Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Επίθεση με βιτριόλι — κατάθεση Ιωάννας στη δίκη: «Θέλω να σας πω πως λούστηκα με αυτό το υγρό»

«Θέλω να σας πω πως λού­στη­κα με αυτό το υγρό. Το ένιω­σα παντού πάνω μου. Τα ρού­χα λιώ­σα­νε πάνω μου». Η Ιωάν­να Παλιο­σπύ­ρου ξεκί­νη­σε να κατα­θέ­τει στο Μικτό ορκω­τό δικα­στή­ριο για την ημέ­ρα που άλλα­ξε την ζωή της. Έχο­ντας πίσω της την γυναί­κα που της επι­τέ­θη­κε με μεγά­λη ποσό­τη­τα καυ­στι­κού υγρού, η Ιωάν­να είναι ψύχραι­μη. Λίγο πριν ανέ­βει στο βήμα, κοί­τα­ξε επί­μο­να την κατη­γο­ρού­με­νη, όταν εκεί­νη θέλη­σε να αλλά­ξει θέση, λέγο­ντάς της: «εσύ τι κοιτάς;».

Η 37χρονη, που κάθε­ται με τέσ­σε­ρις αστυ­νο­μι­κούς, απο­φεύ­γει να κοι­τά­ξει το θύμα της, όσο κατα­θέ­τει.

Η Ιωάν­να ανέ­φε­ρε στο δικα­στή­ριο: «Σηκώ­θη­κα για να πάω στη δου­λειά μου και ήμουν στην είσο­δο της πολυ­κα­τοι­κί­ας των γρα­φεί­ων. Πάτη­σα το κου­μπί του ασαν­σέρ και περί­με­να να κατέ­βει. Κοι­τού­σα προς το κάτω περι­μέ­νο­ντας. Άκου­σα κάποιους θορύ­βους. Δεν έδω­σα σημα­σία. Σκέ­φτη­κα ότι μπο­ρεί να είναι η καθα­ρί­στρια ή κάποιος άστε­γος. Καθώς περί­με­να το ασαν­σέρ εμφα­νί­στη­κε μπρο­στά μου μια γυναί­κα, σήκω­σα το βλέμ­μα και με κοί­τα­ξε στα μάτια. Μου έρι­ξε το βιτριό­λι που εκεί­νη τη στιγ­μή δεν κατά­λα­βα τι ήταν και έφυ­γε τρέ­χο­ντας. Θέλω να σας πω ότι λού­στη­κα με αυτό το υγρό, το ένιω­σα παντού πάνω μου. Ήμουν παντού στο σώμα μου λου­σμέ­νη και κατευ­θεί­αν μου ήρθε η μυρω­διά. Το πρώ­το πράγ­μα ήταν να τρέ­ξω για κάποιο βοή­θεια. Θυμή­θη­κα ότι είχε φαρ­μα­κείο δίπλα και έτρε­ξα προς το φαρ­μα­κείο. Οι πόνοι ήταν φρι­κτοί, δεν έβλε­πα καθό­λου από το ένα μάτι. Μπή­κα μέσα στο φαρ­μα­κείο ουρ­λιά­ζο­ντας, οι άνθρω­ποι δεν κατα­λά­βαι­ναν τι έλε­γα, πανι­κο­βλή­θη­καν. Τους έλε­γα “βοή­θεια, κάποιος μου έρι­ξε κάτι καυ­στι­κο, δώστε μου λίγο νερό”. Με πήγαν στο πίσω μέρος του φαρ­μα­κεί­ου που υπήρ­χε ένας νιπτή­ρας, έρι­χναν νερό. Τα μαλ­λιά μου πέφτα­νε μέσα στον νιπτή­ρα. Έπια­ναν το πρό­σω­πό μου και κατα­λά­βαι­να ότι καί­γο­μαι, ότι λιώ­νω. Από το βλέμ­μα στα μάτια των ανθρώ­πων που με κοί­τα­ζαν, ένιω­θα ότι κάτι χάνω. Κάλε­σαν σε βοή­θεια το 166. Μου είπα­νε να βγά­λω τα ρού­χα μου για­τί λιώ­να­νε πάνω μου. Εγώ το μόνο που σκε­πτό­μουν ήταν να μη χάσω τις αισθή­σεις μου. Για­τί κατα­λά­βαι­να ότι μόνο εγώ μπο­ρού­σα να σώσω τον εαυ­τό μου. Φώνα­ζα “θεέ μου βοή­θη­σέ με, για­τί μόνο εσύ μπορείς”».

Η περι­γρα­φή της Ιωάν­νας για τις ώρες που ακο­λού­θη­σαν μετά τη δια­κο­μι­δή της σε νοσο­κο­μείο είναι καθη­λω­τι­κή: «Θυμά­μαι απλά να με βρέ­χου­νε, να ουρ­λιά­ζω, να πονάω, να ξανα­κοι­μά­μαι, να ξανα­ξυ­πνάω, μου έκα­ναν τομές στο μάτι και στο αυτί. Αυτά, δεν θυμά­μαι παρα­πά­νω. Προ­σπα­θού­σα απλά να αντέ­χω, για να μην πονάω. Την επό­με­νη μέρα με ενη­μέ­ρω­σαν ότι θα δια­κο­μι­στώ στο “Θριά­σιο”. Θυμά­μαι χαρα­κτη­ρι­στι­κά τη δια­κο­μι­δή μου, επει­δή δεν μπο­ρού­σα να δω, μπο­ρού­σα μόνο να ακούω, θυμά­μαι την ώρα που περ­νού­σαν τα φορία στους δια­δρό­μους. Μια κυρία ανα­φώ­νη­σε “θεέ μου” και κατά­λα­βα ότι το είπε για μένα (κλαί­ει), κατά­λα­βα ότι η κατά­στα­ση δεν είναι καλή. Κατά­λα­βα ότι έχω σοβα­ρά εγκαύ­μα­τα και απλά παρα­κα­λού­σα να επι­βιώ­σω. Μέσα στο νοσο­κο­μείο ήταν η πιο δύσκο­λη περί­ο­δος της ζωής μου, έκα­να επτά χει­ρουρ­γεία. Θυμά­μαι ότι δεν άντε­χα το φως για­τί τα μάτια μου ήταν τραυ­μα­τι­σμε­να, ακό­μα και το φως του δωμα­τί­ου ήταν επί­πο­νο». 

Δεν ξέρω ακόμη τα κίνητρα της, ξέρω ότι δε μετάνιωσε

Με σπα­σμέ­νη φωνή δεί­χνο­ντας την τερά­στια φόρ­τι­ση που νιώ­θει περι­γρά­φο­ντας όσα βίω­σε, μετά την ακραία επί­θε­ση που δέχθη­κε με βιτριό­λι, η Ιωάν­να Παλιο­σπύ­ρου είπε στο δικα­στή­ριο εκεί­να που σκε­φτό­ταν όσο βρι­σκό­ταν στο νοσο­κο­μείο, για να μπο­ρέ­σει να μεί­νει ψύχραι­μη. «Για να αντέ­ξω προ­σπα­θού­σα να κοροϊ­δέ­ψω εαυ­τό μου» ανέ­φε­ρε κλαί­γο­ντας και εξή­γη­σε: «Ότι ζω ένα όνει­ρο. Το βρά­δυ, μετά τις 9, αφού πέρα­σαν όλοι οι για­τροί έλε­γα “Ιωάν­να θα ξυπνή­σεις”. Προ­σπα­θού­σα να με πεί­σω, για να αντέ­ξω, ότι τα όνει­ρα μου είναι πραγ­μα­τι­κά και η πραγ­μα­τι­κό­τη­τα είναι ο εφιάλτης».

