Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Αλμπερτ Αϊνστάιν: Why socialism (Γιατί σοσιαλισμός)

Στο δοκί­μιο «Why socialism» (Για­τί σοσια­λι­σμός) που δημο­σιεύ­τη­κε για πρώ­τη φορά το 1949 στο περιο­δι­κό «Monthly Revue», ο Αϊν­στάιν έγραψε:

Ας εξε­τά­σου­με πρώτ’ απ’ όλα το ζήτη­μα αυτό από την άπο­ψη της επι­στη­μο­νι­κής γνώ­σης. Μπο­ρεί να φανεί ότι δεν υπάρ­χουν ουσια­στι­κές μεθο­δο­λο­γι­κές δια­φο­ρές ανά­με­σα στην αστρο­νο­μία και την οικο­νο­μία: οι επι­στή­μο­νες και στους δύο τομείς προ­σπα­θούν να ανακαλύ­ψουν τους νόμους, που έχουν γενι­κή εφαρ­μο­γή σε ορι­σμέ­νες ομά­δες φαι­νο­μέ­νων; για να κά­νουν την αμοι­βαία σχέ­ση των φαι­νο­μέ­νων αυτών όσο γίνε­ται πιο κατανοητή.

Αλλά τέτοιες με­θοδολογικές δια­φο­ρές υπάρ­χουν στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Η ανα­κά­λυ­ψη των γενι­κών νόμων στον τομέα της οικο­νο­μί­ας είναι δυσκο­λό­τε­ρη για­τί τα υπό παρα­τή­ρη­ση οικο­νο­μι­κά φαινόμε­να, επη­ρε­ά­ζο­νται συχνά από πολ­λούς παρά­γο­ντες, που είναι πάρα πολύ δύσκο­λο να εκτιμη­θούν ξεχω­ρι­στά. Εκτός από αυτό, η πεί­ρα που συγκε­ντρώ­θη­κε από την αρχή της λεγό­με­νης πολι­τι­σμέ­νης περιό­δου της ανθρώ­πι­νης ιστο­ρί­ας, υπο­βάλ­λο­νταν και υπο­βάλ­λε­ται, ως γνω­στόν, σε σοβα­ρές επι­δρά­σεις και περιο­ρι­σμούς όχι μόνο οικο­νο­μι­κού χαρα­κτή­ρα. Για παρά­δειγμα, οι περισ­σό­τε­ρες μεγά­λες δυνά­μεις στην ιστο­ρία οφεί­λουν την ύπαρ­ξη τους στις κατα­κτήσεις. Οι λαοί κατα­κτη­τές εδραιώ­νο­νταν νομι­κά και οικο­νο­μι­κά ως προ­νο­μιού­χα τάξη στην κατα­κτη­μέ­νη χώρα… Που­θε­νά δεν έχει ξεπε­ρα­στεί πραγ­μα­τι­κά εκεί­νο που ο Βέμπλεν απο­καλεί «ληστρι­κή φάση» ανά­πτυ­ξης της ανθρω­πό­τη­τας. Ορι­σμέ­να οικο­νο­μι­κά γεγο­νό­τα, που παρα­τη­ρού­με, αφο­ρούν τη φάση αυτή και μάλι­στα οι νόμοι, που μπο­ρού­με να εξά­γου­με από αυτά, δεν είναι εφαρ­μό­σι­μοι σε καμιά άλλη φάση. Δεδο­μέ­νου ότι ο πραγ­μα­τι­κός σκο­πός του σοσια­λι­σμού είναι ακρι­βώς να ξεπε­ρά­σει τη «ληστρι­κή φάση» στην ανά­πτυ­ξη της ανθρωπότη­τας και να προ­χω­ρή­σει προς τα εμπρός, η οικο­νο­μι­κή επι­στή­μη στη σημε­ρι­νή κατά­στα­σή της μπο­ρεί να ρίξει μόνο ένα πολύ ασή­μα­ντο φως στη σοσια­λι­στι­κή κοι­νω­νία του μέλλοντος.

Δεύ­τε­ρο, ο σκο­πός του σοσια­λι­σμού είναι κοι­νω­νι­κοη­θι­κός. Η επι­στή­μη δεν μπο­ρεί να δη­μιουργεί σκο­πούς και είναι ακό­μη λιγό­τε­ρο ικα­νή να τους εμφυ­σή­σει στους ανθρώ­πους. Το μέγι­στο που μπο­ρεί να κάνει η επι­στή­μη είναι να προ­σφέ­ρει τα μέσα για την επί­τευ­ξη ορισμέ­νων σκο­πών. Αλλά αυτοί καθαυ­τοί οι σκο­ποί επι­τυγ­χά­νο­νται από προ­σω­πι­κό­τη­τες με υψη­λά ηθι­κά ιδα­νι­κά και, αν οι σκο­ποί αυτοί δεν είναι θνη­σι­γε­νείς αλλά βιώ­σι­μοι και ισχυ­ροί, τους υπo­στηρίζουν και τους ανα­πτύσ­σουν πολ­λοί άνθρω­ποι, που καθο­ρί­ζουν εν μέρει υπο­συ­νεί­δη­τα την αργή εξέ­λι­ξη της κοινωνίας.

Λόγω των αιτί­ων αυτών οφεί­λου­με να είμα­στε προ­σε­κτι­κοί και να μην υπε­ρε­κτι­μού­με την επι­στή­μη και τις επι­στη­μο­νι­κές μεθό­δους, όταν η υπό­θε­ση αφο­ρά ανθρώ­πι­να προ­βλή­μα­τα. Δεν πρέ­πει επί­σης να σκε­φτό­μα­στε ότι μόνο οι ειδι­κοί έχουν το δικαί­ω­μα να δια­τυ­πώ­νουν τη γνώ­μη τους για τα ζητή­μα­τα οργά­νω­σης της κοινωνίας.

Τελευ­ταία ακού­γο­νται πάρα πολ­λές φωνές ότι η ανθρώ­πι­νη κοι­νω­νία περ­νά­ει κρί­ση, ότι η στα­θε­ρό­τη­τά της έχει κλο­νι­στεί σοβα­ρά. Η κατά­στα­ση αυτή χαρα­κτη­ρί­ζε­ται από το γεγο­νός ότι τα άτο­μα αδια­φο­ρούν ή ακό­μα και εχθρεύ­ο­νται τις μικρές ή μεγά­λες ομά­δες όπου ανή­κουν. Για να δεί­ξω τι εννοώ, επι­τρέψ­τε να επι­κα­λε­στώ την προ­σω­πι­κή μου πεί­ρα. Πρό­σφα­τα, συζη­τώ­ντας με έναν έξυ­πνο και αξιό­πι­στο άνθρω­πο για την απει­λή πολέ­μου που, κατά τη γνώ­μη μου, θα απο­τε­λού­σε σοβα­ρό κίν­δυ­νο για την ίδια την ύπαρ­ξη της ανθρω­πό­τη­τας, διαπί­στωσα ότι μόνο μια υπε­ρε­θνι­κή οργά­νω­ση μπο­ρεί να μας προ­φυ­λά­ξει από τον κίν­δυ­νο αυτό. Σχε­τι­κά με αυτό ο συνο­μι­λη­τής μου, μου είπε πολύ ήρε­μα και ψυχρά: «Μα για­τί φοβό­σα­στε τόσο την εξα­φά­νι­ση της ανθρώ­πι­νης φυλής;».

Είμαι βέβαιος ότι μόλις έναν αιώ­να πριν κανείς δε θα έκα­νε παρό­μοια παρα­τή­ρη­ση με τό­ση ευκο­λία. Πρό­κει­ται για δήλω­ση ανθρώ­που που μάταια προ­σπα­θού­σε να βρει ισορ­ρο­πία μέ­σα του και έχα­σε πρα­κτι­κά την ελπί­δα για επι­τυ­χία. Ποια όμως είναι η αιτία; Υπάρ­χει διέξοδος;

Ο άνθρω­πος είναι ταυ­τό­χρο­να προ­σω­πι­κό­τη­τα και κοι­νω­νι­κό ον. Ως προ­σω­πι­κό­τη­τα πρo­σπαθεί να προ­στα­τεύ­σει τη δική του ύπαρ­ξη και την ύπαρ­ξη των οικεί­ων του, να ικα­νο­ποι­ή­σει τις προ­σω­πι­κές τους επι­θυ­μί­ες και να ανα­πτύ­ξει τις ικα­νό­τη­τές του. Σαν κοι­νω­νι­κό ον επιδιώ­κει να κερ­δί­σει την ανα­γνώ­ρι­ση και την αγά­πη των άλλων ανθρώ­πων, να συμ­με­ρι­στεί τις χαρές τους, να τους παρη­γο­ρή­σει στη λύπη, να καλυ­τε­ρέ­ψει τους όρους ζωής τους. Μόνο η ύπαρ­ξη αυτών των δια­φό­ρων, συχνά αντι­φα­τι­κών επι­διώ­ξε­ων καθο­ρί­ζει τον ιδιαί­τε­ρο χαρα­κτή­ρα του ανθρώ­που και από τους ιδιό­μορ­φους συν­δυα­σμούς τους εξαρ­τά­ται ο βαθ­μός που το άτο­μο μπο­ρεί να πετύ­χει την εσω­τε­ρι­κή ισορ­ρο­πία και να συμ­βά­λει στην ευη­με­ρία της κοι­νω­νί­ας. Εί­ναι εντε­λώς δυνα­τό η σχε­τι­κή δύνα­μη των δυο αυτών επι­διώ­ξε­ων να είναι βασι­κά προσδιορι­σμένη από την κλη­ρο­νο­μι­κό­τη­τα. Αλλά η προ­σω­πι­κό­τη­τα δια­μορ­φώ­νε­ται ορι­στι­κά στο περι­βάλλον, όπου ο άνθρω­πος βρί­σκε­ται στη δια­δι­κα­σία της ανά­πτυ­ξής του, από τη διάρ­θρω­ση της κοι­νω­νί­ας όπου μεγα­λώ­νει, από τις παρα­δό­σεις της κοι­νω­νί­ας αυτής, από το πώς εκτι­μά τους διά­φο­ρους τύπους συμπε­ρι­φο­ράς. Η αφη­ρη­μέ­νη έννοια «κοι­νω­νία» σημαί­νει για το ατo­μικό ανθρώ­πι­νο ον το σύνο­λο των άμε­σων και έμμε­σων αμοι­βαί­ων σχέ­σε­ων με τους σύγχρο­νούς του και με όλες τις προη­γού­με­νες γενε­ές. Το άτο­μο είναι σε θέση να σκέ­πτε­ται, να νοι­ώθει, να προ­σπα­θεί να εργα­στεί αυτο­τε­λώς, αλλά εξαρ­τά­ται τόσο πολύ από την κοι­νω­νία στη φυσι­κή, δια­νοη­τι­κή και συναι­σθη­μα­τι­κή ύπαρ­ξή του, που είναι αδύ­να­το να σκέ­πτε­ται γι’ αυτήν ή να την κατα­νο­εί εκτός των πλαι­σί­ων της κοι­νω­νί­ας. Η «κοι­νω­νία» αυτή εξα­σφα­λί­ζει στον άν­θρωπο τρο­φή, ενδυ­μα­σία, κατοι­κία, εργα­λεία εργα­σί­ας, τον προι­κί­ζει με γλώσ­σα, με τις μορ­φές και το βασι­κό περιε­χό­με­νο των σκέ­ψε­ων. Η ζωή του είναι δυνα­τή χάρη στην εργα­σία και στα επι­τεύγ­μα­τα πολ­λών εκα­τομ­μυ­ρί­ων ανθρώ­πων στο παρελ­θόν και στο παρόν, όλων εκεί­νων που κρύ­βο­νται πίσω από τη μικρή λέξη «κοι­νω­νία» …

0 άνθρω­πος κατά τη γέν­νη­σή του χάρη στην κλη­ρο­νο­μι­κό­τη­τα απο­κτά βιο­λο­γι­κή σύστα­ση, που πρέ­πει να τη θεω­ρού­με καθο­ρι­σμέ­νη και αμε­τά­βλη­τη, η οποία περι­λαμ­βά­νει φυσι­κές επι­διώ­ξεις που είναι χαρα­κτη­ρι­στι­κές για τα ανθρώ­πι­να όντα. (Όπως ανα­φέ­ρα­με παρα­πά­νω, η βιο­λο­γι­κή φύση του ανθρώ­που δεν μπο­ρεί να αλλά­ξει για πρα­κτι­κούς λόγους). Εκτός από αυ­τό, στη διάρ­κεια της ζωής του απο­κτά πολι­τι­στι­κή ψυχο­σύν­θε­ση, που την παίρ­νει από την κοι­νωνία μέσω της επι­κοι­νω­νί­ας και με πολ­λά άλλα είδη επί­δρα­σης… Η κοι­νω­νι­κή συμπε­ρι­φο­ρά των ανθρώ­πι­νων υπάρ­ξε­ων μπο­ρεί να δια­φέ­ρει πολύ ανά­λο­γα με τα επι­κρα­τού­ντα πολι­τι­στι­κά πρό­τυ­πα και τύπους οργά­νω­σης που κυριαρ­χούν στην κοι­νω­νία. Σε αυτό ακρι­βώς βασί­ζουν τις ελπί­δες όσοι επι­διώ­κουν να καλυ­τε­ρέ­ψουν την τύχη του ανθρώ­που: οι άνθρω­ποι δεν είναι κα­ταδικασμένοι λόγω της βιο­λο­γι­κής τους ψυχο­σύν­θε­σης να αλλη­λο­ε­ξο­ντώ­νο­νται ή να παραδί­δονται στο έλε­ος της σκλη­ρής και ανα­πό­φευ­κτης μοίρας.

Αν ανα­ρω­τη­θού­με πώς πρέ­πει να αλλά­ξου­με τη διάρ­θρω­ση της κοι­νω­νί­ας και του πολιτι­σμού της για να γίνει πιο ευνοϊ­κή η ανθρώ­πι­νη ζωή, πρέ­πει να θυμού­μα­στε ότι πάντα υπάρ­χουν ορι­σμέ­νες συν­θή­κες που δεν μπο­ρού­με να τις αλλά­ξου­με. Πολύ περισ­σό­τε­ρο, οι τεχνo­λογικές και δημο­γρα­φι­κές δια­δι­κα­σί­ες μερι­κών τελευ­ταί­ων αιώ­νων δημιούρ­γη­σαν συν­θή­κες που είναι επί­σης αμε­τά­βλη­τες. Στις περιο­χές με μόνι­μο και πυκνό πλη­θυ­σμό η παρα­γω­γή των ανα­γκαί­ων για τη ζωή αγα­θών προ­ϋ­πο­θέ­τει υπο­χρε­ω­τι­κά τον κατα­με­ρι­σμό της εργα­σί­ας και μια μεγά­λη συγκέ­ντρω­ση παρα­γω­γι­κού μηχα­νι­σμού. Η επο­χή που τα άτο­μα ή συγκρι­τι­κά μι­κρές ομά­δες μπο­ρού­σαν να έχουν πλή­ρη επάρ­κεια, η οποία όταν κοι­τά­με στα περα­σμέ­να μας φαί­νε­ται τόσο ειδυλ­λια­κή, έφυ­γε μια για πάντα. θα είναι απλώς μια μικρή υπερ­βο­λή αν πού­με ότι από την άπο­ψη της παρα­γω­γής και κατα­νά­λω­σης η ανθρω­πό­τη­τα απο­τε­λεί σήμε­ρα κιό­λας μια παγκό­σμια κοινότητα.

Τώρα μπο­ρώ να προσ­διο­ρί­σω σύντο­μα την ουσία της σημε­ρι­νής κρί­σης. Πρό­κει­ται για τη στά­ση του ατό­μου απέ­να­ντι στην κοι­νω­νία. Το άτο­μο συνει­δη­το­ποιεί σε μεγα­λύ­τε­ρο βαθ­μό παρά ποτέ άλλο­τε την εξάρ­τη­σή του από την κοι­νω­νία. Όμως δεν εκλαμ­βά­νει την εξάρ­τη­ση αυτή ως θετι­κό φαι­νό­με­νο, ως οργα­νι­κή σχέ­ση, ως προ­στα­τευ­τι­κή δύνα­μη, αλλά μάλ­λον ως απει­λή κατά των φυσι­κών του δικαιω­μά­των ή ακό­μα και κατά της οικο­νο­μι­κής του ύπαρ­ξης. Πολύ περισ­σό­τε­ρο, η θέση του στην κοι­νω­νία είναι τέτοια που οι εγω­ι­στι­κές επι­διώ­ξεις του αυξά­νουν συνε­χώς, ενώ οι κοι­νω­νι­κές, πιο αδύ­να­τες από τη φύση τους επι­διώ­ξεις του, όλο και πιο πολύ καταρ­ρέ­ουν. Όλοι οι άνθρω­ποι ανε­ξάρ­τη­τα από τη θέση τους στην κοι­νω­νία υποφέ­ρουν από τη δια­δι­κα­σία αυτή. Αιχ­μά­λω­τοι του εγω­ι­σμού τους, χωρίς οι ίδιοι να το αντιλαμβάνo­νrαι, νοιώ­θουν ανυ­πε­ρά­σπι­στοι, μονα­χι­κοί, στε­ρη­μέ­νοι από την ικα­νό­τη­τα, με αφέ­λεια, απλά και απε­ρί­σκε­πτα να χαί­ρο­νται τη ζωή. 0 άνθρω­πος μπο­ρεί να βρει νόη­μα στη ζωή – που είναι τόσο σύντο­μη και γεμά­τη κιν­δύ­νους – μόνο αφιε­ρώ­νο­ντας τον εαυ­τό του στην κοινωνία.

Η οικο­νο­μι­κή αναρ­χία της καπι­τα­λι­στι­κής κοι­νω­νί­ας, όπως υπάρ­χει σήμε­ρα, είναι κατά τη γνώ­μη μου η πραγ­μα­τι­κή πηγή του κακού. Βλέ­που­με μια τερά­στια μάζα παρα­γω­γών που πα­σχίζουν ακα­τά­παυ­στα να αφαι­ρέ­σουν ο ένας από τον άλλο τους καρ­πούς της συλ­λο­γι­κής εργα­σί­ας τους – όχι με τη βία, αλλά σύμ­φω­να με τους νόμι­μα καθιε­ρω­μέ­νους κανό­νες. Από την άπο­ψη αυτή είναι σημα­ντι­κό ότι τα μέσα παρα­γω­γής, δηλα­δή όλες οι παρα­γω­γι­κές δυνά­μεις, απα­ραί­τη­τα για την παρα­γω­γή κατα­να­λω­τι­κών εμπο­ρευ­μά­των, καθώς και οι ολο­έ­να νέες επεν­δύ­σεις μπο­ρούν να είναι νόμι­μα και κατά το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος απο­τε­λούν ατο­μι­κή ιδιο­κτη­σία ξεχω­ρι­στών προσώπων.

Για απλο­ποί­η­ση θα απο­κα­λώ στη συνέ­χεια «εργά­τες» όσους δεν ανή­κουν στους ιδιο­κτή­τες μέσων παρα­γω­γής, αν και αυτό δεν αντι­στοι­χεί πλή­ρως στη συνη­θι­σμέ­νη χρή­ση του όρου αυτού. 0 ιδιο­κτή­της μέσων παρα­γω­γής είναι σε θέση να απο­κτά εργα­τι­κή δύνα­μη. Χρη­σι­μο­ποιώ­ντας τα μέσα παρα­γω­γής, ο εργά­της παρά­γει νέα εμπο­ρεύ­μα­τα που γίνο­νται ιδιο­κτη­σία του καπι­τα­λι­στή. Εδώ έχει ακρι­βώς σημα­σία η συσχέ­τι­ση της πραγ­μα­τι­κής αξί­ας αυτού που ο εργά­της παρά­γει και εκεί­νου που του πλη­ρώ­νουν. Όσο και­ρό η σύμ­βα­ση εργα­σί­ας είναι «ελεύ­θε­ρη», αυτό που παίρ­νει ο εργά­της δεν καθο­ρί­ζε­ται από την πραγ­μα­τι­κή αξία των παρα­γό­με­νων από αυτόν εμπο­ρευ­μά­των, αλλά από τις ελά­χι­στες ανά­γκες του και την προ­σφο­ρά και ζήτη­ση εργα­τι­κής δύνα­μης από τους καπι­τα­λι­στές. Έχει σημα­σία να κατα­λά­βου­με ότι ακό­μη και στη θεω­ρία η αμοι­βή του εργά­τη δεν καθο­ρί­ζε­ται από την αξία αυτού που έχει παράγει.

Βρι­σκό­μα­στε μπρο­στά στην τάση του ιδιω­τι­κού κεφα­λαί­ου προς την όλο και μεγα­λύ­τε­ρη συγκέ­ντρω­ση. Εν μέρει λόγω του αντα­γω­νι­σμού των καπι­τα­λι­στών, εν μέρει για­τί η ανά­πτυ­ξη της τεχνο­λο­γί­ας και ο αυξα­νό­με­νος κατα­με­ρι­σμός της εργα­σί­ας ενθαρ­ρύ­νουν το σχη­μα­τι­σμό μεγα­λύ­τε­ρων παρα­γω­γι­κών μονά­δων σε βάρος των μικρών. Απο­τέ­λε­σμα της ανά­πτυ­ξης αυτής είναι η ολι­γαρ­χία του ιδιω­τι­κού κεφα­λαί­ου, η κολοσ­σιαία εξου­σία του οποί­ου δεν μπο­ρεί να ελέγ­χε­ται απο­τε­λε­σμα­τι­κά ακό­μη και σε μια δημο­κρα­τι­κή κοι­νω­νία. Αυτό συμ­βαί­νει, για­τί τα μέλη των νομο­θε­τι­κών οργά­νων εκλέ­γο­νται από τα πολι­τι­κά κόμ­μα­τα, τα οποία χρη­μα­το­δο­τού­νται και επη­ρε­ά­ζο­νται βασι­κά από τους ιδιώ­τες επι­χει­ρη­μα­τί­ες, που επι­διώ­κουν για πρα­κτι­κούς σκο­πούς να απο­μα­κρύ­νουν το εκλο­γι­κό σώμα από τους νομο­θέ­τες. Σαν απο­τέ­λε­σμα οι αντι­πρό­σω­ποι του λαού δεν υπε­ρα­σπί­ζο­νται απο­τε­λε­σμα­τι­κά τα συμ­φέ­ρο­ντα των μη προ­νο­μιού­χων ομά­δων του πλη­θυ­σμού. Πολύ περισ­σό­τε­ρο, στις υπάρ­χου­σες συν­θή­κες οι ιδιώ­τες επι­χει­ρη­μα­τί­ες ελέγ­χουν ανα­πό­φευ­κτα τις κύριες πηγές πλη­ρο­φό­ρη­σης (τύπο, ραδιό­φω­νο, εκπαί­δευ­ση). Για το λόγο αυτό, ο απλός πολί­της είναι πολύ δύσκο­λο και στις περισ­σό­τε­ρες περι­πτώ­σεις απλώς αδύ­να­το να κατα­λή­ξει σε αντι­κει­με­νι­κά συμπε­ρά­σμα­τα και να ασκεί με εξυ­πνά­δα τα πολι­τι­κά του δικαιώματα.

Η κατά­στα­ση που επι­κρα­τεί στην οικο­νο­μία, βασι­ζό­με­νη στην καπι­τα­λι­στι­κή ατο­μι­κή ιδιο­κτη­σία, χαρα­κτη­ρί­ζε­ται επο­μέ­νως από δυο κύριες αρχές: πρώ­το, τα μέσα παρα­γω­γής (κεφά­λαιο), απο­τε­λούν ατο­μι­κή ιδιο­κτη­σία και οι ιδιο­κτή­τες τα δια­χει­ρί­ζο­νται κατά την κρί­ση τους. Δεύ­τε­ρο, η σύμ­βα­ση εργα­σί­ας είναι ελεύ­θε­ρη. Φυσι­κά από την άπο­ψη αυτή δεν υπάρ­χει καθα­ρή καπι­τα­λι­στι­κή κοινωνία.

Πρέ­πει ιδιαί­τε­ρα να σημειώ­σου­με ότι οι εργά­τες, χάρη στη μακρο­χρό­νια και έντο­νη πολι­τι­κή πάλη σημεί­ω­σαν επι­τυ­χί­ες εξα­σφα­λί­ζο­ντας σε ορι­σμέ­νες κατη­γο­ρί­ες εργα­τών «βελ­τιω­μέ­νη» μορ­φή ελεύ­θε­ρης σύμ­βα­σης εργα­σί­ας. Αλλά η σημε­ρι­νή οικο­νο­μία στο σύνο­λό της δια­φέ­ρει κατά πολύ από τον «καθα­ρό» καπιταλισμό.

Η παρα­γω­γή πραγ­μα­το­ποιεί­ται για χάρη του κέρ­δους και όχι για το όφε­λος, αλλά δεν υπάρ­χει εγγύ­η­ση ότι όλοι, όσοι θέλουν και μπο­ρούν να εργα­στούν, θα μπο­ρέ­σουν σίγου­ρα να βρουν δου­λειά. Σχε­δόν πάντα υπάρ­χει στρα­τιά ανέρ­γων. 0 εργά­της φοβά­ται συνε­χώς να μη χάσει τη δου­λειά του. Επει­δή οι άνερ­γοι και οι χαμη­λό­μι­σθοι εργά­τες δεν απο­τε­λούν προσο­δοφόρα αγο­ρά, η παρα­γω­γή κατα­να­λω­τι­κών εμπο­ρευ­μά­των είναι περιο­ρι­σμέ­νη με αποτέλε­σμα να υπάρ­χουν σοβα­ρές δυσκο­λί­ες. Η τεχνι­κή πρό­ο­δος οδη­γεί συχνά στην αύξη­ση της ανερ­γί­ας και όχι στην ελά­φρυν­ση από τα βάρη της εργα­σί­ας. 0 προ­σα­να­το­λι­σμός στο κέρ­δος σε συν­δυα­σμό με τον αντα­γω­νι­σμό των καπι­τα­λι­στών είναι η αιτία της αστά­θειας στη συσσώ­ρευση και τη χρη­σι­μο­ποί­η­ση του κεφα­λαί­ου, πράγ­μα που οδη­γεί σε όλο και πιο σοβα­ρές κα­ταστάσεις ύφε­σης. 0 απε­ριό­ρι­στος αντα­γω­νι­σμός οδη­γεί σε όλο και μεγα­λύ­τε­ρη σπα­τά­λη εργα­σί­ας και έτσι παρα­μορ­φώ­νει την κοι­νω­νι­κή συνεί­δη­ση των ανθρώ­πων, όπως ανά­φε­ρα πιο πάνω.

Θεω­ρώ την παρα­μόρ­φω­ση αυτή των προ­σω­πι­κο­τή­των το μεγα­λύ­τε­ρο κακό του καπιταλι­σμού. Ολό­κλη­ρο το εκπαι­δευ­τι­κό σύστη­μα πάσχει από αυτό το κακό. Το υπέρ­με­τρο αίσθη­μα του αντα­γω­νι­σμού εμφυ­τεύ­ε­ται στους φοι­τη­τές, που τους μαθαί­νουν να θέτουν υπε­ρά­νω την επι­τυ­χία, ως προ­ε­τοι­μα­σία για τη μελ­λο­ντι­κή καριέρα.

Είμαι πει­σμέ­νος ότι μόνο ένας δρό­μος υπάρ­χει για να μπει τέλος σε όλο αυτό το κακό, δη­λαδή τη δημιουρ­γία της σοσια­λι­στι­κής οικο­νο­μί­ας με το αντί­στοι­χο σε αυτή σύστη­μα παι­δεί­ας, προ­σα­να­το­λι­σμέ­νης σε κοι­νω­νι­κούς σκο­πούς. Σε μια τέτοια οικο­νο­μία η κοι­νω­νία κατέ­χει τα μέσα παρα­γω­γής και τα δια­χει­ρί­ζε­ται με βάση το σχε­δια­σμό. Η σχε­δια­σμέ­νη οικο­νο­μία πρo­σαρμόζει την παρα­γω­γή στις ανά­γκες της κοι­νω­νί­ας, κατα­νέ­μει την εργα­σία στους ικα­νούς για εργα­σία και εγγυά­ται τα μέσα προς το ζειν για κάθε άνδρα, γυναί­κα και παι­δί. Αντί για την εξύ­μνη­ση της εξου­σί­ας και της επι­τυ­χί­ας, όπως γίνε­ται στη σημε­ρι­νή μας κοι­νω­νία, η παι­δεία που συμπλη­ρώ­νε­ται με την ανά­πτυ­ξη των εσω­τε­ρι­κών ικα­νο­τή­των της προ­σω­πι­κό­τη­τας, θα απο­βλέ­πει στην ανά­πτυ­ξη σε αυτή της συναί­σθη­σης της ευθύ­νης για τους άλλους ανθρώπους.

Ωστό­σο, πρέ­πει να θυμού­μα­στε ότι η σχε­δια­σμέ­νη οικο­νο­μία δε σημαί­νει ακό­μα σοσιαλι­σμός. Η σχε­δια­σμέ­νη οικο­νο­μία αυτή καθε­αυ­τή μπο­ρεί να συνο­δεύ­ε­ται από την πλή­ρη υπo­δούλωση της προ­σω­πι­κό­τη­τας. Η επί­τευ­ξη του σοσια­λι­σμού απαι­τεί την επί­λυ­ση ορι­σμέ­νων εξαι­ρε­τι­κά δύσκο­λων κοι­νω­νι­κο­πο­λι­τι­κών προ­βλη­μά­των. Πώς, λόγου χάρη, παίρ­νο­ντας υπό­ψη το βάθε­μα της συγκέ­ντρω­σης της πολι­τι­κής και οικο­νο­μι­κής εξου­σί­ας θα απο­τρα­πεί η με­τατροπή της γρα­φειο­κρα­τί­ας σε δύνα­μη που κατέ­χει την πλή­ρη εξου­σία. Πώς θα προστατευ­τούν τα δικαιώ­μα­τα του ατό­μου και ταυ­τό­χρο­να να υπάρ­χει εγγύ­η­ση ενός δημο­κρα­τι­κού αντί­βαρου στην εξου­σία της γρα­φειο­κρα­τί­ας. Οι σκο­ποί και τα προ­βλή­μα­τα του σοσια­λι­σμού δεν είναι τόσο απλά και η σαφής κατα­νό­η­σή τους έχει μέγι­στη σημα­σία στο μετα­βα­τι­κό μας αιώ­να. Δεδο­μέ­νου ότι στις σημε­ρι­νές συν­θή­κες η ελεύ­θε­ρη, ανε­μπό­δι­στη συζή­τη­ση των πρo­βλημάτων αυτών βρί­σκε­ται πρα­κτι­κά υπό απα­γό­ρευ­ση, νομί­ζω ότι η έκδο­ση του περιο­δι­κού αυτού («Monthy review») Θα προ­σφέ­ρει στην κοι­νω­νία μεγά­λη υπηρεσία.

Πηγή κει­μέ­νου: erodotos.wordpress.com

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο