Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Γιώργος Ηρακλέους: Σκληρός Απρίλης

Σκλη­ρός Απρί­λης, ο ήλιος ρίχνει μαύ­ρο φως.
Περα­σμέ­να μεσά­νυ­χτα και ολό­γιο­μο το φεγ­γά­ρι στα­μα­τά­ει το ταξί­δι στά­ζο­ντας αίμα πάνω στα νερά.
Οσμές χλω­ρο­κί­νης μέσα στον αγέ­ρα όλες τις νύχτες.
Σκλη­ρός Απρί­λης και οι αισθή­σεις ακο­λου­θού­νε το ίδιο σχή­μα παρακ­μής από άνθρω­πο σε άνθρωπο.
Σε είδα να πεθαί­νεις πολ­λές φορές, εργά­τη από τη Σίνδο,
για­τί ο βιο­μή­χα­νος σε ανά­γκα­σε να δου­λεύ­εις, παρά τα κρού­σμα­τα, που αφή­σα­νε τις θλι­βε­ρές σταγόνες
στην παλά­μη σου.

Τώρα, το αόρα­το δεν γίνε­ται να μας παρη­γο­ρή­σει, μέσα στην απλη­στία του θανάτου.
Ο φόβος φέγ­γει στο μαυ­ρά­δι των ματιών δεί­χνο­ντας την κιβω­τό σου ναυαγισμένη.
Ο χρό­νος στέ­κε­ται ασάλευτος.

Έξω απ’τα δωμά­τια της απο­μό­νω­σης πέφτει η βρο­χή της περα­σμέ­νης μας ζωής.
Η αρρώ­στια φωλιά­ζει στο προ­σκέ­φα­λο κι ανε­βαί­νει ως το ταβά­νι, καπνός από τσιγάρο.
Μάθε πια να προ­τι­μάς την ηδο­νή του φόβου
πριν πάρουν άλλη όψη η φύση κι η ζωή από τους ιογό­νους φτερ­νι­στή­ρες του συσ­σω­ρευ­μέ­νου κεφαλαίου.
Πρό­σθε­σε τη σκιά σου στο κατα­κό­ρυ­φο κενό,
η άνοι­ξη λιπο­θυ­μά ξεψυ­χώ­ντας, αργοπεθαίνει.
Μη σκο­τώ­σου­με μαζί της την ανθρωπιά,
ξεχνώ­ντας την από­στα­ση ανά­με­σα στην μισή μας ζωή
και το μάταιο του ανθρω­πο­κτό­νου πλούτου.
Ξέχα­σε την υπο­τα­γή στον τρό­μο και πέθανε
με τις αξί­ες στην καρ­διά, μετα­λαμ­βά­νο­ντας το ασύλληπτο
από τα άχρα­ντα μυστή­ρια της ύλης.

Απρί­λιος 2020

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο