας,  για μια μελ­λο­ντι­κή καλύ­τε­ρη κοι­νω­νία όπου θα λεί­ψει η εκμε­τάλ­λευ­ση ανθρώ­που από άνθρωπο.

Η Ιστο­ρία είναι επι­στή­μη, η επι­στή­μη του Ιστο­ρι­κού υλι­σμού, αλλιώς νοθεύ­ε­ται και γίνε­ται μυθο­λο­γία και το χει­ρό­τε­ρο , όργα­νο πολι­τι­κό στα χέρια της άρχου­σας τάξης.» 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο