Είχαν συμφωνήσει ότι «θα τα λένε στο fb» όσο αυτή θα έλειπε. Με τη διευκρίνιση από μέρους της «μόνο γραπτά μηνύματα και όχι άλλη οπτικο-ακουστική επικοινωνία». Τι να κάνει συμβιβάστηκε με τα «θέλω της» γιατί ήταν και πεισματάρα σ’αυτά.
Η γνωριμία τους το καλοκαίρι σε νησί του Αιγαίου ήταν συναρπαστική. Αυτός εκπαιδευτικός, γύρω στα 50, μόνος του στη ζωή, είχε αγκιστρωθεί εδώ και χρόνια εκεί, μάταια περιμένοντας μετάθεση στον τόπο του. Μία χρήσιμη δικαιολογία για ν’ απαντά σε όσους φίλους τον χαρακτήριζαν «γεροντοπαλίκαρο».
Αυτή πανεπιστημιακός, κοσμογυρισμένη, με οικογένεια και με μάτια που θύμιζαν το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας, τον εντυπωσίασε από την πρώτη στιγμή. Μιλούσε καλά τα ελληνικά, λάτρευε την ελληνική μυθολογία όπως του έλεγε, όμως «ζούσε σε άλλον κόσμο» και είχε δίκιο σ’αυτό. Ο Καναδάς ήταν η πατρίδα της και οι πανεπιστημιακές της υποχρεώσεις της έδιναν την ευκαιρία να επισκέπτεται πολλούς τόπους, να γνωρίζει πολλούς ανθρώπους, αλλά και να μπορεί να έρχεται τα καλοκαίρια στα νησιά για πολυήμερες διακοπές.
Από την πρώτη στιγμή ένοιωσε μία ιδιαίτερη έλξη απέναντι της. Η συνάντηση τους σε μουσική εκδήλωση, τα τηλέφωνα που ακολούθησαν και κυρίως οι σχεδόν καθημερινές συναντήσεις για βόλτα, γλυκό ή σε ταβέρνες τους έφερε πιο κοντά…
Εκείνη πάντως ήξερε να κρατά τις ισορροπίες, να τον επαναφέρει συχνά στην τάξη να του δείχνει το ενδιαφέρον της με εκείνο τον Βορειοαμερικάνικο τρόπο που τον εκνεύριζε αλλά και τον συγκινούσε ταυτόχρονα.
Και έτσι μπήκε και το fb στη ζωή του. Αφού πρώτα έγιναν «φίλοι» σύμφωνα με τη θέληση της, άρχισαν να συμπληρώνουν τα κενά της καθημερινής τους επικοινωνίας με εκείνα τα «καλημέρα» και «καληνύχτα» («και καλό ξημέρωμα» τον συμπλήρωνε εκείνη πάντα) που αντάλλαζαν μέσω αυτού, καθώς και τα τραγούδια, τις ΦΩΤΟ αλλά και τους στίχους γνωστών ποιητών που τις έστελνε σε ρυθμούς …πολυβόλου.
«Δεν προλαβαίνω να τα διαβάζω όσα μου στέλνεις» του έλεγε συχνά και ας ήξερε βαθειά μέσα του, ότι τα διάβαζε και τα παραδιάβαζε και απλά του έλεγε αυτά για να τον «κρατά στην τσίτα». Και αυτός ιδανικός συναισθηματικός αυτόχειρας να τα δέχεται αδιαμαρτύρητα. Αλλά έτσι είναι «οι γεροντικοί έρωτες» όπως του έλεγαν κοροϊδευτικά οι φίλοι του που και αυτοί έπαιζαν με τον πόνο του.
Όμως εκτός από την καθημερινή επαφή του έφερε και ένα ακόμη μπελά στο κεφάλι. Να φουντώνει μέσα του η ζήλεια για κάθε ΦΩΤΟ που αναρτούσε, προκειμένου να ικανοποιήσει με τη σειρά της τη γυναικεία της φιλαρέσκεια. Κατάντησε να μετρά τα «λαϊκ» και ιδίως τις «καρδούλες» που τις έκαναν στις αναρτήσεις της διάφορα «πεινασμένα αρσενικά» όπως τα χαρακτήριζε, που χρησιμοποιούσαν το fb ως μία αυξανόμενη δυνατότητα για «καμάκι»…
Ο αποχαιρετισμός τους, του στοίχισε. Αργότερα στη ταβέρνα του νησιού πότισε την καρδιά του και ιδίως το μυαλό του με μπόλικο ούζο, για να πείσει τον εαυτό του ότι «πάει, πέρασε» από τη ζωή του.
Τον παρηγορούσε πάντως το γεγονός ότι στο profile της είχα βάλει τη ΦΩΤΟ που αυτός της είχε τραβήξει στο πρώτο τους ραντεβού. Κάτι ήταν και αυτό…’Η μάλλον πολλά μια και έτσι με τον τρόπο της, του έδινε να καταλάβει ότι ήταν εξίσου σημαντική η συνάντηση αυτή και για εκείνη.
Του έστειλε τις πρώτες ΦΩΤΟ από τη διαδρομή, επιστρέφοντας στην πατρίδα της. Τον χαροποίησε το γεγονός. Απάντησε με πλήθος «καρδούλες» στο messenger.
Και οι μήνες περνούσαν. Με καθημερινά μηνύματα από μέρους του. Που γινόταν ολοένα και πιο μεγάλα, αισθαντικά, με μπόλικο λυρισμό. Και αυτή να του απαντά συχνά μονολεκτικά με εκείνα τα greeklish, με ΦΩΤΟ από τα μέρη που πήγαινε, ενώ κάποιες φορές περνούσαν αδιάφορα (ή μήπως της άρεσε να τον πειράζει…) τα μηνύματα του, κάνοντας να «πέφτει στα πατώματα». Και να πεις κανείς ότι του έλειπαν οι εμπειρίες…
Όμως αυτός ο διαδικτυακός τρόπος επικοινωνίας, είχε τους δικούς του κανόνες, που αυτός ήθελε να αγνοεί. Ήταν άνθρωπος ντόμπρος και του άρεσε , όπως από την πρώτη στιγμή της είχε τονίσει , να κοιτά τον άλλον στα μάτια όταν του μιλούσε. Τους χώριζε όμως μία θάλασσα και ένας ωκεανός, οπότε δεν ήταν δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο.
Παρά την απόσταση και τον ιδιαίτερο τρόπο επικοινωνίας τους, είχαν και τους καυγάδες τους. Κάθε φορά που έκανε ένα βήμα παραπάνω, αποκαλύπτοντας τα αισθήματά του, αυτή τον συγκρατούσε, θυμίζοντας τον ότι «ζούμε σε διαφορετικούς κόσμους». Αλλά που να συγκρατηθεί αυτός. Το «μεσογειακό ταμπεραμέντο γαρ» κυριαρχούσε επάνω του.
Τι ήταν όμως εκείνο που του έκανε, μετά τον τελευταίο τους «διαδικτυακό καυγά;». Το είδε τα ξημερώματα (αχ αυτή η διαφορά ώρας) όταν ξύπνησε και άνοιξε όπως πάντα το fb μήπως και δει μήνυμα της.
Το profile της είχε πια αλλάξει. Η νέα της ΦΩΤΟ σίγουρα ήταν εντυπωσιακή, όχι όμως το «ίδιο όμορφη και γλυκεία με αυτήν που την είχε τραβήξει» όπως της έγραψε προσπαθώντας να συγκρατήσει την οργή και το παράπονο του στο messenger.
Αλλά και αυτή πεισματάρα του ξεκαθάρισε: «Εγώ θέλω έτσι…καλημέρα».
Τα άτιμα τα «λαϊκ» και κυρίως οι «καρδούλες» έπεφταν… «σύννεφο», όπως και τα ιδιαίτερα θερμά (ή μήπως και ερωτικά;) σχόλια γραμμένα σε διάφορες γλώσσες του κόσμου.(Πάντως η Google αποδείχτηκε χρήσιμος βοηθός στην μεταφραστική του προσπάθεια και κυρίως στην αγωνία του αν υπήρξαν και άλλοι σαν και αυτόν στη ζωή της…)
Αποφάσισε να σκληρύνει τη στάση του και να σταματήσει να στέλνει μηνύματα.Ο εγωισμός του δέχτηκε πλήγμα. Αλλά και ο ναρκισσισμός της, (σαν αναζήτηση αυτοεπιβεβαίωσης και «τσεκαρίσματος» των «θαυμαστών» της είχε προσπαθήσει να δικαιολογήσει τη στάση της στον εαυτό του) δεν εισέπραξε τα αναμενόμενα, μια και μετρώντας τα «λαϊκ» και τις «καρδούλες», διαπίστωσε ότι ήταν τα μισά από όσα είχε συγκεντρώσει η ΦΩΤΟ του προηγούμενου profile. Τουλάχιστο ο Θεός του Fb την είχε τιμωρήσει για την αλαζονεία της σκέφτηκε και χαμογέλασε.
Είχε περάσει μία βδομάδα έντονης απογοήτευσης μέσα του, με το δάκρυ να πέφτει άφθονο στις ώρες της μοναξιάς του. Παρακολουθούσε πάντως τις αναρτήσεις της, όπως πίστευε ότι έκανε και αυτή τις δικές του. Άλλωστε από την πρώτη στιγμή είχαν ενταχτεί στην κατηγορία «στενοί φίλοι».
Ήταν Σάββατο ξημερώματα, επιστρέφοντας από μία γερή οινοποσία με φίλους στο πλαίσιο «αποτοξίνωσης» από τον έρωτά του. Άνοιξε το fb αναζητώντας ίσως παρηγοριά σε μοναχικές καρδιές σαν την δική του , που έψαχναν έναν «διαδικτυακό ώμο» για να παρηγορηθούν ή να «κλάψουν την μοίρα τους». Μπήκε και στο δικό της λογαριασμό. Η αλλαγμένη ΦΩΤΟ του profile της του χαμογελούσε. Όπως εκείνη ΦΩΤΟ που τις είχε βγάλει στο πρώτο τους ραντεβού. Χαμογέλασε χαρούμενος. Επιτέλους, υπάρχει ελπίδα…
Τις έστειλε αμέσως στο messenger το αγαπημένο της ελληνικό τραγούδι της Γλυκερίας , που είχε γίνει εδώ και καιρό και δικό του.
«Ακολούθησα ένα αστέρι που ‘χα γράψει τ’ όνομα σου
κι ένα ψέμα που μου λέει πως απόψε θα φανείς.
Μα και πάλι σκοτεινοί είναι οι δρόμοι της καρδιάς σου
τι κι αν σου ‘δωσα τα πάντα να ‘σαι εσύ ο νικητής.»
Του απάντησε με «καρδούλα».
Ήταν όλα και πάλι όπως θα ήθελε! Η ζωή θα έδειχνε τη συνέχεια…
_________________________________________________________________________________________________
Αλέκος Α. Χατζηκώστας Δημοσιογράφος και εκδότης της εφημερίδας «Η Άλλη Άποψη της Ημαθίας» και του alli-apopsi.gr. Άρθρα του έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες, περιοδικά και site εδώ και δεκαετίες, ενώ έχει συμμετάσχει με εισηγήσεις σε μια σειρά ιστορικά συνέδρια και ημερίδες. Έχει εκδώσει 7 βιβλία και συμμετέχει σε συλλογικούς τόμους.