Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

ΑΠΕ-ΜΠΕ _Ταινίες Πρώτης Προβολής: Στον πλανήτη των πιθήκων, της δίαιτας και του Big Father

Σε ότι μας αφο­ρά ήδη ανα­φερ­θή­κα­με ανα­λυ­τι­κά στο θέμα: Τη βδο­μά­δα σώζουν οι παράλ­λη­λες προ­βο­λές, πολύ περισ­σό­τε­ρο λόγω και της περι­φρό­νη­σης των αιθου­σών _πλην Studio new star art cinema, στην Ημέ­ρα της Αντι­φα­σι­στι­κής Νίκης των Λαών.

Θυμί­ζου­με την ται­νία «Ήρε­μες ήταν οι Αυγές» του Στά­νι­σλαβ Ροστό­τσκι, σε μια ειδι­κή προ­βο­λή με δωρε­άν είσο­δο αάριο Σάβ­βα­το 11_Μάη στις 15.00 στο STUDIO», τιμώ­ντας την 9η  Μαΐ­ου, Ημέ­ρα της Αντι­φα­σι­στι­κής Νίκης των Λαών, επί­σης την υπό­σχε­ση της στή­λης για ανα­λυ­τι­κό αφιέ­ρω­μα με εκτε­νή ανα­φο­ρά (πριν την προ­βο­λή της)

Κρι­τι­κή κινη­μα­το­γρά­φου: Τη βδο­μά­δα σώζουν οι παράλ­λη­λες προ­βο­λές Φωτο_Video

\\ ΑΠΕ-ΜΠΕ­_συν­δρο­μη­τι­κή σελί­δα _
Χάρης Αναγνωστάκης ©

Όπως είθι­σται, λίγο πριν από το άνοιγ­μα των θερι­νών κινη­μα­το­γρά­φων πέφτει και το ενδια­φέ­ρον των και­νούρ­γιων ται­νιών. Έτσι, γι’ αυτή την εβδο­μά­δα έχουν προ­γραμ­μα­τι­στεί έξι πρε­μιέ­ρες, σχε­τι­κά περιο­ρι­σμέ­νου ενδια­φέ­ρο­ντος, με εξαί­ρε­ση το γνω­στό και πετυ­χη­μέ­νο επι­κό φραν­τσάιζ «Το Βασί­λειο του Πλα­νή­τη των Πιθή­κων», που αν και αδύ­να­μο σε σχέ­ση με τα προη­γού­με­να, θα βρει πιθα­νό­τα­τα το δικό του κοι­νό. Ένα κάποιο βλέμ­μα αξί­ζει και η σάτι­ρα «Club Zero» της Τζέ­σι­κα Χάουσ­νερ, ενώ το ιαπω­νι­κό animation «Detective Conan: To Μαύ­ρο Υπο­βρύ­χιο» μας έρχε­ται με τις καλύ­τε­ρες συστάσεις.

Club Zero _“ Club Zero”: Θρί­λερ, αυστρια­κής και διε­θνούς συμπα­ρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Τζέ­σι­κα Χάουσ­νερ, με τους Μία Βασι­κόβ­σκα, Ξένια Ντε­βριέντ, Σαμ Χορ, Σίτσε Μπά­μπετ Κνού­τσεν, Έλσα Ζιμπερ­στάιν κα. Ένα σοβα­ρό ζήτη­μα, όπως είναι αυτό της δια­τρο­φής, που ανα­μέ­νε­ται να στοι­χί­σει σε εκα­τομ­μύ­ρια ζωές, λόγω της εκβιο­μη­χά­νι­σης και επε­ξερ­γα­σί­ας των προ­ϊ­ό­ντων, αλλά και των κακών συνη­θειών, για γρή­γο­ρα και ανθυ­γιει­νά γεύ­μα­τα, για μια μερί­δα του κόσμου έχει μετα­βλη­θεί σε μία υστε­ρία, ενδε­χο­μέ­νως πιο επι­κίν­δυ­νη και από τα δηλη­τη­ριώ­δη «καλού­δια» που πωλού­νται ελεύ­θε­ρα παντού.

Η Τζέ­σι­κα Χάουσ­νερ, έπει­τα από το φου­του­ρι­στι­κό «Λου­λού­δι της Ευτυ­χί­ας», κατα­πιά­νε­ται με την τελευ­ταί­ας κοπής δια­τρο­φι­κή τρέ­λα, εκτο­ξεύ­ο­ντας τα βέλη της κρι­τι­κής της στους πιστούς — κατά βάση μέλη μιας σύγ­χρο­νης μπουρ­ζουα­ζί­ας — της υγιει­νής δια­τρο­φής, που έχουν αντι­κα­τα­στή­σει την όποια θρη­σκεία με την αγιό­τη­τα του μαρου­λιού και της φακής. Ωστό­σο, η Χάουσ­νερ, με τη νέα της ται­νία, που προ­βλή­θη­κε και στο δια­γω­νι­στι­κό τμή­μα του φεστι­βάλ Καν­νών, δεί­χνει να χάνει την ευστο­χία της και τη δυνα­μι­κή των πρώ­των ται­νιών της («Προ­σκύ­νη­μα στη Λούρ­δη», «Τρε­λή Αγά­πη»), πελα­γο­δρο­μώ­ντας σε μία σάτι­ρα, χωρίς συγκε­κρι­μέ­νο στόχο.

Σε ένα ακρι­βό ιδιω­τι­κό σχο­λείο, τα παι­διά των πλου­σί­ων οικο­γε­νειών, λίγο πολύ παρα­με­λη­μέ­να από τους γονείς τους, προ­σπα­θούν να ξεπε­ρά­σουν τα ψυχο­λο­γι­κά τους προ­βλή­μα­τα. Εκεί κατα­φτά­νει μια νέα δασκά­λα, για τη δια­τρο­φή, η οποία υπο­στη­ρί­ζει ότι το σώμα δεν χρειά­ζε­ται μεγά­λες ποσό­τη­τες τρο­φής για να λει­τουρ­γεί. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, όμως, ο στό­χος της είναι να μάθει η ανθρω­πό­τη­τα να ζει χωρίς φαγη­τό και οι μαθη­τές της να γίνουν μέλη του «Club Zero», μιας ιδε­α­τής κοι­νό­τη­τας εκλε­κτών που επι­βιώ­νουν δίχως να κατα­να­λώ­νουν τρο­φή. Πολύ γρή­γο­ρα, η δασκά­λα, θα κερ­δί­σει την εμπι­στο­σύ­νη των ανα­σφα­λών μαθη­τών της, υιο­θε­τώ­ντας τα πιστεύω της, ενώ οι αδιά­φο­ροι γονείς θα αργή­σουν να συνει­δη­το­ποι­ή­σουν τους κιν­δύ­νους που κρύ­βουν οι πεποι­θή­σεις της.

Η ται­νία από την αρχή, ξεκι­νά με μία ειρω­νι­κή διά­θε­ση, με μια κάρ­τα που προει­δο­ποιεί ότι το φιλμ «περιέ­χει σκη­νές που απει­κο­νί­ζουν δια­τρο­φι­κές δια­τα­ρα­χές», αλλά πολύ γρή­γο­ρα η Χάουσ­νερ δεί­χνει να της ξεφεύ­γει το μεί­ζον και να πασα­λεί­βει θέμα­τα για τις εμμο­νές των πλου­σί­ων, τις ψυχο­λο­γι­κές δια­τα­ρα­χές του σύγ­χρο­νου δυτι­κού κόσμου, την ίδια στιγ­μή που εκα­τομ­μύ­ρια άνθρω­ποι στε­ρού­νται ένα πιά­το φαΐ, αλλά και τη γοη­τεία που ασκεί το νέο φρού­το της επο­χής, οι σύγ­χρο­νοι προ­φή­τες της ευζω­ί­ας. Το μεγα­λύ­τε­ρο πρό­βλη­μα της ται­νί­ας, ωστό­σο, είναι η επι­φα­νεια­κή προ­σέγ­γι­ση, η ανά­δει­ξη του προ­φα­νούς, χωρίς να διεισ­δύ­ει βαθύ­τε­ρα, να αγγί­ζει την ουσία του προ­βλή­μα­τος, για έναν κόσμο που το εξω­τε­ρι­κό περί­βλη­μα είναι σημα­ντι­κό­τε­ρο από το περιε­χό­με­νο και είναι έτοι­μος να χρυ­σο­πλη­ρώ­σει ακό­μη και ένα άδειο πιάτο.

Η σατι­ρι­κή διά­θε­ση της Χάουσ­νερ μοιά­ζει σκόρ­πια, χάνε­ται πίσω από στι­λι­ζα­ρι­σμέ­νες εικό­νες και αφή­νει μία γεύ­ση, όπως και τα άδεια πιά­τα που προ­τεί­νει η δασκά­λα διατροφής.

Με λίγα λόγια… Σε ένα ακρι­βό ιδιω­τι­κό σχο­λείο, μια νεα­ρή δασκά­λα ανα­λαμ­βά­νει να αλλά­ξει προς το καλύ­τε­ρο τις δια­τρο­φι­κές συνή­θειες των μαθη­τών με ένα πρω­το­πο­ρια­κό σεμι­νά­ριο «ενσυ­νεί­δη­της δια­τρο­φής». Καθώς οι τακτι­κές της γίνο­νται ολο­έ­να και πιο ακραί­ες, με απο­τέ­λε­σμα οι από­ψεις της να θυμί­ζουν πλέ­ον περισ­σό­τε­ρο αρχη­γό αίρε­σης παρά δια­τρο­φο­λό­γου, η υγεία των παι­διών αρχί­ζει να κλο­νί­ζε­ται επι­κίν­δυ­να με απρό­βλε­πτες συνέπειες.

Το Βασί­λειο του Πλα­νή­τη των Πιθή­κων _“ Kingdom of the Planet of the Apes”: Περι­πέ­τεια φαντα­σί­ας, αμε­ρι­κά­νι­κης παρα­γω­γής του 2024, σε σκη­νο­θε­σία Γου­ές Μπολ, με τους Όου­εν Τιγκ, Φρέ­για Άλαν, Κέβιν Ντου­ράντ κα. Το γνω­στό φραν­τσάιζ επι­στρέ­φει εκεί που το άφη­σε η ανα­γεν­νη­μέ­νη τρι­λο­γία, που ολο­κλη­ρώ­θη­κε το 2017, με τον «Πλα­νή­τη των Πιθή­κων: Η Σύγκρου­ση», σε μία ακό­μη χορ­τα­στι­κή και εύπε­πτη περι­πέ­τεια, που σέβε­ται την μπλοκ­μπά­στερ κατα­γω­γή της. Παρα­δί­δο­ντας τη σκη­νο­θε­σία από τον έμπει­ρο και ικα­νό­τα­το Ματ Ριβς στον Γου­ές Μπολ του «Λαβύ­ριν­θου» και στον σενα­ριο­γρά­φο Τζος Φρί­ντμαν, η 20th Century Studios ποντά­ρει στην ισχυ­ρή φήμη και το πέρα­σμα του φραν­τσάιζ στο νεα­νι­κό κοι­νό, για μια εξα­σφα­λι­σμέ­νη οικο­νο­μι­κή επι­τυ­χία, παρό­τι δεί­χνει ως ένα βαθ­μό εξα­ντλη­μέ­νο το θέμα της, απο­δει­κνύ­ο­ντας ότι η ένδεια ιδε­ών και σενα­ρί­ων στο Χόλι­γουντ, ορι­σμέ­νες φορές φέρ­νει από­γνω­ση και τον πνιγ­μέ­νο να πιά­νε­ται από τα μαλ­λιά του.

Σχε­δόν 300 χρό­νια μετά τα γεγο­νό­τα του «Πλα­νή­τη των Πιθή­κων: Η Σύγκρου­ση» (όπου οι πίθη­κοι δέχο­νται την επί­θε­ση των ανθρώ­πων) οι πολι­τι­σμοί των πιθή­κων έχουν ανα­δυ­θεί από την όαση που τους είχε οδη­γή­σει ο Σίζαρ, ενώ οι άνθρω­ποι έχουν υπο­χω­ρή­σει σε μία άγρια, πρω­τό­γο­νη κατά­στα­ση. Όταν ο αρχη­γός των πιθή­κων, Πρό­ξι­μους Σίζαρ, δια­στρέ­φει τις διδα­σκα­λί­ες του Σίζαρ για να υπο­δου­λώ­σει άλλες φυλές, ο Νόα, ένας κοι­νός χιμπα­τζής, ξεκι­νά ένα οδυ­νη­ρό ταξί­δι μαζί με έναν νεα­ρό άνθρω­πο, τον Νόβα, για να καθο­ρί­σει το μέλ­λον των πιθή­κων και των ανθρώ­πων. Στο νέο κεφά­λαιο υπάρ­χει, από τη μια, η αντι­στρο­φή του ρόλου κακών — καλών, καθώς οι άνθρω­ποι βρί­σκο­νται στη θέση των θυμά­των και οι πίθη­κοι, με αρχη­γό τον Πρό­ξι­μους Σίζαρ στο ρόλο των δυνα­στών και απ’ την άλλη ένα διφο­ρού­με­νο και υπε­ρα­πλου­στευ­μέ­νο μήνυ­μα για τον κίν­δυ­νο που μπο­ρεί να έρθει από τη δια­στρέ­βλω­ση των διδα­σκα­λιών και ορι­σμέ­νες ψυχρο­πο­λε­μι­κές ιδέ­ες, θυμί­ζο­ντας άλλες εποχές.

Ακό­μη όμως και αν προ­σπε­ρά­σει κάποιος αυτή τη δια­κρι­τι­κή μετά­δο­ση των ψυχρο­πο­λε­μι­κών ιδε­ών από το Χόλι­γουντ, είναι δύσκο­λο να χωνέ­ψει για μια ακό­μη φορά την επα­νά­λη­ψη όλων των μοτί­βων του φραν­τσάιζ, τις συντα­γές που ακο­λου­θού­νται ως ξεπα­τι­κω­τού­ρα και τα κλι­σέ μιας περι­πέ­τειας, που έχει να ανα­δεί­ξει μία περι­πε­τειώ­δη έντα­ση, ορι­σμέ­νες σκη­νές δρά­σης και τις ψηφια­κές δυνα­τό­τη­τες, που δεν χτυ­πούν στο μάτι και εντάσ­σο­νται αρμο­νι­κά στο φυσι­κό περι­βάλ­λον της Αυστρα­λί­ας, όπου γυρί­στη­κε και το μεγα­λύ­τε­ρο μέρος της ταινίας.
Με λίγα λόγια… Χρό­νια μετά τη βασι­λεία του Σίζαρ οι πίθη­κοι είναι το κυρί­αρ­χο είδος και ζουν αρμο­νι­κά μετα­ξύ τους, ενώ οι άνθρω­ποι ζουν περιο­ρι­σμέ­νοι και κρυμ­μέ­νοι. Καθώς ένας νέος τυραν­νι­κός ηγέ­της χτί­ζει την αυτο­κρα­το­ρία του, ένας νεα­ρός πίθη­κος ξεκι­νά ένα οδυ­νη­ρό ταξί­δι που θα τον κάνει να αμφι­σβη­τή­σει όλα όσα γνώ­ρι­ζε για το παρελθόν.

The Big Father / Κων­στα­ντί­νος Στρα­γα­λι­νός _“ The Big Father»: Δρα­μα­τι­κή σάτι­ρα, ελλη­νι­κής παρα­γω­γής του 2023, σε σκη­νο­θε­σία Κων­στα­ντί­νου Στρα­γα­λι­νού, με τους Νίκο Παντε­λί­δη, Έλε­να Τυρέα, Νοέ­μη Βασι­λειά­δου, Χρι­στί­να Μπρέ­κου, Χρή­στο Ζαχά­ρωφ, Κωστή Σαβ­βι­δά­κη, Γιώρ­γο Γιαν­νό­που­λο κα. Επί­και­ρη σάτι­ρα της επο­χής μας, με μαύ­ρο χιού­μορ, από τον Κων­στα­ντί­νο Στρα­γα­λι­νό, στην πρώ­τη του μεγά­λου μήκους ται­νία, που επι­λέ­χθη­κε να συμ­με­τά­σχει στο διε­θνές δια­γω­νι­στι­κό τμή­μα του 36ου Πανο­ρά­μα­τος Ευρω­παϊ­κού Κινη­μα­το­γρά­φου και σε αρκε­τά άλλα φεστιβάλ.

Η ται­νία προ­σπα­θεί να συν­δυά­σει το κοι­νω­νι­κό δρά­μα, με τη σάτι­ρα και το μαύ­ρο χιού­μορ, μέσα από τους χαρα­κτή­ρες μίας ελλη­νι­κής οικο­γέ­νειας και να ανα­δεί­ξει τα προ­βλή­μα­τα από τη μακρά οικο­νο­μι­κή κρί­ση, τον εγκλει­σμό και τις συνέ­πειες που έφε­ρε η covid, αλλά και δια­χρο­νι­κά ζητή­μα­τα όπως την πατριαρ­χία, τη χει­ρα­γώ­γη­ση μέσω της τηλε­ό­ρα­σης, τον εθι­σμό που προ­κα­λούν πλέ­ον των reality show, αλλά και την ενδο­οι­κο­γε­νεια­κή βία. Ο Άγγε­λος, σκη­νο­θέ­της στο επάγ­γελ­μα, θέλει να πραγ­μα­το­ποι­ή­σει το όρα­μά του για την δημιουρ­γία της νέας του ται­νί­ας, συλ­λαμ­βά­νο­ντας μια παρά­ξε­νη ιδέα. Απο­φα­σί­ζει να γυρί­σει την ται­νία του στο ίδιο του το σπί­τι, που κιν­δυ­νεύ­ει με κατά­σχε­ση από τις τρά­πε­ζες, τοπο­θε­τώ­ντας τον εαυ­τό του, τη γυναί­κα του και τα τρία παι­διά του στους πρω­τα­γω­νι­στι­κούς ρόλους. Ένας διε­φθαρ­μέ­νος παρα­γω­γός, σε συνερ­γα­σία με έναν ανερ­χό­με­νο όμι­λο επι­χει­ρή­σε­ων, εκμε­ταλ­λεύ­ο­νται την οικο­νο­μι­κή δυσχέ­ρεια του Άγγε­λου, με σκο­πό την προ­ώ­θη­ση εται­ρι­κών προ­ϊ­ό­ντων και την τοπο­θέ­τη­σή τους μέσα στο έργο. Τα παι­διά μετα­τρέ­πο­νται σε πει­ρα­μα­τό­ζωα που συνε­χώς δοκι­μά­ζουν νέα προ­ϊ­ό­ντα, υπο­τί­θε­ται για τις ανά­γκες της μυθο­πλα­σί­ας. Ο Άγγε­λος αρχί­ζει να κινη­μα­το­γρα­φεί αλλό­κο­τες σκη­νές που εκθέ­τουν τον ίδιο και την οικο­γέ­νειά του, παίρ­νο­ντας στα­δια­κά έναν δρό­μο χωρίς επιστροφή…

Για μια ακό­μη φορά, σε μια ελλη­νι­κή παρα­γω­γή, οι καλές προ­θέ­σεις και ορι­σμέ­νες ενδια­φέ­ρου­σες ιδέ­ες δεν περ­νούν πάντα στην οθό­νη, καθώς το βαρυ­φορ­τω­μέ­νο σενά­ριο γλι­στρά­ει από τον πυρή­να του βασι­κού θέμα­τος, που δεν είναι άλλο από το μέχρι πού μπο­ρεί να φτά­σει ένας άνθρω­πος, θυσιά­ζο­ντας τις αξί­ες του, για να σωθεί ο ίδιος και κατ’ επέ­κτα­ση το σπί­τι του. Ο σκη­νο­θέ­της, στην προ­σπά­θειά του να σπά­σει την εικο­νι­κή πραγ­μα­τι­κό­τη­τα των σύγ­χρο­νων κοι­νω­νιών, θα κατα­φέ­ρει ως ένα σημείο να σκια­γρα­φή­σει ορι­σμέ­να κωμι­κο­τρα­γι­κά γεγο­νό­τα και κατα­στά­σεις, αλλά και πώς ένας άνθρω­πος, έπει­τα από τα αλλε­πάλ­λη­λα χαστού­κια της ζωής και τον εγκλει­σμό, θα φανε­ρώ­σει την τρέ­λα που έκρυ­βε πίσω από ένα φυσιο­λο­γι­κό προ­σω­πείο. Κάτι που συνει­δη­το­ποιού­με, είναι η αλή­θεια, καθη­με­ρι­νά πλέ­ον, με τα πολ­λά περι­στα­τι­κά βίας ή και αλλο­πρό­σαλ­λης συμπε­ρι­φο­ράς. Κάτι που βλέ­που­με και στον κεντρι­κό ήρωα, σε συν­δυα­σμό με τα κόμπλεξ μεγα­λεί­ου και ναρ­κισ­σι­σμού που κουβαλά.

Το φιλμ, ωστό­σο, ορι­σμέ­νες φορές δεί­χνει να χάνει την πορεία του, με τα πολ­λά μπες βγες από το κοι­νω­νι­κό δρά­μα στη σάτι­ρα και από την κωμω­δία στον τρό­μο, ενώ και οι βασι­κοί χαρα­κτή­ρες δεν πεί­θουν και δεί­χνουν αδού­λευ­τοι. Με δυο λόγια, ακό­μη μία ενδια­φέ­ρου­σα προ­σπά­θεια, που μένει στα μισά από τις εμφα­νείς αδυ­να­μί­ες της ται­νί­ας. Ας κρα­τή­σου­με, του­λά­χι­στον, την παρα­τή­ρη­ση ότι ο «μεγά­λος αδελ­φός» ανα­βαθ­μί­ζε­ται σε «μεγά­λο πατέρα».

Με λίγα λόγια… Η περι­πέ­τεια ενός οικο­γε­νειάρ­χη και σκη­νο­θέ­τη στο επάγ­γελ­μα, ο οποί­ος στην προ­σπά­θειά του να σώσει το σπί­τι του από τις τρά­πε­ζες, κατα­λή­γει να μετα­τρέ­ψει τη ζωή του και αυτή της οικο­γέ­νειάς του σε ριά­λι­τι σόου.

Sobibor _Ιστορικό πολε­μι­κό δρά­μα, ρωσι­κής παρα­γω­γής του 2018, σε σκη­νο­θε­σία Κον­στα­ντίν Χαμπέν­σκι, με τους Κον­στα­ντίν Χαμπέν­σκι, Μαρία Κοζεβ­νί­κο­βα, Κρι­στόφ Λαμπέρ, Βόλφ­γκανγκ Τσέρ­νι κα. Βασι­σμέ­νη σε ένα αλη­θι­νό γεγο­νός του Β’ Παγκο­σμί­ου Πολέ­μου, τη μονα­δι­κή πετυ­χη­μέ­νη από­πει­ρα εξέ­γερ­σης και από­δρα­σης από ναζι­στι­κό στρα­τό­πε­δο εξό­ντω­σης, η ται­νία του Ρώσου ηθο­ποιού Κον­στα­ντίν Χαμπέν­σκι σίγου­ρα έχει το ενδια­φέ­ρον της και την ιστο­ρι­κή της αξία.

Σε αυτή την πρώ­τη του ται­νία, ο Χαμπέν­σκι δεί­χνει, από τα πρώ­τα του πλά­να, ότι δεν έχει την πεί­ρα, παρά τις όποιες φιλό­τι­μες προ­σπά­θειές του, να πάει ένα βήμα παρα­πέ­ρα από την κατα­γρα­φή των γεγο­νό­των, που βεβαί­ως είναι εντυ­πω­σια­κά και ειδι­κά με την εξέ­γερ­ση, που μοιά­ζει ως μια εξέ­λι­ξη σχε­δόν απί­στευ­τη. Η ται­νία που έκα­νε πρε­μιέ­ρα το 2018 και μάλι­στα προ­βλή­θη­κε και στη Ρωσι­κή πρε­σβεία στην Ουά­σινγ­κτον απο­σπώ­ντας θετι­κά σχό­λια από Αμε­ρι­κά­νους και Ισραη­λι­νούς, έρχε­ται με καθυ­στέ­ρη­ση έξι χρό­νων στη χώρα μας, ενώ μέχρι στιγ­μής το ιστο­ρι­κό γεγο­νός έχει μετα­φερ­θεί μόνο σε μία βρε­τα­νι­κή τηλε­ται­νία του 1987.

Τον Οκτώ­βριο του 1943, ο ανθυ­πο­λο­χα­γός του σοβιε­τι­κού στρα­τού Αλε­ξά­ντρ Πετσέρ­σκι συνε­λή­φθη και κατέ­λη­ξε στο στρα­τό­πε­δο συγκέ­ντρω­σης Σομπι­μπόρ στην Πολω­νία, μαζί με Εβραί­ους, που πίστευαν ότι είχαν γλυ­τώ­σει τα χει­ρό­τε­ρα από άλλα δια­βό­η­τα στρα­τό­πε­δα εξό­ντω­σης και έχο­ντας την πεποί­θη­ση ότι θα ήταν χρή­σι­μοι ως άνθρω­ποι που γνώ­ρι­ζαν από διά­φο­ρες εργα­σί­ες. Η κατά­στα­ση στο Σομπι­μπόρ, όμως, ήταν το ίδιο και χει­ρό­τε­ρη από άλλα στρα­τό­πε­δα, πολ­λές γυναί­κες σχε­δόν αμέ­σως θανα­τώ­θη­καν από δηλη­τη­ριώ­δη αέρια, υπό την επί­βλε­ψη του σαδι­στή διοι­κη­τή του στρα­το­πέ­δου. Η καθη­με­ρι­νή απο­τρό­παια βίαιη συμπε­ρι­φο­ρά των Γερ­μα­νών, που αντι­με­τώ­πι­ζαν τους κρα­τού­με­νους σαν ζώα, η παρα­φρο­σύ­νη της γερ­μα­νι­κής ανω­τε­ρό­τη­τας και οι δολο­φο­νί­ες έβα­λαν πολύ γρή­γο­ρα την ιδέα στον Πατσέρ­σκι για μια εξέ­γερ­ση, παρό­τι είχε ελά­χι­στες ελπίδες.

Ο Χαμπέν­σκι, έχο­ντας το προ­νό­μιο μίας δυνα­τής ιστο­ρί­ας και μάλι­στα αλη­θι­νής, θα πέσει θύμα της απει­ρί­ας του και της διά­θε­σής του να μας εντυ­πω­σιά­σει. Αφε­νός δεν μπο­ρεί να ισορ­ρο­πή­σει μετα­ξύ ενός δρά­μα­τος, μίας ανεί­πω­της τρα­γω­δί­ας και της φρί­κης που προ­κα­λούν οι τερα­τώ­δεις ναζι­στές και μίας αγω­νιώ­δους περι­πέ­τειας και αφε­τέ­ρου δεί­χνει ότι προ­σπα­θεί να χωρέ­σει στην ται­νία του, όλες τις ιδέ­ες που έχει για το συγκε­κρι­μέ­νο είδος, σε ύφος και φόρ­μα, την οποία εμπλου­τί­ζει ακό­μη και με μια λυρι­κή διά­θε­ση ή σκη­νές που παρα­πέ­μπουν στο σοβιε­τι­κό σινε­μά. Δεί­χνο­ντας πολ­λές φορές αμή­χα­νος, η ται­νία του μοιά­ζει περισ­σό­τε­ρο με κατα­σκευή από υλι­κά, που πολ­λές φορές έχουν δοξά­σει τις ται­νί­ες από­δρα­σης ή τα αντι­πο­λε­μι­κά δρά­μα­τα της ναζι­στι­κής επο­χής, αλλά δεν μπο­ρούν να συν­δε­θούν απο­τε­λε­σμα­τι­κά μετα­ξύ τους. Και επι­πλέ­ον δημιουρ­γεί μια αίσθη­ση ότι αρκε­τές απ’ τις επι­λο­γές του είναι λαθε­μέ­νες. Πολ­λές φορές μία καλο­γυ­ρι­σμέ­νη του σκη­νή ακο­λου­θεί­ται από μία εντε­λώς απο­τυ­χη­μέ­νη, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που η αφή­γη­ση δεί­χνει απο­σπα­σμα­τι­κή και οι χαρα­κτή­ρες είναι αντι­φα­τι­κοί και ουδό­λως πειστικοί.

Έτσι, το μόνο που απο­μέ­νει είναι το ιστο­ρι­κό γεγο­νός, που εκτός από αξιο­θαύ­μα­στο είναι και αξιο­πε­ρί­ερ­γο, ενώ και οι ερμη­νεί­ες δεν βοη­θούν ιδιαί­τε­ρα, καθώς πολ­λοί απ’ τους κρα­τού­με­νους από πρό­βα­τα μετα­τρέ­πο­νται ανε­ξή­γη­τα σε λέο­ντες και οι Γερ­μα­νοί, μέσα στη αρρω­στη­μέ­νη τρέ­λα τους, φτά­νουν στα όρια της καρικατούρας.

Με λίγα λόγια… Τον Οκτώ­βριο του 1943, ο ανθυ­πο­λο­χα­γός του σοβιε­τι­κού στρα­τού Αλε­ξά­ντρ Πετσέρ­σκι συνε­λή­φθη και κατέ­λη­ξε στο στρα­τό­πε­δο συγκέ­ντρω­σης Σομπι­μπόρ στην Πολω­νία, και μέσα σε μόλις τρεις εβδο­μά­δες κατά­φε­ρε να σχε­διά­σει μια διε­θνή εξέ­γερ­ση κρα­του­μέ­νων από χώρες της Δυτι­κής Ευρώ­πης και την Πολω­νία, τη μονα­δι­κή επι­τυ­χη­μέ­νη εξέ­γερ­ση στα στρα­τό­πε­δα συγκέ­ντρω­σης των ναζί.

Προ­βάλ­λο­νται ακό­μη οι ταινίες:

  • Επι­στρο­φή στην Επο­χή των Δει­νο­σαύ­ρων _“ Timescape” Οικο­γε­νεια­κή περι­πέ­τεια φαντα­σί­ας, κανα­δι­κής παρα­γω­γής του 2022, σε σκη­νο­θε­σία του ελλη­νι­κής κατα­γω­γής Αρι­στο­μέ­νη Τσίρ­μπα, που απευ­θύ­νε­ται κυρί­ως σε προ­σχο­λι­κής ηλι­κί­ας παι­διά. Εντε­λώς αδιά­φο­ρη και κλι­σέ οικο­γε­νεια­κή περι­πέ­τεια με δει­νό­σαυ­ρους, προ­χει­ρο­γραμ­μέ­νο σενά­ριο, μέτρια ψηφια­κά εφέ και ανύ­παρ­κτες ερμη­νεί­ες. Δυο παι­διά που βρί­σκουν στο δάσος ένα μυστη­ριώ­δες δια­στη­μό­πλοιο και προ­σπα­θούν να το εξε­ρευ­νή­σουν θα βρε­θούν ανα­πά­ντε­χα σε ένα ταξί­δι πίσω στο χρό­νο και στην επο­χή των δει­νο­σαύ­ρων. Η ται­νία προ­βάλ­λε­ται μετα­γλωτ­τι­σμέ­νη στα ελληνικά.
  • Detective Conan: To Μαύ­ρο Υπο­βρύ­χιο _“ Meitantei Konan Kurogane no Sabumarin” Δυστο­πι­κή ιαπω­νι­κή χει­ρο­ποί­η­τη ται­νία κινου­μέ­νων σχε­δί­ων (2023), από τον μάστο­ρα του είδους Γιου­ζού­ρου Τατσι­κά­βα. Αν και είναι η 26η ται­νία με ήρωα τον ντε­τέ­κτιβ Κόναν στη μεγά­λη οθό­νη, είναι η πρώ­τη που έρχε­ται στην Ελλά­δα — ίσως για­τί είναι και η πλέ­ον επι­κερ­δής απ’ όλες, με ρεκόρ εισι­τη­ρί­ων και πάνω από 100 εκα­τομ­μύ­ρια δολά­ρια έσο­δα. Μια εγκλη­μα­τι­κή οργά­νω­ση σχε­διά­ζει επί­θε­ση σε μια υπο­βρύ­χια εγκα­τά­στα­ση της Ιντερ­πόλ, όπου σύντο­μα θα παρου­σια­σθεί ένα προηγ­μέ­νο σύστη­μα τεχνη­τής νοη­μο­σύ­νης και ο ντε­τέ­κτιβ Κόναν και η παρέα του είναι οι μόνοι που μπο­ρούν να απο­τρέ­ψουν την οργά­νω­ση από την από­κτη­ση πολύ­τι­μων πληροφοριών.

ΑΠΕ-ΜΠΕ­_συν­δρο­μη­τι­κή σελί­δα _
Χάρης Αναγνωστάκης ©

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο