Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αλέκος Χατζηκώστας: Τα μικρά κύματα (μικροδιήγημα)

Του άρε­σαν πάντα τα χρώ­μα­τα των δει­λι­νών. Όσο μεγά­λω­νε τόσο πιο πολύ τα έδι­νε σημα­σία. Όπως και εκεί­νες τις πίκρες που συσ­σώ­ρευε πιστεύ­ο­ντας – αφε­λώς- ότι κοι­νές αξί­ες (στα λόγια) μπο­ρού­σαν να σημαί­νουν και κοι­νές ‚ανθρώ­πι­νες, στάσεις.

Είχε κου­ρα­στεί από τις υπο­κρι­τι­κές ευσπλα­χνί­ες απ’ όσους, μιλού­σαν για τα προ­βλή­μα­τα των άλλων, έχο­ντας φρο­ντί­σει με κάθε τρό­πο να λύσουν πρώ­τα τα δικά τους.

Το καλο­καί­ρι προ­χω­ρού­σε με υπο­σχέ­σεις για νέα ξεκι­νή­μα­τα σαν εκεί­να τα βρα­δι­νά φορέ­μα­τα που έχουν ετοι­μά­σει την Άνοι­ξη οι γυναί­κες περι­μέ­νο­ντας προ­σκλή­σεις για αξέ­χα­στα καλο­και­ρι­νά βράδια.

Προ­σθέ­σεις και αφαι­ρέ­σεις ήταν ζωή του, με τις δεύ­τε­ρες να κυριαρχούν.

Μάζε­ψε σε ένα μπό­γο όνει­ρα, ελπί­δες, απελ­πι­σί­ες, απο­γοη­τεύ­σεις, μπή­κε στη βάρ­κα και ξανοί­χτη­κε στην ήρε­μη θάλασ­σα αφή­νο­ντας μικρούς κυμα­τι­σμούς. Και το δει­λι­νό ήταν κατακόκκινο.

Αρκε­τοί έγρα­ψαν μέρες μετά που δεν τον ξανά­δαν, ότι αυτός, έφυ­γε για να μην ξανάρθει.

Μα η θάλασ­σα δεν είναι λίμνη. Και οι μικροί κυμα­τι­σμοί, απλά προ­α­ναγ­γέλ­λουν τα μεγά­λα κύμα­τα. Οι βαρ­κά­δες στο φεγ­γα­ρό­φω­το είναι πάντα ένα ταξί­δι στη ζωή που δεν ζήσα­με, μία σιω­πη­λή υπο­δο­χή στην ημέ­ρα που έρχεται.

Και τα τζι­τζί­κια δεν είπαν ακό­μη το τελευ­ταίο τους τραγούδι.

29 στιγ­μές, του Αλέ­κου Χατζηκώστα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο