Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

 Εγώ δεν φταίω… Ο φούφουτος φταίει!

 

Γρά­φει ο Χρή­στος Α. Τού­μπου­ρος //

«Μακριά από μας κι όπου θέλει…» 

Τον γάι­δα­ρο τον έφα­γε ο λύκος… Δεν φταίω εγώ.
Υπο­κλο­πές… Άλλος, άλλοι, άλλοθεν.
Ποιος να φταί­ει… Ποιος να φταίει…
Θα εξε­τα­στεί η υπό­θε­ση και θα μπει το μαχαί­ρι μέχρι το κόκαλο.
Επι­πλέ­ον, θα εξε­τα­στεί, εάν το χίλια εκα­τόν  εφτα­κό­σια γίνο­νταν υπο­κλο­πές. Η αλή­θεια θα λάμψει!!!

 

«Ήμου­να νιος και γέρα­σα…».  Αφ’ ότου θυμά­μαι τον εαυ­τό μου, συνε­χώς έφται­γα. «Το φταί­ξι­μο πάνω σας, μ’ αυτόν τον διά­ο­λο που έχεις για παι­δί», ήταν ο αφο­ρι­σμός   μιας γει­τό­νισ­σας, για­τί είχα­με κλέ­ψει καρύ­δια με το γιό­κα της. Εγώ όμως έφται­γα… «Το παρέ­συ­ρα το παι­δί». Έτσι είπε αυτή, αυτό είπε και η μάνα μου. «Το δικό μου το παι­δί κοι­τάω εγώ» και μού άστρα­ψε κάτι χαστού­κια που τρα­μπα­λί­ζο­μαι ακό­μα.  Φαί­νε­ται πως από τότε υπήρ­χε το θέμα του φται­ξί­μα­τος και της ατο­μι­κής ευθύ­νης. Για κοι­νω­νι­κή ευθύ­νη ούτε λόγος, για­τί αυτό απαι­τεί συνεί­δη­ση και προ­βλη­μα­τι­σμό.  Και κάτι παρα­πά­νω. Αγώ­να…, αλλά μην ξυπνή­σουν και τα τού­βλα και σφυ­ρί­ζουν από τις τρύ­πες… Εμείς είμα­στε οι Αρι­στείς. «Κυβέρ­νη­ση Αρίστων».

Αυτά αρχι­κά. Και γκυ­λί­σα­με τον και­ρό και είδα­με και απα­ντή­σα­με μεσ­σί­ες και ιεράρ­χες, δια­κό­νους και υπη­ρέ­τες του τόπου.  Η ατο­μι­κή ευθύ­νη θριάμ­βευε. Συνε­χώς. Βέβαια πολ­λοί την ταύ­τι­σαν με το «συν Αθη­νά και χεί­ρα κίνει» που στους μύθους του Αισώ­που ανα­φέ­ρε­ται ότι η φρά­ση ειπώ­θη­κε από κάποιο ναυα­γό (πλού­σιο Αθη­ναίο), ο οποί­ος, αντί να επι­χει­ρή­σει να κολυ­μπή­σει για να σωθεί, έκα­νε παρα­κλή­σεις στη θεά Αθη­νά να τον γλι­τώ­σει χωρίς αυτός να κάνει την παρα­μι­κρή προ­σπά­θεια να σωθεί. Τι να σού κάνει και η εξου­σία και τα όργα­νά της. Συνε­χώς παλεύ­ουν. Αστα­μά­τη­τα. Αυτοί  κάνουν τη δου­λειά τους. Και φυσι­κά απορ­ρί­πτε­ται κάθε αφο­ρι­σμός του τύπου: «ποια δου­λειά; Εμάς δου­λεύ­ουν». Και «όλοι ελέγ­χο­νται», δηλα­δή παρακολουθούνται. 

Εμείς, όμως φταί­με. Είμα­στε υπαί­τιοι, ένο­χοι εσφαλ­μέ­νων ενερ­γειών. «Εμείς κάνα­με τα πάντα. Το θέμα πλέ­ον είναι στις πλά­τες του λαού. Αυτός είναι υπεύ­θυ­νος». Χρό­νια τώρα αυτού του είδους  η υπευ­θυ­νό­τη­τα. Υπάρ­χει ευθύ­νη; Ασφα­λώς. Όχι όμως κατά το «Φταί­με εμείς, φταί­τε και σεις, φταί­ει και ο Χατζη­πε­τρής». Άντε βρες τον αυτόν.

Ανε­ψιούς και σεκιου­ρι­τά­δες, τους πήρε το ποτά­μι, τους πήρε ο ποτα­μός, «τους έφα­γε η μαρ­μά­γκα», λαϊ­κι­στί, και πήραν μαζί τους την ευθύ­νη. Ποια ευθύ­νη. Ούτε την καρέ­κλα τους… Πάμε παρα­κά­τω. «Μακριά από εμάς…».

Να σώσου­με-τι να σώσου­με- ή να σωθού­με από την κατε­βα­σιά, καθό­τι  «μας πήρε το ποτά­μι, μας πήρε ο ποτα­μός». Πού θα μας φτά­σει, ας μην το σκε­φτό­μα­στε. Όλοι κοπα­δη­δόν στο σώσι­μο! Να, να, να… για να σωθού­με. Να σώσου­με τα δικά μας! Τα άλλα είναι «αλλου­νού παπά Ευαγ­γέ­λια». Μακριά από μας… «Τι είχες Μήτρο μ’, τι είχα πάντα». Μπερ­δε­μέ­νοι, συσκο­τι­σμέ­νοι στη «μάχη» για τη σωτη­ρία ξεχά­σα­με την αλή­θεια. Και η αλή­θεια μία είναι.  «Σωτη­ρία θα πει να λυτρω­θείς απ’ όλους τους σωτή­ρες· αυτή ‘ναι η ανώ­τα­τη λευ­τε­ριά, η πιο αψη­λή, όπου με δυσκο­λία ανα­πνέ­ει ο άνθρω­πος. Αντέ­χεις;»   N. Καζαντζάκης

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο