Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Ένα μνημειώδες βιβλιογραφικό έργο για τις θεατρικές σπουδές στη χώρα μας

Ένα μνη­μειώ­δες βιβλιο­γρα­φι­κό έργο για τις θεα­τρι­κές σπου­δές στη χώρα μας

ΧΡΥΣΟΘΕΜΙΣ ΣΤΑΜΑΤΟΠΟΥΛΟΥ-ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΘΕΑΤΡΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ,
ΔΙΑΛΟΓΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΟΛΟΓΩΝ
1900–1940

 Α΄ ΚΑΙ Β΄ ΤΟΜΟΙ

ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΔΡΥΜΑ ΚΩΣΤΑ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΟΥΡΑΝΗ

ΑΘΗΝΑ 2020, σσ. 878 + 867= 1745

Παρου­σιά­ζει ο Θανά­σης Ν. Καρα­γιάν­νης //

Ένα πολύ αξιό­λο­γο δίτο­μο κυκλο­φό­ρη­σε πρό­σφα­τα από το Ίδρυ­μα Κώστα και Ελέ­νης Ουρά­νη της Ακα­δη­μί­ας Αθη­νών, το οποίο έχει προ­σφέ­ρει πολ­λά και σημα­ντι­κά βιβλία για τη μελέ­τη φιλο­λο­γι­κών, θεα­τρο­λο­γι­κών, βιβλιο­γρα­φι­κών θεμά­των γενι­κού και ειδι­κού επι­στη­μο­νι­κού ενδια­φέ­ρο­ντος, καθώς και βιβλία με λογο­τε­χνι­κά έργα κορυ­φαί­ων δημιουρ­γών, τα οποία επι­με­λή­θη­καν πανε­πι­στη­μια­κοί δάσκα­λοι, φιλό­λο­γοι και μελε­τη­τές κύρους.

Πρό­κει­ται για προ­ϊ­όν μακρο­χρό­νιας και επί­πο­νης έρευ­νας της πολύ­πει­ρης και κατα­ξιω­μέ­νης στον πανε­πι­στη­μια­κό χώρο των θεα­τρι­κών σπου­δών, Καθη­γή­τριας και συγ­γρα­φέα κ. Χρυ­σο­θέ­μι­δος Στα­μα­το­πού­λου-Βασι­λά­κου, η οποία γρά­φει σχε­τι­κά στις «Ευχα­ρι­στί­ες» της: «Με την έκδο­ση ενός έργου ολο­κλη­ρώ­νε­ται μία περι­πέ­τεια ζωής με πολύ μόχθο, άγχος, στιγ­μές ενθου­σια­σμού, αλλά και συχνά απο­γο­ή­τευ­σης. Ενθου­σια­σμού για την ανα­κά­λυ­ψη νέου υλι­κού, απο­γο­ή­τευ­σης για την έλλει­ψη οικο­νο­μι­κής στή­ρι­ξης, αλλά και επαρ­κούς ανθρώ­πι­νου δυνα­μι­κού που να μπο­ρού­σε να συν­δρά­μει στην ταχύ­τε­ρη διεκ­πε­ραί­ω­ση του όλου εγχει­ρή­μα­τος.»

Παρ’ όλα, λοι­πόν, τα προ­βλή­μα­τα και τις αντι­ξο­ό­τη­τες έφθα­σε το πλή­ρω­μα του χρό­νου, ώστε η πολυ­σέ­λι­δη αυτή εργα­σία να ολο­κλη­ρω­θεί και να δει επι­τέ­λους το φως της δημο­σιό­τη­τας χάρη στον αεί­μνη­στο Σπύ­ρο Α. Ευαγ­γε­λά­το (1940–2017), αρχι­κά, ο οποί­ος ειση­γή­θη­κε την έκδο­σή της στο Δ.Σ. του Ιδρύ­μα­τος Κώστα και Ελέ­νης Ουρά­νη, και τελι­κά ακο­λού­θη­σε η θετι­κή έκβα­ση της ενλό­γω έκδο­σης. Ο Επί­τι­μος Καθη­γη­τής του Πανε­πι­στη­μί­ου Αθη­νών, πρώ­ην Πρό­ε­δρος του Τμή­μα­τος Θεα­τρι­κών Σπου­δών και νυν έχων στο Ίδρυ­μα αυτό τη Γενι­κή Φιλο­λο­γι­κή Επο­πτεία της Θεα­τρι­κής Βιβλιο­θή­κης του, κ. Βάλ­τερ Πού­χνερ, το ενέ­τα­ξε στη σει­ρά σχε­τι­κών με το θέα­τρο μελε­τών και βιβλιο­γρα­φιών. Το έργο αργο­πό­ρη­σε να εκδο­θεί, αφού δε βρέ­θη­κε κάποιο μεγά­λο ερευ­νη­τι­κό πρό­γραμ­μα για να χρη­μα­το­δο­τη­θεί δεό­ντως, με απο­τέ­λε­σμα να περά­σουν περισ­σό­τε­ρα από είκο­σι χρό­νια μέχρι την έκδο­σή του. Η ερευ­νη­τι­κή ομά­δα, με μέλη που εργά­στη­καν στα­δια­κά και με εναλ­λα­γές, απο­τε­λού­νταν από δύο βιβλιο­θη­κο­νό­μους αρχι­κά, τον κ. Μιχ. Βγόν­τζα και την κ. Αγγε­λι­κή Γαλα­νο­πού­λου, οι οποί­οι συνέ­βαλ­λαν απο­φα­σι­στι­κά κάτω από την επι­στη­μο­νι­κή επί­βλε­ψη και καθο­δή­γη­ση της κ. Στα­μα­το­πού­λου-Βασι­λά­κου, καθώς και στη συνέ­χεια η επί­σης βιβλιο­θη­κο­νό­μος κ. Μαρία Λου­μπά­κη και ασφα­λώς οι βασι­κοί συνερ­γά­τες της θεα­τρο­λό­γοι κ.κ. Πέτρος Βρα­χιώ­της και Κατε­ρί­να Δια­κο­μο­πού­λου, οι οποί­οι από την αρχή ως το πέρας του εγχει­ρή­μα­τος σήκω­σαν μεγά­λο βάρος του.

Η κ. Στα­μα­το­πού­λου-Βασι­λά­κου ευχα­ρί­στη­σε ως όφει­λε δεο­ντο­λο­γι­κά όλους εκεί­νους τους συνα­δέλ­φους της καθη­γη­τές θεα­τρο­λό­γους και διά­φο­ρων άλλων ειδι­κο­τή­των, υπο­ψή­φιους διδά­κτο­ρες και άλλους θεα­τρο­λό­γους, που τη βοή­θη­σαν παντοιο­τρό­πως για να ολο­κλη­ρω­θεί το έργο.

Πρό­κει­ται για μια κλα­σι­κή βιβλιο­γρα­φι­κή εργα­σία ειδι­κού ενδια­φέ­ρο­ντος, όπως είναι η θεα­τρι­κή παρα­γω­γή, ελλη­νι­κή και ξενό­γλωσ­ση, δημο­σιευ­μέ­νη σε περιο­δι­κά και βιβλία ή αδη­μο­σί­ευ­τη, χει­ρό­γρα­φη ή δακτυ­λο­γρα­φη­μέ­νη, αχρο­νο­λό­γη­τη, πρω­τό­τυ­πη ή μετα­φρα­σμέ­νη, κατά την περί­ο­δο 1900–1940.

Ξετυ­λί­γο­ντας το κου­βά­ρι της παρού­σας βιβλιο­πα­ρου­σί­α­σης, θα αρχί­σω τις ανα­φο­ρές μου από τον μεστό και κατα­το­πι­στι­κό «Πρό­λο­γο» του κ. Βάλ­τερ Πού­χνερ, ο οποί­ος πάντο­τε στα προ­λο­γι­κά σημειώ­μα­τά του σε βιβλία ή στα βιβλιο­κρι­τι­κά του κεί­με­να περιέ­χει εύστο­χες παρα­τη­ρή­σεις και σχό­λια, χρή­σι­μα στον ανα­γνώ­στη. Χαρα­κτη­ρί­ζει, λοι­πόν, το παρόν δίτο­μο ως «μνη­μειώ­δες έργο, ανα­φαί­ρε­το βοή­θη­μα και  θεμε­λιώ­δες ερευ­νη­τι­κό εργα­λείο της μελ­λο­ντι­κής Ελλη­νι­κής Θεα­τρο­λο­γί­ας.» Και φυσι­κά έχει από­λυ­το δίκιο, αφού το περιε­χό­με­νο τέτοιου είδους βιβλί­ων είναι απα­ραί­τη­το εργα­λείο για να προ­χω­ρή­σει η έρευ­να και μελέ­τη θεμά­των θεα­τρο­λο­γι­κού ενδια­φέ­ρο­ντος. Επι­ση­μαί­νει δε εύστο­χα ότι στο δίτο­μο με τα ανα­γρα­φό­με­να θεα­τρι­κά έργα η συγ­γρα­φέ­ας «ανα­δει­κνύ­ει την επο­χή του “Θεά­τρου των Ιδε­ών” (1895–1922), δηλα­δή του ελλη­νι­κού μοντερ­νι­σμού, καθώς και το χρο­νι­κό διά­στη­μα του Μεσο­πο­λέ­μου ως μια από τις πιο γόνι­μες περιό­δους του 20ού αιώ­να.» Δια­πι­στώ­νει μ’ ευχα­ρί­στη­ση ότι «ιδιαί­τε­ρη εντύ­πω­ση προ­κα­λεί ο αριθ­μός των δια­λό­γων και μονο­λό­γων, που μαρ­τυ­ρούν τη διείσ­δυ­ση της δρα­μα­τι­κής γρα­φής και του σκη­νι­κού λόγου και σε άλλες μορ­φές της λογο­τε­χνί­ας και της γραμ­μα­το­λο­γί­ας ενγέ­νει.» Για το βιβλιο­γρα­φι­κό πλού­το στοι­χεί­ων, που περιέ­χει το δίτο­μο, γρά­φει ότι «πρό­κει­ται για έναν συν­δυα­σμό περι­γρα­φι­κής, ανα­λυ­τι­κής και συστη­μα­τι­κής βιβλιο­γρα­φί­ας». Εξαί­ρο­ντας την εργα­τι­κό­τη­τα, την επι­στη­μο­σύ­νη, την εμπει­ρία, την πλού­σια συγ­γρα­φι­κή παρα­γω­γή και τις ειδι­κές βιβλιο­θη­κο­νο­μι­κές και αρχεια­κές σπου­δές της συγ­γρα­φέα, κλεί­νει ως εξής το προ­λό­γι­σμά του: «Η κορύ­φω­ση όμως των βιβλιο­γρα­φι­κών της εργα­σιών είναι χωρίς άλλο αυτή η ογκώ­δης δίτο­μη βιβλιο­γρα­φία που προ­λο­γί­ζω αυτή τη στιγ­μή. Η συγκέ­ντρω­ση και έκδο­ση μιας βιβλιο­γρα­φί­ας, έργο κοπιώ­δες, ποτέ εκα­τό τοις εκα­τό εξα­ντλη­τι­κό, υπο­κρύ­πτει πολύ­χρο­νο μόχθο για τη συλ­λο­γή, επε­ξερ­γα­σία, οργά­νω­ση και τεκ­μη­ρί­ω­ση των λημ­μά­των, που δεν μπο­ρεί να εκτι­μη­θεί από τους μη μυη­μέ­νους στην έρευ­να. Αντι­θέ­τως, για τους συστη­μα­τι­κούς ερευ­νη­τές, το έργο αυτό αξιο­λο­γεί­ται ως ανε­κτί­μη­το εργα­λείο έρευ­νας. Χωρίς τέτοια βασι­κά εργα­λεία, όπως είναι η εργο­γρα­φία, η παρα­στα­σιο­γρα­φία, η βιβλιο­γρα­φία των σχε­τι­κών μελε­τη­μά­των και η κρι­τι­κο­γρα­φία των παρα­στά­σε­ων, η θεα­τρο­λο­γι­κή έρευ­να δεν μπο­ρεί να προ­χω­ρή­σει.» Μη αυτο­νό­η­τες, για τους περισ­σό­τε­ρους, αλλά ορθές επισημάνσεις!

Θα συνε­χί­σω το παρόν σημεί­ω­μά μου με την πολυ­σέ­λι­δη εμπε­ρι­στα­τω­μέ­νη και κατα­το­πι­στι­κή για τον απλό ανα­γνώ­στη ή τον θεα­τρο­λό­γο «Εισα­γω­γή» (σ. 23–112) της συγ­γρα­φέα, η οποία απο­τε­λεί­ται από πέντε μέρη: Μέρος Α΄. Πηγές της έρευ­νας στην Ελλη­νι­κή Θεα­τρο­λο­γία – Βιβλιο­γρα­φία – Εργο­γρα­φία 1900–1940: Συνο­πτι­κή θεώ­ρη­ση, Μέρος Β΄. Ελλη­νι­κή Θεα­τρι­κή Βιβλιο­γρα­φία 1900–1940, Μέρος Γ΄. Ταξι­νό­μη­ση του υλι­κού, Μέρος Δ΄. Δομή του λήμ­μα­τος. Τύποι ανα­γρα­φών με αντι­προ­σω­πευ­τι­κά παρα­δείγ­μα­τα, Μέρος Ε΄. Χαρ­το­γρά­φη­ση του υλι­κού. Πίνα­κες ποσο­τι­κών δεδο­μέ­νων Θεα­τρι­κής Βιβλιο­γρα­φί­ας 1900–1940.

Η δομή της «Εισα­γω­γής» εντυ­πω­σιά­ζει τον ανα­γνώ­στη με τις πολ­λές και ποι­κί­λες υπο­διαι­ρέ­σεις που δια­θέ­τει, δίνο­ντας ένα πλή­θος από πλη­ρο­φο­ρί­ες, ώστε να διευ­κρι­νι­στούν τα πάντα και να γίνει πιο άνε­τη, σαφής και ξεκά­θα­ρη η ανα­ζή­τη­ση κάποιου θεα­τρι­κού έργου που τον ενδια­φέ­ρει. Οι δε πλού­σιες υπο­ση­μειώ­σεις παρέ­χουν πλη­ρο­φο­ρί­ες για βιβλιο­γρα­φί­ες, για ευρε­τή­ρια περιο­δι­κών, για κατα­λό­γους θεα­τρι­κών έργων. Ενδει­κτι­κά ανα­φέ­ρω ορι­σμέ­νες πλη­ρο­φο­ρί­ες, στο υπο­κε­φά­λαιο «Είδος Βιβλιο­γρα­φί­ας»: «Η ανά χεί­ρας βιβλιο­γρα­φία, εξε­τα­ζό­με­νη με βάση τα διε­θνώς καθιε­ρω­μέ­να κρι­τή­ρια της Επι­στή­μης της Βιβλιο­γρα­φί­ας χαρα­κτη­ρί­ζε­ται ως ακο­λού­θως: Α΄. Ειδι­κή ή Θεμα­τι­κή Βιβλιο­γρα­φία […] Β΄. Ιστο­ρι­κή ή Ανα­δρο­μι­κή Βιβλιο­γρα­φία […] Γ΄. Εξα­ντλη­τι­κή Βιβλιο­γρα­φία […]», παρέ­χο­ντας ανά­λο­γες επε­ξη­γή­σεις  ή «[…] έχουν περι­λη­φθεί σε αυτή: Αυτο­τε­λείς εκδό­σεις. Δημο­σιεύ­σεις σε συλ­λο­γι­κούς τόμους (Άπα­ντα. Αφιε­ρώ­μα­τα κ.ά.). Δημο­σιεύ­σεις σε περιο­δι­κά έντυ­πα (περιο­δι­κά, ημε­ρο­λό­για, λευ­κώ­μα­τα και επε­τη­ρί­δες). Μεμο­νω­μέ­νες δημο­σιεύ­σεις σε εφη­με­ρί­δες. Δημο­σιεύ­σεις σε σχο­λι­κά εγχει­ρί­δια. Χει­ρό­γρα­φα και δακτυ­λό­γρα­φα.» «Σε σχέ­ση με τα είδη θεά­τρου έχει συμπε­ρι­λά­βει: Θέα­τρο Πρό­ζας. Λυρι­κό θέα­τρο. Επι­θε­ώ­ρη­ση. Σχο­λι­κό θέα­τρο και θέα­τρο για παι­διά» «Σε σχέ­ση με την έκτα­ση και τη μορ­φή του θεα­τρι­κού κει­μέ­νου έχουν περι­λη­φθεί: Πολύ­πρα­κτα έργα. Μονό­πρα­κτα έργα. Θεα­τρι­κοί ή Θεα­τρό­μορ­φοι διά­λο­γοι. Μονό­λο­γοι.» κ.ά.

Στο Β΄ Μέρος, περιέ­χο­νται τα εξής υπο­κε­φά­λαια: «Αντι­κεί­με­νο και χρο­νι­κά όρια», «Είδος Βιβλιο­γρα­φί­ας», στο οποίο ήδη ανα­φέρ­θη­κα, υπάρ­χουν δε ακό­μη οι εξής παρά­γρα­φοι: «Η χρο­νο­λό­γη­ση αχρο­νο­λό­γη­των αυτο­τε­λών εκδό­σε­ων», «Η χρο­νο­λό­γη­ση αχρο­νο­λό­γη­των χει­ρο­γρά­φων και δακτυ­λό­γρα­φων έργων», «Τα περιε­χό­με­να συλ­λο­γι­κών και πολύ­το­μων έργων», «Η παρα­στα­σιο­γρα­φία», «Πηγές της παρα­στα­σιο­γρα­φί­ας», «Η μνεία προ­γε­νέ­στε­ρων βιβλιο­γρα­φιών», «Η μνεία βιβλιο­θη­κών», «Τρό­πος βιβλιο­γρα­φι­κής εργα­σί­ας», «Κατα­λο­γο­γρά­φη­ση».

Και όπως αντι­λαμ­βά­νε­ται ο ανα­γνώ­στης πλή­θος από πλη­ρο­φο­ρί­ες για κάθε θέμα παρέ­χο­νται ανα­λυ­τι­κά στα υπό­λοι­πα προ­α­να­φε­ρό­με­να Μέρη (Γ΄, Δ΄, Ε΄) της «Εισα­γω­γής».

Ακο­λου­θούν οι «Συντο­μο­γρα­φί­ες» για ελλη­νι­κές και ξένες βιβλιο­θή­κες, η «Ειδι­κή Βιβλιο­γρα­φία» (σ. 119–148), οι «Λοι­πές συντο­μο­γρα­φί­ες».

Ο Α΄ τόμος περιέ­χει το καθαυ­τό κεφά­λαιο της βιβλιο­γρα­φί­ας: «Αυτο­τε­λείς Εκδό­σεις – Δημο­σιεύ­σεις: 1900–1929» (σ. 151–878), το οποίο συνε­χί­ζε­ται και ολο­κλη­ρώ­νε­ται στον Β΄ τόμο (περί­ο­δος 1930–1940) (σ. 9–364).

Ακο­λου­θεί το κεφά­λαιο «Ανέκ­δο­τα θεα­τρι­κά έργα (Δακτυ­λό­γρα­φα – Χει­ρό­γρα­φα 1900–1940)» (σ. 365–577) και το κεφά­λαιο «Αχρο­νο­λό­γη­τα θεα­τρι­κά έργα» (σ. 579–624).

Ακο­λου­θεί το κεφά­λαιο «Πηγές της έρευ­νας» (σ. 625–663): «Γενι­κή Βιβλιο­γρα­φία», «Περιο­δι­κά – Εφη­με­ρί­δες», «Ημε­ρο­λό­για – Επε­τη­ρί­δες – Λευ­κώ­μα­τα», «Αρχεία», «Ιστο­σε­λί­δες». Ένα πολύ χρή­σι­μο κεφά­λαιο για τους ερευνητές/μελετητές, διό­τι από τη  μια πλη­ρο­φο­ρού­νται για το ποιες πηγές υπάρ­χουν και φυσι­κά αξιο­ποι­ή­θη­καν από τη συγ­γρα­φέα, και από την άλλη συμπε­ραί­νουν συγ­χρό­νως ότι υπάρ­χουν και άλλες πηγές που θα πρέ­πει να αξιο­ποι­η­θούν στο μέλ­λον, ώστε να διευ­ρυν­θεί το βιβλιο­γρα­φι­κό υλι­κό του συγκε­κρι­μέ­νου ερευ­νη­τι­κού θέματος.

Τέλος, δημο­σιεύ­ο­νται: «Ελλη­νό­γλωσ­σο ευρε­τή­ριο κυρί­ων ονο­μά­των» (σ. 671–738), «Ξενό­γλωσ­σο ευρε­τή­ριο κυρί­ων ονο­μά­των» (σ. 739–762), «Ελλη­νό­γλωσ­σο ευρε­τή­ριο θεα­τρι­κών έργων» (σ. 763–848), «Ξενό­γλωσ­σο ευρε­τή­ριο θεα­τρι­κών έργων» (σ. 849–862) και «Ευρε­τή­ριο κυρί­ων ονο­μά­των εισα­γω­γής» (σ. 863–865).

Στο δίτο­μο δημο­σιεύ­ο­νται οι τίτλοι 5.344 θεα­τρι­κών έργων, δια­λό­γων και μονο­λό­γων, δημο­σιευ­μέ­νων ή μη στην ελλη­νι­κή γλώσ­σα, μετα­φρα­σμέ­νων από άλλες γλώσ­σες. Απο­δελ­τιώ­θη­καν 200 περιο­δι­κά λόγου και τέχνης Η παρα­στα­σιο­γρα­φία, βέβαια, είναι το ζητού­με­νο, γενι­κώς, και γι’ αυτό είναι τις περισ­σό­τε­ρες φορές ελλι­πής, ιδί­ως για την περί­πτω­ση του σχο­λι­κού και ενγέ­νει μαθη­τι­κού και ερα­σι­τε­χνι­κού θιά­σου, αφού δεν υπάρ­χουν, στη συντρι­πτι­κή πλειο­ψη­φία των θεα­τρι­κών παρα­στά­σε­ων, έντυ­πα (προ­σκλή­σεις ή προ­γράμ­μα­τα) ή σχε­τι­κά με την παρά­στα­ση δημο­σιευ­μέ­νο στον τύπο υλι­κό (θεα­τρι­κή κρι­τι­κή, ρεκλά­μες ή προσκλήσεις).

Με την ευκαι­ρία, θεω­ρώ απα­ραί­τη­το να επα­να­δη­μο­σιεύ­σω ένα μικρό από­σπα­σμα από το βιβλίο μου Ιστο­ρία της Δρα­μα­τουρ­γί­ας για παι­διά στην Ελλά­δα (1871–1949) και την Κύπρο (1932–1949). [Θεμα­το­λο­γία – Ιδε­ο­λο­γία – Παι­δα­γω­γία. 22 Έλλη­νες Δρα­μα­τουρ­γοί] Με στοι­χεία θεα­τρι­κής αγω­γής και παρα­στα­σιο­γρα­φί­ας του σχο­λι­κού θεά­τρου (Πρό­λο­γος Βάλ­τερ Πού­χνερ). Εκδο­τι­κός οίκος Αντ. Στα­μού­λη, Θεσ­σα­λο­νί­κη 2012, σσ. 551. Από­σπα­σμα, στο οποίο επι­ση­μαί­νε­ται, εδώ και 9 χρό­νια από τότε που το δημο­σί­ευ­σα, η ανα­γκαιό­τη­τα να διδα­χθεί η Ιστο­ρία του Θεά­τρου για παι­διά και εφή­βους στην Ελλά­δα στα Πανε­πι­στή­μιά μας (στα Παι­δα­γω­γι­κά Τμή­μα­τα και στα Τμή­μα­τα Θεα­τρι­κών Σπου­δών). Το μεν Σχο­λι­κό Θέα­τρο έχει ζωή περί­που 200 χρό­νων, το δε  Επαγ­γελ­μα­τι­κό Θέα­τρο περί­που 70 χρόνων:

«Ένα σοβα­ρό, κατά τη γνώ­μη μου, πρό­βλη­μα είναι το γεγο­νός της υπο­τί­μη­σης του Θεά­τρου για παι­διά ως είδος, και ιδιαί­τε­ρα η Ιστο­ρία του Θεά­τρου για παι­διά και η Ιστο­ρί­ας της Δρα­μα­τουρ­γί­ας του, και η μη καθιέ­ρω­σή του, ακό­μη, στη συνεί­δη­ση της επιστημονικής/ακαδημαϊκής κοι­νό­τη­τας, αλλά και των ΜΜΕ […] Απο­τέ­λε­σμα αυτής της κατά­στα­σης είναι να μην υπάρ­χει αυτό­νο­μη θέση Δ.Ε.Π. στα Τμή­μα­τα Θεα­τρι­κών Σπου­δών και στα Παι­δα­γω­γι­κά Τμή­μα­τα, να μην επι­χει­ρεί­ται διαρ­κής και συστη­μα­τι­κή έρευ­να και μόνο στοι­χεία του να διδά­σκο­νται στα πλαί­σια των καθιε­ρω­μέ­νων από χρό­νια μαθη­μά­των που σχε­τί­ζο­νται με την Ιστο­ρία και Δρα­μα­τουρ­γία του Νεο­ελ­λη­νι­κού Θεά­τρου για ενή­λι­κους. Το ίδιο πρό­βλη­μα υπάρ­χει και για την ιστο­ρι­κή έρευ­να και μελέ­τη των άλλων παρα­στα­τι­κών τεχνών (Κου­κλο­θέ­α­τρο, Θέα­τρο Σκιών, Μαριο­νέ­τα, Αφή­γη­ση Παρα­μυ­θιών). […] Η “Ιστο­ρία του Θεά­τρου για παι­διά”, η “Ιστο­ρία της Δρα­μα­τουρ­γί­ας για παι­διά” και η “Ιστο­ρία του Κου­κλο­θέ­α­τρου, Θεά­τρου Σκιών, Μαριο­νέ­τας, Αφή­γη­σης Παρα­μυ­θιών κ.ά. παρα­στα­τι­κών τεχνών” είναι τρία βασι­κά μαθή­μα­τα που αφο­ρούν τη διδα­σκα­λία της Ιστο­ρί­ας και την επι­στη­μο­νι­κή ιστο­ρι­κή έρευ­να όλων των σκη­νι­κών θεα­τρι­κών δρώ­με­νων στο σχο­λι­κό και στο επαγ­γελ­μα­τι­κό θέα­τρο. Τα μαθή­μα­τα αυτά, νομί­ζω, ότι ωρί­μα­σε ο και­ρός για να διδά­σκο­νται (είτε υπο­χρε­ω­τι­κά είτε κατ’ επι­λο­γήν) σε όλα τα Τμή­μα­τα Θεα­τρι­κών Σπου­δών και στα Παι­δα­γω­γι­κά Τμή­μα­τα των Πανε­πι­στη­μί­ων μας. Πιστεύω ότι είναι θέμα χρό­νου να πει­σθεί η ακα­δη­μαϊ­κή κοι­νό­τη­τα και να καθιε­ρω­θεί η διδα­σκα­λία τους. […]» (σύντο­μο από­σπα­σμα από τις σ. 53–63 του βιβλί­ου μου, όπου ανα­φέ­ρο­νται, σχο­λιά­ζο­νται και προ­τεί­νο­νται σχε­τι­κά θέματα.)

Άλλω­στε διδά­σκο­νται τόσα και τόσα μαθή­μα­τα Ιστο­ρί­ας, που αφο­ρούν το Θέα­τρο για ενή­λι­κους στα ενλό­γω Πανε­πι­στη­μια­κά Τμή­μα­τα. Είναι αυτο­νό­η­το, νομί­ζω, ότι όπως πραγ­μα­το­ποι­ή­θη­κε αυτή η θαυ­μά­σια βιβλιο­γρα­φι­κή εργα­σία (η οποία περι­λαμ­βά­νει βέβαια κάποια θεα­τρι­κά έργα του σχο­λι­κού μας θεά­τρου) θα μπο­ρού­σαν να υπάρ­χουν και άλλες παρό­μοιες εργα­σί­ες με συστη­μα­τι­κό τρό­πο και μετά από ενδε­λε­χή έρευ­να για το σχο­λι­κό μας θέα­τρο, με απο­τέ­λε­σμα να απο­κα­λυ­φθούν στοι­χεία και για τη δρα­μα­τουρ­γία του και την παρα­στα­σιο­γρα­φία του.

Ένα έργο ενδια­φέ­ρον, πολύ­τι­μο, χρή­σι­μο, πλού­σιο και πλή­ρες. Καλοτάξιδο!

 

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο