Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γάζα: «Ξαναβάλτε μου τα πόδια μου» — Η φρίκη των ακρωτηριασμένων παιδιών — Ραγίζουν και πέτρα οι περιγραφές τους

«Ξανα­βάλ­τε μου τα πόδια μου», ουρ­λιά­ζει η Λαγιάν αλ Μπαζ, 13 ετών, κάθε φορά που την ξυπνά­νε οι πόνοι στο κρε­βά­τι του νοσο­κο­μεί­ου όπου νοση­λεύ­ε­ται μετά τον ακρω­τη­ρια­σμό της.

Το παι­δί, το οποίο συνά­ντη­σε ομά­δα του Γαλ­λι­κού Πρα­κτο­ρεί­ου στο νοσο­κο­μείο Νάσερ της Χαν Γιού­νις, στο νότιο τμή­μα της Λωρί­δας της Γάζας, δεν θέλει ούτε να ακού­σει για τεχνη­τά άκρα, κάτι ούτως ή άλλως πάρα πολύ δύσκο­λο στον παλαι­στι­νια­κό θύλα­κο όπου λεί­πουν ακό­μα και τα πιο στοι­χειώ­δη για την επιβίωση.

«Δεν θέλω τεχνη­τά πόδια, θέλω να μου ξανα­βά­λουν τα πόδια μου, μπο­ρούν να το κάνουν», δια­μαρ­τύ­ρε­ται η Λαγιάν πάνω στο κρε­βά­τι της, στην παι­δια­τρι­κή πτέ­ρυ­γα. Κάθε φορά που ανοί­γει τα μάτια, όταν ατο­νεί η επί­δρα­ση των ηρε­μι­στι­κών, βλέ­πει τα κολο­βω­μέ­να κάτω άκρα της καλυμ­μέ­να από επιδέσμους.

Η μητέ­ρα της, η Λάμια αλ Μπαζ, εξη­γεί πως η Λαγιάν τραυ­μα­τί­στη­κε την περα­σμέ­νη εβδο­μά­δα, όταν βομ­βαρ­δί­στη­κε η συνοι­κία αλ Καρά­ρα της Χαν Γιούνις.

Το Ισρα­ήλ, η πολι­τι­κή και στρα­τιω­τι­κή ηγε­σία του οποί­ου λέει πως θα «αφα­νί­σει» τη Χαμάς, βομ­βαρ­δί­ζει ακα­τά­παυ­στα τη Λωρί­δα της Γάζας βάζο­ντας στο στό­χα­στρο νοσο­κο­μεία, σχο­λεία, χώρους λατρεί­ας, πολυκατοικίες…

Οι ισραη­λι­νοί βομ­βαρ­δι­σμοί έχουν στοι­χί­σει τη ζωή σε πάνω από 10.000 ανθρώ­πους, επί­σης στην πλειο­νό­τη­τά τους αμά­χους, σύμ­φω­να με το υπουρ­γείο Υγεί­ας της κυβέρ­νη­σης της Χαμάς. Σχε­δόν 4.500 είναι τα νεκρά παιδιά.

«Πώς θα επι­στρέ­ψω στο σχο­λείο όταν οι φίλες μου θα περ­πα­τά­νε κι εγώ όχι;» απελ­πί­ζε­ται η Λαγιάν, γεμά­τη πλη­γές στο πρό­σω­πο και στα χέρια.

«Θα είμαι εγώ πλάι σου. Όλα θα πάνε καλά, το μέλ­λον είναι όλο μπρο­στά σου», προ­σπα­θεί να την καθη­συ­χά­σει η μητέ­ρα της.

Η 47χρονη λέει πως ο βομ­βαρ­δι­σμός σκό­τω­σε δυο κόρες της, την Ιχλάς και τη Χιτάμ, και δυο εγγό­νια της, ανά­με­σά τους βρέ­φος μερι­κών ημε­ρών. Βρί­σκο­νταν όλοι στο σπί­τι της Ιχλάς, που είχε μόλις γεννήσει.

Χρειά­στη­κε να τις ανα­γνω­ρί­σει στο νεκρο­το­μείο. «Τα σώμα­τά τους είχαν γίνει κομ­μα­τά­κια. Ανα­γνώ­ρι­σα τη Χιτάμ από τις μπού­κλες της και την Ιχλάς από τα δαχτυ­λά­κια των ποδιών της», αφηγείται.

«Θα είμαι δυνατή»

Στη μονά­δα εγκαυ­μά­των, η Λάμα αλ Αγά, 14 ετών, και η αδελ­φή της, η Σάρα, 15 ετών, που νοση­λεύ­ο­νται έπει­τα από βομ­βαρ­δι­σμό την 12η Οκτω­βρί­ου, βρί­σκο­νται σε διπλα­νά κρε­βά­τια. Η μητέ­ρα τους, που δυσκο­λεύ­ε­ται να συγκρα­τή­σει τα δάκρυά της, είναι καθι­σμέ­νη ανά­με­σά τους.

Ο βομ­βαρ­δι­σμός σκό­τω­σε τη δίδυ­μη αδελ­φή της Σάρας, τη Σάμα, και τον μικρό αδελ­φό τους, τον Για­χία, εξη­γεί η μητέρα.

Σημά­δια από ράμ­μα­τα και ουλές από εγκαύ­μα­τα δια­κρί­νο­νται στο εν μέρει ξυρι­σμέ­νο κρα­νίο και στο μέτω­πο της Λάμας.

«Όταν με μετέ­φε­ραν εδώ, ζήτη­σα από τις νοσο­κό­μες να με βοη­θή­σουν να καθί­σω και τότε συνει­δη­το­ποί­η­σα πως μου είχαν ακρω­τη­ριά­σει το πόδι», λέει.

«Πόνε­σα πολύ αλλά ευχα­ρι­στώ τον Θεό που είμαι ακό­μα ζωντα­νή. Θέλω να βάλω τεχνη­τό μέλος και να συνε­χί­σω τις σπου­δές μου για να κάνω πραγ­μα­τι­κό­τη­τα το όνει­ρό μου, να γίνω για­τρός. Θα είμαι δυνα­τή, για μένα και για την οικο­γέ­νειά μου», προ­σθέ­τει η Λάμα αλ Αγά, με θάρ­ρος και απο­φα­σι­στι­κό­τη­τα που σε αφή­νουν άναυδο.

Ο Δρ. Ναχίντ Αμπού Ταέ­μα, διευ­θυ­ντής του νοσο­κο­μεί­ου Νάσερ, εξη­γεί πως μπρο­στά στον μεγά­λο αριθ­μό τραυ­μα­τιών και την έλλει­ψη μέσων και φαρ­μά­κων, οι για­τροί συχνά δεν έχουν καμιά άλλη επι­λο­γή παρά να ακρω­τη­ριά­σουν τραυ­μα­τί­ες για να προ­λά­βουν επιπλοκές.

«Υπο­χρε­ω­νό­μα­στε να επι­λέ­ξου­με ανά­με­σα στο να σώσου­με τη ζωή ασθε­νών ή να δια­κιν­δυ­νεύ­σου­με τη ζωή τους προ­σπα­θώ­ντας να σώσου­με τραυ­μα­τι­σμέ­να πόδια».

«Πού είναι το πόδι μου;»

Φορώ­ντας πρά­σι­νο ποδο­σφαι­ρι­κό μπλου­ζά­κι και ασορ­τί παντε­λο­νά­κι, ο Άχμαντ Αμπού Σάμα, 14 ετών, πλαι­σιω­μέ­νος από ξαδέρ­φια του, βαδί­ζει με πατε­ρί­τσες στην αυλή του σπι­τιού του, που έχει μετα­τρα­πεί πλέ­ον σε συντρίμ­μια, στην ανα­το­λι­κή Χαν Γιού­νις, όπου συνή­θι­ζε να παί­ζει με την μπά­λα του.

Ακρω­τη­ριά­στη­κε στο δεξί πόδι έπει­τα από βομ­βαρ­δι­σμό που κατέ­στρε­ψε το οικο­γε­νεια­κό του σπί­τι, σκο­τώ­νο­ντας έξι ξαδέρ­φια του και θεία του.

«Όταν ξύπνη­σα (σ.σ. μετά την εγχεί­ρη­ση) ρώτη­σα τον αδερ­φό μου ‘πού είναι το πόδι μου;’ Μου είπε ψέμα­τα, μου είπε πως ήταν καλά και δεν το ένιω­θα εξαι­τί­ας της αναι­σθη­σί­ας, προ­τού μου πει την αλή­θεια ο εξά­δελ­φός μου την επο­μέ­νη», θυμά­ται.

«Έκλα­ψα πολύ. Το πρώ­το πράγ­μα που σκέ­φτη­κα είναι πως δεν θα μπο­ρώ πια να περ­πα­τάω ή να παί­ζω ποδό­σφαι­ρο όπως κάθε μέρα. Είχα γρα­φτεί σε ακα­δη­μία μια εβδο­μά­δα πριν από τον πόλε­μο», προ­σθέ­τει ο έφηβος.

Υπο­στη­ρί­ζει την Μπαρ­τσε­λό­να, ενώ οι εξά­δελ­φοί του είναι αφο­σιω­μέ­νοι οπα­δοί της Ρεάλ Μαδρίτης.

«Αν μπο­ρού­σα να γυρί­σω τον χρό­νο πίσω και να ξανα­δώ­σω στον Άχμαντ το πόδι του, θα την παρά­τα­γα τη Ρεάλ, θα γινό­μουν Μπαρ­τσε­λό­να όπως αυτός», λέει ένας τους, ο Φαρίντ.

Βλα­ντί­μιρ Μαγια­κόφ­σκι: «Ωδή στην Επανάσταση»

 

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο