Τί περίμενε τον στρατηγό Δεκαβάλα της ταινίας, μετά την αποστρατεία του; Ο ίδιος περίμενε καταξίωση, επαίνους, παράσημα και μνεία του ονόματός του σε εθνικές επετείους. Περίμενε ικανοποίηση — καταξίωση. Βρήκε όμως μειωμένη τη σύνταξή του και την σύζυγό του να κάνει τα αδύνατα δυνατά να τον προσγειώσει στην πραγματικότητα, πουλώντας τη στολή του, το ξίφος του, τα παράσημά του και ό,τι άλλο πολύτιμο γι’ αυτόν από τη στρατιωτική του ζωή, για να μπορέσουν να τα βγάλουν πέρα στην καθημερινότητά τους. Η ικανοποίηση όμως ήρθε για τον στρατηγό Δεκαβάλλα. Πώς όμως; Με το στήσιμο του αδριάντα του στην πλατεία μπροστά από το σπίτι του. Ένα άγαλμα που έτυχε να γίνει προϊόν κατάχρησης χρημάτων (υπερκοστολόγησης) από τον αρραβωνιαστικό της κόρης του. Ένα άγαλμα που άλλο στόχο υποτίθεται ότι είχε και άλλο σκοπό εξυπηρέτησε.
Σήμερα; Τι συμβαίνει σήμερα; Μετά από μια μακρόχρονη εργασία στις Ενοπλες Δυνάμεις ο σύγχρονος απόστρατος Δεκαβάλας, αντί να φουσκώνει από περηφάνια για ό,τι προσέφερε απλόχερα στα 40 περίπου χρόνια προσφοράς του, υπομένοντας πολλές φορές τις δυσκολίες που πέρασε και χωρίς να μπορεί να αντιδράσει, βλέπει την πλήρη σε βάρος του απαξίωση, τόσο από τη σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ όσο και από τις προηγούμενες κυβερνήσεις της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ — ΚΙΝΑΛ, τη λήθη και τα καθρεφτάκια που του μοιράζουν απλόχερα όλες οι αστικές κυβερνήσεις. Επεσε από τα σύννεφα ο σύγχρονος Δεκαβάλας, ο οποίος στα μνημονιακά χρόνια:
- Είδε τη σύνταξή του να μειώνεται πολλάκις και με το τέχνασμα του νόμου Κατρούγκαλου, της «προσωπικής διαφοράς», η σύνταξη αυτή να μην αυξάνεται ποτέ. Πρόσφατα δε η κυβέρνηση της ΝΔ, ρίχνοντας στάχτη στα μάτια των συνταξιούχων — απόστρατων, ανακοίνωσε αυξήσεις το ύψος των οποίων δεν μπορεί να ισορροπήσει τις διαχρονικές απώλειες ούτε στο ελάχιστο και αφορούν μόνο συνταξιούχους που έχουν μηδενική ή μικρή (μέχρι το ποσό της αύξησης) «προσωπική διαφορά». Το πλήθος των συνταξιούχων που έχουν μεγάλη «προσωπική διαφορά» δεν θα δουν αύξηση, αλλά ένα εφάπαξ βοήθημα — επίδομα έως 300 ευρώ. Δικαίως οι απόστρατοι — συνταξιούχοι αναρωτιούνται: «Για ποιους είναι η ανάπτυξη που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση;». Προφανώς πρόκειται για κοροϊδία σε όλο της το μεγαλείο.
- Είδε τη 13η και 14η σύνταξή του (τα λεγόμενα Δώρα) να εξαφανίζονται. Συνταξιουχικά σωματεία προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη και κέρδισαν την επιστροφή των Δώρων για ένα 11μηνο (Ιούνης 2015 — Μάης 2016), ενώ νέα προσφυγή, για τον χρόνο από τον Μάη 2016 και εντεύθεν, δεν ευδοκίμησε δικαστικά, αφού το Συμβούλιο της Επικρατείας με πρόσφατη απόφασή του (1342/2023) αποφάσισε ότι «για δημοσιονομικούς λόγους» αναδρομική καταβολή των Δώρων δικαιούνται μεμονωμένα μόνο όσοι προσέφυγαν δικαστικά μέχρι τις 31/7/2020.
- Είδε να του επιβάλλονται φορολογική εισφορά αλληλεγγύης (η οποία ήδη καταργήθηκε) και εισφορά αλληλεγγύης συνταξιούχων — ΕΑΣ (η οποία καλά κρατεί).
- Είδε την υγειονομική του περίθαλψη συνεχώς να αποδυναμώνεται και να συνθλίβεται.
- Αισθάνθηκε την ανεργία, την αδήλωτη ή υποδηλωμένη (και μερικώς απλήρωτη) εργασία των παιδιών του και των εγγονιών του να καταρρακώνουν ολόκληρη την οικογένειά του οικονομικά και ψυχολογικά.
- Είδε τη διασκέδασή του να γίνεται ακατόρθωτο όνειρο, τις διακοπές του και τις μικρές χαρές του να χάνονται στη βάρβαρη καθημερινότητά του και στην οικονομική του δυσπραγία.
- Είδε τα αποθεματικά των Μετοχικών του Ταμείων, τα χρήματα δηλαδή που έβαζε στην άκρη για την ενίσχυση της σύνταξής του, να γίνονται «βορά» στα αρπακτικά κοράκια της τρόικας το 2012. Τα είδε να μειώνονται, όταν η μνημονιακή συγκυβέρνηση της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΛΑ.Ο.Σ. έφερε το 2ο μνημόνιο και υποχρεωτικά επέβαλε το περίφημο PSI (εμπλοκή ιδιωτικού τομέα).
Και επειδή για το αστικό κράτος και την πολιτική που οι κυβερνήσεις της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ — ΚΙΝΑΛ διαχρονικά υπηρέτησαν και υπηρετούν, οποιαδήποτε υποχρέωσή τους απέναντι στους συνταξιούχους — απόστρατους είναι κόστος, προσπαθεί σταδιακά και με σχέδιο να αποτινάξει από πάνω του το κόστος αυτό, μέσω της αντικοινωνικής πολιτικής που ακολουθεί, ώστε σαν «ώριμο φρούτο» η κάλυψη οποιασδήποτε ανάγκης να περάσει σε ιδιώτες με το αζημίωτο.
Δεν είναι τυχαίο για παράδειγμα που τα στρατιωτικά νοσοκομεία, το τελευταίο αποκούμπι των απόστρατων, σταδιακά απαξιώνονται. Αποψιλώνονται από προσωπικό και ολοένα μειώνονται τα χρήματα που διαθέτει η κυβέρνηση. Τι κι αν οι απόστρατοι όλα τα χρόνια που ήταν εν ενεργεία συνεισέφεραν, αλλά και σήμερα συνεχίζουν να συνεισφέρουν οικονομικά για τη διατήρηση των στρατιωτικών νοσοκομείων, και μάλιστα ανεξάρτητα από το αν ζουν πολύ μακριά απ’ αυτά και δεν τα χρησιμοποιούν. Ο στόχος είναι τα στρατιωτικά νοσοκομεία, όπως άλλωστε όλα τα δημόσια νοσοκομεία, να περάσουν σε ιδιωτικά χέρια ή στην «καλύτερη» περίπτωση να λειτουργούν με κανόνες ιδιωτικού δικαίου, όπως το δημόσιο Νοσοκομείο Σαντορίνης, που επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έγινε Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ), δηλαδή «ΑΕ». Αυτό, για όλο τον λαό, όχι μόνο για απόστρατους — συνταξιούχους, θα σημάνει «βάλε βαθιά το χέρι στην τσέπη». Το «δημόσιο» νοσοκομείο ΑΕ θα έχει ιδίους πόρους χρηματοδότησης, δηλαδή τους ίδιους τους ασθενείς, που όσο πιο αδύναμοι είναι οικονομικά τόσο πιο δύσκολα θα μπορούν να περάσουν την πόρτα του, η οποία θα είναι ορθάνοιχτη μόνο για όσους έχουν να πληρώσουν. Οι απόστρατοι Δεκαβάλες, ξεπερνώντας το γεγονός ότι ακόμα και σήμερα (όσοι μένουν κοντά πάντα) με δυσκολία μπορούν να κλείσουν ένα ραντεβού σε κοντινό χρόνο, ακόμα πιο δύσκολα θα μπορούν να περάσουν την είσοδο των νοσοκομείων.
Σήμερα οι απόστρατοι συνειδητοποιούν ότι τα προβλήματά τους είναι τα ίδια που αντιμετωπίζει όλος ο λαός. Χρειάζεται να κατανοήσουν ότι μόνο μέσα από τον οργανωμένο αγώνα, στο πλάι του λαού, και μόνο μέσα από ισχυρά και μαχητικά συνταξιουχικά σωματεία, που αμφισβητούν την αντιλαϊκή πολιτική των κυβερνήσεων, έρχονται μικρές και μεγάλες νίκες. Μόνο μέσα από σωματεία που διεκδικούν, αγωνίζονται και δημιουργούν πυρήνες αντίστασης και ανατροπής μιας πολιτικής που «σκοτώνει τα άλογα όταν γεράσουν».
Συνταγματάρχης (ΣΔΓ) ε.α.Επίτιμος Πρόεδρος της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Ενώσεων Στρατιωτικών (Π.Ο.Ε.Σ.), υποψήφιος περιφερειακός σύμβουλος στην Περιφέρεια Αττικής (Περιφερειακή Ενότητα Πειραιά) με τη «Λαϊκή Συσπείρωση»
(σσ.)
Το “Ένας ήρως με παντούφλες” είναι μια δραματική _κωμική ταινία του 1958, του ανεπανάληπτου Αλέκου Σακελλάριου (σκηνοθεσία & σενάριο) με τον μεγάλο Βασίλη Λογοθετίδη (κύκνειο άσμα του), την Ίλια Λιβυκού και τη Νίτσα Τσαγανέα.
ℹ️ Αφηγείται τη ζωή του Λάμπρου Δεκαβάλα, απόστρατου στρατηγού, που παρά τους αγώνες και τις θυσίες του για το τη χώρα ζει πάμπτωχος με σύνταξη 3,60 _με το κυρίως μέρος της ταινίας να εξιστορεί ότι τελικά το έθνος “τον επαινεί”, με ένα άγαλμα στην πλατεία που βρίσκεται έξω από το σπίτι του.
Η ταινία ξεκινάει με τον στρατηγό να παρακολουθεί μία παρτίδα σκάκι σε ένα καφενείο και ακριβώς στην επόμενη σκηνή, η Ειρήνη (η γυναίκα του Νίτσα Τσαγανέα), καλεί τον παλιατζή να ανέβει σπίτι της και του δείχνει τη στολή του, το ξίφος του και άλλα στρατιωτικά αντικείμενα… προκειμένου να πάρει λίγες δραχμές και να πληρώσει το κομμένο ρεύμα. Η ιστορία περιλαμβάνει και στην Πόπη, την κόρη του (Ίλυα Λιβυκού), της οποίας ο αρραβωνιαστικός, ο Κώστας (Βύρων Πάλλης γυναικάς και προικοθήρας), θέλει (δήθεν) να ξενιτευτεί για “να μπορέσει να τα βγάλει πέρα”.
Ο Απόστολος (Λαυρέντης Διανέλλος _ξάδελφός του) είναι εκείνος που αποκαλύπτει πως “το έθνος θα τον τιμήσει” και τότε (στιγμιαία) η περηφάνια και η ηθική ικανοποίηση του είναι απεριόριστη. Στην πραγματικότητα, όμως, θέλει να εγκριθεί χρηματοδότηση, ώστε να μπορέσει, σε συνεργασία με τον Άγγελο Σταμούλη (Γιώργος Γαβριηλίδης), τον ιδιαίτερο του υπουργού (Περικλής Χριστοφορίδης) κλπ. “πρόθυμους”, να καταχραστεί τα χρήματα (ήταν 1958 ο καιρός που οι μίζες στο αστικό κράτος ήταν ψιλολόγια). Στη συνέχεια φτάνει η ώρα της παρουσίασης του αγάλματος με την παρουσία υπουργών …ανάκρουση Εθνικού Ύμνου, γενική συγκίνηση και ακολουθεί, στο οποίο τελικά καταλήγουν μόνο ο στρατηγός και ο Σωτήρης Λυμπεριάδης (Βαγγέλης Πρωτοπαππάς), γλύπτης του αγάλματος.
Συζητώντας με τον γλύπτη, ο στρατηγός μαθαίνει το ποιόν του Απόστολου, ο οποίος έδωσε 5.000δρχ στον γλύπτη ενώ τον έβαλε να υπογράψει για 20.000δρχ. Στη συνέχεια διώχνει τις δύο γυναίκες που ήρθαν να πάρουν το σπαθί του το οποίο είχε κανονίσει ο ίδιος να δώσει σε μουσείο, αλλά αλλάζει γνώμη όταν μαθαίνει γιατί τον “τίμησε” το έθνος.
Και η ταινία τελειώνει με τον στρατηγό να μιλάει στο άγαλμά του ζητώντας του έναν προβολέα, αφού στο σπίτι τους έχουν κόψει το ρεύμα…