Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Joseph Heller: «Catch 22» (μυθιστόρημα)

Παρου­σιά­ζει ο Ειρη­ναί­ος Μαρά­κης //

Το 2016 φεύ­γει σε λίγες μέρες και εμείς το απο­χαι­ρε­τά­με δια­βά­ζο­ντας ένα από τα καλύ­τε­ρα μυθι­στο­ρή­μα­τα όλων των επο­χών, με το σατυ­ρι­κό, αντι­πο­λε­μι­κό και κοι­νω­νι­κό μυθι­στό­ρη­μα «Catch 22» του Αμε­ρι­κα­νού συγ­γρα­φέα Joseph Heller (Μπρού­κλιν, 1923-Ανα­το­λι­κό Χάμ­πτον, 1999) που κυκλο­φο­ρεί από τις εκδό­σεις Εκά­τη (2004) και σε μετά­φρα­ση Ανα­στα­σί­ας Χρήστου

Το βιβλίο, που άρχι­σε να γρά­φε­ται το 1953 και ολο­κλη­ρώ­θη­κε το 1961, ανα­φέ­ρε­ται συχνά από διά­φο­ρους κρι­τι­κούς ως ένα από τα σπου­δαιό­τε­ρα λογο­τε­χνι­κά έργα του 20ου αιώ­να φτά­νο­ντας να catch-22_posterτο συγκρί­νουν και με το «1984» του Τζορτζ Όργου­ελ. Ο χώρος δρά­σης του μυθι­στο­ρή­μα­τος είναι το νησά­κι Πινό­ζα, σε μια αμε­ρι­κά­νι­κη βάση με βομ­βαρ­δι­στι­κά αερο­πλά­να, δυτι­κά της Ιτα­λί­ας, στη Μεσό­γειο Θάλασ­σα, κατά τη διάρ­κεια του Β’ Παγκό­σμιου Πολέ­μου από το 1942 έως το 1944 και στην περί­ο­δο που οι «Σύμ­μα­χοι» επι­χει­ρού­σαν στην Ιτα­λία με εκστρα­τευ­τι­κά σώμα­τα και αερο­πο­ρι­κούς βομ­βαρ­δι­σμούς. Πρω­τα­γω­νι­στής του μυθι­στο­ρή­μα­τος είναι ο σμη­νί­της Γιο­σά­ριαν (Yossarian), που διεκ­δι­κεί να επι­στρέ­ψει στο σπί­τι του, έχο­ντας συμπλη­ρώ­σει και το απαι­τού­με­νο όριο πτή­σε­ων – που όμως κάθε φορά αλλά­ζει κάτω από τις απο­φά­σεις της ηγε­σί­ας και εφό­σον αδυ­να­τεί να το πρά­ξει βρί­σκε­ται σχε­δόν ανα­γκα­σμέ­νος να σκη­νο­θε­τή­σει διά­φο­ρα κόλ­πα και κατα­στά­σεις για να απο­δεί­ξει ότι είναι τρε­λός και έτσι να κατα­φέ­ρει αυτό που τόσο επι­θυ­μεί. Όμως κανέ­νας, ούτε οι απλοί σμη­νί­τες, ούτε οι προϊ­στά­με­νοι του, δεν πεί­θο­νται, ότι κι αν κάνει, ότι κι αν πει. Μέσα από τη δρά­ση του, ο Γιο­σά­ριαν έχει καθο­ρι­στι­κό και από­λυ­τα επι­δρα­στι­κό ρόλο, ανα­δει­κνύ­ε­ται μέσα από στιγ­μές σκλη­ρού, πικρού ή και ανά­λα­φρου μαύ­ρου χιού­μορ, ανά­λο­γα την περί­πτω­ση, ο παρα­λο­γι­σμός της στρα­τιω­τι­κής ζωής αλλά και το παρά­λο­γου του πολέ­μου, των στρα­τιω­τι­κών δια­τα­γών που θεω­ρούν κάθε στρα­τεύ­σι­μο ανα­λώ­σι­μο. Ακό­μα και σε σαμπο­τάζ προ­χω­ρά ο Γιο­σά­ριαν  για να μην πετά­ξει σε κάποια επό­με­νη απο­στο­λή που όπως υπο­λο­γί­ζει, σχε­δόν μοι­ρο­λα­τρι­κά, θα σκο­τω­θεί! Μαζί με τον πρω­τα­γω­νι­στή ο ανα­γνώ­στης θα γνω­ρί­σει και τους συμπο­λε­μι­στές του, με τα πολ­λά ψυχο­λο­γι­κά τους προ­βλή­μα­τα, μες υπέ­ρο­χες ανα­δρο­μές στο παρελ­θόν τους που φωτί­ζουν σημα­ντι­κά διά­φο­ρα σημεία του έργου, τρε­λούς, τρε­λα­μέ­νους και οπωσ­δή­πο­τε φοβι­σμέ­νους, όπου προ­σπα­θούν να αντα­πε­ξέλ­θουν της παρά­νοιας, επι­χει­ρώ­ντας με νόμι­μους  και παρά­νο­μους τρό­πους να περά­σει κι αυτή η μέρα, να περά­σουν τα προβλήματα.

Ο ίδιος ο τίτλος του μυθι­στο­ρή­μα­τος κωδι­κο­ποιεί την έννοια του παρα­λό­γου και του επι­τα­κτι­κού στο έργο, όπου «Catch 22» δεν είναι άλλο από τις στρε­βλώ­σεις της λογι­κής, που δεν είναι μία και catch22-1από­λυ­τη, από την κυβερ­νη­τι­κή και στρα­τιω­τι­κή ηγε­σία, είναι η έκφρα­ση μια πολύ συγκε­κρι­μέ­νης κατά­στα­σης όπου ο απλός πολί­της έρχε­ται αντι­μέ­τω­πος με τη βία και το παρά­λο­γο του πολέ­μου και της καθη­με­ρι­νό­τη­τας. Είναι η κατά­στα­ση, σύμ­φω­να και με τον συγ­γρα­φέα, που οι αδύ­να­μοι δεν έχουν κανέ­να έλεγ­χο της κατά­στα­σης και κατά συνέ­πεια δεν μπο­ρούν να κάνουν και τίπο­τα. Γι’ όλα αυτά ο όρος πέρασε

Το «Catch 22» απο­τε­λεί μια στι­βα­ρή και δυνα­μι­κή καταγ­γε­λία όχι μόνο του πολέ­μου αλλά και των καπι­τα­λι­στι­κών σχέ­σε­ων στο σύνο­λό τους, είναι ένα τολ­μη­ρό, αντι­πο­λε­μι­κό έργο που μόνο ένας πρώ­ην πιλό­τος βομ­βαρ­δι­στι­κού όπως ο ίδιος ο Heller θα μπο­ρού­σε να γρά­ψει κι έχο­ντας ζήσει όλη τη φρί­κη του πολέ­μου. Το βιβλίο εκφρά­ζει, δια­κω­μω­δώ­ντας την, με ιδα­νι­κό τρό­πο τόσο την αυτα­πά­τη του αμε­ρι­κά­νι­κου ονεί­ρου και της μετα­πο­λε­μι­κής ευη­με­ρί­ας που οδή­γη­σε στην σημε­ρι­νή καπι­τα­λι­στι­κή κρί­ση αλλά και ότι ο πόλε­μος κατά της φασι­στι­κής απει­λής και των νεο­να­ζί από την πλευ­ρά των μεγά­λων και ανερ­χό­με­νων δυνά­με­ων της επο­χής δεν είχε τίπο­τα το αντι­φα­σι­στι­κό – ήταν ένας πόλε­μος συμ­φε­ρό­ντων και μόνο, μία μάχη πολύ κρί­σι­μη για την ανα­δια­νο­μή του κοι­νω­νι­κού πλού­του εκεί­νη την περί­ο­δο. Είναι παράλ­λη­λα ένα έργο με υπαρ­ξια­κά και καφ­κι­κά στοι­χεία, θυμί­ζο­ντας με τον «Ξένο» του Αλμπέρ Καμύ, παρου­σιά­ζο­ντας και ανα­λύ­ο­ντας σε πολύ αδρές γραμ­μές την υπο­τα­γή του ατό­μου σ’ ένα απρό­σω­πο μηχα­νι­σμό που επι­βάλ­λει συγκε­κρι­μέ­νες λει­τουρ­γί­ες για τα στε­λέ­χη του και που ισο­πε­δώ­νει την ατο­μι­κό­τη­τα και την αυτο­νο­μία του καθε­νός απο­τε­λώ­ντας και μια εύστο­χη κρι­τι­κή στο γεγο­νός ότι χωρίς συλ­λο­γι­κή δρά­ση, ακό­μα κι απέ­να­ντι σε αυτά τα ζητή­μα­τα, τίπο­τα δεν μπο­ρεί να έχει αίσιο τέλος.

Δεν είναι τυχαία που το συγκε­κρι­μέ­νο μυθι­στό­ρη­μα έγι­νε αμέ­σως επι­τυ­χία, αφού μέχρι την έκδο­ση του επό­με­νου («Something Happened») είχε πλέ­ον εξα­σφα­λί­σει την οικο­νο­μι­κή άνε­ση του συγ­γρα­φέα ενώ ακο­λού­θη­σε και μία συνέ­χεια, το «Closing Time, (1994)»  όπου συμ­με­τέ­χουν και catch22-2κάποιοι ήρω­ες (ή μάλ­λον αντί-ήρω­ες) του «Catch 22», μετα­ξύ αυτών και ο Γιο­σά­ριαν ενώ γυρί­στη­κε και ται­νία (1970) με τον ίδιο τίτλο σε σκη­νο­θε­σία του Mike Nichols, σενά­ριο του Buck Henry και με τον Alan Arkin στον πρω­τα­γω­νι­στι­κό ρόλο. Σε όλα τα παρα­πά­νω (και στην ανά­δει­ξη των πολύ σημα­ντι­κών θεμά­των του πολέ­μου και της αλλο­τρί­ω­σης αλλά και στην εκδοτική/οικονομική επι­τυ­χία του βιβλί­ου) βοη­θά­ει η γρή­γο­ρη, εύστρο­φη, σχε­δόν κινη­μα­το­γρα­φι­κή γρα­φή του Heller που ανε­βά­ζει, θα λέγα­με στρο­φές, σε κάθε σελί­δα, ενο­χλώ­ντας τον πνεύ­μα του αυστη­ρού, συντη­ρη­τι­κού και ξερο­κέ­φα­λου ανα­γνώ­στη και ικα­νο­ποιώ­ντας στο έπα­κρο τον ανοι­χτό­μυα­λο ανα­γνώ­στη, αυτόν που του αρέ­σουν και ανα­ζη­τά τις λογο­τε­χνι­κές προ­κλή­σεις. Ο κυνι­κός και άρτια αισθη­τι­κά λόγος του Joseph Heller πιστεύ­ου­με πως δεν θα αφή­σει κανέ­ναν ανι­κα­νο­ποί­η­το. Αξί­ζει να δια­βα­στεί λοι­πόν, το «Catch 22» για­τί είναι απλά, πολύ καλή λογο­τε­χνία αλλά και για­τί μας δεί­χνει ότι πρέ­πει να είμα­στε σε ετοι­μό­τη­τα για να μην αφή­σου­με να μας υπο­τά­ξει η σιδε­ρέ­νια φτέρ­να της εξου­σί­ας και του παραλογισμού.

Απόσπασμα από το βιβλίο

“[…] O Γιο­σά­ριαν τον κοί­τα­ξε ήρε­μα και δοκί­μα­σε δια­φο­ρε­τι­κή μέθο­δο. “Ο Ορρ είναι τρελός;”

joseph_heller-catch_22“Βεβαί­ως είναι”. είπε ο για­τρός Ντάνικα.
“Μπο­ρείς να τον κρα­τή­σεις στο έδαφος;”

“Βεβαί­ως μπο­ρώ. Αλλά πρέ­πει πρώ­τα να μου το ζητή­σει. Έτσι λέει ο κανονισμός”.

“Τότε για­τί δε σου το ζητάει;”

“Επει­δή είναι τρε­λός”, είπε ο για­τρός Ντα­νί­κα. “Πρέ­πει να είναι τρε­λός για να συνε­χί­ζει να πετά­ει σε μάχι­μες απο­στο­λές, παρά το γεγο­νός ότι έχει κιν­δυ­νέ­ψει να σκο­τω­θεί τόσες φορές. Και βέβαια μπο­ρώ να κρα­τή­σω τον Ορρ στο έδα­φος. Αλλά πρέ­πει πρώ­τα να μου το ζητήσει”.

“Αυτό είναι όλο κι όλο που πρέ­πει να κάνει, για να μεί­νει στο έδα­φος;”, ρώτη­σε ο Γιοσάριαν.

“Όχι. Τότε δεν μπο­ρώ να τον κρα­τή­σω στο έδαφος”.

“Εννο­είς πως υπάρ­χει παγί­δα στη μέση;”

“Βεβαί­ως υπάρ­χει παγί­δα”, απο­κρί­θη­κε ο για­τρός Ντα­νί­κα. Το Κατς-22. Όποιος θέλει να βγει από τις μάχι­μες απο­στο­λές δεν είναι πραγ­μα­τι­κά τρελός”.

Υπήρ­χε μόνο μια παγί­δα και αυτή ήταν το Κατς-22, που καθό­ρι­ζε πως η ανη­συ­χία κάποιου για την προ­σω­πι­κή του ασφά­λεια, μπρο­στά σε πραγ­μα­τι­κούς και άμε­σους κιν­δύ­νους, ήταν λει­τουρ­γία του νου. Ο Ορρ ήταν τρε­λός και μπο­ρού­σαν να τον κρα­τή­σουν στο έδα­φος. Δεν είχε παρά να το ζητή­σει, και μόλις το ζητού­σε, θα έπαυε πια να είναι τρε­λός και θα έπρε­πε να πετά­ξει και σε άλλες απο­στο­λές. Ο Ορρ θα ήταν τρε­λός για να πετά­ξει και σε άλλες απο­στο­λές, και υγι­ής αν δεν πετού­σε, αλλά αν ήταν υγι­ής έπρε­πε να πετά­ξει και σε άλλες. Αν πετού­σε σε άλλες, ήταν τρε­λός και έτσι δεν ήταν ανα­γκα­σμέ­νος να πετά­ξει, αλλά αν δεν ήθε­λε να πετά­ξει, ήταν υγι­ής και έπρε­πε να πετά­ξει. Ο Γιο­σά­ριαν είχε συγκι­νη­θεί βαθύ­τα­τα από την απλό­τη­τα αυτού του άρθρου του Κατς-22 και άφη­σε να του ξεφύ­γει ένα σφύ­ριγ­μα θαυμασμού. […]”

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο