Ό,τι ν’ ακούω με το δεξιό μου αυτί / με μάτι αριστερό το βλέπω.
Κι ό,τι καταπιάνεται ο νους να στοχαστεί, / οι χτύποι της καρδιάς το λένε πρώτοι. (Κ. Βάρναλης)

Η καταραμένη κοιλάδα

Πρώ­τα, θέλω να κατα­ρα­στώ τον Δία. Εβλε­πε από την κορ­φή του Ολύ­μπου τα τρέ­να να κινού­νται το ένα ενα­ντί­ον του άλλου, αλλά δεν παρέ­βη­κε να στα­μα­τή­σει το κακό. Μέσα στη νύχτα έγι­νε η σύγκρου­ση στην κοι­λά­δα. Σίδε­ρα καυ­τά και φλό­γες τερά­στιες φέρ­νουν θάνα­το οδυ­νη­ρό. Δεν είναι η πρώ­τη φορά που αυτή η κατα­ρα­μέ­νη κοι­λά­δα γεμί­ζει με κομ­μα­τια­σμέ­να κορ­μιά νέων ανθρώ­πων. Το ίδιο έγι­νε πριν από 20 χρό­νια με τους μαθη­τές από το Μακρο­χώ­ρι Ημα­θί­ας και λίγο πριν με οπα­δούς του ΠΑΟΚ.

Κι ύστε­ρα θέλω να ουρ­λιά­ξω. Αλλά δεν βγαί­νει η φωνή. Να κλά­ψω. Ομως δεν έχω δάκρυα. Κάτι μέσα μου μου λέει: Τώρα που μιλούν όσοι ένο­χα σιω­πού­σαν και οι γλοιώ­δεις υπε­ρα­σπι­στές γίνο­νται δρι­μείς κατή­γο­ροι, εσύ μην μιλάς. Οχι. Δεν έχου­με το δικαί­ω­μα της σιω­πής, ούτε και την ώρα του μεγά­λου πέν­θους. Τώρα είναι που πρέ­πει να μιλή­σουν ακό­μα πιο δυνα­τά αυτοί που πάντα μιλού­σαν. Για να σκε­πά­σουν με τα ουρ­λια­χτά τους τα παπα­γα­λί­σμα­τα που και τού­τη τη φορά επι­χει­ρούν να συσκο­τί­σουν την αλή­θεια. Να, τώρα που γρά­φω αυτές τις γραμ­μές, ακούω έναν από τους παπα­γά­λους του «MEGA» να προ­σπα­θεί να φορ­τώ­σει την ευθύ­νη για την τρα­γω­δία απο­κλει­στι­κά στον σταθ­μάρ­χη της Λάρισας.

Ηξε­ραν ότι ο κίν­δυ­νος ήταν υπαρ­κτός και άμε­σος. Τους το είχαν πει πολ­λές φορές οι πιο ειδι­κοί — οι εργα­ζό­με­νοι στον σιδη­ρό­δρο­μο — και με τον πιο επί­ση­μο τρό­πο. Κι αυτοί άφη­ναν τα τρέ­να να περ­νούν με κίν­δυ­νο να μετα­τρα­πούν σε κινού­με­να φέρε­τρα σ’ έναν «σιδη­ρο­δρο­μι­κό Αχέ­ρο­ντα». Οπως και έγι­νε τη νύχτα της Τρί­της 28 Φλε­βά­ρη 2023 στα Τέμπη. Για­τί; Είναι μήπως απρό­σε­κτοι; Οχι. Είναι ταξι­κά αδιά­φο­ροι. Δεν τους νοιά­ζει ακό­μα κι αν χαθούν ανθρώ­πι­νες ζωές. Το μόνο που τους ενδια­φέ­ρει είναι πώς θα βγά­ζει κέρ­δη το κεφά­λαιο. Από παντού και από τα τρέ­να. Γι’ αυτό έγι­νε και η πώλη­ση στην ιτα­λι­κή επι­χεί­ρη­ση. Γι’ αυτό και δεν γίνο­νται τα έργα υπο­δο­μής που είναι απα­ραί­τη­τα στους σιδη­ρο­δρό­μους. Γι’ αυτό και μειώ­θη­κε ο αριθ­μός των σιδη­ρο­δρο­μι­κών εργαζομένων.

Τώρα οι κυβερ­νη­τι­κοί αρμό­διοι — και μαζί τους οι συνυ­πεύ­θυ­νοι της αξιω­μα­τι­κής αντι­πο­λί­τευ­σης — το παί­ζουν πονό­ψυ­χοι και ευαί­σθη­τοι. Μυξο­κλαί­νε στον τόπο της τρα­γω­δί­ας και μοι­ρο­λο­γούν έξω από το νεκρο­το­μείο της Λάρι­σας. Μάλι­στα, ενό­ψει και των επερ­χό­με­νων εκλο­γών, ένας υπουρ­γός υπέ­βα­λε παραί­τη­ση. Δεν πεί­θουν. Συγ­χώ­ρε­ση δεν τους πρέ­πει. Σκλη­ρή τιμω­ρία τους αξί­ζει. Οι κατά­ρες των χαρο­κα­μέ­νων δεν φοβί­ζουν τους εγκλη­μα­τί­ες κι οι ευχές των συμπο­νού­ντων δεν απο­τρέ­πουν νέες τρα­γω­δί­ες. Η Νέμε­σις περι­μέ­νει την επί­κλη­ση των τολ­μη­ρών κι απαι­τεί τη συν­δρο­μή των γενναίων.

Παύ­λος ΡΙΖΑΡΓΙΩΤΗΣ

902.gr

«Ναι, αλλά ο Στά­λιν…», του Νίκου Μόττα

Μοι­ρα­στεί­τε το:

Μετάβαση στο περιεχόμενο