Η Ιωάν­να κατέ­θε­σε πως η κατη­γο­ρού­με­νη ήθε­λε να τη σκο­τώ­σει, όπως κατά­λα­βε από τα στοι­χεία των αστυ­νο­μι­κών, ενώ ‑όπως ανέ­φε­ρε- την τρο­μά­ζει ότι η 37χρονη δεν πτο­ή­θη­κε ούτε στιγ­μή. Αντί να πει “τι έκα­να;”, αυτή βγαί­νει και χορεύ­ει πάνω στα τρα­πέ­ζια. Τόνι­σε, επί­σης, πως ακό­μη και τώρα δεν ξέρει τα κίνη­τρα της κατη­γο­ρου­μέ­νης, για να συμπλη­ρώ­σει: «Ξέρω, όμως, πως δεν έχει μετα­νιώ­σει».

Όπως ανέ­φε­ρε η Ιωάν­να στη συνέ­χεια της κατά­θε­σής της:

«Θυμά­μαι ότι δεν άντε­χα το φως για­τί τα μάτια μου ήταν τραυ­μα­τι­σμέ­να, ακό­μα και το φως του δωμα­τί­ου ήταν επί­πο­νο. Σκέ­φτη­κα να δώσω τέλος στη ζωή μου.

Για όσα διά­στη­μα ήμουν στο νοσο­κο­μείο έλε­γα  στους αστυ­νο­μι­κούς ότι δεν έχω πει­ρά­ξει κανέ­ναν. Προ­σπα­θού­σα να τους βοη­θή­σω, αλλά δε μπο­ρού­σα. Δεν πίστευα ότι κάποιος μπο­ρεί να κάνει τέτοιο κακό. Κάποια στιγ­μή, λοι­πόν, μου είπαν ότι είχαν κατα­λή­ξει ποιος έκα­νε την επί­θε­ση. Μου μιλού­σαν για τη κατη­γο­ρού­με­νη και μου έλε­γαν ότι εκεί­νη μού επι­τέ­θη­κε. Μαζί με αυτούς προ­σπα­θού­σα και εγώ να κατα­λά­βω και να τους βοη­θή­σω. Αν ισχύ­ει ‑τους έλε­γα- αυτό που μου λέτε, ότι με παρα­κο­λου­θεί εδώ και 1,5 χρό­νο, άρα ξέρει ότι δεν έχω καμία σχέ­ση με αυτόν τον σύντρο­φο που είχε. Δεν μπο­ρού­σαν να απα­ντή­σουν σε αυτό το ερώτημα.

Δεν ήξε­ρα αν ισχύ­ουν όλα αυτά, για­τί το έκα­νε αυτή, τι μου έχει συμ­βεί. Δεν κατα­λά­βαι­να και δεν μπο­ρού­σαν να μου απα­ντή­σουν. Μετά τη προ­φυ­λά­κι­σή της προ­σπά­θη­σα να εστιά­σω στις δυνά­μεις μου, για να μπο­ρέ­σω να βγω από το νοσο­κο­μείο και να βγά­λω σε πέρας τα χει­ρουρ­γεία που έπρε­πε. Στα μισά των χει­ρουρ­γεί­ων, ο οργα­νι­σμός μου δεν άντε­ξε. Ανέ­βα­ζα πυρε­τό, είχα πάθει λοί­μω­ξη. Οι για­τροί μου είπαν ότι κιν­δύ­νευ­σε η ζωή μου. Κόλ­λη­σα και δεύ­τε­ρη λοί­μω­ξη στο μάτι που κιν­δύ­νε­ψα, για δεύ­τε­ρη φορά, να το χάσω. Κάποια στιγ­μή με τη βοή­θεια των για­τρών, τα ξεπε­ρά­σα­με. Ήρθε η στιγ­μή που μου ανα­κοί­νω­σαν ότι θα πάρω εξι­τή­ριο. Μου είπαν ότι επού­λω­σαν τα τραύ­μα­τα που είχα ότι ξεκι­νά­ει ένας μαρα­θώ­νιος και ότι χρειά­ζο­νται πολ­λά χει­ρουρ­γεία, για να είμαι λει­τουρ­γι­κή, να κου­νάω τα χέρια μου, το λαι­μό μου. Μου λέγα­νε ότι είναι ένας μαρα­θώ­νιος με διάρκεια.

Κάποια στιγ­μή, αφού επέ­στρε­ψα στο σπί­τι μου, η έρευ­να συνε­χι­ζό­ταν. Κάποια στιγ­μή, οι αστυ­νο­μι­κοί με ενη­μέ­ρω­σαν για κάποια στοι­χεία που βρί­σκο­νταν στον υπο­λο­γι­στή της και με ρώτη­σαν αν γνω­ρί­ζω κάτι. Είμα­στε από διπλα­νά χωριά, αλλά ποτέ δε κάνα­με παρέα με την κατη­γο­ρού­με­νη, γνω­ρι­στή­κα­με εδώ στην Αθή­να. Βρε­θή­κα­με σε κάποιες γιορ­τές, γενέ­θλια στο σπί­τι συγ­γε­νών μου και ανταλ­λάσ­σα­με κάποιες κουβέντες.

Μου είπα­νε για κάποιες κου­βέ­ντες που είχαν γίνει μετα­ξύ της ξαδέλ­φης μου και της κατη­γο­ρου­μέ­νης, μετά την επί­θε­ση. Οι αστυ­νο­μι­κοί με ρώτη­σαν αν γνω­ρί­ζω κάτι. Μου ζητή­θη­κε, αν μπο­ρώ, να μάθω τι είχε ειπω­θεί μετα­ξύ τους. Κάλε­σα τη ξαδέλ­φη μου στο τηλέ­φω­νο και τη ρώτη­σα τι έχουν πει. Τη ρώτη­σα αν ισχύ­ει και τι ακρι­βώς είχε ειπω­θεί. Μου είπε ότι ισχύ­ει, ότι υπήρ­χε επι­κοι­νω­νία μετα­ξύ τους, ότι δεν μου το είπε για να μη με φέρει σε δύσκο­λη θέση. Μου είπε ότι, μετα­ξύ των συζη­τή­σε­ων, είχαν μιλή­σει και για μένα, όπως όλοι φίλοι και γνω­στοί μιλού­σαν για μένα. Τη ρωτού­σε η κατη­γο­ρου­μέ­νη πως είμαι, αν με είδε και πως ήταν τα μέτρα στο νοσο­κο­μείο λόγω κορο­νοϊ­ού. Εκεί­νη της είπε ότι δε μπο­ρού­σε να μπει στο νοσο­κο­μείο και ότι είχε δει μόνο τη μητέ­ρα μου στο προ­αύ­λιο. Επί­σης, μου ανέ­φε­ρε ένα συγκε­κρι­μέ­νο περι­στα­τι­κό που της είχε κάνει εντύ­πω­ση. Η κατη­γο­ρού­με­νη, όπως της είπε, έκα­νε ένα σχό­λιο πολύ προ­σβλη­τι­κό για μένα. Της είπε η κατη­γο­ρού­με­νη: “οκ, αν δε μπο­ρεί να δου­λέ­ψει θα πάρει την απο­ζη­μί­ω­ση και θα ζήσει. Δεν έγι­νε κάτι”. Αυτό θύμω­σε τη ξαδέλ­φη μου. Αυτό το περι­στα­τι­κό, σε συν­δυα­σμό με τις ανα­ζη­τή­σεις που με ενη­μέ­ρω­σαν πως είχε κάνει μετά την επί­θε­ση και σε συν­δυα­σμό με άλλα του­λά­χι­στον 2 περι­στα­τι­κά που έλα­βαν χώρα στο νοσο­κο­μείο — η μητέ­ρα μου μού είπε ότι κάποιοι ήλθαν στο νοσο­κο­μείο να με δουν, αλλά δεν τους επε­τρά­πη η είσο­δος- όλα αυτά με έκα­ναν να πιστέ­ψω ότι ήθε­λε πραγ­μα­τι­κά να με σκο­τώ­σει και δε στα­μά­τη­σε ούτε και μετά.

Όλα αυτά αν τα συν­δυά­σει κανείς ‑και σύμ­φω­να με το συμπέ­ρα­σμα των αστυ­νο­μι­κών- πρό­θε­σή της ήταν να με σκο­τώ­σει. Έμα­θα εκ τω υστέ­ρων ότι έγι­ναν άλλες τρεις από­πει­ρες. Άλλες δυο έξω από το σπί­τι μου, την είδαν οι γεί­το­νες να κου­βα­λά­ει κάτι ύπο­πτο πάνω της. Σύμ­φω­να με τα στοι­χεία, είχε γίνει μια ακό­μη από­πει­ρα την προη­γού­με­νη ημέ­ρα, η οποία απλά απε­τρά­πη, διό­τι δε με πρό­λα­βε. Δε κατά­φε­ρε να με σκο­τώ­σει. Επί­σης, θέλω να επι­ση­μά­νω ότι ‑πάλι σύμ­φω­να με την αστυ­νο­μι­κή έρευ­να- με τρο­μά­ζει πως είχε μια συμπε­ρι­φο­ρά ανθρώ­που — είχε ανα­στα­τω­θεί όλος κόσμος για το ποιος το έκα­νε — και αυτή βγαί­νει και δια­σκε­δά­ζει και χορεύ­ει πάνω στα τρα­πέ­ζια. Αντί να πει “τι πήγα και έκα­να” ενθαρ­ρύ­νε­ται ακό­μη περισ­σό­τε­ρο και  αρχί­ζει και ανα­ζη­τά τρό­πους και όπλα. Βλέ­που­με έναν άνθρω­πο που δεν πτο­εί­ται, που γίνε­ται ακό­μη χει­ρό­τε­ρος. Αυτό είναι που με φοβί­ζει. Και δε ξέρω ακό­μη ούτε τα κίνη­τρα ούτε ποιοι άλλοι γνώ­ρι­ζαν, για­τί υπάρ­χουν και άλλοι. Σίγου­ρα ξέρω ότι δεν έχει μετανιώσει».

Η κατά­θε­ση συνε­χί­ζε­ται με ερω­τή­σεις της Έδρας προς τη μάρτυρα.

Παρούσα και η κατηγορουμένη σήμερα στη δίκη

Παρού­σα στο Μικτό Ορκω­τό Δικα­στή­ριο ήταν και η 37χρονη κατη­γο­ρου­μέ­νη για την επί­θε­ση με βιτριό­λι σε βάρος της Ιωάν­νας Παλιο­σπύ­ρου. Η κατη­γο­ρου­μέ­νη ζήτη­σε να μετα­χθεί σήμε­ρα στο δικαστήριο.

Για την παρου­σία της κατη­γο­ρου­μέ­νης ενη­μέ­ρω­σαν την Ιωάν­να οι συνή­γο­ροι και η μητέ­ρα της, λέγο­ντάς της: «Μη νιώ­σεις άσχη­μα αν συγκι­νη­θείς. Δεν πει­ρά­ζει είναι ανθρώ­πι­νο».

Γιατί επιτέθηκε με βιτριόλι στην Ιωάννα;

Αυτό είναι το ερώ­τη­μα που καλεί­ται να απα­ντή­σει το δικα­στή­ριο, ώστε να σχη­μα­τί­σει ολο­κλη­ρω­μέ­νη άπο­ψη για την προ­σω­πι­κό­τη­τα της δρά­στι­δας, η οποία μέχρι στιγ­μής έχει ανα­φερ­θεί αόρι­στα στα αίτια της επί­θε­σης κάνο­ντας λόγο για μία πεποί­θη­ση της πως η Ιωάν­να είχε εμπλο­κή σε προ­σω­πι­κό της πρόβλημα.

Η 37χρονη φαί­νε­ται να πίστευε πως η Ιωάν­να σχε­τι­ζό­ταν με έναν άντρα με τον οποίο επε­δί­ω­κε να σχε­τι­στεί σοβα­ρά η ίδια. Ο άντρας, 40 ετών, θα κατα­θέ­σει στο δικα­στή­ριο, όπως κατέ­θε­σε και στο προη­γού­με­νο στά­διο της ποι­νι­κής υπό­θε­σης. «Ο άνδρας αυτός έχει δώσει κατά­θε­ση στις αρχές και ανέ­φε­ρε ότι εδώ και δυο χρό­νια γνω­ρί­ζει την 37χρονη κατη­γο­ρου­μέ­νη και δια­τη­ρεί μαζί της “ελεύ­θε­ρη ερω­τι­κή σχέ­ση” μέχρι και σήμε­ρα» ανέ­φε­ρε στο δια­βι­βα­στι­κό της η Αστυ­νο­μία, μετά τη σύλ­λη­ψη της δρά­στι­δος. Ο 40χρονος έχει κατα­θέ­σει ότι είχε επι­κοι­νω­νία, μέσω της εφαρ­μο­γής messenger, ελά­χι­στες φορές με την Ιωάν­να, επι­κοι­νω­νία που στα­μά­τη­σε ένα χρό­νο πριν την επί­θε­ση που δέχθη­κε η 35χρονη γυναίκα.

Οι δικα­στές καλού­νται επί­σης να διε­ρευ­νή­σουν αν η κατη­γο­ρου­μέ­νη είχε συνερ­γούς σε οποια­δή­πο­τε φάση πριν αλλά και μετά την επί­θε­ση, την οποία σχε­δί­α­ζε και­ρό. Σύμ­φω­να με τους συνη­γό­ρους της Ιωάν­νας, υπάρ­χουν πρό­σω­πα που είχαν ρόλο στην όλη υπό­θε­ση, για τα οποία σκο­πεύ­ουν να προ­σκο­μί­σουν στοι­χεία στο δικαστήριο.

«Έρχονται αποκαλύψεις»

Μετά την ολο­κλή­ρω­ση της κατά­θε­σης της Ιωάν­νας στη δίκη θα αρχί­σει η κατά­θε­ση των υπο­λοί­πων μαρ­τύ­ρων της υπό­θε­σης, οι οποί­οι ανα­μέ­νε­ται να ξεπε­ρά­σουν τους 40. Οι δικη­γό­ροι της Ιωάν­νας κάνουν λόγο για απο­κα­λύ­ψεις κατά τη διάρ­κεια της ακρο­α­μα­τι­κής δια­δι­κα­σί­ας, προ­κει­μέ­νου να πέσει φως σε άγνω­στες πτυ­χές της επί­θε­σης και να κατα­δει­χθούν οι συν­θή­κες κάτω από τις οποί­ες η 36χρονη κατη­γο­ρού­με­νη προ­μη­θεύ­τη­κε το βιτριό­λι αλλά και εάν άλλα τρί­τα πρό­σω­πα την βοή­θη­σαν μέχρι να φτά­σει στα χέρια της το καυ­στι­κό υγρό.

Προς την κατεύ­θυν­ση αυτή στο «προ­σκή­νιο» της ακρο­α­μα­τι­κής δια­δι­κα­σί­ας, ανα­μέ­νε­ται να βρε­θούν, σύμ­φω­να με πλη­ρο­φο­ρί­ες, μηνύ­μα­τα που αντάλ­λα­σε η κατη­γο­ρού­με­νη από τον Απρί­λιο του 2019 με έναν άνδρα. Από τα μηνύ­μα­τα αυτά, προ­κύ­πτει πως η 36χρονη του ζητού­σε να παρα­κο­λου­θή­σει το σπί­τι της Ιωάν­νας και τον ρωτού­σε για το πώς μπο­ρεί να προ­μη­θευ­τεί «κάτι» που η ίδια δεν μπο­ρού­σε να πάρει!

Το συγκε­κρι­μέ­νο πρό­σω­πο, απο­δέ­κτης των γρα­πτών μηνυ­μά­των της Έφης Κακα­ρα­τζού­λα δεν απο­κλεί­ε­ται, αν δεν εμφα­νι­στεί αυτο­βού­λως στη δίκη, δεν απο­κλεί­ε­ται να κλη­θεί στο ακρο­α­τή­ριο προ­κει­μέ­νου να φωτί­σει τη σχέ­ση του με την κατη­γο­ρού­με­νη και να απα­ντή­σει σε ερω­τή­σεις των παρα­γό­ντων της δίκης για το εάν αυτό που ανα­ζη­τού­σε η 36χρονη ήταν το καυ­στι­κό υγρό με το οποίο επι­τέ­θη­κε στην Ιωάν­να. «Έλα ρε … Έφη εδώ! Θέλω να βρε­θού­με νωρί­τε­ρα καθό­τι θέλω να μου βρεις κάτι που δεν μπο­ρώ να πάω εγώ να το πάρω», έγρα­φε η Έφη Κακα­ρα­τζού­λα σε ένα από τα μηνύ­μα­τά της προς τον συγκε­κρι­μέ­νο άνδρα ενώ σε άλλο μήνυ­μά της με απο­δέ­κτη και πάλι τον ίδιο ανέ­φε­ρε: «Καλη­μέ­ρα… τι κάνεις; Να σε ρωτή­σω, παί­ζει να βρή­κες αυτόν που μου έλε­γες;». Να σημειω­θεί ότι τα μηνύ­μα­τα από την κατη­γο­ρού­με­νη στο συγκε­κρι­μέ­νο άνδρα, είχαν στα­λεί αρκε­τά πριν την επί­θε­ση, ενώ την ημέ­ρα που η 36χρονη τέλε­σε το έγκλη­μα φέρε­ται να τον κάλε­σε 14 φορές.

Σύμ­φω­να, ωστό­σο, με πλη­ρο­φο­ρί­ες ο άνδρας αυτός έπει­τα από ένα σημείο στα­μά­τη­σε να απα­ντά στην 36χρονη και να έχει επι­κοι­νω­νία μαζί της. Ουδείς φυσι­κά μπο­ρεί να γνω­ρί­ζει με από­λυ­τη ασφά­λεια αν αυτό που έψα­χνε να βρει η κατη­γο­ρού­με­νη ήταν θεϊ­κό οξύ και ο μόνος τρό­πος για να απα­ντη­θεί το ερώ­τη­μα αυτό, είναι ο συγκε­κρι­μέ­νος άνδρας να κατα­θέ­σει στο δικα­στή­ριο αλλά και η ίδια η 36χρονη, εφό­σον προ­σέλ­θει στη δίκη, να μιλή­σει για το λόγο που έστελ­νε αυτά τα μηνύ­μα­τα και τί ακρι­βώς αναζητούσε.

«Περι­μέ­νου­με να απα­ντη­θούν ερω­τή­μα­τα που δεν έχουν επι­σή­μως απα­ντη­θεί έως τώρα, όπως το πώς η κατη­γο­ρου­μέ­νη προ­μη­θεύ­τη­κε το βιτριό­λι και ποιοι, πόσοι και με ποιες πρά­ξεις τη βοή­θη­σαν ο καθέ­νας τους. Στη δίκη θα υπάρ­ξουν μάρ­τυ­ρες και έγγρα­φα από τα οποία θα φωτι­στούν πτυ­χές της υπό­θε­σης που ακό­μη δεν έχουν γίνει γνω­στές» ανέ­φε­ρε μιλώ­ντας στο «Θέμα» της περα­σμέ­νης Κυρια­κής ο εκ των δικη­γό­ρων της Ιωάν­νας κ. Νίκος Αλε­ξαν­δρής. «Ανα­μέ­νου­με την απο­νο­μή Δικαιο­σύ­νης ώστε και να απο­φευ­χθούν φαι­νό­με­να μιμη­τι­σμού που ήδη έχουν αρχί­σει και εμφα­νί­ζο­νται», σημεί­ω­σε ο ίδιος.

Ν. Μπε­λο­γιάν­νης Ν. Πλου­μπί­δης – Στο σπί­τι των ηρώων

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο